Στο παγκόσμιο κύπελλο του 1958 στην Στοκχόλμη στον τελικό έφτασαν η Σουηδία και η Βραζιλία. Ήταν η πρώτη φορά που έπαιζε με την Εθνική της χώρας του ο Πελέ. Ήταν ηλικίας 17 χρόνων. Νεαρούλης. Το σύστημα τότε ήταν καθαρά επιθετικό. Πέντε στην επίθεση, δύο στο κέντρο και τρείς στην άμυνα. Η μπροστινή πεντάδα ήταν μια πεντάδα φωτιά. Αποτελούνταν από τους Ντίντι, Βάβα, Μανέ Γκαρίντσα, Πελέ και Μάριο Ζαγκάλο.
Αυτοί στην ουσία δεν ήταν ποδοσφαιριστές, καλλιτέχνες αφηρημένης τέχνης ήταν. Δεν σουτάριζαν, δεν ντριπλάριζαν, δεν σεντράριζαν, δεν πασάριζαν, δεν έπαιζαν ποδόσφαιρο, αυτοί μόνον ζωγράφιζαν στο χόρτο πίνακες αφηρημένης τέχνης, ποίησης και εξωφρενικών προσποιήσεων. Μπροστά τον περίμενες κι αυτός ήταν ήδη από πίσω σου. Προσπαθούσες να μαντέψεις σε ποιόν θα δώσει την μπάλα κι αυτή ήδη αναπαύονταν στα δίχτυα των αντιπάλων. Μετά τον τελικό της Στοκχόλμης που έληξε 5-2 υπέρ της Βραζιλίας, όπου εμφανιζόταν αυτή η πεντάδα, ό αντίπαλος προπονητής σκεφτόταν πως θα οργανώσει την άμυνά του για να μην φάει περισσότερα από πέντε γκόλ. Τα πέντε τέρματα που θα δεχόταν θα ήταν ένα λογικό αποτέλεσμα για την ομάδα του. Κάτω από αυτόν τον αριθμό όλοι αναρωτιόντουσαν γιατί ο Πελέ και ο Βάβα είχαν πάθει αφλογιστία.
Μικρός στα χρόνια και μεγάλος στα όνειρα βρέθηκα στα 1980 στο ονειρικό Μαρακανά του Ρίο ντε Τζανέιρο. Έπαιζε η Φλαμένκο εναντίον της Βάσκο ντα Γκάμα. Βρήκα μια θέση και περίμενα την έναρξη. Στον ηλεκτρονικό πίνακα έβγαλαν πρώτα την σύνθεση της Βάσκο ντα Γκάμα και αμέσως μετά της Φλαμένκο.
Στο τέλος των ονομάτων των ποδοσφαιριστών ανακοίνωναν το όνομα του προπονητή. Μετά την σύνθεση της Φλαμένκο ο πίνακας έγραψε με μεγάλα γράμματα ‘’Tecniko: Zagallo’’. Έπαθα σύγκρυο, κάναν πεταλούδες τα μάτια μου, αναγνώριζα τον ένα από τους πέντε αριστουργηματικούς Picasso των γηπέδων της μαγικής Βραζιλίας. Τον διέκρινα από τα γυαλιά του με τον συρμάτινο σκελετό που μπήκε στον αγωνιστικό χώρο και κατευθύνθηκε στον πάγκο της ομάδας του. Γύρισαν τα μυαλά μου και η λιγούρα από το στομάχι μου είκοσι δυο χρόνια πίσω, ξανάγινα το παιδάκι των εννέα χρόνων που καρφωνόταν στο ραδιόφωνο Tesla που είχαμε σπίτι για να ακούσω τον σπήκερ να λέει χαρακτηριστικά ‘’ο αμυντικός της Αγγλίας προσπαθεί να καταλάβει τι έγινε και που βρίσκεται τώρα ο Γκαρίντσα μετά την πάσα που πήρε από τον Ζαγκάλο. Ήταν μπροστά, ήταν πίσω, που πήγε η μπάλα και δεν την βλέπω;’’.
Τέτοια ωραία γίνονταν τότε και μου ήρθαν στο νου την ώρα που έβλεπα ολοζώντανον μπροστά μου τον μεγάλο έξω αριστερά σουτέρ της θρυλικής Βραζιλίας με τερματοφύλακα τον πανύψηλο αυτοκράτορα των γκολ ποστ Γκιλμάρ.
Συγχωρέστε με, αυτές οι θυελλώδεις αναμνήσεις με αναστατώνουν όταν σαν Ποσειδώνια σύννεφα κινούνται δαιμονιωδώς μέσα στο κρανίο μου. Διάβασα πως ο Ζαγκάλο ζεί και είναι 90 ετών. Σκέπτομαι να βρω την διεύθυνσή του και να του προτείνω να πιούμε μαζί έναν καφέ στην Copa Cabana για να του θυμίσω το συγκεκριμένο ματς. Ίσως, μπορεί και να το θυμάται. Θα το προσπαθήσω!
Φοίβος Ιωσήφ