Ο Γουίνστον Τσώρτσιλ ανέλαβε την πρωθυπουργία της Αγγλίας τον Μάιο του 1940 υποσχόμενος στους Εγγλέζους αίμα, μόχθο, δάκρυα ιδρώτα. Δεν τους υποσχέθηκε ούτε κατάργηση του ΕΝΦΙΑ ούτε δέκατη τρίτη σύνταξη.
Κι όμως, οι υποσχέσεις αυτές ήταν σε θέση να εκτινάξουν την δημοφιλία του σε τεράστια ύψη. Ο Προηγούμενος πρωθυπουργός Νέβιλ Τσάμπερλαιν είχε επιστρέψει από το Μόναχο κουνώντας τη συμφωνία ειρήνης που είχε υπογράψει με τον Χίτλερ. Ο αφελής αυτός πολιτικός της Μεγάλης Βρετανίας. Ο Winston Churchill ήξερε καλλίτερα να εκτιμά τους αντιπάλους και να τους διαβάζει πριν ακόμη πουν την πρώτη λέξη. Ήταν σκληρός σαν πολιτικός αλλά ήταν και το ίδιο σκληρός σαν πατριώτης. Ούτε χιλιοστό πίσω από την σκληρή αλήθεια, ούτε σελίνι παραπάνω απ ότι μπορούσε η εθνική οικονομία της Αγγλίας. Ένας πραγματικός τζέντλεμαν και ένας αληθινός εραστής της πραγματικότητας. Καμία υπόσχεση παροχών, καμία υποχώρηση μπροστά στην πολιτική πελατεία του. Αυτά συνέβαιναν στην Γηραιά Αλβιόνα πριν εβδομήντα πέντε χρόνια ανάμεσα στον πρωθυπουργό και τον Αγγλικό λαό.
Σήμερα, μετά ¾ του αιώνος στην πατρίδα μας συμβαίνουν ακριβώς τα αντίθετα. Από τη μια πλευρά ένας λαός εθισμένος στο εύκολο κέρδος και από την άλλη μία κυβέρνηση εθισμένη στις εύκολες, πολυέξοδες και ανίερες υποσχέσεις. Υπερμεγέθη εφ άπαξ που χορηγήθηκαν μαζί με παχυλές συντάξεις θεωρήθηκαν σαν η φυσιολογικότερη αμοιβή στον κόσμο. Κανένας δεν έψαξε να δει αν άξιζε αυτά τα λεφτά και αν ήταν εθνικά σκόπιμο να τα ωφεληθεί. Η φράση ‘’τα δικαιούμαι επειδή μου τα κράταγαν’’ κυριάρχησε σαν η πιο λογική σκέψη. Δεν αναρωτήθηκαν αν ως εργαζόμενοι τα είχαν δουλέψει ή αν ήταν η παραπλανητική αμοιβή της προσήνειας που επεδείκνυαν στο 85% του δικομματισμού. Από την πλευρά της η αριστερά χάνοντας το εκλογικό έδαφος κάτω από τα πόδια της πίεζε και αυτή στην διόγκωση των παροχών, των αργιών (θυμόσαστε πιστεύω την εποχή που αν η αργία έπεφτε Κυριακή καθόμασταν και την Δευτέρα) των επιδομάτων, και των απειράριθμων διορισμών. Συντάγματα ολόκληρα εισέβαλαν καθημερινά στην πολυθρύλητη μονιμότητα του Δημοσίου κατόπιν των οραμάτων που έβλεπε ο σοσιαλιστής κάτοικος του Σικάγου Andreas Papandreou. Δυστυχώς τον χάσαμε, τώρα με την βοήθεια της Αγίας Βαρβάρας θα μπορούσε να διόριζε άλλους τόσους.
Φωνάζει στεντορείως σε τακτές χρονικές ώρες της ημέρας το Κουμουνιστικό κόμμα ότι τα λεφτά δεν τα έφαγε ο λαός που τώρα καλείται να τα πληρώσει. Λάθος ή πιθανόν και ενσυνείδητο ψέμα. O λαός έφαγε τα περισσότερα. Άνθρωποι που δεν ήξεραν να βάζουν την υπογραφή τους και αγνοούσαν την προπαίδεια του τέσσερα έφθαναν έστω και ως κλητήρες σε αμοιβές Manager μεγάλων πολυεθνικών. Θυμάμαι τον φίλο μου Υποδιευθυντή σε κεντρικό κατάστημα της Εθνικής Τράπεζας να μου δείχνει τον θυρωρό και να μου λέει πως ο ίδιος έπαιρνε λιγότερα χρήματα από κείνον, αν και εγώ προσέθεσε, υπογράφω και έχω τον ρίσκο για δάνεια μέχρις επτακόσια εκατομμύρια δραχμές.
Η Τράπεζα και η αριστερή κυβέρνηση έκριναν πως ο βαριεστημένος από την ανία κλητήρας έπρεπε να παίρνει περισσότερα. Όπερ έδει δείξαι. Ο λαός έφαγε τα λεφτά και ο κ. Τσίπρας διστάζει να του το πει, η καρέκλα είναι πιο γλυκιά από το μέλι και το παστέλι.
Ο Σύριζα μοίραζε υποσχέσεις όπως μοιράζουν σοκολάτες τα πληρώματα των καρναβαλιστών στην Πάτρα, έκανε όμως λάθος επιλογή χρόνου, την σωστή ώρα είχε διαλέξει ο Andreas το 1981. Έτσι, σήμερα οι αξύριστοι, ατημέλητοι και αγραβάτωτοι τράβηξαν το συρτάρι και βρήκαν μέσα κάτι κέρματα μικρότερα του ενός ευρώ. Αν δεν πουν την αλήθεια λεκτικά στον λαό, θα την καταλάβουν οι Έλληνες όταν επισκεφθούν τον μανάβη και κυρίως τον χασάπη. Όμως όχι, δεν θα το κάνουν, θα προτιμήσουν την ένοχη σιωπή αντί την θαρραλέα παραδοχή.
Το νταηλίκι της αριστερής πλατφόρμας θα βρει σύντομα μπροστά του τα γκουρλωμένα μάτια του άνεργου νέου και κυρίως τη μαγκούρα του γηραιού συνταξιούχου. Οι κόκκινες γραμμές θα μοιάζουν μάλλον με το παραμύθι της κοκκινοσκουφίτσας.
Δυστυχώς στην πατρίδα μας δεν έχουμε Winston Churchill και ο λαός μας δεν είναι ο λαός της Αγγλίας, τον έχουν διαφθείρει με φάρμακα διαρκούς αργόμισθης υπνηλίας και καταστολής. Λύση υπάρχει, το απότομο οικονομικό σοκ. Δεν το εύχομαι αλλά και τα τριάντα τέσσερα χρόνια ηθικής διαφθοράς και συνεχών νυχτερινών και ημερήσιων ονειρώξεων δεν αφήνουν πολλά περιθώρια στα γνωστά μέχρι σήμερα φαρμακευτικά σκευάσματα.
Φοίβος Ιωσήφ