Λίγες ώρες μετά την επίσκεψη Δένδια στην Άγκυρα, ο Τούρκος Πρόεδρος δήλωσε ότι «περίπου 150.000 άνθρωποι τουρκικής καταγωγής ζουν σήμερα στη Δυτική Θράκη, αλλά η Ελλάδα δεν τους δείχνει το σεβασμό που αξίζουν», μάλιστα επικαλούμενος τη Συνθήκη της Λωζάνης τόνισε ότι «η Ελλάδα δεν έχει κανένα δικαίωμα να διορίσει τον επικεφαλής μουφτή για τους Μουσουλμάνους, καθώς η Τουρκία δεν έχει το δικαίωμα να διορίσει τον οικουμενικό πατριάρχη στη χώρα μας». Πριν από αυτόν αλλά και ταυτόχρονα καταγράφηκαν άρθρα τόσο στον μειονοτικό τύπο όσο και δηλώσεις γνωστών επιλεκτικά ευαίσθητων περί των ανθρωπίνων δικαιωμάτων που υπερακόντισαν των συγκεκριμένων δηλώσεων, προσπαθώντας να συντονιστούν με τον Ερντογάν αλλά και να διαψεύσουν τον Έλληνα Υπουργό Εξωτερικών που για πρώτη φορά ενώπιον του Τουρκικού λαού σε μια πράξη υψηλού συμβολισμού, έθεσε την βάση των θέσεων της Ελλάδος.
Διάβασα απίστευτα (εν πολλοίς και γελοία) άρθρα περί ομογενοποίησης της μουσουλμανικής μειονότητας που αποτελείται από Πομάκους, Ρομά και τουρκογενείς και ανάδειξης της εθνικής της ταυτότητας ως τουρκικής, σαν να απευθύνονται στην κοινή γνώμη της γείτονος, η οποία είναι επιλεκτικά ενημερωμένη από ολόκληρο το πολιτικό σύστημα της Τουρκίας. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος της τουρκικής προπαγάνδας και της κατευθυνόμενης δημοσιογραφίας στην Θράκη, οφείλουμε να θυμίσουμε σε όλους αυτούς τους συστηματικούς θορυβοποιούς, ότι ο ίδιος ο Ερντογάν τους έχει διαψεύσει στο παρελθόν. Ειδικότερα κατά την ομιλία του στο Εσκή Σεχίρ τον Μάρτιο του 2013 είχε εξαιρέσει τους Πομάκους από τους τουρκικούς πληθυσμούς των Βαλκανίων και της ίδιας της Τουρκίας κατατάσσοντας τους μαζί με Κούρδους, Αφγανούς, Λαζούς, Πέρσες και Γεωργιανούς σε πληθυσμούς με όμοια θρησκεία, ενώ το 2017 κατά την διάρκεια επίσημης επίσκεψης του στην Ελλάδα αναφερόμενος «σε μουσουλμανική μειονότητα της Δυτικής Θράκης που απαρτίζεται από Τούρκους, Πομάκους, Ρομά» κατέληξε ότι «κανείς δεν μπορεί να ισχυριστεί το αντίθετο! Αν κάποιος ισχυρίζεται το αντίθετο να τσεκάρει τον εαυτό του».
Απάντηση στην ερώτηση για την ταυτότητα της μειονότητας έδωσαν κατά σειρά: Η Πρόεδρος του Συλλόγου Γυναικών Ρομά Δροσερού κα Σαμπιχά Σουλεϊμάν που δήλωσε ότι οι Πομάκοι, οι Ρομά και οι περίπου 1000 αφροέλληνες της Ξάνθης είναι κομμάτι της μουσουλμανικής μειονότητας, αλλά δεν έχουν κανένα κοινό πολιτισμικό ή άλλο στοιχείο με την Τουρκία, ενώ ο Σύλλογος Πομάκων δήλωσε επίσης ότι μια τέτοια δήλωση για τουρκική μειονότητα είναι τουλάχιστον προσβλητική τόσο για τους ίδιους τους μουσουλμάνους της Θράκης όσο και για τους χριστιανούς. «Ο καθένας έχει το δικαίωμα του αυτοπροσδιορισμού, όπως και η μερίδα των Πομάκων που αντιπροσωπεύει ο σύλλογός μας που είναι και νιώθουν Έλληνες Πομάκοι», επεσήμανε η Πρόεδρος του Συλλόγου. Μέσα στην ίδια αυτήν μειονότητα διαβιούν και χιλιάδες Αλεβίτες που δεν ταυτίζονται με την Τουρκία και έχουν κερδίσει το σεβασμό της θρησκευτικής τους ταυτότητας από την Ελληνική Πολιτεία.
Είναι ευχερώς αντιληπτό ότι η προσπάθεια βαφτίσεως της μειονότητας ως αμιγώς εθνικής – τουρκικής αποτελεί το θεμέλιο λίθο της τουρκικής προπαγάνδας, η οποία έχει μια συστηματική εμμονή στην αμφισβήτηση των διεθνών συνθηκών και του διεθνούς δικαίου. Είτε αρέσει είτε δεν αρέσει στην Τουρκία που είναι μία εκ των χωρών που υπέγραψαν την συνθήκη της Λωζάνης, η μειονότητα της Θράκης είναι θρησκευτική – μουσουλμανική και αυτό δεν αλλάζει. Θα ήθελα λοιπόν η συζήτηση για την νομική δεσμευτικότητα των διεθνών συνθηκών, την αναζήτηση τρόπων αμφισβήτησής τους και την ύπαρξη ή μη, δυνατοτήτων αναθεώρησης αυτών μονομερώς από ένα και μόνο συμβαλλόμενο κράτος, να γίνει στη βάση νομικών κειμένων από επιστήμονες με ειδίκευση στο Διεθνές Δίκαιο, ακόμη και από Πανεπιστήμια της Τουρκίας, όπου δεν διορίζεται ο Πρύτανης από την Κυβέρνηση, από ακαδημαϊκούς και διπλωμάτες καριέρας που θα διαφωτίσουν το λαό για την βασιμότητα των ισχυρισμών της Τουρκικής Κυβέρνησης. Για τα εδώ φερέφωνα δεν περιμένουμε ανάλογη ανταπόκριση, καθώς κινούνται στην λογική της ακώλυτης τροφοδοσίας από τη δεξαμενή καυσίμων της τουρκικής διπλωματίας στην Θράκη. Αξίζει να γνωρίζουμε με ποιο τρόπο αντιλαμβάνεται η γείτονα χώρα την θέση της στην διεθνή σκηνή, όταν δεν αναγνωρίζει διεθνείς συνθήκες όπως η Λωζάνη ή αρνείται την υπογραφή του Δικαίου της Θάλασσας που έχει υπογράψει η Ελλάδα και η Ευρωπαϊκή Ένωση και αποτελεί οδηγό καθορισμού των Αποκλειστικών Οικονομικών Ζωνών και της υφαλοκρηπίδας. Είναι δυνατόν, να επικαλείσαι επιχειρήματα υπέρ του δικαίου των θέσεων σου αρνούμενος να συμμορφωθείς σε διεθνείς δεσμεύσεις που απορρέουν από κοινά αποδεκτά κείμενα νόμων και κανόνων που καθορίζουν την συμπεριφορά των κρατών παγκοσμίως;
Σε όλους αυτούς τους ντόπιους κήρυκες της τουρκικής τους ταυτότητας, θα ήθελα να αφιερώσω τα λόγια του Αλμπερτ Μπουρλά του Θεσσαλονικιού, Εβραϊκής καταγωγής, Προέδρου του φαρμακευτικού κολοσσού της PFIZER, ο οποίος σε πρόσφατη συνέντευξη του δήλωσε τα εξής : «Το πώς μιλάω, το πώς συμπεριφέρομαι, νομίζω πως αυτά έκαναν τη διαφορά στην καριέρα μου. Ήμουν σταθερός στις αξίες μου αλλά έλεγα τα πράγματα ανοιχτά, δυνατά, όπως κάνουν οι Έλληνες. Με βοήθησε πολύ αυτό (..), δεν είμαι ο Ζορμπάς, αλλά είμαι ένας πραγματικός Έλληνας». Άραγε μπορούν να αντιληφθούν την τεράστια σημασία αυτής της δήλωσης οι θιασώτες της ανεξήγητης αποκήρυξης της ελληνικής ταυτότητας τους; Μπορούν να αντιληφθούν την διαφορά του προσωπικού τους αυτοπροσδιορισμού από την συνείδηση της ιδιότητας του Έλληνα πολίτη μουσουλμάνου στο θρήσκευμα; Ακούνε τους Πομάκους και τους Ρομά ή είναι επιλεκτικά κουφοί;
Είπε επίσης ο Ερντογάν και για την εκλογή Μουφτή παρομοιάζοντας την άστοχα και παντελώς καταχρηστικά με την εκλογή του Οικουμενικού Πατριάρχη που δεν έχει καμία σχέση.
Είναι, βεβαίως, γνωστό σε όλους ότι σε καμία μουσουλμανική χώρα του κόσμου ο Μουφτής (όπως ο Ορθόδοξος Επίσκοπος) δεν εκλέγεται από το λαό. Στην Τουρκία, ο Μουφτής διορίζεται και παύεται από την πανίσχυρη Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων Diyanet, ο Διευθυντής της οποίας (Αρχιμουφτής ουσιαστικά) διορίζεται από το κράτος, κάτι σαν Υπουργός Θρησκευμάτων. Η Διεύθυνση Θρησκευτικών Υποθέσεων, Diyanet ιδρύθηκε βέβαια, για να ελεγχθεί το Ισλάμ και εξελίχθηκε σε έναν πανίσχυρο θεσμό με τεράστια ποσά χρηματοδότησης και εκατοντάδες χιλιάδες υπαλλήλους. Η Diyanet ελέγχει απολύτως το Ισλάμ στην Τουρκία αλλά και πολλές μουσουλμανικές κοινότητες σε όλο τον κόσμο και ειδικά στην Ευρώπη και στα Βαλκάνια (Βοσνία, Κόσοβο, Αλβανία, Βουλγαρία). Αυτή η Διεύθυνση Diyanet, ελέγχεται απολύτως από την τουρκική κυβέρνηση και ασκεί εξωτερική πολιτική με πακτωλούς χρημάτων προς επηρεασμό των μειονοτήτων σε όλες τις χώρες δορυφόρους. Φαντάζεστε λοιπόν πόσο χρήσιμο είναι να ονομαστεί η μειονότητα της Θράκης, τουρκική, πόσο φυσιολογικά θα δικαιολογήσει κάθε είδους παρέμβαση της Τουρκίας στην Θράκη.
Βεβαίως, όσοι μιλούν για εκλογή Μουφτή στη Θράκη ουδέποτε έχουν γίνει συγκεκριμένοι, ούτε γνωρίζουν τί ζητούν. Ορισμένοι, μάλιστα, δεν μιλούν καν για εκλογή Μουφτή αλλά για αποδοχή από την Ελλάδα των δήθεν «εκλεγμένων» Μουφτήδων που επέβαλλε εδώ και δεκαετίες η Τουρκία με την ανοχή της Ελλάδος, σε μια γελοία διαδικασία, όπου οι παριστάμενοι σε προσευχή μιας Παρασκευής δια ανατάσεως της χειρός επέλεξαν τον ένα και μοναδικό υποδειχθέντα από την Τουρκία ψευδομουφτή.
Εάν, όμως, γίνουν εκλογές για την ανάδειξη Μουφτή, στις οποίες ψηφίζουν όλοι οι μουσουλμάνοι εκλογείς, τότε από τις κάλπες δεν θα αναδειχθεί Μουφτής αλλά ένας ισχυρός πολιτικοθρησκευτικός ηγέτης. Αυτό φυσικά δεν είναι ούτε προς το συμφέρον των δικαιωμάτων της μειονότητας, ούτε προς το συμφέρον της Ελληνικής Πολιτείας και του δημοκρατικού πολιτεύματος. Η ανάδειξη ενός μικρού χαλίφη, δηλαδή ενός προσώπου που θα συγκεντρώνει πολιτική και θρησκευτική νομιμοποίηση (εισάγοντας έτσι, εμμέσως αλλά καταλυτικώς, στην Ελληνική κοινωνία έναν θεσμό που απαντάται σε ακραία ισλαμιστικά καθεστώτα), είναι βέβαιο ότι θα γίνει πηγή δεινών που είναι πολύ δύσκολο να φανταστούμε το εύρος τους. Και, για να μην έχουμε αυταπάτες, ο μικρός αυτός χαλίφης, ελληνικής σύλληψης και παραγωγής, είναι βέβαιο ότι θα εφαρμόσει και τη Σαρία, όχι πάνω στο τραπέζι αλλά κάτω από το τραπέζι -σε ένα παραδικαστικό θρησκευτικό σύστημα- χρησιμοποιώντας την υπαγωγή σ’ αυτήν ως απόδειξη πίστης και ένταξης των μουσουλμάνων στην Ούμα.
Αν θέλουμε να μιλήσουμε για ανάδειξη Μουφτή στα πρότυπα της Ιεράς Συνόδου από εκλεκτορικό σώμα ιερωμένων – ιεροδιδασκάλων και θεολόγων τότε ναι να το συζητήσουμε, αλλά βλέποντας το ως ευκαιρία να αναδειχθούν μορφωμένοι και υψηλής επιστημονικής επάρκειας θρησκευτικοί λειτουργοί μέσα από την μειονότητα, απορρίπτοντας τις δύο ακατάλληλες και ξεπερασμένες επιλογές που επέβαλε η Τουρκία χωρίς να αφήσει την μειονότητα να εκφραστεί ελεύθερα και δημοκρατικά. Δεν υπάρχει περιορισμός σχετικά με το ποιος έχει το δικαίωμα να διορίζει τον Μουφτή αρκεί να πληρούνται συγκεκριμένες προϋποθέσεις, δηλαδή να είναι ικανός, να έχει το ανάλογο ήθος και να έχει τις απαραίτητες γνώσεις σχετικά με το Ισλάμ και την εφαρμογή του Ισλαμικού Δίκαιου. Οι νομομαθείς και νομοδιδάσκαλοι του Ισλαμικού Δίκαιου, όσον αφορά το διορισμό του Μουφτή, δεν θέσπισαν την προϋπόθεση να είναι μουσουλμάνος αυτός που τον διορίζει, κρατώντας ουδέτερη στάση πάνω σε αυτό το θέμα. Ο διορισμός του Μουφτή από τον αρχηγό του Ελληνικού κράτους, ο οποίος δεν είναι μουσουλμάνος, είναι σύμφωνος με την ισλαμική θρησκεία και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα και καμία αμφισβήτηση. Προϋπόθεση είναι να κριθεί κάποιος κατάλληλος για τη θέση του Μουφτή, από ένα σώμα εκλεκτόρων ιεροδιδασκάλων και θεολόγων ισλαμικής θρησκείας, αφού προηγηθεί συζήτηση με λόγιους του Ισλάμ από την Ελλάδα και συμφωνία μεταξύ αυτών και του Κράτους για το ποιος είναι ο καταλληλότερος. Εκτός αυτού, τα δύο πρόσωπα που έχει επιλέξει η Τουρκία ως παραμουφτήδες, είναι άκρως ακατάλληλοι αφού ουδεμία σχέση με την θρησκεία έχουν. Ο ένας εξ αυτών μάλιστα ο της Ξάνθης Αχμέτ Μέτε, έχει καταδικαστεί για ρατσιστικό κήρυγμα μίσους κατά των Εβραίων, ενώ καλεί τους πιστούς να μην μαθαίνουν στα παιδιά τους ελληνικά. Ίσως είναι μια ευκαιρία για να χειραφετηθεί η μειονότητα συνολικά, αποτινάσσοντας τα ασφυκτικά δεσμά της τουρκικής προπαγάνδας που έβρισκαν χώρο να επιβληθούν εξ αιτίας της ανοχής της Ελληνικής Πολιτείας.
Οι εποχές έχουν αλλάξει. Το κύριο πρόβλημα που πρέπει να αντιμετωπίσουμε, όλοι μαζί, στη Θράκη δεν είναι πλέον ο συνήθης τουρκικός εθνικισμός αλλά η συνένωση τουρκικού εθνικισμού και ισλαμικού φονταμενταλισμού που θέτει μια νέα πρόκληση για τη χώρα μας, καθώς ο ισλαμικός φονταμενταλισμός απειλεί να καταστρέψει την παραδοσιακή ταυτότητα του Ισλάμ στην Θράκη ανοίγοντας το δρόμο για την ριζοσπαστικοποίησή του.
Ο Υπουργός Εξωτερικών της Ελλάδος έδωσε για πρώτη φορά το στίγμα της εξωτερικής πολιτικής στην Θράκη και αλλού. Αυτό καλά θα κάνουν να το συνειδητοποιήσουν οι αυλοκόλακες του Ερντογάν στην Θράκη και η Ελληνική Κυβέρνηση να μην μείνει στα λόγια και να κάνει πράξη την εμπέδωση των δηλώσεων αυτών του Υπουργού ως πυξίδα της μελλοντικής πορείας προς ένα λαμπρό μέλλον για την Θράκη και τους κατοίκους της.
Στέργιος Γιαλάογλου
Δικηγόρος