Μετά τον πόλεμο και την μαζική μετανάστευση ξεχάστηκαν οι παλιές οι επιχειρήσεις. Πολλοί προσπάθησαν με διαφορετικό τρόπο να εκμεταλλευθούν τον ορεινό όγκο. Πολύ μεγάλα κοπάδια κυρίως από κατσίκια βοσκούσαν τα δάση της περιοχής και μεγάλα κοπάδια από βοοειδή την Αλπική ζώνη πάνω από τον Αμπάρ Κογιά, τα Μετέωρα της Θράκης όπως λέμε σήμερα, που δεν έχουν δάση και είναι καλυμμένα με ένα χόρτο που ευδοκιμεί εκεί, την τούφα και που βοσκιέται χειμώνα καλοκαίρι. Τον χειμώνα όμως τα ζώα πρέπει να κατεβούν χαμηλά γιατί το κλίμα θα τα καταστρέψει.
Μερικές ακόμα δραστηριότητες περνάν από το μυαλό μας που σήμερα έχουν χαθεί. Μέσα στο ποτάμι, κυρίως του Κόσυνθου, στο κομμάτι ανάμεσα στις δύο γέφυρες του Σαμακώβ και της Κωνσταντίνου και Ελένης, έβλεπες κάποτε δεκάδες ηλιοψημένους ανθρώπους, τους πετράδες, να εργάζονται καθημερινά και τα σκαρπέλια τους, τα καλέμια και τα σφυριά τους, να βγάζουν σπίθες από τη δουλειά. Όλοι οι δρόμοι των πόλεων και των κωμοπόλεων της περιοχής ήταν καλυμμένοι με τα πλακάκια, τους κυβόλιθους, που παρήγαγαν αυτοί οι τεχνίτες. Τώρα αυτή τη δουλειά την κάνουν κάτι τσιμεντένιες απομιμήσεις που όπως μου είπε κάποιος συνομιλητής μου και γέλασα χωρίς να το πιστέψω, ότι και αυτά εισάγονται από την Κίνα. Οι τεχνίτες όμως του Κόσυνθου εκτός από τα πλακάκια, παρήγαγαν αγκωνάρια, πέτρες που χρησιμοποιούσαν στις γωνίες πετρόχτιστων κτισμάτων, πέτρες που τοποθετούσαν μονοκόμματες πάνω από παραθύρια ή κάτι άλλες τραπεζοειδείς για να καλύψουν τα τόξα στα ανοίγματα των κτισμάτων. Περίτεχνα σκαλοπάτια γρανιτένια και κράσπεδα για τους δρόμους που με μαεστρία θα πω φιλοτεχνούσαν όχι τόσο με τη δύναμη που δεν τους έλειπε αλλά με την τέχνη να γνωρίζουν να χτυπούν και να κόβουν εύκολα την πέτρα σαν τυρί, ξέροντας και χρησιμοποιώντας τα νερά της. Έφτιαχναν μυλόπετρες διαφόρων διαστάσεων κόβοντας τον γρανίτη σε κυκλικούς τομείς και ενώνοντας τους με κάποια σιδερένια στεφάνια, έφτιαχναν πραγματικά κομψοτεχνήματα.
Άλλοι πάλι τεχνίτες όχι όπως αυτοί του Κόσυνθου αλλά της ασβεστόπετρας, στα νταμάρια της Χρύσας και της Μορσίνης και όπου αλλού υπήρχε ασβεστόπετρα, έφτιαχναν τα δικά τους έργα τέχνης που μαστοράδες από την Ήπειρο και αλλού, έχτιζαν τα Μακεδονίτικα και Νεοκλασικά παλάτια. Δεν έλειψαν από την περιοχή και οι τεχνίτες που δούλευαν τον πωρόλιθο. Ευτυχώς μια βιοτεχνία στην Μάνδρα εξακολουθεί να παράγει προϊόντα από πωρόλιθο και συνεχίζει την παράδοση.
Μια άλλη εργασία ήταν τα κεραμοποιεία. Παρήγαγαν τούβλα και κεραμίδια και οι περισσότεροι στα νεαρά χρόνια της ζωής μας, δουλέψαμε σε κάποιο κεραμοποιείο, απ’ όπου σκληρά μάθαμε τι σημαίνει μεροκάματο σε κάτεργο και πήραμε τα πρώτα χαρτζιλίκια μας.
Μια επίσης δραστηριότητα με πηλούς ήταν τα αγγειοπλαστεία που έφτιαχναν τις στάμνες που μας εξασφάλιζαν το καλοκαίρι δροσερό νερό, τα τσουκάλια που μαγειρεύαμε κάθε είδους φαγητό και κυρίως τη φασολάδα, τις κανάτες, τα πήλινα πιάτα, τις πιατέλες και τους μαστραπάδες, τις φουφούδες, τα θυμιατά και τις γλάστρες και όλα όσα χρησιμοποιούσε ένα σπίτι για την καθημερινή του ανάγκη. Σωλήνες από πηλό για τις αποχετεύσεις και τις καμινάδες, κιούπια μικρά, μεγάλα και μέγιστα, ήταν μια δραστηριότητα που την ήξεραν τόσο οι αγράμματοι νοικοκυραίοι όσο και οι σύγχρονες βιομηχανίες της εποχής.
Τώρα το πλαστικό έχει καταργήσει τα πάντα, κλαιγόμαστε όμως σαν μωρές παρθένες γιατί δεν έχουμε δουλειά. Σε λίγο καιρό, δεν κάνω προφητεία και αλλοίμονο να συμβεί και αυτό, θα καταργηθούν οι καφετέριες, τα ντελίβερι και όταν πεινάμε θα προμηθευόμαστε από αυτόματους πωλητές τα χάπια μας για τη χόρταση.
Θυμάμαι στο χωριό μας όταν επρόκειτο να κτίσουν κανένα σπίτι, κοντά στο χωριό που υπήρχε κανένα νταμάρι με ασβεστόπετρα μερικοί φίλοι συγχωριανοί έστηναν ένα ασβεστοκάμινο. Τοποθετούσαν τέσσερα πέντε κυβικά ασβεστόπετρας, κυκλικά ώστε στη μέση να σχηματίζεται μια τρύπα, τη γέμιζαν με ξερούς κορμούς από μεσέδες και όπως έχτιζαν τις πέτρες τοποθετούσαν εναλλάξ στις σειρές στρώσεις από ξύλα, μετά κάλυπταν την κατασκευή από πέτρες με κλαδιά ξύλα και φτέρες, κάλυπταν όλο το σωρό με αρκετό χώμα αφήνοντας στο κέντρο της κορυφής μια οπή ώστε όταν δώσουν φωτιά στο καμίνι να εξέρχεται ο καπνός. Από μια διπλανή τρύπα έβαζαν φωτιά στα ξύλα του καμινιού και σε μερικές μέρες, όταν τελείωνε η καύση, ένας σωρός τεσσάρων πέντε κυβικών από ασβεστόπετρα είχε μετατραπεί σε ασβέστη τον οποί χρησιμοποιούσαν κατά το δοκούν.
Με μια παράλληλη διαδικασία έφτιαχναν ξυλοκάρβουνα. Έκοβαν ξύλα, τα τοποθετούσαν σε ένα σχήμα πυραμίδας, ανάμεσα στα ξύλα έβαζαν πολλά προσανάμματα, σκέπαζαν το σωρό των ξύλων με κλαδιά φτέρες και χώματα, άφηναν μια τρύπα στην κορυφή και από μια διπλανή τρύπα, έβαζαν φωτιά στο καμίνι και σε μερικές μέρες όταν καιγόταν το καμίνι, όπως έλεγαν και λόγω της ατελούς καύσεως, τα ξύλα δεν καιγόταν εντελώς ώστε να αποτεφρωθούν αλλά απανθρακώνονταν, δηλαδή γινότανε κάρβουνο και έτσι οι συγχωριανοί νέοι κυρίως τοποθετούσαν τα κρύα κάρβουνα σε σακιά, γέμιζαν αρκετά βαγόνια στο σταθμό του τρένου και έτσι έλυναν το πρόβλημα της αφραγκίας τους χωρίς να περιμένουν από κανέναν. Όταν τελείωναν τα λεφτά τους ξανάρχιζαν το ίδιο παραμύθι. Τώρα ο χωριάτης για να ψήσει δυο πιπεριές και μια μπριζόλα, αγοράζει τα κάρβουνα από το LIDL ή από τον Μασούτη. Μήπως περιμένει από το Κράτος και κανένα επίδομα ανάλογο;
Οι άνθρωποι των παλαιών γενεών φρόντιζαν ποτέ να μην μείνουν χωρίς δουλειά και όταν καμιά φορά συνέβαινε και αυτό, φρόντιζαν τον εαυτό τους να τον διαθέτουν στην κοινωνία όπου με το θεσμό της αγγαρίας διόρθωναν ή δημιουργούσαν πολλές κοινόχρηστες επενδύσεις, Δημοτικές ή Κρατικές που βελτίωναν τη ζωή τους. Διόρθωση και κατασκευή δρόμων, συντήρηση κτιρίων και Σχολείων, κατασκευή αυλάκων και πολλά άλλα.
Υπήρχε μια συνήθεια όταν κάποιος νέος επρόκειτο να ανοίξει οικογένεια, οι συγγενείς και φίλοι μαζεύονταν όλοι μαζί και αναλάμβαναν το κτίσιμο του νέου σπιτιού. Ήταν μια παλιά συνήθεια που την κληρονόμησαν από τους τούρκους που αντηλλάγησαν με τους δικούς μας πρόσφυγες και έφυγαν στην Τουρκία.
Το χωριό μας παλαιότερα λεγόταν Χουσεΐν Κιογιού, δηλαδή χωριό του Χουσεΐν. Ένας απόγονος αυτού του Χουσεΐν που ονομάστηκε το χωριό προς χάρη του, ο Μαρέμ Χουσεΐν, δεν έφυγε στην Τουρκία αλλά επειδή οι τούρκοι των χωριών του κάμπου της Ξάνθης, δεν ήταν υποχρεωτικό να πάνε στην Τουρκία, αυτός κατέβηκε στο Παλαιό Κατράμιο με την οικογένεια του και απέφυγε την υποχρεωτική προσφυγιά. Οι κληρονόμοι του ζουν ακόμα στο Παλαιό Κατράμιο και αυτός πέθανε σε πολύ μεγάλη ηλικία. Ένας άλλος τούρκος αιωνόβιος, ο Μουσταφά Τσιβερμετζή, καταγόταν από το Κουζλάρ τα Κομνηνά. Ήταν πολύ καλοί άνθρωποι, ο Θεός να τους προσέχει εκεί που είναι και φίλοι πραγματικοί. Από αυτούς έμαθα πολλά για τους παλιούς κατοίκους των χωριών μας. Ο Μαρέμ Αγάς μάλιστα μου περιέγραφε το κομμάτι που θα σα διηγηθώ.
Όταν κάποιο ζευγάρι επρόκειτο να παντρευτεί και δεν κληρονομούσε κάποιο σπίτι αξιόλογο, που να μπορεί εκτός από το να κατοικεί, να βολεύει και όλες τις άλλες ανάγκες παραγωγής που για να την φέρει σε πέρας έπρεπε να έχει το ανάλογο σπίτι για να μπορεί να το πετύχει. Τότε η Κοινότητα του χάριζε μερικά στρέμματα από αυτά που προέβλεπε για να μοιράσει για οικόπεδα στους νέους του χωριού, ώστε να μπορέσει να κτίσει ένα σπίτι αξιόλογο, με τις αποθήκες του, το μαντρί του, το μπαξέ του όπου η χανούμισσα θα φρόντιζε α παράγει τα πάντα για το σπιτικό της. Τα ζώα και τα κοτόπουλα θα βοηθούσαν το νέο σπιτικό να ζήσει όσο καλύτερα μπορούσε. Επέτρεπε στους νέους να πάρουν από τη φύση ότι τους χρειάζεται για την κατασκευή του σπιτιού, φυσικά σεβόμενος την οικονομία του περιβάλλοντος, όπως θα λέγαμε σήμερα. Πέτρες, ξύλα οιδομίσημα από το δάσος και όλοι οι φίλοι και οι συγγενείς δούλευαν από κοινού, για το κτίσιμο του σπιτιού και των τοίχων της περίφραξης και αντιστήριξης του οικοδομήματος και της αυλής του. Φυσικά ο καθένας περίμενε όταν έρθει η σειρά του να τον βοηθήσουν όλοι όσους βοήθησε και αυτός. Βοηθούσαν όλοι να συνδεθεί με το αυλάκι του νερού ή να πλησιάσει κοντά του καμιά βρύση με τις πήλινες σωλήνες της εποχής και έτσι το βασικό έξοδο που είναι το σπίτι μιας οικογένειας, το εξασφάλιζε η κοντινή κοινωνία.
Οι γονείς και οι συμπέθεροι φρόντιζαν για την προίκα, τα βασικά ζώα και τα έπιπλα του νέου σπιτιού. Πώς να μην παντρευτεί ο άλλος και πώς να μην κάνει οχτώ παιδιά; Φαντάζεστε σήμερα κανένα ζευγάρι να έχει αυτή τη βοήθεια; Φυσικά οι χώροι αυτοί ήταν διαλεγμένοι ώστε και το νερό να είναι κοντά και το χώμα εύφορο και ο προσανατολισμός του χωριού και του σπιτιού, να απολαμβάνει τον μεσημεριανό ήλιο και τον κατάλληλο αερισμό. Γέλασα όταν ο Μαρέμ Αγάς μου διηγήθηκε πως οι παλαιότεροι διάλεγαν τον κατάλληλο χώρο για να κτίσουν ένα χωριό. Κάποιες οικογένειες γαϊδουριών τις άφηνα ελεύθερες να βοσκούν και από μόνα τους κάποτε συνήθιζαν να διανυκτερεύουν σε ένα ορισμένο σημείο. Όλοι πίστευαν ότι εκείνο ήταν το καλύτερο σημείο για να κτιστεί το χωριό τους και τα σπίτια τους.
Συνέβη πολλές φορές να νοικιάζω γκαρσονιέρες σε φοιτητές, μηχανικούς του περιβάλλοντος. Τους είπα το παραμύθι αλλά κανένας δεν ήξερε να μου απαντήσει. Κάποτε τον ίδιο μύθο τον είπα και σε ένα γνωστό μου Πρύτανη της Πολυτεχνικής. Γέλασε και μου είπε ότι χρειάζεται ντοκτορά η περίπτωση αλλά πώς να την κάνεις.
Για να συμπληρώσω τα περιβαλλοντολογικά στοιχεία των σπιτιών του περασμένου αιώνα θα αναφέρω ότι εκτός από τις μεγάλες τζαμαρίες που διέθεταν τα σπίτια από το νοτιά, οι βορεινοί τοίχοι είχαν αρκετό πάχος και προστάτευαν αρκετά το οικοδόμημα. Στους μπαξέδες διέθεταν μεγάλες στέρνες για να υπάρχει αρκετό απόθεμα νερού για τις ανάγκες του κήπου και πολλά σπίτια κάτω από την καπάντζα, εσωτερική ξύλινη σκάλα, διέθεταν ειδικού σχήματος δεξαμενές με χοντρές πλάκες μαρμάρου, χωρητικότητος ενός κυβικού νερού και σκεπασμένο με ξύλινο σκέπασμα. Υποθέτω ότι το νερό αυτό προοριζόταν για οικιακή κατανάλωση. Για να ποτίζονται οι κήποι μαστεύονταν τα νερά κάποιων πηγών και με στενό τσιμενταύλακα έφθανε το νερό ως τους μπαξέδες.
Οι κάτοικοι των χωριών της εποχής εκείνης, εκτός από τα καπνά που ήταν η βασική δουλειά τους και από αυτήν περίμεναν τα χρήματα για να ζήσουν, προσπαθούσαν να είναι αυτάρκεις παράγοντας ή συλλέγοντας ότι μπορούσαν από τη φύση. Και ο πιο τελευταίος είχε κοτόπουλα για κρέας και αυγά και κάνα δυο κατσίκες ή και καμιά αγελάδα για να εξασφαλίζει το γάλα και τα γαλακτοκομικά του. Γιαούρτι, τυρί, βούτυρο. Από τους μπαξέδες προμηθευόταν τα λαχανικά, τις πατάτες, τα οπωρικά και οι γυναίκες ήξεραν καλά να τα φέρνουν βόλτα και η οικογένεια να σηκώνεται χορτάτη από το τραπέζι.
Στο κεφάλαιο αυτό θα προσπαθήσω να περιγράψω διάφορα στοιχεία από την Γεωλογία, την Ιστορία και την παράδοση της περιοχής, αξιοθέατα περίεργα και καθημερινά.
Η κοιλάδα του Νέστου, σε κάποια παλιά γεωλογική περίοδο, μετά τις δυο τρεις περιόδους των παγετώνων, αποτέλεσε μια μεγάλη λίμνη όπως κάποτε ήταν η Θεσσαλία και όταν το νερό για άγνωστους λόγους βρήκε διέξοδο από τα Τέμπη στη θάλασσα και ελευθέρωσε τη σημερινή περιοχή της Θεσσαλίας μέχρι τα Μετέωρα. Έτσι και στην κοιλάδα του Νέστου, κάποτε τα νερά βρήκαν διέξοδο, εκεί κοντά στους Τοξότες και δημιουργώντας μια τεράστια πλημμύρα, έφθασαν στο Αιγαίο δημιουργώντας από προσχώσεις τον κάμπο της Ξάνθης και της Χρυσούπολης.
Στην αρχή της σταδιοδρομίας μου, μόλις είχα τελειώσει το Πανεπιστήμιο και έχοντας κλειστές όλες τις πόρτες για εργασία, λόγω χούντας, με ένα ξάδελφο μου, τον Μανώλη τον Μπέρτο, που ήταν σχετικός με μπουλντόζες και σκαπτικά μηχανήματα, αποφασίσαμε να κάνουμε με κάποια μηχανήματα που αγοράσαμε, χωματουργικές εργασίες. Στη στροφή πριν το Μικρό Τύμπανο, εκεί που βρίσκεται ένα ελαιοτριβείο σήμερα, ακριβώς απέναντι πάνω από το δρόμο, είχαμε ανακαλύψει και λειτουργήσαμε ένα αμμορυχείο. Τα ίχνη του υπάρχουν και σήμερα. Μου έκανε εντύπωση ότι μαζί με το αμμοχάλικο που βγάζαμε, υπήρχαν άφθονα κελύφη οστράκων σε μεγάλο ποσοστό. Αναρωτιόμασταν τι ζητούσαν αυτά τα όστρακα πενήντα με εβδομήντα χιλιόμετρα μακριά από τη σημερινή παραλία των Μαγγάνων, του Ερασμίου, του Δέκαρχου. Άρχισα να πιστεύω ότι η παραλία κάποτε ήταν σ’ αυτό το σημείο, στο Μικρό Τύμπανο, πριν η παρανέστια περιοχή γίνει κοιλάδα. Αυτό το μαρτυρούν και βουνά ολόκληρα που έχουν διαβρωθεί από τις χιλιάδες χρόνια ύπαρξης νερού, μέχρι τις κορυφές τους σχεδόν από τα νερά της λίμνης.
Ο Αμπάρ Καγιάς κοντά στον Λειβαδίτη, τα σημερινά Θρακικά Μετέωρα όπως αρέσκεται να τα ονομάζει ο Ορειβατικός Σύλλογος Ξάνθης και η πρόεδρος του η κυρία Πορφηλίδου που κατάγεται από τον Λειβαδίτη, οι γκρεμοί απέναντι από την Σταυρούπολη από την πλευρά του Κεχρόκαμπου πλάι στον Νέστο, ο Μαύρος Καγιάς ανατολικά του κάστρου της Καλύβας, τα γκρεμνά στις άκρες του ποταμού Νέστου από τα Κομνηνά ως τους Τοξότες απ’ όπου έφυγε το νερό προς τη θάλασσα και σήμερα τα ονομάζουμε Θρακικά Τέμπη, έχουμε φυσικά τα Θεσσαλικά Τέμπη, τα Μακεδονικά στην περιοχή της Ρεντίνας και φυσικά τα δικά μας τα Θρακικά. Πιστεύω ότι εκτός από τις κοινές ονομασίες έχουν και κοινή γεωλογική ιστορία. Δεν πιστεύω να ήταν σύγχρονη η ιστορία τους πάντως υπήρξε ανάλογη.
Διαβρωμένα βουνά απαντάμε και στη διαδρομή του Νέστου προς τον Θησαυρό και όσοι είχαμε την τύχη να επισκεφτούμε το χώρο που σήμερα καλύπτει η λίμνη του Θησαυρού και καλύπτει ανάγκες παραγωγής ρεύματος της ΔΕΗ. Δεν έχει πολλά χρόνια που έγινε το φράγμα και η λίμνη. Πολλοί που κατοικούσαμε σε κοντινά χωριά όπως εγώ στο Ιωνικό, επισκεπτόμασταν και γνωρίζαμε την περιοχή πριν τη λίμνη και κατά τη διάρκεια της κατασκευής της. Εύχομαι να κρατήσει σαν τα ψηλά βουνά γιατί αλλοίμονο αν δεν τη φυλάξει ο Θεός και συμβεί κανένα δυσάρεστο.
Οι γεωλογικές εξελίξεις και τα περίεργα που συνέβησαν κατά τη διάρκεια των χιλιάδων αιώνων που πέρασαν, στην περίπτωση μας στο κομμάτι αυτό της Ανατολικής Μακεδονίας και Θράκης συν τοις άλλοις εκτός από το ανάγλυφο τη δημιουργία της οροσειράς της Ροδόπης και δυτικά τα βουνά της Ανατολικής Μακεδονίας, Φαλακρό και άλλα, εκτός από το ότι κάθε τετραγωνικό μέτρο του χώρου, είναι ένα αξιοθέατο κομμάτι της φύσης που πλούσια το διακοσμεί μια σπάνια χλωρίδα και πανίδα, πιο σημαντική προίκα είναι ο πόταμος Νέστος. Σ’ αυτά έρχεται να προστεθεί το απίθανο κλίμα της περιοχής και να μετατρέψει σε πραγματικό παράδεισο αυτό το μέρος. Αν μάλιστα εμείς οι άνθρωποι βοηθήσουμε τον Νέστο να ξεδιπλώσει όλες τις ευλογίες του στην περιοχή, θα μετατραπεί στην πιο προικισμένη περιοχή της Ελλάδας.
Από την περιοχή του Παρανεστίου μέχρι τους Τοξότες, ο Νέστος κυλάει ανάμεσα σε ένα τεράστιο αμμοχαλικώνα που εκτός ότι αδικεί τον Νέστο σαν παρουσία δεν του επιτρέπει να παρουσιασθεί όπως πρέπει. Οι τεράστιες αυτές ποσότητες αμμοχάλικου, που είναι ένας αμύθητος πλούτος, μπορούν να χρησιμοποιηθούν σαν υποδομή λιμενικών εγκαταστάσεων, δημόσιων δρόμων, αγροτικών δρόμων, επιστρώσεων σε λιμνάζοντα μέρη και σε χίλιες δυο άλλες εφαρμογές όπου χρειάζονται μπάζα. Κάποιο εργοστάσιο δε, προκατασκευασμένων ΝΤΟΚ για λιμάνια, σπιτιών και άλλων υποδομών, μπορεί να αξιοποιήσει επικερδώς αυτά τα υλικά. Σε όλο το μήκος της κοιλάδας από το Παρανέστι έως τους Τοξότες, παράλληλα υπάρχει σιδηροδρομική γραμμή με πέντε έξι σιδηροδρομικούς σταθμούς, θαρρείς και έχει φτιαχτεί για να εξυπηρετήσει τη μεταφορά του όγκου αυτού, εύκολα όπου τυχόν και χρειαστεί, στα λιμάνια, στους δρόμους και αλλού και σε όποιο άλλο μέρος της Ελλάδας ή της Ευρώπης χρειαστούν προϊόντα από το παραπάνω εργοστάσιο που αναφέραμε.
Στην τακτοποιημένη πλέον αυτή κοίτη, θα σχηματισθεί μια απίθανη λίμνη, ομορφότατη. Σε δημοσίευμα μου στην εφημερίδα ΕΜΠΡΟΣ στις 13 Μαΐου 2020την ονόμασα «Νεστιάδα». Εκτός από του ότι θα διαμορφωθεί μια νέα ομορφιά στην περιοχή, με την ύπαρξη της λίμνης και την ευκαιρία για εκατοντάδες νέες δραστηριότητες, τουριστικές, αθλητικές και ότι άλλο σκεφτεί κανείς, θα δεσμευτεί μια νέα τεράστια ποσότητα γλυκού νερού για να βοηθήσει, εκτός από την άρδευση των κάμπων της Χρυσούπολης και της Ξάνθης, οποιαδήποτε δραστηριότητα υδροβόρα χρειαστεί.
Πολλές βιομηχανίες δεν γίνονται όταν χρειάζονται ανάλογες ποσότητες νερού που δεν υπάρχουν. Η βιομηχανία ζαχάρεως έγινε στη Ξάνθη γιατί την υποστήριξε ο Νέστος ποταμός. Το εργοστάσιο παραγωγής από αέριο έγινε στην Κομοτηνή, γιατί προηγουμένως έγινε η τεχνητή λίμνη για να εξυπηρετεί τις ανάγκες του σε νερό. Το γλυκό νερό και η ενέργεια , είναι όπως το ζούμε, οι αιτίες για τους νέους πολέμους. Πρέπει να προνοήσουμε να τα έχουμε πριν μας λείψουν.
Παράλληλα εδώ σ’ αυτή τη λίμνη που την ονομάζω ΝΕΣΤΙΑΔΑ, σαν νύφη κόρη του Νέστου, υπάρχει η δυνατότης και παραγωγής ηλεκτρικού ρεύματος, από το τρεχούμενο νερό. Στην ανατολική Τουρκία εκεί όπου άρχισε ο καυγάς για τα νερά του Τίγρη και του Ευφράτη, όπου αργά ή γρήγορα θα έχουμε διενέξεις όχι για την ενέργεια αλλά για το νερό. Σε κάποια επίσκεψη μου μέτρησα είκοσι μία νομίζω τεράστιες τεχνητές λίμνες. Εκτός του ότι θα ποτίσουν την έρημο της μισής ανατολικής Τουρκίας, ο τόπος που υπάρχουν οι λίμνες δεν χρειάζεται να πούμε ότι ήδη αναπτύσσεται. Εάν τον Νέστο τον βοηθούσαμε να μας βοηθήσει, θα μας λύσει το πρόβλημα της ανάπτυξης της περιοχής και των πεδιάδων που μετά από τις προσπάθειες του αείμνηστου Γ. Παυλίδη, αποφασίστηκε με την καινούργια διακομματική επιτροπή να αρδευτούν. Οι Σάμιοι τετρακόσια χρόνια π. Χ. είχαν τρυπήσει βουνά για να μεταφέρουν νερό. Εμείς απλώς χρειάζεται να καθαρίσουμε την κοίτη.
Η κατασκευή της τεράστιας λίμνης του Θησαυρού, για όσους το παρακολουθήσαμε να κατασκευάζεται, δεν ήταν μικρότερο έργο. Σε όσους το παρακολουθήσαμε μια απορία έτρωγε τις ψυχές μας. Πως θα γεμίσει αυτό το πράγμα με νερό. Μερικοί που παρίσταναν τους πληροφορημένους μας έλεγαν ότι ίσως χρειασθούν και πέντε χρόνια. Το περίεργο είναι ότι κόντεψε να γεμίσει την πρώτη χρονιά. Φυσικά πήγε βροχερή εκείνη η χρονιά αλλά κανένας δεν το πίστευε να γεμίσει. Τώρα συζητώντας με καινούργιους πληροφορημένους, δεν δέχονται ότι μπορεί να γίνει ανάπτυξη στην περιοχή γιατί δεν βρίσκονται άνθρωποι που να ενδιαφέρονται για δουλειά. Όλοι είναι συνταξιούχοι και υπερήλικες και δεν ενδιαφέρονται για εργασία.
Στο ίδιο παραπάνω δημοσίευμα της 13ης Μαΐου 2020 του ΕΜΠΡΟΣ, είχα προτείνει τη δημιουργία Συνεταιριστικής Σχολής για να μπορέσει μαζί με τους φοιτητές της να πάρει ανάσα η Σταυρούπολη και να κυκλοφορήσουν νέοι στην πανέμορφη πόλη. Αν μάλιστα μπορούσαν να σπουδάσουν καμιά πεντακοσαριά φοιτητές σε όλα τα έτη, με αναλογία ένας φοιτητής τρεις εργαζόμενοι για να καλύψουν τις διάφορες ανάγκες, σκεφτείτε μέσα σε δυο χρόνια να κυκλοφορούν δυο χιλιάδες νέοι, μέσα στην Σταυρούπολη. Αλλά τώρα, χωρίς να αποσύρω την παλαιότερη πρόταση μου για τη Συνεταιριστική Σχολή, που τη δικαιούται όσο κανένα μέρος της Ελλάδος, γιατί ο αείμνηστος Μπαλτατζής και ο πρωτοπόρος Χουρμουσιάδης, κατάγονταν από δω και τίμησαν την περιοχή με τα πιστεύω τους. Προτείνω τώρα που η κυρία Μπακογιάννη κάνει προσπάθεια η εκπαίδευση των στελεχών της Φρόντεξ να γίνει στην Ελλάδα, ένα μέρος να εκπαιδεύεται στην Σταυρούπολη.
Υπάρχουν οι απαραίτητες στρατιωτικές εγκαταστάσεις που μπορούν να βοηθήσουν αυτή την πρωτοβουλία. Η Δημαρχία Ξάνθης να αναλάβει πρωτοβουλία να διεκδικήσει και να υποστηρίξει το αίτημα αυτό της Σταυρούπολης και η Περιφέρεια α συνδράμει ώστε να διορθωθούν οι δρόμοι από το αεροδρόμιο μέχρι την Σταυρούπολη και από την Σταυρούπολη στην Ξάνθη. Θα επαναλάβω ότι η παρανέστια περιοχή είναι το ωραιότερο μέρος της Ελλάδας και ο τεράστιος ταμιευτήρας νερού που θα δημιουργηθεί από την δημιουργία της λίμνης, εκτός από την ομορφιά που θα προσθέσει στο περιβάλλον, είναι ένα τεράστιο ατού ανάπτυξης για την περιοχή.
Θα προσπαθήσω να απαριθμήσω ακόμα πόσα αξιοθέατα υπάρχουν, ιστορικά σημεία μνημεία της φύσεως στην περιοχή. Εκτός από τα παρθένα δάση που διαθέτει, το υπέροχο κλίμα, τον ποταμό Νέστο, την σιδηροδρομική γραμμή στην αγκαλιά της, την Εγνατία οδό στα είκοσι χιλιόμετρα το πολύ, το αεροδρόμιο της Χρυσούπολης στα πόδια της και τη θάλασσα του Θρακικού πελάγους σε απόσταση αναπνοής. Όλοι οι οικισμοί από τα Ίμερα των Τοξοτών μέχρι την Πλατανόβρυση του φράγματος του Θησαυρού, είναι σημεία αξιοθέατα για τον τουρίστα ή τον επισκέπτη της περιοχής.
Νίκος Τσούργιαννης