Από μπερδεμένα έως ακατανόητα είναι όλα αυτά που ακούγονται τελευταία από τα στόματα των αρχηγών των δύο μεγάλων κομμάτων εξουσίας, που από ενοχικό ύφος έχουν περάσει λόγω εκλογών στην αντεπίθεση , αφήνοντας πίσω το μνημόνιο και τις αποφάσεις που έλαβαν για την τύχη της χώρας. Οι κ.κ Βενιζέλος και Σαμαράς, ωσάν να μην έχουν την παραμικρή ανάμιξη σε όσα συνέβησαν τελευταία, σπεύδουν να διεκδικήσουν την ψήφο των πολιτών με κάθε ειλικρίνεια και πειθώ, βγαλμένη από τον πυρήνα του κομματικού μεγαλοϊδεατισμού, χωρίς την παραμικρή ενοχή για τις αποφάσεις που έλαβαν ψηφίζοντας πριν λίγο καιρό τα μνημονιακά νομοσχέδια.
Ο αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, καλλιεργώντας πανηγυρικό κλίμα τονίζει: «Εμείς, απέναντι στη στρατηγική της αυτοδύναμης κυβέρνησης της Ν.Δ. αντιτάσσουμε τη στρατηγική της αυτοδύναμης Ελλάδας. Αυτοδύναμη Ελλάδα είναι η Ελλάδα που απεξαρτάται από το μνημόνιο, η Ελλάδα που στέκεται όρθια, η Ελλάδα που ξανακερδίζει τη δημοσιονομική της κυριαρχία, η Ελλάδα που αποκαθιστά τη μεσαία τάξη, που είναι ο κορμός της ελληνικής κοινωνίας, η Ελλάδα που δίνει ξανά ζωή, προσδοκία, ορμή και όνειρο στα παιδιά μας, στη νέα γενιά. Αυτή την Ελλάδα μπορούμε να τη φτιάξουμε και θα τη φτιάξουμε με την δική μας στρατηγική». Και διερωτάται εύλογα κανείς: Ποια Ελλάδα θέλει ο κος Βενιζέλος όταν μόλις πριν από λίγο καιρό ήταν αυτός και η κυβέρνησή του που επέλεξαν τον δρόμο του μνημονίου γιατί πολύ απλά τον θεωρούσαν μονόδρομο; Από πού και ως που ξαφνικά το ΠΑΣΟΚ γίνεται αντιμνημονιακό κόμμα, λίγο καιρό μάλιστα μετά τις αποσκιρτήσεις βουλευτών του για αυτόν ακριβώς τον λόγο; Όσο πλησιάζει η ώρα της κάλπης, ολοένα και περισσότερο θα αυξάνονται οι «επαναστατικές» ρήσεις προς την κατεύθυνση της αλίευσης ψήφων.
Ο κος Σαμαράς, λέει πως έχει βρει με το μαγικό ραβδάκι τις λύσεις που θα βάλουν ξανά την χώρα στον ορθό δρόμο: « Εμείς έχουμε μια ιδεολογία, ένα Πρόγραμμα κι ένα Σχέδιο που ενώνει τους Έλληνες: Και τα λαϊκά στρώματα θα ανακουφιστούν, ιδιαίτερα οι χαμηλοσυνταξιούχοι, οι πολύτεκνοι. Και τη μεσαία τάξη, που εκείνοι τη διέλυσαν κι εμείς την υπερασπιζόμαστε, θα τη στήσουμε ξανά στα πόδια της. Και τους επιχειρηματίες – που ως σήμερα τους «στιγμάτιζαν», ενώ εμείς θα απενοχοποιήσουμε την επιχειρηματικότητα. – θα τους κάνουμε πρωταγωνιστές της ανάπτυξης. Και τη νέα γενιά θα προστατεύσουμε, που πολλοί μίλαγαν γι’ αυτή, αλλά δεν είχε πραγματικές ευκαιρίες και τώρα την εξαναγκάζουν να φύγει στο εξωτερικό». Ωσάν να τράβηξαν από το τσεπάκι τους μαγικούς άσσους, που όταν ψήφιζαν τα νομοσχέδια τους είχαν κρυμμένους, συμπεριφέρονται λες και δεν έγινε τίποτε που η χώρα βρίσκεται σε αυτή την δεινή θέση.
Πυρπολούν λοιπόν με υποσχέσεις τον κοινωνικό ιστό, στην προσπάθειά τους να αποπροσανατολίσουν από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζει καθημερινά ο πολίτης. Τελικά κανείς από τους δυο τους δεν έχει αντιληφθεί το δημοσκοπικό χαμηλό. Και ούτε καν έχει θορυβηθεί από την οργή του λαού. Με ευκολία διαπιστώνει κανείς ότι είναι στην διακριτική τους ευχέρεια να πυροδοτήσουν εκ νέου ένα κλίμα πόλωσης, υποβοηθούμενοι φυσικά από κανάλια και εφημερίδες. Τι κάνουν όμως τα άλλα κόμματα; Κατά πόσο έχουν συνειδητοποιήσει σε ποια κατάσταση έχει περιέλθει η χώρα; Πολλά από αυτά καυτηριάζουν την πόλωση, μη προτείνοντας όμως ένα ουσιαστικό πλάνο εξόδου από την κρίση.
Οι αντιμνημονιακές ρουκέτες ΚΚΕ και Ανεξάρτητων Ελλήνων, με την συνδρομή και του ΛΑΟΣ που περηφανεύεται για την έξοδό του από την κυβέρνηση Παπαδήμου, αλλά και την απέλπιδα προσπάθεια της Δημοκρατικής Συμμαχίας να μπει στην Βουλή, συνοδεύονται από τις ως τώρα πιο πρακτικές προτάσεις ΔΗΜΑΡ και ΣΥΡΙΖΑ, που δείχνουν να έχουν αντιληφθεί καλύτερα την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Αν και ουσιαστικά καμία μαγική συνταγή δεν προτείνεται, πέραν της αξιοποίησης των εγχώριων αναπτυξιακών δυνάμεων, η έκκλησή τους για ένα νέο τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, μακριά από φανατισμούς και εθνικιστικά τσιτάτα, θα έλεγε κανείς πως τους δίνει πόντους. Ειδικά οι θέσεις του κου Κουβέλη, που αγωνίζεται να αποβάλλει την ρετσινιά της ενδεχόμενης συνεργασίας με το ΠΑΣΟΚ, είναι οι μόνες που παρουσιάζουν λύσεις σε πρακτικό επίπεδο, σε αντιδιαστολή με τις προεκλογικές υποσχέσεις των άλλων κομμάτων που σε αρκετές των περιπτώσεων πολώνουν και φανατίζουν. Βέβαια και αυτές οι θέσεις της ΔΗΜΑΡ θα πρέπει σε κάθε περίπτωση να δοκιμαστούν στην πράξη και αυτό δεν μπορεί να γίνει παρά με την συμμετοχή της σε μια κυβέρνηση συνεργασίας.
Ποια θα είναι όμως τα άλλα κόμματα που θα συνεργαστούν; Εδώ τα πράγματα σκουραίνουν. Οι διαφορές είναι σχεδόν αβυσσαλέες, εκτός αν εξαιρέσει κανείς το πείραμα της συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και ΝΔ με πρωθυπουργό τον Παπαδήμο. Μεγάλη λοιπόν είναι η πιθανότητα να ξαναδούμε μετεκλογικά το ίδιο μοτίβο διακυβέρνησης της χώρας, αφού τα περιθώρια συγκλίσεων με τα άλλα κόμματα στενεύουν απελπιστικά. Στην κυβέρνηση αυτή θα μπορούσε να συμμετάσχει και η Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας, κανείς όμως δεν της εγγυάται είσοδο στην Βουλή. ΠΑΣΟΚ και ΝΔ, λοιπόν, αναμένεται να ξαναβρεθούν στην κυβέρνηση, μηδέ του ΛΑΟΣ εξαιρουμένου.
Όσο και αν φωνάζουν τώρα, είναι πολύ πιθανόν να συνεργαστούν εκ νέου σε κυβερνητικό σχήμα συνεργασίας όπου θέση θα έχει μόνο το ΛΑΟΣ. Αποκλείει κανείς την περίπτωση Καμμένου; Σίγουρα, γιατί ο ίδιος έχει βάλει από τώρα φραγμούς. Και με δεδομένο ότι ΣΥΡΙΖΑ, ΔΗΜΑΡ και ΚΚΕ αντιπαρέχονται την συνέχιση της μνημονιακής πολιτικής, το σενάριο συγκυβέρνησης ΠΑΣΟΚ και ΝΔ είναι το πιο ισχυρό. Με δεδομένο μάλιστα ότι η πόλωση στοχεύει στο να τα ενισχύσει τα δύο μεγάλα κόμματα με ακόμη μεγαλύτερα ποσοστά, ώστε να διευκολυνθεί η μετεκλογική συγκατοίκηση. Ο «πόλεμος» λοιπόν πριν την κάλπη δεν είναι παρά χαρτοπόλεμος. Οι εξαγγελίες τους σε κλίμα αντιπαλότητας στοχεύουν στο να μπερδέψουν ακόμη περισσότερο τον πολίτη, αλλά πάνω απ΄ όλα να τον κάνουν να ξεχάσει. Εξού και οι υποσχέσεις και τα τσιτάτα για μια «άλλη εποχή» μετά τις εκλογές. Οι πολίτες μπερδεύονται. Δεν μπορούν να ξεχωρίσουν τελικά ποιος είναι υπέρ του μνημονίου και ποιος όχι. Δεν είναι παρά ένας ακόμη εκλογικός αγώνας πόλωσης αλλά και έμμεσης πριμοδότησης του δίπολου εξουσίας. Λες και κανείς τους δεν ευθύνεται για το σημερινό κατάντημα της χώρας.