Η οριοθέτηση της συμπεριφοράς των παιδιών είναι ένα θέμα που απασχολεί και προβληματίζει κάθε γονέα που επιθυμεί ό,τι καλύτερο για το παιδί του, αφού κρίνεται ως μια απαραίτητη διαδικασία για την δημιουργία ευτυχισμένων και ολοκληρωμένων ανθρώπων. Οι γονείς προσπαθούν να μεταλαμπαδεύσουν αξίες και ιδανικά στα παιδιά τους μεταβιβάζοντας τους τα απαραίτητα εφόδια και γνώσεις, όπως και αυτά με την σειρά τους να μπορέσουν να προσφέρουν στο κοινωνικό σύνολο.
Κάθε οικογένεια θέτει τα δικά της πρότυπα συμπεριφοράς όπου σύμφωνα με αυτά, αναμένουν και προσδοκούν μια αντίστοιχη συμπεριφορά από τα παιδιά τους. Όταν η συμπεριφορά παρεκκλίνει από τα πρότυπα αυτά, τότε οι γονείς προσπαθούν να ελέγξουν τη συμπεριφορά του παιδιού τους θέτοντας όρια. Βέβαια, το αποτέλεσμα δεν είναι πάντα το επιθυμητό αφού οι γονείς μπερδεύονται και αμφιταλαντεύονται για το αν πρέπει να είναι ανεκτικοί με το παιδί τους, όπου αυτού του είδους η προσέγγιση, στην συμπεριφορά τους, μπορεί να ενισχύσει την διάθεση ισχυρογνωμοσύνης από το παιδί τους. Διαφορετικά αν είναι υπερβολικά αυστηροί μπορούν άθελα τους, να προκαλέσουν την δημιουργία ενός υποχωρητικού και άβουλου παιδιού.
Οι λόγοι που προκαλούν ανησυχία στους γονείς τους κυρίως οφείλονται:
- στις απαιτητικές και υπερβολικές συμπεριφορές των παιδιών τους.
- στην ομαλή ένταξη του παιδιού τους εντός του σχολικού τους περιβάλλοντος.
- από τα πρότυπα που αναδεικνύει η κοινωνία.
Η οριοθέτηση είναι σημαντική λοιπόν για την ψυχοσωματική ανάπτυξη του παιδιού, για τη διαμόρφωση της ταυτότητας όλων των μελών της οικογένειας, για την κατανόηση των ρόλων τους και για την ανάδειξη εμπιστοσύνης. Τα όρια συντελούν στο να υπάρχει ομαλότητα στην επικοινωνία, στις σχέσεις και στην αλληλεπίδραση των ατόμων μεταξύ τους, βοηθάνε την οικογένεια να αντιμετωπίζει κάθε δυσκολία που προκύπτει και να παρέχουν ασφάλεια στο παιδί τους. Είναι πιο σωστό να αρχίζουν από πολύ νωρίς, από τη νηπιακή ηλικία, όπου το παιδί μαθαίνει πως να ελέγχει τη συμπεριφορά του, να δέχεται κανόνες και να εκφράζει με υγιή τρόπο τα συναισθήματα του. Όταν τα όρια είναι ξεκάθαρά και εκφράζονται με σταθερότητα, το παιδί διαμορφώνει ταυτότητα και καθορίζει την εικόνα του για το ποιος είναι και τι ζητάει από τον εαυτό του. Ωριμάζει μέσα από συνθήκες αυτονομίας και ανεξαρτησίας ώστε, να μπορεί αργότερα στην ενήλικη φάση να αντιμετωπίσει τους κανόνες της κοινωνίας. Γενικότερα, το παιδί που μεγαλώνει σε ένα σταθερό περιβάλλον με σαφή όρια έχει μεγαλύτερη πιθανότητα να έχει καλή σχολική επίδοση, καλές κοινωνικές δεξιότητες, να είναι υπεύθυνο, να επιλύει προβλήματα, να μπορεί να διεκδικεί τα δικαιώματα του, να προστατεύει τον εαυτό του.
Μερικές συνήθεις συμπεριφορές των παιδιών που δραστηριοποιούν τους γονείς να θέσουν όρια είναι, τα ξεσπάσματα θυμού του παιδιού προς το γονέα και αντίστροφα, συχνές διαφωνίες μεταξύ τους, προκλητικές συμπεριφορές του παιδιού, αποποίηση ευθυνών για τα λάθη του, έντονος θυμός και κακία, συχνή εκδίκηση, ανευθυνότητα κλπ.
Πώς θέτουμε τα όρια λοιπόν; Η οριοθέτηση δεν είναι εύκολη και δεν επιτυγχάνεται από τη μία μέρα στην άλλη. Οι γονείς χρειάζεται να είναι πλήρως συνειδητοποιημένοι για το ρόλο και την ευθύνη τους, υιοθετώντας ένα νέο ολοκληρωμένο σύστημα διαπαιδαγώγησης με νέο τρόπο επικοινωνίας και αντιμετώπισης της αρνητικής συμπεριφοράς. Συγκεκριμένα, ο γονιός να χαρακτηρίζεται από αποδοχή και να μην απορρίπτει το παιδί, να είναι συνεπής και να μην υποχωρεί εύκολα.
Επιλέγουμε ένα αποτελεσματικό τρόπο επικοινωνίας μαζί του, όπου μεταδίδουμε ένα ξεκάθαρο μήνυμα, έχοντας μια συμφωνία ανάμεσα στα λόγια και στη γλώσσα του σώματος (ύφος, τόνος, βλέμμα). Η επικοινωνία να είναι συγκεκριμένη χωρίς αναφορές στο παρελθόν (και την προηγούμενη φορά τα ίδια έκανες, δεν θα αλλάξεις ποτέ), ακολουθώντας το «Εδώ και Τώρα». Επιπρόσθετα, επικεντρωνόμαστε σε ένα θετικό τρόπο έκφρασης των μηνυμάτων μας όπως «Συγκεντρώσου» αντί «Μην είσαι αφηρημένος». Ακόμα, αποφεύγουμε τις διαταγές, δεν παρακαλούμε, δεν ηθικολογούμε και δεν δωροδοκούμε. Προσπαθούμε πριν κρίνουμε, να μπούμε πρώτα στον κόσμο του παιδιού κατανοώντας αυτά που λέει και νιώθει, δείχνοντας ενσυναίσθηση, χωρίς να προσφέρουμε έτοιμες λύσεις.
Προσπαθούμε σε ένα συναισθηματικό κλίμα, να δώσουμε επιλογές στο παιδί, να αποφασίσει προειδοποιώντας το για τις λογικές συνέπειες που θα ακολουθήσουν, αφήνοντας το να υποστεί τις συνέπειες της επιλογής του για τη συγκεκριμένη μέρα. Έτσι, την επόμενη φορά, το παιδί θα έχει τη δυνατότητα να αποφασίσει. Δηλαδή, «μπορείς να γυρίσεις στο σπίτι μέχρι τις 5:00 ή μπορείς να αργήσεις.. εσύ αποφασίζεις. Αν έρθεις στην ώρα σου μπορείς να παίξεις και αύριο με τους φίλους σου. Αν αργήσεις σημαίνει ότι επιλέγεις να μην παίξεις αύριο μαζί τους..». Με αυτό τον τρόπο το παιδί αποφασίζει να υποστεί τις συνέπειες.
Καλό είναι να υπάρχει μια ισορροπία μεταξύ ελευθερίας και περιορισμού δίνοντας την ευκαιρία στα παιδιά να πάρουν την πρωτοβουλία να εκφράσουν ελεύθερα την άποψη τους και να κάνουν πράματα από μόνα τους. Βέβαια, προσοχή στις περιπτώσεις που τίθεται ζήτημα ασφαλείας, υγείας και ηθικής του παιδιού.
Η επιβράβευση και η αμοιβή είναι άλλη μία προσέγγιση του πως θέτουμε όρια. Ως επιβράβευση θεωρούμε κάτι που βιώνεται θετικά από το παιδί, π.χ. βόλτα, έπαινος, παιχνίδι, γλυκά κλπ. Στόχος της αμοιβής είναι να ενισχύσει την επιθυμητή συμπεριφορά του παιδιού ώστε να γίνεται πιο συχνά, ενώ η τιμωρία να αποδυναμώσει την επιθυμητή συμπεριφορά. Υπάρχουν θετικές και αρνητικές αμοιβές.
Η θεωρία πίσω από αυτό στηρίζεται στο ότι μία συμπεριφορά που ακολουθείται από κάτι θετικό έχει μεγάλη πιθανότητα να συμβεί ξανά (θετική ενίσχυση), ενώ μία αρνητική συμπεριφορά στο να σταματήσει (αρνητική ενίσχυση). Για παράδειγμα, εάν τελειώσεις τα μαθήματα σου μέχρι τις 5:00, θα παίξεις με τους φίλους σου (θετική ενίσχυση), ενώ αν δεν καταφέρεις να τελειώσεις το διάβασμα σου μέχρι τις 5:00, δεν θα παίξεις με τους φίλους σου (αρνητική ενίσχυση).
Η τιμωρία είναι καλό να αποφεύγεται γιατί συνήθως εκλαμβάνεται ως εκδίκηση από τα παιδιά με αποτέλεσμα να νιώθουν μειωμένα, ανεπιθύμητα και να αντιδρούν επιθετικά. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να ασκείται βία στο παιδί, είναι ενάντια στο νόμο και προκαλεί σοβαρά ψυχικά τραύματα ακόμα και αν αυτά δεν είναι άμεσα εμφανή. Ακόμα όμως αν ένας γονιός επιλέξει να εφαρμόσει «τιμωρία» για κάποιες συμπεριφορές του παιδιού του, να είναι ανάλογης βαρύτητας με τις πράξεις του. Δηλαδή η συνέπεια για ένα παιδί που πετά τα παιχνίδια του στο πάτωμα μπορεί να είναι στο να τα μαζέψει ή να κάνει κάποια άλλη δουλειά ή να καθυστερήσει να πάει στο πάρτυ του φίλου του.
Κλείνοντας, τα όρια πρέπει να είναι ξεκάθαρα και να εκφράζονται με σταθερότητα ώστε να παρέχουν ασφάλεια στο παιδί. Μέσα από αυτά, μαθαίνει να γίνεται υπεύθυνο στις κοινωνικές απαιτήσεις, διαμορφώνει ταυτότητα και καθαρή εικόνα του εαυτού του, ωριμάζει μέσα από συνθήκες αυτονομίας και ανεξαρτησίας. Τέλος, καλό είναι να θυμάστε πως «Είμαστε με το μέρος του παιδιού μας και όχι εναντίον του»!!!
Μαρία Α. Παπανδρέου
MSc Σχολικής Ψυχολογίας (Παιδοψυχολογίας)
Τηλ επικ: 6982101936