Tα γεγονότα στο κέντρο της Αθήνας την περασμένη Κυριακή και οι αντιδράσεις των κομμάτων προκαλούν πολλές σκέψεις αλλά και αρκετό προβληματισμό για το τι γίνεται τελικά με τις εκδηλώσεις βίας, είτε αυτές προκαλούνται από τα αστυνομικά όργανα που ασύστολα εκτοξεύουν χημικά και δη ληγμένα κατά δικαίων και αδίκων, αλλά και την πορεία της εξωκοινοβουλευτικής αριστεράς και του αναρχικού κινήματος που έχει διαβρωθεί είτε κάτω από το σύνθημα «βία για τη βία», είτε έχει περιπέσει σε ακτιβίστικες – χουλιγκανιστικού τύπου πρακτικές, είτε έχει καταλήξει να εκπροσωπείται από κάποιους που με την βίαιη επίδειξη δύναμης επιδιώκουν απλά την διαιώνιση της βεντέτας με τα ΜΑΤ. Τα επεισόδια που διαδραματίστηκαν στο κέντρο της Αθήνας αλλά και άλλων πόλεων ασφαλώς και δεν ήταν στη λογική του παρακράτους που διαλαλούν εκτός από το ΚΚΕ και ο ΣΥΡΙΖΑ, στην προσπάθειά του να αποτινάξει την ρετσινιά του συγκοινωνούντος δοχείου με την άκρα αριστερά και τους αναρχικούς.
Η προβοκατορολογία που ανέκαθεν βόλευε το ΚΚΕ για να μην διαφανεί προς τα έξω πως υπάρχουν και άλλοι αριστεροί εκτός της γραμμής του, δεν είναι παρά η παλιά γνωστή συνταγή που κινείται στη λογική του «ή με το ΚΚΕ ή με το παρακράτος», λες και η ιστορία δεν έχει καταγράψει κατά καιρούς σοβαρά ακροαριστερά και αναρχικά κινήματα, ανεξαρτήτου αποτελεσματικότητας σε διάφορες χώρες του κόσμου. Είναι τουλάχιστον ανιστόρητοι όσοι από την συστημική Αριστερά δεν αναγνωρίζουν πως υπάρχει και μια άλλη οπτική πέραν της ορθολογικής και αρτηριοσκληρωτικής που εκφράζεται από τα κομμουνιστικά κόμματα. Από την άλλη, ανιστόρητοι είναι και αυτοί που στο όνομα της αντιεξουσίας καίνε τα μαγαζιά του κόσμου, χαρακτηρίζοντας μάλιστα τις πράξεις αυτές και επαναστατικές!
Θλίψη σε πιάνει όταν βλέπεις τα συνθήματα να πνίγονται από τα δακρυγόνα και τις μολότοφ. Όταν δεν σου επιτρέπεται να διαδηλώσεις με έναν άλλο τρόπο και να καταγγείλεις τον κοινοβουλευτισμό ή τον στείρο κομματισμό, που οδήγησαν τη χώρα στο κατώφλι όχι μόνο της οικονομικής αλλά και της πνευματικής χρεοκοπίας. Γιατί τι άλλο μπορεί να είναι η προβοκατορολογία και οι θεωρίες περί παρακράτους πέραν της πνευματικής ένδειας και αποπροσανατολισμού; Από την άλλη, τι άλλο μπορεί να είναι πέρα από φτηνός ακτιβισμός (χωρίς καμία λαϊκή απήχηση) οι όποιες επιδρομές κατά εμπορικών καταστημάτων, μια ωμή πρόκληση ντόρου για τον ντόρο; Ας μη γελιόμαστε. Επεισόδια και μεγάλης έκτασης πάντα συνέβαιναν.
Όποιος θυμάται τις δεκαετίες ΄70, 80΄και ΄90 θα έχει να αφηγηθεί πολλά για τις ομηρικές μάχες διαδηλωτών και αστυνομίας. Και καταστροφές πάντα υπήρχαν, και τράπεζες καίγονταν στο όνομα της όποιας επανάστασης σε διάφορες περιοχές του κόσμου. Δεν εξετάζω αν οι πρακτικές αυτές είχαν επιρροή στους πολίτες, δεν θα μπορούσα όμως να κλείσω τα μάτια και να πω πως οι όποιοι «κουκουλοφόροι» είναι εγκάθετοι και τίποτα περισσότερο ή παρακρατικοί που προφασίζεται το ΚΚΕ και που φαίνεται να ενστερνίζεται τώρα και ο ΣΥΡΙΖΑ.
Εις ότι αφορά τις λεγόμενες «κουκούλες» που ο κος Σαμαράς λέει πως θα βγάλει από τα «καθάρματα», να μην βιάζονται. Σήμερα φορούν κουκούλες, παλιότερα μαντήλια και είναι σε όλους γνωστό ότι τις φορούν για να μην στοχοποιούνται. Οι δε απορίες και οι χαρακτηρισμοί αυτού του είδους να εκφράζονται και για ακροδεξιές ή τις νεοναζιστικές οργανώσεις και ομάδες που φορούν τα κράνη και κραδαίνουν τις εθνικιστικές ασπίδες. Αλήθεια αυτοί γιατί τα φορούν; Η προβοκατορολογία λοιπόν δεν εξυπηρετεί κανέναν. Πολύ περισσότερο καθιστά επιεικώς γραφικούς όσους την επικαλούνται. Αυτό που θα πρέπει να μας απασχολήσει είναι η ανεξέλεγκτη βία, είτε προέρχεται από τα ΜΑΤ είτε από εξτρεμιστές κάθε είδους.
Πολύ ορθά κατά την γνώμη μου η ΔΗΜΑΡ με τη νηφαλιότητα που διακρίνει τον κο Κουβέλη εξέδωσε ανακοίνωση για τα επεισόδια, κρατώντας αποστάσεις από την προβοκατορολογία, την ασυνεννοησία μεταξύ του κρατικών αρχών αλλά και τις κάθε είδους καταστροφές: «Οι ευθύνες για τις καταστροφές και τους βανδαλισμούς στο κέντρο της Αθήνας δεν μπορεί να γίνονται «μπαλάκι» μεταξύ των πρυτανικών αρχών, της αστυνομίας και της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Προστασίας του Πολίτη. Οφείλουν όλες οι πλευρές να σταθούν στο ύψος των περιστάσεων και να αναλάβουν τις ευθύνες που τους αναλογούν. Το κέντρο της πρωτεύουσας δεν μπορεί κάθε τόσο να γίνεται έρμαιο των διαθέσεων ακραίων ομάδων. Καμία ανοχή στην εξτρεμιστική βία και στις λογικές του χάους». Και είναι έτσι.
Σε καμία περίπτωση δεν μπορεί η κατάληξη κάθε διαδήλωσης να είναι το κάψιμο ενός ιστορικού κτηρίου, κινηματογράφου ή μαγαζιού. Στο όνομα καμίας επανάστασης δεν σπάζονται ανεξέλεγκτα μικροιδιοκτησίες, που σε τελευταία ανάλυση δεν είναι αυτές που ευθύνονται για το καπιταλιστικό χάος. Ας ψάξουν αλλού για τους υπεύθυνους, σε υψηλότερα κλιμάκια. Και σε τελική ανάλυση, η γενικευμένη εξέγερση δεν έρχεται από τις μολότωφ και τις φωτιές, που σαν πρακτική θεωρείται στην καλύτερη περίπτωση ξεπερασμένη, και στην χειρότερη εκβιασμός ή πλήγμα κατά της μαζικότητας των κινημάτων. Και είναι γνωστό ότι μαζί με τους κάθε λογής πολιτικούς ακτιβιστές δρουν ανεξέλεγκτα και πολλοί άσχετοι, από χούλιγκαν μέχρι κλεφτρόνια. Αυτό όμως αφορά τον αναρχικό χώρο και την αυτοπροστασία του και κανέναν άλλο, αν διεκδικεί ακόμη κάποια θέση στην ιστορία.
Αυτά συνέβησαν λοιπόν για μια ακόμη φορά στην Αθήνα και άλλες πόλεις. Και ούτε με ελικόπτερα έφυγαν οι βουλευτές, όπως έγραφαν τα πανό, ούτε κρεμάλες στήθηκαν. Αυτό που ακούει κανείς από την Κυριακή και μετά είναι μια ακατάσχετη προβοκατορολογία και τίποτε περισσότερο. Κανείς πια δεν στέκεται στο νέο μνημόνιο και τις ολέθριες συνέπειές του. Και όλοι προσεύχονται που ξημέρωσε η Δευτέρα με την Ελλάδα στην ευρωζώνη. Με την ταφόπλακα των νέων μέτρων και περικοπών να σβήνει οριστικά κάθε ελπίδα για ένα καλύτερο αύριο. Με τα καμένα μαγαζιά και τις σπασμένες βιτρίνες να θυμίζουν πως εδώ δεν γίνεται παρά πραγματικός πόλεμος.
(phil.zaharis@gmail.com)