Του συνεργάτη μας Φοίβου Ιωσήφ
Πλην τα βόλια δεν πήγαν πέρα, καρφώθηκαν με απαθή ορμή στο λιπόσαρκο κορμάκι του τρυγονιού. Τώρα έχει πέσει ανάσκελα και τα ποδαράκια του κινούνται αντανακλαστικά πριν τη θανή. Αμέσως μετά, γρήγορα, έφτασε τρέχοντας ο κυνηγός κρατώντας στο δεξί του χέρι το άδειο δίκαννο. Είδε το πουλάκι χωρίς φωνή αλλά με ελάχιστη ψυχή, σήκωσε το όπλο του και κατέβασε με δύναμη το κοντάκι στο μικρό κεφαλάκι. Το μυαλουδάκι πετάχτηκε πάνω στα καταπράσινα χόρτα. Πόσο ήταν δα; Τοσοδούλι μυαλουδάκι, αδύνατο να συλλάβει το πνεύμα των δυνατών ή την αδυναμία των ψυχών. Ύστερα ο κυνηγός έσκυψε με ένα πλατύ χαμόγελο, παντοτινό σύμβολο των νικητών, και έβαλε στον βαθύ κυνηγητικό του σάκο το αιμόφυρτο πουλί. Ένοιωσε την ανθρώπινη δύναμη να αχνίζει μέσα από τα ζεστά αλμυρά υγρά που απέπνεε το παχύσαρκο κορμί του.
Άλλωστε, γι αυτό το ανεπανάληπτο λατρευτό κορμί είχε βγει για κυνήγι από τα ξημερώματα. Ο γιατρός διαπιστώνοντας τα εκατοντάδες τριγλυκερίδια των επινεφριδίων και της στεφανιαίας αρτηρίας του είχε συστήσει ανεπιφύλακτα να κινείται. Να κινείται αδιάκοπα και να δολοφονεί. Σπουργίτια, μπεκάτσες και τους επικίνδυνους λαγούς, ό,τι αντιλαμβανόταν ότι κινείται και είχε ζωή. Εκείνος σκότωνε κατόπιν ιατρικής συμβουλής. Ο γιατρός τον είχε χρίσει δικαστή και εκτελεστικό απόσπασμα. Ήταν αυτός που αποφάσιζε ποιος θα ζήσει και ποιος θα υποστεί τον ξαφνικό θάνατο. Ένοιωθε τον εαυτό του ένα είδος Θεού. Άλλωστε ο Θεός μας έκανε όμοιους με Εκείνον.
Κάθε μπεκάτσα στο ζωνάρι σου, του είχε βεβαιώσει ο άριστος επιστήμων θα αντιπροσωπεύει και είκοσι μονάδες χοληστερίνης αφημένες στην ατμόσφαιρα μέσα από τον μοσχομυριστό δίκην Hondos Center ιδρώτα σου. Γιατρός είναι αυτός, επιστήμων, δεν μπορείς να πας κόντρα στην επιστήμη, αα, μη λέμε ότι θέλουμε τώρα. Ο γιατρός έχει φάει χρόνια και χρόνια στα θρανία, γνωρίζει καλά. Μπεκάτσες και πέρδικες, όχι για φαί, έχουν ατελείωτο ουρικό οξύ, μόνον για σκότωμα. Σκοτώνεις και σώζεις την υγεία σου, ο θάνατός σου η υγεία μου. Δεν είναι μόνο η υγεία, είναι και η κοινωνική καταξίωση, ο θαυμασμός της γειτονιάς, ο έπαινος των φίλων και συγγενών. Ο Κώστας μας εμάς, χρυσοχέρης, δεν γύρισε ποτέ με λιγότερες από δεκαπέντε μπεκάτσες και δέκα πέρδικες πτώματα. Πριν φτάσει στο σπίτι κάνει και μια συμπτωματική βόλτα από την πλατεία να τον δουν οι συνάδελφοι από την υπηρεσία με τα πουλιά στο καπό και να ξέρουν με ποιόν έχουν να κάνουν. Όχι τον πραγματικό δολοφόνο, αλλά τον έξοχο σκοπευτή των δημιουργημάτων του Θεού.
Καλά, αν πάει για αγριογούρουνο άλλη κατάσταση. Μέχρι και έξι είχε φέρει πέρυσι, δυο μανάδες και τέσσερα μικρά. Μωρέ ξέρεις τι χέρι έχει ο Κώστας, με το που βγει από τον μητρικό κόλπο το νεογέννητο το πετυχαίνει στο δόξα πατρί, αρκεί λίγο να έχει περπατήσει(για να το σημαδέψει καλλίτερα). Ένα δεν χάνει ο αθεόφοβος, μα ένα! Χέρι ακούνητο και μάτι λέιζερ. Μπάμ, πάρτο κάτω το μωρό. Βέβαια, μη φαντασθείτε, δεν τα τρώει όλα μόνος του, κολατσίζει από κανένα και ο Βουλευτής του αγαπημένου του κόμματος, άνθρωπος είναι κι αυτός και μάλιστα με την ίδια ιδεολογία. Άλλωστε είπαμε, είναι και κείνη η διαβολεμένη η πίεση, δεκαοκτώ φτάνει. Τις προάλλες με βδέλλες τη γλύτωσε τελευταία στιγμή, παρά λίγο να τη γλύτωναν οι γουρουνομάνες. Αλλά από χέρι, στο λέω, γουρονομάνα λεχώνα δεν του γλύτωσε ποτέ, μα ποτέ. Ο Θεός να τον έχει καλά.
Είναι γνωστό από παλιά ότι η θανάτωση των ζώων από τον άνθρωπο τύχαινε της Θεϊκής προστασίας. Οι αρχαίοι έλληνες αυτού τού είδους τα εγκλήματα τα προστάτευαν με την Θεά Άρτεμη, την θεά τού κυνηγίου. Η συγκεκριμένη θεά είχε και προτιμήσεις θηραμάτων (θήραμα λέγεται το δολοφονημένο ζώο), προτιμούσε τις αρκούδες, τα ελάφια και τις κατσίκες. Άμα καθόταν στη ταβέρνα παρήγγελνε παϊδάκια αρκούδας με αμελέτητα ελαφιού. Μεγάλος γευσιγνώστης η Θεά, ρέκτης πραγματικός. Ο διάδοχός της Άγιος Ευστάθιος ήταν παμφάγος, θήραμα να’ναι κι ότι να’ναι, αρκεί να’ναι καλοψημένο, δεν είμαστε και κανίβαλοι.
Διαπιστώνουμε ότι το ανθρώπινο γένος για να δικαιολογήσει τις αλητείες του στη μάνα φύση και να νομιμοποιήσει τα εγκλήματά του κατά των άλλων δημιουργημάτων του Θεού οικειοποιήθηκε την θεϊκή προστασία και ξεμπέρδεψε μια και καλή με τις τύψεις του εσωτερικά και με τον νόμο εξωτερικά. Τελείωσε, ένιψε τας χείρας του με σαπούνι Παπουτσάνη. Όταν δουν οι κυνηγοί έναν λαγό να τρέχει ή ένα ελάφι, ακόμη χειρότερα, να πηδάει γεμάτο χαρά μέσα στο ολόδροσο δάσος αλαφιάζονται, παθαίνουν όπως τα ζώα τον οίστρο. Σταματάει η σκέψη, εξαφανίζεται η λογική, αποχωρεί από το σκηνικό κάθε είδους συναισθηματισμός, καταρρέει κάθε τρυφερότητα και επικρατεί το άγριο ένστικτο σαν σε ώρα πανικού. Δεν σηκώνει το όπλο επειδή σκέπτεται την τροφή και αισθάνεται το αίσθημα της πείνας, το σηκώνει για την επιβεβαίωση της ανωτερότητάς του, για τη χαρά τού νικητή, τού αδίστακτου νικητή. Μπορεί ο ίδιος άνθρωπος να αγοράσει πολύ εύκολα από ένα κρεοπωλείο όποιο είδος κρέατος επιθυμεί, αλλά η ντουφεκιά είναι εκείνη που φέρνει την ηδονή τής επιβράβευσης και της ανωτερότητας, την απόλαυση της σκηνής του αίματος και του εγκλήματος. Την ίδια χαρά νοιώθουν και οι δολοφόνοι ανθρώπων, ακριβώς την ίδια. Το αίμα των ζώων είναι κόκκινο όπως του ανθρώπου, καμία διαφορά απόχρωσης.
Υπάρχουν άνθρωποι(;) πού παρατιμονιάζουν επίτηδες για να πατήσουν ένα σκυλί στην άκρη τού δρόμου και να ξεκαρδιστούν στα γέλια. Υπάρχει το παιχνίδι της κοκορομαχίας με τις λεπίδες στα πόδια των κοκόρων και ο απόλυτος θάνατος του ενός, υπάρχει παντού η λατρεία για το κόκκινο χρώμα, για το ζεστό αίμα, για το χτυπημένο ελάφι την ώρα πού πίνει νερό. Ιερό και όσιο δεν υπάρχει για το ανθρώπινο γένος. Μα και ούτε λύση δεν υπάρχει, ούτε λύπη δεν υπάρχει, η χαρά του θανάτου είναι απόλαυση και το ανθρώπινο γένος είναι ακόλαστο μπροστά στις απολαύσεις. Ατελής κατασκευή.