Δευτέρα 12.15 σε οδό εκτός του κέντρου της πόλης, μπροστά στο…”παρεκκλήσι” της τράπεζας το επιλεγόμενον ΑΤΜ. Στο φιλόξενο πλάτωμα δέκα άτομα πάνω κάτω και με αποστάσεις ασφαλείας για δύο λόγους. Από διακριτικότητα λόγω ευγενούς καταγωγής και από συνήθεια η οποία εγκαταστάθηκε μόνιμα στο μπες βγες της καθημερινότητας μας, απ’ τον Φλεβάρη του ’20.
Η στάση αναμονής όχι και τόσο καλοδεχούμενη-γιατί το θερμόμετρο φλέρταρε με τα μονοψήφια νούμερα- όμως αναγκαία, γιατί η τσέπη του καθενός φλέρταρε με την ελπίδα να ζεσταθεί όχι από την…”περιρρέουσα” τελευταίως αύξηση των συντάξεων, μα απλά πολύ απλά απ’ το κάτι τις που διέθετε ο καθείς σ’ ένα λογαριασμό.
Το μικροσκοπικό καρτελάκι του καθενός υπάκουο στις εντολές του θαυματουργού μηχανήματος τοποθετούνταν σ’ αυτό και αμέσως μετά απομακρύνονταν με την ένδειξη “ευχαριστούμε και λυπούμαστε διότι αυτή την ώρα δεν είμαστε σε θέση να εξυπηρετήσουμε το αίτημα σας”. Κάπως έτσι έγραφε ευκρινώς στην οθόνη.
Ένας ένας οι καταθέτες απομακρύνονταν φανερά απογοητευμένοι και συγχρόνως ανίσχυροι μπροστά στον άκαμπτο αυτοματισμό της εποχής μας.
Ένα τηλεφώνημα μετά από επίμονες προσπάθειες στα κεντρικά της αρμόδιας τράπεζας αποδείχθηκε τυχερό. Η κυρία που σήκωσε το τηλέφωνο ευγενέστατα και πρόθυμα δέχτηκε ν’ ακούσει το αίτημα- παράπονο και ολίγον επίκληση, για το τι μέλλει γενέσθαι με το μηχάνημα που πεισματικά αρνούνταν να μας ζεστάνει.
“Την τροφοδότηση των ΑΤΜ την αναλαμβάνει κάποια εταιρεία. Η τράπεζα δεν έχει καμία αρμοδιότητα γι’ αυτό…” η κάπως έτσι εξήγησε με την ίδια ευγένεια η συνομιλήτρια…
“Μα εμείς εσάς ξέρουμε, την τράπεζα, σ’ αυτήν καταθέτουμε και αυτήν ξέρουμε, δεν τα καταθέτουμε σε κάποιους άλλους… Και που να τους βρούμε..;;;”
Η στιχομυθία με αμοιβαίες υποχωρήσεις κυρίως όμως με καλές προθέσεις, παρέμεινε σε άκρως πολιτισμένο επίπεδο και στους 7 βαθμούς Κελσίου.
“Μπορείτε να κάνετε τα ψώνια σας με την κάρτα…” επεσήμανε καλοπροαίρετα η υπάλληλος. Και ο καταθέτης επιστρατεύοντας μια ετοιμολογία-που αυθόρμητα ξεπηδάει κάποιες φορές απ’ τη βεβαιότητα της ισχυρής θέσης του “δικαίου”-ανάμεικτη με μια δόση χιούμορ εξ ίσου καλοπροαίρετη απαντάει ρωτώντας:
“Μα το εγγονάκι μου γιορτάζει αύριο, την κάρτα μου θα του δώσω..;”
Παράλληλα γέλια κι από τις δύο άκρες του σύρματος, με τον καταθέτη να ευελπιστεί στωικά, σε μια κατανόηση και στην μεταφορά στα ανώτερα όπως λέμε κλιμάκια του αιτήματος: “βάλτε κανένα φράγκο βρε παιδιά στο μηχάνημα..!”.
Χ. Μ.