Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Εκδηλώσεις Λ. Μαντά: «Προτιμώ τη γυναίκα της επαρχίας για τον αυθορμητισμό της»

Λ. Μαντά: «Προτιμώ τη γυναίκα της επαρχίας για τον αυθορμητισμό της»

0
manta1

Η συγγραφέας Λένα Μαντά στην Ξάνθη για το νέο της βιβλίο «Όσο αντέχει η ψυχή»

Λίγο πριν την παρουσίαση μιλά στο «Ε» για τη συγγραφή, τις κριτικές και τους κριτικούς και εξηγεί γιατί επιμένει να είναι άνθρωπος του happy end!

Η αμεσότητα είναι το χαρακτηριστικό που συνοδεύει κάθε συνάντηση με τη συγγραφέα Λένα Μαντά, ακόμα και από την πρώτη στιγμή. Αν και πρόκειται για συγγραφέα με φανατικό κοινό και βιβλία που γίνονται απευθείας best seller, η Λένα Μαντά δε θέλει να υψώνει τείχη με τους συνομιλητές της. Γι’ αυτό άλλωστε και οι βιβλιοπαρουσιάσεις της έχουν ένα χαρακτήρα «ψυχανάλυσης», αφού γυναίκες απ’ όλη την Ελλάδα της θέτουν ερωτήματα για τη ζωή και τις ανθρώπινες σχέσεις.
Στην Ξάνθη βρέθηκε το απόγευμα της Πέμπτης για την παρουσίαση του νέου της βιβλίου «Όσο αντέξει η ψυχή» στο βιβλιοπωλείο Τσελέπη, μετά από μία περιοδεία σχεδόν ενός μηνός σε Κύπρο, Κρήτη, Ζάκυνθο, Πελοπόννησο, Αλεξανδρούπολη και Καβάλα. Λίγο πριν την εκδήλωση η Λένα Μαντά μίλησε στο «Ε» για τη συγγραφή και τους συγγραφείς της Ελλάδας, τις κριτικές και τους κριτικούς, τους αναγνώστες και το δικό της αναγνωστικό κοινό που κατά την ίδια αποτελεί και το μοναδικό «πειστήριο» επιτυχίας, ενώ εξήγησε γιατί επιμένει να είναι άνθρωπος του happy end!

Η καταγωγή σας είναι από την Πόλη; Τι κρατάτε από εκεί, στη συγγραφή και την καθημερινή σας ζωή;
Στα βιβλία δεν κρατάω κάτι, μόνο στον τρόπο ζωής μου. Η «Θεανώ η λύκαινα της πόλης» είναι το μοναδικό βιβλίο που έχει σχετικές αναφορές. Από εκεί και πέρα δε το αφήνω να με επηρεάσει. Παρόλα αυτά η Πόλη είναι στην καθημερινή μου ζωή, στις συνήθειες, τη μαγειρική και τη ζαχαροπλαστική.
Όποιος είναι από την Πόλη την κουβαλάει μέσα του παντού. Δεν την έχω επισκεφτεί ποτέ από τότε που έφυγα στα έξι μου, ούτε οι γονείς μου. Θα ήταν τόσο επώδυνο. Οι παππούδες μου έφυγαν με τις άσχημες συνθήκες των απελάσεων. Τουλάχιστον εμείς, λόγω της τουρκικής υπηκοότητας του πατέρα μου μπορέσαμε να προετοιμάσουμε την έξοδο.

Η συγγραφή πώς προέκυψε στη ζωή σας;
Παιδιόθεν. Από μικρή έγραφα παραμυθάκια, τα οποία στην εφηβεία έγιναν διηγήματα. Πέρασα ένα διάστημα… αγρανάπαυσης, έκανα οικογένεια και παιδιά κι ύστερα σε μία άσχημη, μάλλον συγκυρία, που έτυχε να μη μ ‘αρέσει ό,τι κι αν διαβάζω, άρχισα να γράφω κάτι που θα μου άρεσε εμένα να το διαβάζω. Φυσικά στον εκδότη το πήγε ο σύζυγός μου, δε θα μπορούσα με τίποτα να το κάνω εγώ.

Οι αναγνώστες σας σας θαυμάζουν, παρόλο που οι βιβλιοκριτικοί κάποιες φορές έχουν άλλη γνώμη. Πώς το εξηγείτε;
Κανένας δε μπορεί να κάνει ένα όνομα αν τα βιβλία του δεν αρέσουν στον κόσμο. Όσο καλό μάρκετινγκ κι αν έχεις πίσω σου ή πολύ καλές δημόσιες σχέσεις, αν το ίδιο το βιβλίο δεν αρέσει, δεν  μπορεί να προχωρήσει. Δεν υπάρχει εξάλλου καλύτερη διαφήμιση από τον ψίθυρο του ευχαριστημένου αναγνώστη. Οι περισσότεροι βιβλιοκριτικοί που με έχουν κάνει κατά καιρούς σάκο του μποξ έχουν σταθεί στις πωλήσεις και κάνουν ένα πολύ βασικό λάθος. Δεν πάνε να ρωτήσουν το αναγνωστικό κοινό. Εκεί θα έπαιρναν τις απαντήσεις που τους καίνε. Γιατί υπάρχουν ευπώλητοι συγγραφείς στην Ελλάδα και δεν είμαι μόνο εγώ.

Το ευτυχισμένο βιβλίο σε κάθε βιβλίο σας πώς μεταφράζεται για σας;
Το ευτυχισμένο τέλος είναι στάση ζωής. Δε μου άρεσε από παλιά να βλέπω ταινίες με άσχημο τέλος. Ακόμα και σήμερα για να δούμε μια ταινία, τα παιδιά μου πρέπει να με διαβεβαιώσουν ότι ούτε ο πρωταγωνιστής, ούτε κανείς εκ των συμπαθών ηρώων δεν παθαίνει τίποτα! Μου χαλάει τη χαρούμενη διάθεση που έχω και δε βρίσκω λόγο να τη χάνω. Ήδη αρκετά δύσκολη είναι η ζωή δε χρειάζεται να την κάνουμε περισσότερο. Τι να πω, είμαι άνθρωπος του happy end!

Το αναγνωστικό σας κοινό είναι γυναικείο σε συντριπτικό βαθμό. Μέσα από τις βιβλιοπαρουσιάσεις σας και τα γράμματα που λαμβάνετε πώς αντιλαμβάνεστε τις διαφορές ανάμεσα στη γυναίκα της Αθήνας και σε αυτή της Περιφέρειας;
Καταρχάς πρέπει να πούμε ότι το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα είναι ούτως ή άλλως γυναικείο. Εμένα μου πάνε πιο πολύ οι παρουσιάσεις στην επαρχία. Στην Αθήνα ο κόσμος λίγο πολύ βαρέθηκε, στην επαρχία έχει πιο πολύ ανάγκη
Το να έρθεις να σου μιλήσει, να σε δει να σε γνωρίσει… Βλέπεις περισσότερη ζωντάνια και λιγότερο δήθεν. Ο αυθορμητισμός της γυναίκας στην επαρχία είναι που δε συγκρίνεται και που με κάνει να την προτιμώ. Ίσως γιατί η γυναίκα της επαρχίας ζει σε λιγότερο τρελούς ρυθμούς και γι’ αυτό είναι πιο ισορροπημένη. Ωστόσο, οι ερωτήσεις είναι οι ίδιες. Ίδιες ανησυχίες έχει μια μάνα, μια γυναίκα, μια σύντροφος είτε μένει στην Ξάνθη, την Αλεξανδρούπολη, την Αθήνα ή την Κρήτη. Ίδιους φόβους για το μέλλον, ίδιες ανησυχίες για τα παιδιά τους.
Απλά στην επαρχία έχουν περισσότερο αυθορμητισμό να σε ρωτήσουν κάτι παραπάνω. Χωρίς επιτήδευση, μπορεί να αργεί η πρώτη ερώτηση, αλλά μετά σπάει ο πάγος.

Πώς συλλαμβάνετε την επόμενη ιστορία; Πώς σκιαγραφείτε τους ήρωες; Ποιοι χαρακτήρες σας γοητεύουν;
Δεν σχεδιάζω από πριν τι θα γράψω. Μπορεί να είναι μία κατάσταση, ή μία ιστορία που μου τράβηξε την προσοχή. Μπορεί να συνέβη τώρα ή σε βάθος χρόνου. Μπορεί να πρόκειται για ένα χαρακτήρα που συνάντησα και μου κίνησε τόσο πολύ το ενδιαφέρον που πάνω σε αυτό το χαρακτήρα έπλασα ένα ολόκληρο βιβλίο. Μ’ αρέσει όταν κάποιος είναι δύσκολος ή στριμμένος. Μπορεί να μην είναι καν ο πρωταγωνιστής. Ποτέ δεν είναι το ίδιο όμως, πάντα υπάρχει κάτι άλλο, απεχθάνομαι την πατέντα.

Η φιλαναγνωσία παρουσιάζει ανοδική ή καθοδική πορεία στη χώρα μας;
Η πρόσφατη έρευνα του ΕΚΕΒΙ που αναμέναμε με ενδιαφέρον δείχνει ότι παραμένει σταθερό το ποσοστό των φανατικών αναγνωστών, που διαβάζουν πάνω από 10 βιβλία το χρόνο, στο 8%. Ωστόσο, αυξήθηκαν οι περιστασιακοί αναγνώστες, αυτοί που διαβάζουν 4-5 βιβλία το χρόνο, κυρίως το καλοκαίρι και αυτό σημαίνει ότι αν αρχίσουν να το συνηθίζουν, αν βρίσκουν αφορμές να επισκέπτονται το βιβλιοπωλείο θα αυξηθούν. Επίσης επειδή τα τελευταία χρόνια γίνεται μια πολύ σοβαρή δουλειά από τους εκδοτικούς οίκους στο παιδικό βιβλίο, με έλληνες συγγραφείς, παρουσιάσεις σε σχολεία και επισκέψεις των συγγραφέων, ετοιμάζεται μια γενιά αναγνωστών και αυτό θα φανεί τα επόμενα χρόνια.

Το βιβλίο της Λένας Μαντά το «βαλς με δώδεκα θεούς» μεταφέρεται στην κυπριακή τηλεόραση του ΑΝΤ1 σε σενάριο της Μαρίας Γεωργιάδου, με την Κάτια Δανδουλάκη, τον Μάνο Παπαγιάννη, το Στράτο Τζώρτζογλου, πλαισιωμένους από κύπριους ηθοποιούς.

Ελένη Διαφωνίδου
ediafonidou@empros.gr

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Εκδηλώσεις
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

«Από ‘δώ ως το φεγγάρι»: Ένα εργαστήριο για παιδιά από το Residui Teatro της Ισπανίας

Την Κυριακή 28 Απριλίου 2024 και ώρες 11:00-13:30  στο Σπίτι Πολιτισμού της ΦΕΞ Η Φιλοπρόο…