Στα άρθρα «Τέχνη του λόγου στη Θράκη. Αφιέρωμα στα 100 χρόνια Ελεύθερης Θράκης» καθώς και «Εκατό χρόνια τέχνη του λόγου στην ελεύθερη Ξάνθη», χρησιμοποίησα συχνά εργασίες και βιβλία εκπαιδευτικών πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης που αναφέρονται στην Ξάνθη και στη Θράκη γενικότερα. Ανάμεσά τους περιλαμβάνεται ο δημοδιδάσκαλος Σταύρος Ζαλιμίδης που το 1959 δημοσίευσε το βιβλίο «Ξάνθη», ενώ λίγα χρόνια αργότερα, το 1966 παρουσίασε το έργο του «Οι Αγώνες της Ξάνθης εναντίον του Βουλγάρικου Επεκτατισμού», το οποίο το 1964 έλαβε Α΄ έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών.
Για το βιβλίο του «Ξάνθη» μιλήσαμε σε προηγούμενο γραπτό. Στο τωρινό κείμενο θα αναφερθούμε, με την ευκαιρία του εορτασμού της 28ης Οκτωβρίου 1940, στο δεύτερο έργο του εκπαιδευτικού – διευθυντή του 7ου Δημοτικού σχολείου Ξάνθης Σταύρου Ζαλιμίδη.
Διαθέτω την δεύτερη έκδοση του βιβλίου αυτού, 63 σελίδων, που τυπώθηκε στην Ξάνθη, στο τυπογραφείο Φ. Κελεμάνη και Αθ. Πούγγουρα. Όπως γράφει στον Πρόλογο ο συγγραφέας:
«Η υποδοχή της οποίας έτυχεν το ανά χείρας βιβλίον από τους φίλους, συναδέλφους και αγαπητούς μαθητάς, μας συγκινεί […] Ουδέποτε εφανταζόμεθα ότι το βιβλίον αυτό θα εδιαβάζετο τόσο πολύ».
Η δεύτερη έκδοση είναι βελτιωμένη, όπως γράφει. Ακολουθούν συγχαρητήριες επιστολές των αρχών του τόπου: Μητροπολίτη Ξάνθης Αντώνιου, Διευθυντή νομαρχίας, βουλευτή Τρ. Μιχαηλίδη, Δημάρχου Στ. Βλαχόπουλου, στρατιωτικού διοικητή, διοικητή χωροφυλακής, επιθεωρητών α΄ και β΄ περιφέρειας δημοτικών σχολείων. Όλοι τονίζουν τη μεγάλη χρησιμότητα του βιβλίου για τη νέα γενιά, ενώ ο Δήμαρχος αναφέρει ότι το Δημοτικό Συμβούλιο «ενέκρινεν παμψηφεί την απονομήν υμίν ευφήμου μνείας».
Στην Εισαγωγή ο Στ. Ζαλιμίδης αναφέρεται στη δράση των Βουλγάρων κατά τις αρχές του 20ου αιώνα, ενώ η Ξάνθη βρίσκεται υπό Οθωμανική κατοχή.
Θεωρώ απαραίτητο, προτού μιλήσω για τα περιεχόμενα του βιβλίου, να παραθέσω το γενικό ιστορικό πλαίσιο της περιόδου που καλύπτει ο συγγραφέας στο σύγγραμμά του.
Μετά τον επαναστατικό βρασμό του 1821 και τη δημιουργία του νεοελληνικού κράτους, οι υπόδουλοι στην Οθωμανική αυτοκρατορία ελληνικοί πληθυσμοί δεινοπαθούν ιδιαίτερα. Οι δύσκολες μέρες κορυφώνονται στα τέλη του 19ου αιώνα, καθώς η Θράκη γίνεται αντικείμενο βλέψεων και διεκδικήσεων των Βουλγάρων, με την ανοχή των Μεγάλων Δυνάμεων. Στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, και στη Θράκη οι Έλληνες δραστηριοποιούνται δυναμικά. Στην Ξάνθη υπάρχει μυστική αντιστασιακή οργάνωση με αξιόλογη δράση.
Στα 1913 συλλαμβάνεται και εκτελείται από τους βουλγάρους ο Γιάγκος Αντίκας ως αντίποινο για τη δολοφονία βούλγαρου πράκτορα στα 1909. Στις 8 Νοεμβρίου 1912 η Ξάνθη καταλαμβάνεται από τους Βουλγάρους, οπότε λήγει η Οθωμανοκρατία. Στις 13 Ιουλίου 1913 απελευθερώνουν την Ξάνθη οι Έλληνες. Στις 28 Ιουλίου 1913, σε λίγες μέρες, η συνθήκη Βουκουρεστίου επιδικάζει την περιοχή πάλι στους Βουλγάρους. Η περίοδος αυτή της δεύτερης βουλγαρικής κατοχής είναι γεμάτη βία και τρομοκρατία, με ομηρίες, καταστροφές και θανάτους.
Με το τέλος του Α΄ Παγκόσμιου πολέμου, στις 4 Οκτωβρίου 1919 μεικτά συμμαχικά στρατεύματα μπαίνουν στην πόλης. Λήγει η βουλγαρική κατοχή, ακολουθεί το καθεστώς διασυμμαχικής κατοχής ως τις 14 Μαΐου 1920, οπότε επίσημα η νοτιοδυτική Θράκη ενσωματώνεται στη Ελλάδα.
Κατά τον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, μετά από ηρωική αντίσταση στο Οχυρό του Εχίνου, η Ξάνθη καταλαμβάνεται στις 8 Απριλίου 1941 από τους Γερμανούς, που στις 21 Απριλίου 1941 την παραδίδουν στους Βουλγάρους. Η περίοδος της τρίτης βουλγαρικής κατοχής, εκτός από τη βία και τρομοκρατία χαρακτηρίζεται από την ανεπιτυχή προσπάθεια εκβουλγαρισμού των πάντων. Στις 9 Σεπτεμβρίου 1944 μπαίνουν οι δυνάμεις του ΕΛΑΣ και αποχωρούν οι Βούλγαροι από την πόλη. Την άνοιξη του 1945 εγκαθίστανται οι επίσημες αρχές.
*
Το βιβλίο διαιρείται σε τέσσερα κεφάλαια.
Το κεφάλαιο Ι (σελ. 16 – 35) αναφέρεται στην πρώτη βουλγαρική κατοχή και στα προηγηθέντα γεγονότα, κατά την περίοδο του Μακεδονικού και Θρακικού Αιώνα, όταν οι Βούλγαροι έκαναν τα πάντα για να εκβουλγαρίσουν την περιοχή. Ιδιαίτερα περιγράφεται ο βίος «εκχριστιανισμός» των Πομάκων. Γίνεται επίσης εκτεταμένη αναφορά στην εκτέλεση τον Απρίλιο του 1909 του κομιτατζή Χατζηγεωργίου που με το χρήμα προσπαθούσε να προσηλυτίσει στη Βουλγαρία τους Έλληνες. Ο Μπινόπουλος που τον εκτέλεσε, με χίλιες δυσκολίες διέφυγε τη σύλληψη. Αργότερα οι Βούλγαροι συνέλαβαν τον Αντίκα που τον βασάνισαν σκληρά έως θανάτου, για να αποκαλύψει τους εκτελεστές του Χατζηγεωργίου. Τόσο βάρβαρα φέρθηκαν οι Βούλγαροι, ώστε από όλο τον πληθυσμό – Χριστιανούς και Μουσουλμάνους – «Με νέαν μάστιγα του Θεού παρεβάλλετο το πέρασμα των Βουλγάρων».
Το κεφάλαιο ΙΙ (σελ. 36 – 54) αναφέρεται στα γεγονότα του Ιουλίου 1913. Στις 13 Ιουλίου 1913 απελευθερώνουν την Ξάνθη οι Έλληνες. Στο διάστημα αυτό οι Βούλγαροι από τη μία μεριά αποχωρούν, από την άλλη συνεχίζουν το βάρβαρο έργο τους σε όλη την έκταση της περιφέρειας Ξάνθης, από βορρά ως νότο. Στις 13 Ιουλίου επανέρχονται οι όμηροι και πανηγυρίζουν την ελευθερία, μετά την μακραίωνη Οθωμανική και τη βάρβαρη Βουλγαρική κατοχή. Όμως 15 μέρες μετά, στις 28 Ιουλίου 1913, ύστερα από τη συνθήκη του Βουκουρεστίου επανέρχονται αγριότεροι οι Βούλγαροι, στους οποίους δόθηκε η περιοχή. Πολλοί Έλληνες εγκαταλείπουν την περιοχή.
Το κεφάλαιο ΙΙΙ (σελ. 55 – 57) αναφέρεται στην περίοδο 1913 – 19 και την απελευθέρωση της Ξάνθης στις 4 Οκτωβρίου 1919, ενώ στο κεφάλαιο IV (σελ. 58 – 61) γίνεται αναφορά στην τρίτη βουλγαρική κατοχή, κατά τη διάρκεια 1941 – 1944. Αναφέρονται στατιστικά στοιχεία και άλλα δημοσιεύματα που απαντούν στη μανιώδη επιδίωξη των Βουλγάρων να αποδείξουν ότι στην περιοχή κατοικούν βούλγαροι και κατά συνέπεια τους ανήκει δικαιωματικά.
Το βιβλίο κλείνει με βιβλιογραφία. Σημειώνεται ότι ο συγγραφέας βασίζεται σε αναμνήσεις φίλων Ξανθιωτών και πληροφορίες που έχουν άλλοι από πρεσβυτέρους.
Αν θα θέλαμε να το αξιολογήσουμε, θα έλεγα ότι είναι χρήσιμο κυρίως για τα γεγονότα της πρώτης κυρίως και δεύτερης βουλγαρικής κατοχής. Το σημαντικότερο, νομίζω, συμπέρασμα είναι ότι οι Βούλγαροι κατά το πρώτο μισό του εικοστού αιώνα έκαναν τρεις αποτυχημένες απόπειρες να επεκταθούν στην περιοχή μας. Απέτυχαν γιατί συνάντησαν σκληρή και απόλυτη την απόφαση του ξανθιώτικου λαού.
Ευγνωμονώ τον εκπαιδευτικό Σταύρο Ζαλιμίδη για το έργο του, που πρόσφερε ως τροφή ιστορίας στη νεότερη γενιά.
Θανάσης Μουσόπουλος
φιλόλογος, συγγραφέας, ποιητής