Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Αφιερώματα Παύλος Μελάς 1870-1904

Παύλος Μελάς 1870-1904

0
melas p
 

Εκατόν εννέα χρόνια από το θάνατό του

 
 Η οικογένεια Μελά ήταν μια αριστοκρατική οικογένεια της Ηπείρου που ζούσε στα Ιωάννινα. Οι Τούρκοι δολοφόνησαν τον Γιάννη Μελά με αποτέλεσμα να διασκορπιστούν στα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Ο πατέρας του Παύλου Μελά, ο Μιχαήλ βρέθηκε στην Αθήνα όπου εξασκούσε το επάγγελμα του νομικού. Ο παππούς του Παύλου Μελά ήταν ο Γεώργιος Μελάς, μέλος της Φιλικής Εταιρείας. Η μητέρα του Ελένη ήταν κόρη Κεφαλλονίτη εμπόρου από την Οδησσό.
  Ο Παύλος από μικρός ήταν ευγενικός και πρόθυμος να βοηθήσει τους άλλους. Τελειώνει το γυμνάσιο και δίνει εξετάσεις στη Σχολή Ευελπίδων. Ο ίδιος γράφει τον Αύγουστο του 1886: «Εκλέγων το στάδιο αυτό, δεν υπάκουσα παρά εις μίαν ιδέαν, να φανώ χρήσιμος εις τον πλησίον και εις τον τόπον μου…» Ο πατέρας του μπαίνοντας στη σχολή του ευχήθηκε: «Φρόνιμα Παύλο, πειθαρχία, υποταγή στο καθήκον, ακούς; Έτσι θα πάρουμε τα Γιάννενα».
  Απεφοίτησε με το βαθμό του Ανθυπολοχαγού του πυροβολικού. Γνωρίζει και παντρεύεται τη Ναταλία, κόρη του Στέφανου Δραγούμη. Αποκτούν δύο παιδιά, τον Μίκη και τη Ζωή. Ο γάμος με τη Ναταλία υπήρξε καθοριστικός, γράφει σ’ ένα γράμμα του «…τα πολυάριθμα παραδείγματα πατριωτισμού και θάρρους φυσικού, αλλ’ ιδίως ηθικού τα οποία συνάντησα εις την αγαπητήν και αγία σου οικογένεια μ’ εβοήθησαν…».
  Την ίδια εποχή η Μακεδονία υπονομευόταν από τη Βουλγαρία. Τον προβλημάτιζε ιδιαίτερα η δράση και η προπαγάνδα υπέρ της Βουλγαρικής Εξαρχίας στη Μακεδονία, που σήμαινε για τον ίδιο, κίνδυνο εκβουλγαρισμού των Ελλήνων. Ιδρύεται η Εθνική Εταιρεία και γίνεται μέλος της. Λίγο μετά το 1890, η Βουλγαρία στέλνει ένοπλες δυνάμεις στη Μακεδονία. Το 1893 ιδρύουν την οργάνωση VMRO η οποία επεδίωκε την αυτονόμηση της Μακεδονίας ως πρώτο βήμα και την τελική προσάρτησή της στη Βουλγαρία.
  Στα πρώτα χρόνια του 20ου αιώνα αναλαμβάνουν δράση για να προστατεύσουν τους ανυπεράσπιστους ελληνικούς πληθυσμούς στην αρχή ο Μητροπολίτης Καστοριάς Γερμανός Καραβαγγέλης και λίγο μετά η Ελληνική κυβέρνηση. Η ραγδαία επιδείνωση της κατάστασης έπεισε την Ελλάδα να εγκαταλείψει την παθητική στάση της και να αποστείλει ομάδες ανταρτών με επικεφαλής Έλληνες αξιωματικούς (Π. Μελάς, Τέλλος Αγαπητός κ.α.) αποφασίζει και στέλνει στη Μακεδονία τον Λάμπρο Κορομηλά γενικό πρόξενο στο προξενείο Θεσσαλονίκης. Αυτός δημιούργησε ένα δίκτυο πρακτόρων και πληροφοριοδοτών, οι πράκτορες ήταν Έλληνες αξιωματικοί. Το 1902 στο Μοναστήρι διορίστηκε υποπρόξενος ο Ίωνας Δραγούμης, αδερφός της Ναταλίας. Ο Παύλος χάρηκε διότι ο Ίωνας θα ενίσχυε τη Μακεδονική άμυνα και θα είχε καλύτερη ενημέρωση ο ίδιος.
  Στη Μακεδονία η κατάσταση είναι απελπιστική. Από τη μια οι Κομιτατζήδες, στο όνομα της ελευθερίας, έσφαζαν άγρια δασκάλους, ιερείς, προεστούς και από την άλλη τα Οθωμανικά αποσπάσματα που έρχονταν να επιβάλουν την τάξη κατέστρεφαν τελείως ότι είχε απομείνει.
  Το 1904 φεύγει για τη Μακεδονία, είναι η τρίτη αποστολή του. Ξεκινά ως επικεφαλής σώματος που το αποτελούσαν Μακεδόνες, Μανιάτες, Κρητικοί. Ανέλαβε την αρχηγία του αγώνα. Πριν φύγει επισκέπτεται τον τάφο του πατέρα του. «Αισθάνομαι την ψυχή του πολύ κοντά μου, ενθυμούμαι με πόση φωτιά αγαπούσε αυτή την πατρίδα, ενθυμούμαι ότι ορκίστηκα επί του φερέτρου του να αποθάνω εν ανάγκη υπέρ αυτής».
  Συνεννοείται με τον Λ. Κορομηλά για την κλιμάκωση του ανταρτοπολέμου εναντίον των κομιτατζήδων. Εκθέτει την κατάσταση στον πρωθυπουργό Θεοτόκη και ξεκινά. Το ψευδώνυμό του στον αγώνα ήταν « Μίκης Ζέζας», τα ονόματα των παιδιών του. Έγραφε στη Ναταλία τις δυσκολίες στα γράμματά του «…Είμεθα ήδη μίαν εβδομάδα εν πορεία και ακόμη τριγυρίζωμεν περί την Σαμαρίναν, κάθε μέρα που περνά και πολύτιμος καιρός χαμένος είναι κα εις περισσότερον κίνδυνο προδοσίας και καταδόσεως μας θέτει. Οι Τούρκοι είναι ειδοποιημένοι, είμεθα 27 άνδρες χωρίς ψωμί, είμεθα τελείως νηστικοί, πεινώμεν φοβερά. Τα όπλα μας και οι κάπες μας βαριές απ’ τη βροχή, πέφτωμεν και γλιστρώμεν διαρκώς». Σ’ ένα άλλο γράμμα: «Χαίρε αγάπη μου, μην με σκέφτεσαι πλέον εμένα, αλλ΄ ευχήσου για την επιτυχία της αγίας αποστολής μας, τα παιδιά φιλώ και ευλογώ».
  Ακαταπόνητος συνεχίζει τον αγώνα με τον φίλο του Χρήστο Κώττα. Η δύναμη των ανταρτών ήταν 50 άτομα. Στις 13 Οκτωβρίου πηγαίνοντας να συναντήσει τους οπλαρχηγούς Π. Κύρρου και Καούδη, σταμάτησε στη Σιάτιστα για να ξεκουράσει τους άνδρες του, παρά τις αντιρρήσεις του Νίκου Πύρζα ότι υπήρχε τουρκικό απόσπασμα. Οι Τούρκοι ειδοποιημένοι από τον αρχικομιτατζή Μήτρο Βλάχο, επιτίθενται και η σφαίρα τον βρίσκει. Παρακαλεί τα παλικάρια του να τον σκοτώσουν και να μην τον αφήσουν στα χέρια των Τούρκων. Στον Ν. Πύρζα είπε: «Τον σταυρό να τον δώσεις στη γυναίκα μου και το τουφέκι στο γιο μου». Η τελευταία φράση πριν ξεψυχήσει ήταν «Κανένας Βούλγαρος να μη μείνει».
  Ο θάνατός του αποτέλεσε εναρκτήριο σάλπισμα για την απελευθέρωση της Μακεδονίας. Το 1950 το λείψανο του εθνομάρτυρα μεταφέρθηκε στην εκκλησία των Ταξιαρχών της Καστοριάς όπου εκεί, με επιθυμία της αναπαύτηκε και η γυναίκα του. Ο Παύλος Μελάς με τη θυσία του ξύπνησε τον κοιμισμένο Έλληνα!
  Ο Λορέντζος Μαβίλης όταν άκουσε τον Παύλο Μελά στη Κέρκυρα να μιλά για τη Μακεδονία, σηκώθηκε με δακρυσμένα μάτια και είπε: «Σαν να αντίκρισα στα γεράματά μου ένα πλάσμα της φαντασίας μου».
  Κωστής Παλαμάς: «Σε κλαίει λαός, πάντα χλωρό να σείεται το χορτάρι, στον τόπο που σε πλάγιασε το βόλι, ω παλικάρι…».
  Τον τραγούδησε η Μακεδονία «Μάναμ’ δεν θέλω κλάματα, δεν θέλω μοιρολόγια, μένα με κλαίνε τα πουλιά, με κλαιν’ τα χελιδόνια. Με κλαίει η γυναίκα μου κα όλη η Πατρίδα».
Κ.Γ.
Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αφιερώματα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

O νέος ποιητικός πλούτος του Κωνσταντίνου Καλοποδά – «Ψηφιδωτό συναισθημάτων», Σέρρες, 2024

Τα Σέρρας, όπως συνήθισα να αποκαλώ την ιστορική πόλη Σίρις ή Σίρρα της Ανατολικής Μακεδον…