Λέγομαι Αγλαΐα Κα
κι ήρθα να πω τα βάσανά μου
αγάπησα τον αχαΐρευτο Κα
τον έκανα πασά μου.
Το δώρο που μου ‘φερε για το Πάσχα
ήταν μια ολόσωμη μάσκα.
Διατηρώντας στο ακέραιο το δημοσιογραφικό απόρρητο, καταφέραμε να υποκλέψουμε ορισμένες καταγεγραμμένες στιγμές από το ημερολόγιο της καραντίνας. Σας τις εμπιστευόμαστε με απόλυτη διακριτικότητα. Καραντίνα είναι η Αγλαΐα, σύζυγος του Καραγκιόζη, που άλλαξε το όνομά της για ευνόητους λόγους, πολιτικής προστασίας.
Καραγκιόζης: Παιδιά μου, θα σας πω κάτι που πρέπει να το αντέξετε.
Κολλητήρης: Λέγε, πατέρα, θα προσπαθήσω να το αντέξω.
Κοπρίτης: Εγώ, πατέρα, είμαι μεγάλος και αντέχω.
Καραγκιόζης: Η μάνα σας θέλει να χωρίσουμε.
Μπιρικόκος: Κι εμείς πατερούλη, τι θα γίνουμε; Θα το αντέξουμε;
Κολλητήρης: Πρέπει, πατέρα, να νοιαστείς για το μέλλον μας.
Καραγκιόζης: Έχει νοιαστεί η μάνα σας για το καλό σας.
Κοπρίτης: Αν περιμέναμε από σένα, πατέρα, θα πεθαίναμε.
Μπιρικόκος: Και πώς νοιάστηκε η μανούλα μας;
Καραγκιόζης: Να θα πάει να σας αφήσει σε έναν ζωολογικό κήπο να σας προσέχουν.
Κοπρίτης: Καλά που έχουμε και τη μάνα μας και είναι τόσο έξυπνη και ξέρει τι γέννησε.
Μπιρικόκος Γιατί είναι έξυπνη, Κοπρίτη;
Κοπρίτης: Βρε κουτάβι, τα ζώα δεν κινδυνεύουν απ’ τον κορωνοϊό.
Κολλητήρης: Πατέρα, τα άλλα ζώα θα μας αντέξουν;
Μορφονιός: Κύριε Καραγκιόζη, είμαι πολύ στενοχωρημένος.
Καραγκιόζης: Γιατί, Μορφονιέ;
Μορφονιός: Να η Μπεμπέκα μου είπε να χωρίσουμε. Και να σκεφτείτε ότι δεν έχουμε ακόμα παντρευτεί.
Καραγκιόζης: Και πώς το σκέφτηκε;
Μορφονιός: Να, κύριε Καραγκιόζη. Ήταν σε καραντίνα και δε σκεφτόταν τίποτα. Μια μέρα ήθελε να σκεφτεί. Δεν είχε όμως τι να σκεφτεί και σκέφτηκε αυτό.
Καραγκιόζης: Και γι’ αυτό στενοχωριέσαι, Μορφονιέ;
Μορφονιός: Με πείραξε πολύ, κύριε Καραγκιόζη, και της το είπα.
Καραγκιόζης: Τι της είπες ακριβώς;
Μορφονιός: Μπεμπέκα μου, της λέω, κάνε λίγο υπομονή να περάσει η καραντίνα, να παντρευτούμε πρώτα και μετά χωρίζουμε.
Καραγκιόζης: Το ίδιο δεν είναι, Μορφονιέ;
Μορφονιός: Λάθος κάνετε, κύριε Καραγκιόζη. Αν παντρευτείς πρώτα και χωρίσεις μετά, κανείς δε θα σε παρεξηγήσει. Αλλιώς θα σε φωνάζουν όλοι απάντρευτο. Και ξέρετε τι θα σκέφτεται ο κόσμος;
Καραγκιόζης: Πού πας, Νιόνιο, με το βρακί; Χα χα χα.
Διονύσιος: Τι με κογιονάρεις, Καραγκιόζο; Το κάνω από αξιοπρέπεια.
Καραγκιόζης: Τι αξιοπρέπεια ωρέ ξεβράκωτος;
Διονύσιος: Έγινα εθελοντής για την κοινωνία.
Καραγκιόζης: Τι εθελοντής;
Διονύσιος: Έδωκα το πανταλόνι μου που ήταν καινούριο να το κάνουνε μάσκες για να σώσω τους ανθρώπους που δεν έχουνε.
Καραγκιόζης: Κι έμεινες με το σώβρακο; Δεν ντρέπεσαι; Δεν έδινες το σώβρακο και να φορείς το παντελόνι;
Διονύσιος: Τι λες, βουρλισμένο, Καραγκιόζη; Εσύ θα βανες το σώβρακό μου στα μούτρα σου; Θα πέθαινες στο λεπτό.
Καραγκιόζης: Καλά λες, Νιόνιο. Να μη δώσω κι εγώ το σώβρακό μου για μάσκες, γιατί θα πεθαίνει όλη η ανθρωπότητα πριν να τις φορέσει.
Μορφονιός: Κύριε Καραγκιόζη, με πήραν για δουλειά σε ένα γηροκομείο για βοηθητικό προσωπικό.
Καραγκιόζης: Και τι θα κάνεις;
Μορφονιός: Μου είπαν ότι οι άνθρωποι χρειάζονται βοηθήματα τώρα με τον κορωνοϊό. Μήπως ξέρετε να μου πείτε τι είναι τα βοηθήματα;
Καραγκιόζης: Να Μορφονιέ, το μπαστούνι είναι ένα βοήθημα. Το Πι που έχουν οι γριούλες είναι ένα βοήθημα.
Μορφονιός: Κι εγώ τι βοήθημα θα κάνω;
Καραγκιόζης: Μπορείς να πάρεις το ποδηλατάκι που βάζεις στη μύτη σου και πας βόλτα, να ανέβουν επάνω οι παππούδες κι οι γιαγιάδες και να πάτε στο πάρκο.
Μορφονιός: Αυτό το λένε βοήθημα;
Καραγκιόζης: Ναι μέχρι να γίνει το ατύχημα.
Μορφονιός: Ποιο ατύχημα;
Καραγκιόζης: Να φταρνιστείς.
Μορφονιός: Άι να χαθείτε, κύριε Καραγκιόζη, με κοροϊδεύετε. Θέλετε να μου σκοτωθούν οι άνθρωποι;
Καραγκιόζης: Όχι Μορφονιέ, με παρεξήγησες. Δε θα φοράνε μάσκα;
Μορφονιός: Θα φοράνε.
Καραγκιόζης: Τότε θα πατάς το κουμπί εκτίναξης και η μάσκα θα γίνεται αλεξίπτωτο. Έτσι θα πέφτουν στα μαλακά.
Μορφονιός: Ποια μαλακά, κύριε Καραγκιόζη; Στα χορτάρια και στα λουλουδάκια;
Καραγκιόζης: Ναι Μορφονιέ, εν τόπω χλοερώ.
Δημήτρης Αβούρης
Συγγραφέας-αφηγητής παραμυθιών