Καλά, οι πλανόδιοι πωλητές είναι πολύ πλακατζήδες, ξεκαρδίζονται κάθε μέρα στα γέλια. Ακράτεια γέλιου τους πιάνει και περνάνε μια ζωή ονειρεμένη. Βρισκόμουνα με τον Μήτσο που είχα να δω σαράντα χρόνια στην παραλία της Καβάλας. Ο Μήτσος καλό παιδί και με γνήσια αισθήματα, δούλευε επί σειρά ετών σαν συντηρητής κτιρίου σε ανώτατο εκπαιδευτικό ίδρυμα της Καβάλας.
Τα χρόνια πολλά και οι αναμνήσεις περισσότερες. Λέγαμε, λέγαμε, λέγαμε και τελειωμό δεν είχαμε. Ήπιαμε τα πρώτα, ύστερα τα δεύτερα και καταλήξαμε στα πέμπτα. Η ώρα προχώραγε και η ψυχή κάθε λίγο ξεδιπλωνόταν και περισσότερο. Απάνω που η συζήτηση είχε κορώσει και οι καρδιές είχαν ανοίξει ολόθυρα, μας πλησίασαν δύο μεσόκοπες κυρίες με δύο καροτσάκια νοικοκυράς για τη λαϊκή γεμάτα κάτι βαζάκια. Μας ζήτησαν ευγενέστατα συγγνώμην και μας πρότειναν να αγοράσουμε ένα βάζο με εκλεκτό μέλι της περιοχής τους. Μας ενημέρωσαν πως είχαν έρθει στη Καβάλα από την Φλώρινα με σκοπό τις πωλήσεις του μελιού τους. Μέσα στα μάτια τους, σαν παλιός πωλητής διέκρινα την αγωνία της αμφίβολης περαίωσης της προσπάθειάς τους. Το πρόσωπό τους γελούσε αλλά τα μάτια τους μίκραιναν, αγωνιούσαν, περίμεναν και ήλπιζαν. Προσπαθούσαν να πείσουν άγνωστους ανθρώπους για ένα προϊόν που πιθανόν δεν είχαν καν σκεφθεί εκείνη την ημέρα να αγοράσουν. Η κουβέντα για λίγα δευτερόλεπτα σταμάτησε, αισθάνθηκα από δίπλα τους πως η ταχύτητα των παλμών αυξήθηκε, δυνάμωσε και πως μια άρνηση μας θα τους έφερνε σφίξιμο στο στήθος και μελαγχολία έντονη. Χωρίς περαιτέρω δισταγμό ζήτησα να μας αφήσουν δύο βαζάκια. Τα πρόσωπά τους έλαμψαν σαν τον ήλιο τον Αύγουστο, οι ευχαριστίες βγήκαν χειμαρρώδεις από τα χείλη τους και η ανάσα τους γύρισε στα πνεμόνια τους με μεγαλύτερη ορμή. Πλήρωσα το μικρό αντίτιμο και κείνες σαν να γύριζαν από νικηφόρα μάχη απομακρύνθηκαν από το γεμάτο λιχουδιές τραπεζάκι μας. Ηλπιζα πως ο Μήτσος είχε νοιώσει την ένταση των μοναδικών στιγμών που πέρασαν.
Τότε, σαν αστραπή κύλισαν στο μυαλό μου οι αγωνίες και οι συγκινήσεις που πέρασα πρίν σαράντα χρόνια. Νεαρό παιδόπουλο πού προσπαθούσα να χαμογελάσω πειστικά στους πελάτες μου της Μακεδονίας. Μεγάλες στιγμές για μένα, αφετηρία μιας πολυκύμαντης επαγγελματικής προσπάθειας. Αυθόρμητα γύρισα και είπα στο Μήτσο ‘’αυτό είναι το μεροκάματο του τρόμου, τουλάχιστον εγώ πήγαινα πάντα σε γνωστούς και ίδιους πελάτες, οι κυρίες αυτές προσπαθούν να πουλήσουν κάθε φορά και σε έναν καινούριο άγνωστο πελάτη’’. Μέσα σε ένα δευτερόλεπτο άρχισε ο ουρανός να βρέχει πάνω μου θλίψη και απογοήτευση. Η απάντηση του Μήτσου ήταν ακαριαία και ασυγχώρητη. ‘’Σώπα ρε, τη πλάκα τους κάνουν’’.
Οι κυρίες από τη Φλώρινα έκαναν εκατοντάδες χιλιόμετρα για να έρθουν, να σέρνουν βαριά καροτσάκια στη παραλία της Καβάλας προκειμένου να κάνουν τη πλάκα τους, να διασκεδάσουν να το ρίξουν έξω. Προκλητική άποψη για ανθρώπους που δίνουν τον υπέρ πάντων τίμιο αγώνα για την επιβίωση. Άκου άποψη ανθρώπου, ‘’την πλάκα τους κάνουν’’. Μια τέτοια ανεύθυνη και προκλητική άποψη μαρτυράει κραυγαλέα την έλλειψη γνώσης για το πώς βγαίνουν τα λεφτά. Νομίζει μάλλον πως τα χαρτονομίσματα τα ξεκολλάει το κράτος από κάποιον τοίχο και τα μοιράζει κάθε πρώτη του μηνός στους δικαιούχους του Δημοσίου. Πλήρης και ολοκληρωτική άγνοια περί προσπάθειας, εργασίας και αμοιβής. Είναι αυτό που συχνά ακούγεται στους κύκλους του Δημοσίου τομέα: Τα κονδύλια.
Μια λέξη που βγαίνει από το στόμα των δήθεν εργαζομένων λες και προφέρεις τη λέξη τα δαμάσκηνα. Απόλυτη αποχή από τη συνειδητοποίηση της παραγωγής του πλούτου και των χαρτονομισμάτων. Φρόντισε το κατευθυνόμενο Ελληνικό κράτος να απαλλάξει τους ανθρώπους του Δημοσίου από τις εγκεφαλικές ενδοσκοπήσεις –οικονομία, εργασία, κόστος,αμοιβή, προσπάθεια, συνέπεια, συνειδητότητα, απόδοση, χρήμα. Τα πάντα υπακούνε στην Πατρίδα μας στη λέξη ‘’τα κονδύλια’’.
Εγώ φαντάζομαι πως οι χιλιάδες αμέτρητοι Μήτσοι θα βλέπουν τους μαύρους μικροπωλητές από τη Νιγηρία και το Μπάγκλαντες και θα πιστεύουν πως ήρθαν στην Ελλάδα για ένα ξένοιαστο καλοκαίρι με τη φροντίδα της κρέμας Nivea. Να περπατήσουν τα ορεινά χωριά της Ηπείρου μέχρι τα άγρια μεσάνυχτα μήπως και πουλήσουν κάνα κομπολόι προκειμένου στο πολυτελές ξενοδοχείο που θα καταλύσουν κάτω από τη μουριά να ξεσπάσουν στα γέλια και να κάνουν τη πλάκα τους. Άγνοια, εγκληματική άγνοια που δεν ήρθε μόνη της. Επιτηδευμένος σκοταδισμός αυτών που τα τελευταία τριάντα χρόνια διατείνονται πως δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα, όλα θα τα λύση το μεγαλειώδες και ισχυρό Ελληνικό κράτος, αυτό που ξεπέρασε ακόμη και το πανίσχυρο VIM.
Όποιος πιστεύει πως με τέτοια ανικανότητα σκέψης μπορεί να ανακάμψει το γνωστό πρώην τμήμα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας στην άκρη της χερσονήσου του Αίμου, μάλλον πλανάται πλάνην οικτράν. Την πλάκα του κάνει.
Του Φοίβου Ιωσήφ