Τίποτα δεν αρμόζει στις μέρες μας
κι επιπλέον συμβαίνει να ‘μαι λυπημένη
Οδυσσέας Ελύτης
Το γκρι φαντάζει ως χρώμα ουδέτερο. Πάντα όμως μου θύμιζε… την γκρίνια. Την ακούς αλλά αν ακούς μόνο με τ’ αυτιά, δεν φτάνεις ποτέ στα αίτια που τη δημιουργούν. Επικεντρώνεσαι στην ησυχία σου που χάνεις, θυμώνεις, φωνάζεις και νομίζεις ότι επιβάλλεσαι.
Χάνεις έτσι την ευκαιρία να συνειδητοποιήσεις ότι στ’ αλήθεια το γκρι γεννήθηκε από την ένωση του μαύρου και του άσπρου. Μόνο που αντί να διεκδικήσει το δικό του χρώμα, επέλεξε να αναμιχθεί γρήγορα κι επιπόλαια και να γίνει … γκρι.
Όπου όμως κυριαρχεί το γκρι, το συνοδεύει πάντα η γκρίνια. Το μαύρο και το άσπρο τότε (και γίνεται συχνά αυτό, πιστέψτε με) αρχίζουν να κατηγορούν το ένα το άλλο. «Εσύ φταις που…», «Εσύ φταις που δεν…» και άλλα τέτοια. Το μαύρο και το άσπρο τότε (ως λύπη και χαρά αντίστοιχα) καταργούνται, στο πλαίσιο της συστηματικής προώθησης της κατάργησης των έντονων συναισθημάτων μας.
Τα δυο αυτά αντιθετικά χρώματα τότε χάνουν τη δύναμή τους, την αξία τους, την καλοσύνη τους. Γιατί όλοι στο κάτω-κάτω, όλοι, μικροί και μεγάλοι, αυτό που θέλουμε δεν είναι παρά ένας καλός λόγος. Μην κοιτάς που οι περισσότεροι δεν κατανοούμε την αρρώστια μας και δε δίνουμε ούτε τ’ αγγέλου μας νερό. Οι εποχές μάς έχουν εκπαιδεύσει καλά στην εγωιστική μοναξιά μας. Το λαϊκό παραμύθι όμως «Ο γέρος ξυλοκόπος και το λιοντάρι» το λέει ξεκάθαρα: «Η μαχαιριά γιανίσκει. Ο κακός λόγος μεινίσκει».
Μένει λοιπόν το γκρι στις ζωές μας, μένει η γκρίνια, μένει η διχόνοια. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα, για όλους ξεχωριστά αλλά και για όλους μαζί, αν απλά αποδεχόμασταν ο καθένας το χρώμα του. Αν καταλαβαίναμε τα προτερήματα αλλά και τα ελαττώματά μας. Αν δίναμε το δικαίωμα στο αντίθετο χρώμα να έχει κι αυτό την άποψή του, ακόμα κι αν δε συμφωνούσαμε μ’ αυτήν.
Το μυαλό μας έτσι αξιοποιώντας τα αντίθετα θα τριγύριζε ελεύθερα σε μέρη που δε θα πήγαινε υπό άλλες συνθήκες, με απώτερο σκοπό να φτάσει σε αυτό που ο Αριστοτέλης (ένας φιλόσοφος που τον νομίζουμε ίσως τόσο σοφό και απόμακρο) αναφέρει τόσο πονετικά:
«Μιας και είναι δύσκολο λοιπόν να πετύχεις το μέσον (την αρετή), εφάρμοσε αυτό που είναι ο αμέσως καλύτερος τρόπος: διάλεξε το λιγότερο κακό».
Τώρα το γιατί φτάνουμε στο σημείο να μπορούμε να διχαστούμε (και να το πράττουμε) για κυριολεκτικά το κάθε τι, χωρίς νόημα και αποτέλεσμα, ακόμα και για τα πιο σοβαρά ή (χειρότερα) για τα πιο ανούσια ζητήματα, θα μπορούσε να είναι το θέμα ενός άλλου κειμένου, γραμμένου από κάποιον χαρισματικό φιλόσοφο ή ποιητή.
Εγώ θα αρκεστώ να ζητήσω να με συγχωρέσουν οι γκρίζες πέτρες, τα γκρίζα σύννεφα και τα γκρίζα μαλλιά. Το ξέρω ότι θα το κάνουν.
Νατάσα Μιχαηλίδου
Αρχαιολόγος-μουσειολόγος-ξεναγός