«…η φρίκη
δεν κουβεντιάζεται γιατί είναι ζωντανή
γιατί είναι αμίλητη και προχωράει·
στάζει τη μέρα, στάζει στον ύπνο
μνησιπήμων πόνος»
Γιώργος Σεφέρης
Στο κρεβάτι του πόνου, της αρρώστιας μακάρι να μην πέσει κανείς.
Όμως είμαστε άνθρωποι, όχι μηχανές, και άρα φθαρτοί και θνητοί.
Άλλος περισσότερο, άλλος λιγότερο, όλοι μας έχουμε βρεθεί στη θέση να έχουμε την ανάγκη ενός γιατρού. Ενός ανθρώπου που επέλεξε ως επάγγελμα να εξερευνά το θαύμα του ανθρώπινου οργανισμού, να προσπαθεί να απαλύνει τον πόνο του άλλου.
Στο πλαίσιο αυτού του κειμένου ας αφήσουμε στην άκρη όσους ξέχασαν ότι το επάγγελμά τους είναι λειτούργημα και ότι αφορά πέρα από το σώμα και την ψυχή του ανθρώπου.
Ας αφήσουμε στην άκρη όσους έβαλαν πάνω από τον όρκο του Ιπποκράτη την όποια δήθεν κοινωνική και οικονομική καταξίωση.
Κι ας ασχοληθούμε με όσους παλεύουν και μάλιστα στα δημόσια νοσοκομεία. Καλύτερα με όσους γιατρούς, νοσηλευτές και άλλες ειδικότητες απέμειναν να παλεύουν στα δημόσια νοσοκομεία.
Ποιος δεν έχει να αφηγηθεί μια ιστορία (η γράφουσα πάντως έχει) για έναν γιατρό που έδειξε όχι μόνο επαγγελματικό αλλά ανθρώπινο ενδιαφέρον για ασθενή του;
Ή μια ιστορία για νοσηλευτές που έδεσαν στο χέρι χειρουργημένου ασθενή το βραχιολάκι του Μάρτη και μαζί τη φλόγα για τη ζωή που δεν πρέπει να σβήνει ποτέ;
Ή για νοσηλευτές που χάρισαν με την καρδιά τους μια νότα αισιοδοξίας σε νοσηλευόμενους κλινικής COVID, στην αρχή ακόμα αυτής της λαίλαπας;
Ναι, πρόκειται για αυτούς τους ανθρώπους που κάποιοι, εκμεταλλευόμενοι συναισθήματα και καταστάσεις, μας κάλεσαν να τους χειροκροτήσουμε από τα μπαλκόνια μας. Ίσως γιατί οι ίδιοι άνθρωποι, που οργάνωσαν το κάλεσμα αυτό, ξέρουν και συνηθίζουν μόνο να μας μιλούν από μπαλκόνια κι εξώστες.
Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που κανείς από μας δε θα δει να περιμένουν τη σειρά τους στα επείγοντα ή να νοσηλεύονται σε δημόσιο νοσοκομείο. Δε θα τους δούμε ποτέ να περιμένουν στην ουρά, για να δουν τι γίνεται με την ασφάλεια και τα ένσημα που πληρώνουν αλλά δεν μπορούν να έχουν με αυτά την αντίστοιχη περίθαλψη που τους αξίζει στα δημόσια νοσοκομεία.
Τα ίδια δημόσια νοσοκομεία που εδώ και χρόνια συστηματικά και δολίως υποβαθμίζονται, μάλλον ώστε ξεφυτρώνουν τυχαία, όλο και πιο συχνά, όλο και σε περισσότερα μέρη, ιδιωτικές κλινικές.
Δύο αντίθετες καταστάσεις στην αρχή της λαίλαπας του κορονοϊού δείχνουν δυο διαφορετικούς δρόμους. Από τη μια μεριά, στην αυτοκρατορία των ΗΠΑ, με 27 εκατομμύρια ανασφάλιστους, πολίτες πέθαιναν αβοήθητοι γιατί απλά δεν είχαν τη δυνατότητα να νοσηλευτούν στα νοσοκομεία που κυρίως ανήκουν στον ιδιωτικό τομέα.
Από την άλλη μεριά, στη μεσογειακή και πολύπαθη Πορτογαλία ο πρωθυπουργός δήλωνε στην αρχή της λαίλαπας του ιού ότι όσοι ξένοι έτυχε να βρίσκονται στην χώρα θα αντιμετωπίζονται ως Πορτογάλοι πολίτες ως προς την ιατρική περίθαλψη.
Τι νοσοκομείο θέλουμε; Τι δημόσιο νοσοκομείο δικαιούμαστε;
Σε μια πόλη που πρόσφατα είδε τη φωνή των πολιτών της να αναγκάζει τους διοικούντες να ακούσουν το δημόσιο αίσθημα για μια συναυλία, τι μπορεί να γίνει σε μια συγκέντρωση διαμαρτυρίας για τη συνεχή υποβάθμιση και υποστελέχωση του νοσοκομείου της;
Σε μια πόλη που πέρα από τους νοσοκομειακούς, εδώ και καιρό ο ιατρικός σύλλογός της κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, τι μπορεί να γίνει την Τρίτη 21 Φεβρουαρίου στις 5μμ στην κεντρική πλατεία;
Ναι, είναι μέρα που είναι ανοιχτή η αγορά. Ναι, είναι η βδομάδα που κορυφώνονται οι εκδηλώσεις του καρναβαλιού της Ξάνθης.
Τυχαίνει όμως να πρόκειται επίσης για ακόμα μια εκδήλωση διαμαρτυρίας ανάμεσα σε πολλές που οργανώνονται αυτό το διάστημα στη χώρα μας, για να απαιτήσουν λύσεις στα προβλήματα των δημόσιων νοσοκομείων που διογκώνονται, για να ακούσουν αυτιά διαφορετικών αποχρώσεων, που περί πολλά τυρβάζουν αλλά όχι για τον πόνο -κυριολεκτικά- των ψηφοφόρων τους.
Ας κατέβουμε λοιπόν κι εμείς την Τρίτη το απόγευμα στο σημείο συγκέντρωσης του δήμου, των πολιτών, στην κεντρική πλατεία της Ξάνθης.
Κι αν δεν μπορούμε, ας βάλουμε στις βιτρίνες στα μαγαζιά μας το σύμβολο του ερυθρού σταυρού, σε ένδειξη συμπαράστασης σε όσους μάχονται καθημερινά χωρίς τα απαραίτητα «πολεμοφόδια» και σε συνθήκες απάνθρωπες.
Σε ένδειξη συμπαράστασης σε όσους δεν έχουν τα χρήματα, για να απευθυνθούν αλλού πέρα από το υποβαθμισμένο δημόσιο νοσοκομείο.
Εν τέλει σε ένδειξη διαμαρτυρίας. Έτσι, μήπως και ξεβουλώσουν έστω λίγο τα αυτιά κάποιων ανθρώπων. Γιατί το όποιο χειροκρότημα άκουσαν, μάλλον νόμισαν αυτάρεσκα ότι απευθυνόταν σε αυτούς…