Αρχική ΓΝΩΜΕΣ “Δαίμονες κονιορτού…!”

“Δαίμονες κονιορτού…!”

0

Και καθώς κατακάθεται ο κονιορτός απ τον εκλογικό ανεμοστρόβιλο κι όπως ξέρουμε απ’ το Σχολειό στο βόρειο ημισφαίριο συνήθως η φορά του ανεμοστρόβιλου είναι δεξιόστροφη, σε αντίθεση με το νότιο ημισφαίριο, όπου η φορά είναι αριστερόστροφη, απομένει ν αποφασίσουμε σε ποιο… ημισφαίριο ανήκουμε.  Όπου κι αν ανήκουμε, οι… “δαίμονες κονιορτού” παραμένουν και θα παραμένουν κομμάτι της φύσης μας.

Πριν εκπνεύσει οριστικά-με τις όποιες συνέπειες-το φαινόμενο, ας γυρίσουμε λίγο πίσω βάζοντας στο μικροσκόπιο μια από τις παραμέτρους που έμπαιναν και μπαίνουν στη λειτουργία των… “δαιμόνων κονιορτού”.

ΟΙ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΑΦΙΣΕΣ ΣΤΙΣ ΕΚΛΟΓΕΣ ΤΟΥ  ’80

Από παλιά οι οικονομολόγοι, μελετώντας την καταναλωτική συμπεριφορά στις συνθήκες της λεγόμενης “ελεύθερης αγοράς”, είχαν την τάση να την παρομοιάζουν με τη συμπεριφορά των ψηφοφόρων στις αντίστοιχες πολιτικές συνθήκες, στο πλαίσιο δηλαδή μιας πολυκομματικής αστικής δημοκρατίας.

Κατά το σχολιασμό των αποτελεσμάτων των εκλογών του Νοεμβρίου ’89 στην τηλεόραση, ειπώθηκε ότι η αξιολόγησή τους εμπίπτει στην αρμοδιότητα των ψυχιάτρων. Αν υπάρχει κάποια δόση αλήθειας, στον εν λόγω ισχυρισμό, δεν είναι βέβαια ότι οι ψηφοφόροι του ενός ή του άλλου κόμματος πρέπει να θεωρηθούν ως ψυχικά πάσχοντες. Κανένα κόμμα προφανώς δεν δικαιούται να διεκδικεί το μονοπώλειο ούτε της ψυχικής υγείας ούτε του αντιθέτου της. Αν συνέβαινε κάτι τέτοιο, τότε ευτυχώς ή δυστυχώς οι ψυχίατροι δεν θα είχαν κανέναν κοινωνικό λόγο να υπάρχουν. Τα πράγματα θα ρυθμίζονταν μέσω των κοινωνικών εντάξεων.

Η αλήθεια που υποκρύπτεται σε μια τέτοια διαπίστωση είναι άλλη. Ότι δηλαδή η εκλογική συμπεριφορά, όπως και γενικότερα οι σχέσεις με την εξουσία και τους φορείς της, δεν εξηγούνται μόνο με όρους πολιτικούς’ χρειάζεται και η συνδρομή της ψυχολογίας και ειδικότερα ίσως της ψυχανάλυσης. Αυτό ισχύει επειδή τα διάφορα αντικείμενα εξουσίας δεν αποτελούν απτές κοινωνικές πραγματικότητες μόνον. Παραπέμπουν και σε ψυχικές πραγματικότητες, ατομικές αλλά και συλλογικές, κατοικούν το ατομικό αλλά και το συλλογικό ασυνείδητο, και συνακόλουθα αποτελούν αντικείμενα φαντασιακών και φαντασιοσικών επενδύσεων. Πρόκειται θα έλεγα, για σύνθετες ψυχοκοινωνικές και πολιτικές πραγματικότητες.

Από την άλλη πλευρά η πολιτική, εκτός από οτιδήποτε άλλο μπορεί να είναι, είναι και ένα παιγνίδι με εικόνες, πάνω σε εικόνες και μέσα από εικόνες. Αυτό δεν είναι κάτι καινούριο για την πολιτική.

Η προπαγανδιστική αφίσα, ως εικόνα που είναι, βλέπεται αλλά και βλέπει όπως και κάθε άλλη εικόνα. Βλέπει για να τη δουν. Βλέπει μέσω του βλέμματος του δημιουργού της και βλέπεται από οποιονδήποτε βρεθεί μπροστά της. Δεν είναι σπάνιες οι φορές που υπάρχουν βλέμματα και μέσα στην ίδια την εικόνα τα οποία βλέπουν τους πιθανούς θεατές της, ή άλλα βλέμματα που βλέπουν αλλού. Βλέμματα που χαμογελούν, βλέμματα ονειροπόλα, βλέμματα τρομαγμένα ή λυπημένα, βλέμματα πόνου, βλέμματα άδεια που δεν βλέπουν.

Ένα πρώτο ερώτημα λοιπόν είναι ποιος βλέπει. Και εν συνεχεία βέβαια, τί βλέπει και με ποιον τρόπο.

Η μεγάλη διαφορά που την επισημαίνει ο Peninou στο κείμενό του “φυσική και μεταφυσική της διαφημιστικής εικόνας”, ανάμεσα στη διαφημιστική και την προπαγανδιστική εικόνα, από το ένα μέρος, και την αισθητική ή τη δημοσιογραφική εικόνα του ρεπορτάζ, από το άλλο, είναι ότι στις πρώτες επικρατεί το εσύ (είναι δηλαδή εικόνες για τον άλλο), ενώ στις δεύτερες το εγώ. Η βασική λειτουργία που επιτελείται τόσο μέσα από την αισθητική όσο και μέσα από την εικόνα της δημοσιογραφικής ανταπόκρισης είναι η εκφραστική, ενώ εκείνο που χαρακτηρίζει τη διαφημιστική και την προπαγανδιστική εικόνα, είναι εικόνες κατ εξοχήν εξωστρεφείς, είναι η πρόθεσή τους να δημιουργήσουν εντυπώσεις και να παρακινήσουν. Η βασική λειτουργία τους είναι ρητορική.

Η εμμονή τους λοιπόν στη στόχευση του άλλου και η επιδίωξή τους να είναι πειστικές, κάνει τόσο τη διαφημιστική όσο και την προπαγανδιστική εικόνα να είναι ανώνυμες. Αυτό δε σημαίνει ότι τα κείμενά τους δεν έχουν υποκείμενο, ότι δεν υπάρχουν δηλαδή οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που τις δημιούργησαν, αλλά ότι οι δημιουργοί τους μένουν ανώνυμοι, κρυφοί. Και αυτό ισχύει ακόμη και στην περίπτωση που ο δημιουργός μιας τέτοιας εικόνας μπορεί να είναι διάσημος, όπως έχει συμβεί αρκετές φορές με διαφημίσεις, αλλά γιατί όχι και με προπαγανδιστικές εικόνες. Ας θυμηθούμε λόγου χάρη παλαιότερες αφίσες με χαρακτικά του Τάσσου.

Μέσα στην ατέρμονη επανάληψή τους στα διάφορα σημεία που μπορεί να εκτίθενται, οι αφίσες επικαλούνται την ανώνυμη ουδετερότητα του τρίτου προσώπου για να γίνουν πιο πιστευτές.

Όμως και κείνοι στους οποίους απευθύνονται οι αφίσες είναι ανώνυμοι, δίχως πρόσωπο. Μπορεί να μην είναι κανένας, μπορεί να είναι πολλοί, μπορεί να τη βλέπουν ή να προσπερνούν. Η αφίσα μένει εκεί, χωρίς καν να περιμένει τον οποιονδήποτε. Αυτή δεν είναι άλλωστε και η έννοια της μάζας; Ένα ετερόκλητο, μοναχικό και απρόσωπο πλήθος.

Ανάμεσα στην ανωνυμία της απεύθυνσης και την ανωνυμία της πρόσληψης, η αφίσα υπόσχεται την ταυτότητα, την ομαδικότητα και καλεί σε δράση. Χάρτινα χαρούμενα πρόσωπα, παιδάκια με λουλούδια, ρωμαλαίοι εργάτες σε φωνάζουν: “Έλα μαζί μας!” “Μείνε μαζί μας!”

Γράφει ο αναπληρωτής καθηγητής Κοινωνικής ψυχολογίας στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων τότε Κλήμης Ναυρίδης στο βιβλίο της Ελληνικής Εταιρείας Πολιτικής Επιστήμης έκδοσης του 1990-όπως αναφέρεται στον πρόλογο του Πασχάλη Κιτρομηλίδη με επιμέλεια των Χρήστου Λυριτζή και Ηλία Νικολακόπουλου και με τίτλο: ΕΚΛΟΓΕΣ ΚΑΙ ΚΟΜΜΑΤΑ ΣΤΗ ΔΕΚΑΕΤΙΑ ΤΟΥ ’80 Εξελίξεις και προοπτικές του πολιτικού συστήματος.

Για τη μεταφορά
Χρύσα Μπαΐρα

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Χρύσα Μπαΐρα
Περισσότερα άρθρα από ΓΝΩΜΕΣ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Προτομές και προτιμήσεις

Ο προβληματισμός μου ξεκίνησε για πλάκα. Σε μια βόλτα με τον οκτώ μηνών γιο μου στο χώρο τ…