Δε μπορώ ν’αναπνεύσω
Μπαρμπαγιώργος: Καραγκιόζη, Καραγκιόζη παιδί μου.
Καραγκιόζης: Τι είναι, μπαρμπούλη μου;
Μπαρμπαγιώργος: Τα πρόβατα βαρέθηκαν τη νέα κανονικότητα και έχουν απαιτήσεις. Θέλουν, παιδάκι μου, το πρωί που ξυπνάνε να τους διαβάζω εφημερίδα.
Καραγκιόζης: Γιατί, μπάρμπα;
Μπαρμπαγιώργος: Για να ξυπνήσουν κανονικά.
Καραγκιόζης: Γιατί μέχρι τώρα πώς ξύπναγαν;
Μπαρμπαγιώργος: Σαν πρόβατα. Και θέλω να γραφτώ συνδρομητής να μου ‘ρχεται η εφημερίδα στη στάνη. Γίνεται;
Καραγκιόζης: Πώς δεν γίνεται. Αλλά εσύ, μπάρμπα μου, δεν ξέρεις να διαβάζεις.
Μπαρμπαγιώργος: Ευκαιρία, παιδάκι μου. Πρέπει να μάθω να διαβάζω γιατί έχω πάθει πολλά χουνέρια. Με πιάνουν κότσο, με φωνάζουν «κορόιδο» και με περνάνε για αγράμματο.
Καραγκιόζης: Ωραία, θα σε γράψω και θα με πληρώνεις με γάλα, μια φορά τον χρόνο.
Μπαρμπαγιώργος: Θα χαλάσει, παιδάκι μου. Σε πειράζει να στο φέρνω σε τουλουμοτύρι;
Καραγκιόζης: Θέλω και τη συνταγή.
Μπαρμπαγιώργος: Τι να την κάνεις;
Καραγκιόζης: Να τη βάλω στην εφημερίδα.
Μπαρμπαγιώργος: Θέλει συνταγή η εφημερίδα;
Καραγκιόζης: Η καλή εφημερίδα θέλει συνταγή.
Μπαρμπαγιώργος: Σπουδαίο πράγμα η εφημερίδα.