Με τηλεφώνημα για βόμβα ξεκίνησε η τελευταία συνεδρίαση του Τριμελούς Εφετείου στο δικαστήριο της Κομοτηνής για την παράπλευρη υπόθεση της Μονής Βατοπεδίου εναντίον της δικαστού Μαρίας Ψάλτη με την κατηγορία της κατ’ εξακολούθησιν παράβασης καθήκοντος και παραβίαση μυστικότητας της διάσκεψης και των μοναχών Εφραίμ και Αρσενίου για ηθική αυτουργία στα παραπάνω πλημμελήματα.
Το δικαστήριο που συνεδρίασε την Παρασκευή 9 Οκτωβρίου έκρινε τους κατηγορουμένους ένοχους για δύο από τις τέσσερις πράξεις για τις οποίες κατηγορούνταν, παραβίαση δικαστικού απορρήτου και για παράβαση καθήκοντος με τις διαβαθμίσεις της αυτουργίας και της ηθικής αυτουργίας, και τους καταδίκασε, λαμβάνοντας υπόψη το ελαφρυντικό του πρότερου έντιμου βίου, με την ελαφρύτερη δυνατή ποινή σε φυλάκιση 15 μηνών με τριετή αναστολή και ανασταλτικό αποτέλεσμα της έφεσης.
Η τελευταία συνεδρίαση που ολοκλήρωσε το στάδιο της ακροαματικής διαδικασίας ξεκίνησε με τηλεφώνημα αγνώστου για βόμβα στο δικαστήριο της Κομοτηνής. Ήρθε η αστυνομία, εκκενώθηκε το δικαστικό μέγαρο και διαπιστώθηκε ότι επρόκειτο για φάρσα. Η δίκη συνεχίστηκε 40 λεπτά αργότερα.
Η τελευταία συνεδρίαση, παρουσία για μια ακόμη φορά ιερέων, μοναχών και κόσμου της εκκλησίας που αγωνιούσαν για την έκβαση της δίκης, περιλάμβανε τις αγορεύσεις των συνηγόρων της κυρίας Ψάλτη και των μοναχών Εφραίμ και Αρσενίου και εκτός από την αγόρευση του κ. Μιχαλολιά που έλαβε χώρα την προηγούμενη ημέρα, προς υπεράσπιση των κατηγορουμένων μίλησαν οι κ.κ. Κωστάρας, Αργυρόπουλος, Αναγνωστόπουλος, Γιαλάογλου και Κρομμύδας.
Κοινή ήταν η διαπίστωση ότι δεν πρόκειται για θέμα αμιγώς νομικό, αφού έχει και θρησκευτικές και πολιτικές προεκτάσεις, καθώς και κοινωνικές, λόγω του ενδιαφέροντος που εκδήλωσε η τοπική κοινωνία .
Επιχείρημα που επικαλέστηκε η πλειοψηφία των συνηγόρων αποτέλεσε η μομφή ότι ο Εισαγγελέας προσπαθεί να χρεώσει στην κατηγορούμενη δικαστή πράγματα που δεν αποτελούν αντικείμενο της δίκης. Συγκεκριμένα, ο κ. Μιχαλόλιας ανέφερε: «σήμερα δε δικάζεται η Μονή για το αν πήρε και πόσα, αλλά η κ. Ψάλτη για το κατά πόσο έκανε σωστά τη δουλειά της και δεν πρέπει να της χρεώνεται η παραβατική συμπεριφορά υπουργών».
Ο κ. Αργυρόπουλος υπερασπιζόμενος την κ. Ψάλτη επεσήμανε ότι: «Το πώς έκρινε η πρόεδρος για την υπόθεση της κυριότητας της Βιστονίδας δεν είναι θέμα που θα αναλύσουμε. Τα επιχειρήματα των δικαστών δεν αξιολογούνται, άλλωστε και ο δικαστής δικαιούται να σφάλει. Η κ. Σακάλογλου κατέθεσε ότι τα επιχειρήματά της ήταν θεολογικά, αλλά και πώς αλλιώς να ήταν σε μια υπόθεση για το ειδικό καθεστώς της μεταχείρισης των Μονών και τα αυτοκρατορικά χρυσόβουλα! Και οι συζητήσεις και οι απόψεις που αναπτύσσονται στη διάσκεψη των δικαστών δεν κοινοποιούνται. Η μειοψηφία δημοσιεύεται. Εμείς παραβιάζουμε το απόρρητο των διασκέψεων με το να συζητάμε για το τι ειπώθηκε».
Για την ποινικοποίηση της νομικής απόψεως του δικαστή μίλησε και ο κ. Αναγνωστόπουλος, ο οποίος ζήτησε να μείνουν έξω από την αίθουσα του δικαστηρίου προκαταλήψεις, σενάρια και σκανδαλολογίες. Ανέπτυξε δε, την επιχειρηματολογία του στη συλλογιστική ότι κάθε πειθαρχική πράξη δε συνιστά αξιόποινη παράβαση καθήκοντος και εδώ η κ. Ψάλτη ελέγχθηκε και εκρίθη απαλλαγμένη από τέλεση πειθαρχικού παραπτώματος. Επιπλέον, επιτέθηκε στον Εισαγγελέα λέγοντας ότι: «ο ίδιος ο κ. Εισαγγελέας λέει ότι οι πράξεις δεν είναι αξιόποινες, ωστόσο λαμβάνουν ειδικό βάρος λόγω του δόλου που διακατείχε την κ. Ψάλτη κατά την τέλεσή τους, αλλά δε μπορούμε να τιμωρήσουμε τη διάθεση του κατηγορουμένου χωρίς να έχει διαπράξει κάτι παραβατικό!». Και, λόγω του γεγονότος ότι υπερασπιζόταν τους μοναχούς, ανέφερε στο τέλος: «και αν ακόμα εκ θρησκευτικής πίστεως η κ. Ψάλτη δεν τηρούσε την αμεροληψία των δικαστικών λειτουργών, τότε σίγουρα δεν είχε ανάγκη την ηθική αυτουργία των μοναχών».
Ο κ. Γιαλάογλου, επίσης συνήγορος υπεράσπισης των μοναχών επικεντρώθηκε στην πηγή της διαρροής της πληροφορίας ότι, βάσει της απόφασης που προετοιμάζει το δικαστήριο η Μονή χάνει με 2-1 και σημείωσε: «Πολύ πριν την ημερομηνία που φαίνεται ότι διέπραξε το αδίκημα της παραβίασης μυστικότητας της διάσκεψης η κ. Ψάλτη (Απρίλιος του ’04), φαίνεται ξεκάθαρα ότι φορείς του τόπου ήξεραν ήδη για την έκβαση της δίκης και τις απόψεις που κατέθεσαν οι δικαστές. Ο Ξυνίδης, ο Πεταλωτής, ο Παυλίδης, ο Μητροπολίτης όλοι ήξεραν το αποτέλεσμα της διάσκεψης». Μάλιστα, ο κ. Γιαλάογλου ανέφερε χωρία από τις μαρτυρίες των κ.κ. Πεταλωτή και Ξυνίδη για να πιστοποιήσει το γεγονός ότι όχι μόνο γνώριζαν, αλλά είχαν ενημερωθεί και για λεπτομέρειες σχετικά με το ποιος υποστηρίζει τι. Ανέφερε συγκεκριμένα: «ο Ξυνίδης το είπε, όχι μόνο ξέρανε ότι η εισηγήτρια είχε αντίθετη άποψη από την πρόεδρο αλλά το ήξεραν και από πολύ πιο πριν. Επιπλέον, το ήξεραν και τα μέσα ενημέρωσης και όχι μόνο τα τοπικά. Και δεν είναι πιο λογικό κάτι να διέρρευσε από τους άλλους δύο δικαστές, κ.κ. Σακάλογλου και Γιοβανόπουλο που κατάγονται και από την Ξάνθη;». Στη συνέχεια, ο κ. Γιάλαογλου εξαπέλυσε κατηγορίες εναντίον του Μητροπολίτη Ξάνθης κ. Παντελεήμονος για την ανάμιξή του στην υπόθεση και χαρακτήρισε ως απόπειρα επηρεασμού τη φράση ‘η υπόθεση είναι πολύ σοβαρή και αποφασίστε με σύνεση γιατί θα αναζητηθούν ευθύνες’, που φαίνεται να περιέχεται σε επιστολή του Μητροπολίτη προς την κ. Ψάλτη. Και τέλος, ο ξανθιώτης συνήγορος υπεράσπισης είπε έντονα: «Η λαϊκή αγανάκτηση είναι σκοπούμενη. Δεν σημαίνει κάτι το γεγονός ότι δεν έγινε επιτροπή αγώνα από τους αγρότες, κανείς δεν κατηγόρησε τη Μονή ότι του πήρε το χωράφι και ο συνεταιρισμός των ψαράδων παρενέβη υπέρ της Μονής; Μπορεί η υποκινούμενη λαϊκή αγανάκτηση να κάνει τη δικαιοσύνη να λυγίσει;». Και μ΄ ένα δριμύ κατηγορώ εναντίον των Μέσων Ενημέρωσης ότι δεν μπορούν να δικάζουν δικαστές και μοναχούς κάλεσε το δικαστήριο να κρίνει όχι με βάση τους κανόνες της 4ης εξουσίας, αλλά με όρους δικανικούς και με γνώμονα να αποκαλυφθεί η αλήθεια.
Τέλος, σε μια σύντομη αγόρευση ο γνωστός εξ Αθηνών δικηγόρος κ. Κρομμύδας σημείωσε: «αν όλες οι γνωμοδοτήσεις ήταν υπέρ της Μονής γιατί κάποιος να θέλει να της χαριστεί; Και εν πάσει περιπτώσει η κ. Ψάλτη έκανε δεκτή τη δήλωση για τη μη έκδοση απόφασης επειδή δεν είχε ευχέρεια ως προς αυτό. Έκανε απλά το καθήκον της».