Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Αφιερώματα Στη χώρα του Καραγκιόζη

Στη χώρα του Καραγκιόζη

0

Τι νέα από το βενζινάδικο;

Δημήτρης Αβούρης
Συγγραφέας-αφηγητής παραμυθιών

Να μπορούσα στα σύννεφα να ’χα εγώ βενζινάδικο
Λίνα Νικολακοπούλου

 

Νιόνιος: Από το Τζάντε κίνησα με τούτη την κιθάρα

στο καρναβάλι τση Ξάνθης πρόκαμα ανάποδα το Μιαούλη.

Η ιστορία ναύαρχε είναι μια σαχλαμάρα

που αλλιώς τη φτιάνουν οι άρχοντες κι αλλιώς τη λεν οι δούλοι;

Μιαούλης: Δεν ξέρω Νιόνιο μου, εγώ είμαι παλουκωμένος εδώ που με βλέπεις, τριάντα ολόκληρους χρόνους.

Νιόνιος: Γιατί σε παλούκωσαν Ανδρέα μου;

Μιαούλης: Για να με τιμήσουν.

Νιόνιος: Έλα στα σύγκαλα σου καπετάνιε μου. Εσύ που πολέμησες, εσύ που ’σαι ναύαρχος…

Μιαούλης: Νιόνιο μου, όποιος πολεμάει για την πατρίδα έχει κακό τέλος. Τον παλουκώνουν.

Νιόνιος: Ναύαρχε μου δεν τα λες καλά. Μήπως η νησίδα που σε παλούκωσαν είναι μικρή και δεν χωράς;

Μιαούλης: Τόση ήταν και η πατρίδα όταν ξεκίνησε ο αγώνας.

Νιόνιος: Και τη μεγαλώσατε ναύαρχέ μου.

Μιαούλης: Δεν το βλέπω.

Νιόνιος: Τι βλέπεις;

Μιαούλης: Το βενζινάδικο. Αν είχα δικό μου βενζινάδικο η πατρίδα δε θα είχε εχθρούς.

Νιόνιος: Είναι θέμα βενζίνης;

Μιαούλης: Ακριβώς. Όποιος έχει βενζίνη κερδίζει τον κόσμο.

Νιόνιος: Ω, δεν το ’χα σκεφτεί ευτούνο ναύαρχέ μου. Ξέρεις, η θεία μου η Αυγουλάκαινα άλλα μου ’λεγε. «Νιόνιο, η καλή καρδία, η εξυπνάδα, η ομορφάδα, η αρετή και η τόλμη νικάνε θεούς και δαιμόνους.»

Μιαούλης: Εκείνη θα ’χε στο νου της τη Φιλική Εταιρεία.

Νιόνιος: Ναίσκε, εμείς στο Τζάντε είμαστε ούλοι με τη Φιλική Εταιρεία. Εσύ με ποια εταιρεία είσαι;

Μιαούλης: Θέλω δε θέλω, εδώ που με παλούκωσαν, με την AVIN.

Νιόνιος: Ωρε, με ξένη εταιρεία είσαι ναύαρχέ μου; Ρεντίκουλο έχεις γίνει. Ρεζίλι των σκυλιώνε.

Μιαούλης: Φαίνεται ωρέ Νιόνιο; Μου βάλανε μισό κεφάλι και με βάλανε να φυλάω το βενζινάδικο.

Νιόνιος: Σου έχουν εμπιστοσύνη γι’ αυτό σε ’βάλαν security. Και σε φροντίζουν ναύαρχέ μου, δεν πρέπει να έχεις παράπονο. Σου φυτεύουν το γύρω γύρω μπρόκολα, κουνουπίδια, πράσα, βιολετούλες και ούλα τα άνθη. Να τρως και να μυρίζεσαι.

Μιαούλης: Για γάιδαρο με περάσανε και μου κορνάρουν κι από πάνω. Τέτοια πομπή!

Νιόνιος: Δε θα πεινάσεις ποτέ ατρομητότατέ μου.

Μιαούλης: Πεινάω για λευτεριά.

Νιόνιος: Εδώ παραδίπλα έχει και γυράδικο. Δε σου φέρνουνε κανένα γύρο από κοτόπουλο ελευθέρας βοσκής;

Μιαούλης: Παράπονο το ’χω. Κανείς δε με κοιτάει. Μοναχά κάτι κυριούλες με τα σκυλάκια τους. Τα φέρνουν εδώ να ξαλαφρώσουν. Με κερνάνε κουράδια και μου ρίχνουν και μια συνωμοτική ματιά να μην το πω κανενός. Έχω φάει κατούρημα που με βλέπεις.

Νιόνιος: Ούτε οι τόσοι δήμαρχοι που πέρασαν τα τελευταία τριάντα χρόνια δεν ήρθαν μπροστά σου;

Μιαούλης: Από πίσω μου περνάνε.

Νιόνιος: Θα ντρέπονται να σε δουν. Θα σε τρέμουνε.

Μιαούλης: Όχι. Ανήκουν σε άλλη εταιρεία.

Νιόνιος: Και μη χειρότερα καπετάνιε μου.

Μιαούλης: Υπάρχουν και χειρότερα. Δίπλα από την αμόλυβδη κρέμασαν και πινακίδα. Με υποχρέωσαν να την κοιτάζω στα μάτια. Και γράφει: «ΑΠΑΓΟΡΕΥΕΤΑΙ ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΑ ΚΑΙ ΠΑΣΑ ΧΡΗΣΗ ΦΩΤΙΑΣ». Δύο δυστυχίες μαζί. Ούτε να φουμάρω τον καημό μου, ούτε να βάλω φωτιά να σας κάψω όλους. Μπουρλότο θέλετε.

Νιόνιος: Μα γιατί γενναιότατε να μας κάψεις;

Μιαούλης: Για να πάτε στο χυτήριο να σας ξαναφτιάσουν. Μήπως και γίνετε άνθρωποι.

Νιόνιος: Και τι είμαστε ναύαρχέ μου;

Μιαούλης: Κινητά, κάρτες, υπολογιστές και τηλεκοντρόλ. Αξιοθρήνητοι δούλοι είσαστε.

Νιόνιος: Ντροπή σου να λες τέτοια πράματα άνθρωπος άγαλμα. Δεν κάνεις το σταυρό σου που δε σ’ έχουν μουντζουρώσει στα μούτρα ακόμα;

Μιαούλης: Το κακό είναι, ότι η πατρίδα έμεινε άγαλμα και όλοι την κατουράνε και τη μουτζουρώνουν.

Νιόνιος: Τι άλλο σε πειράζει Αντρέα μου; Να τα πω στον προφεσόρο.

Μιαούλης: Ένα δεντράκι για ίσκιο, να με σκεπάζει.

Νιόνιος: Όπως λέει ο Ελύτης «Βοηθός και σκέπη μας Άη Μιαούλη!»

Μιαούλης: Με πειράζει και η τιμή της αμόλυβδης.

Νιόνιος: Πάει να πει, σκέφτεσαι να πάρεις ένα 4×4 για να το σκάσεις;

Μιαούλης: Διακόσια χρόνια η τιμή της αμόλυβδης όλο και ανεβαίνει και η τιμή της πατρίδας όλο και πέφτει. Φοβάμαι μην πάθω κανένα εγκεφαλικό.

Νιόνιος: Κατάλαβα. Θα τους πω να σε γυρίσουνε κατά τον κόσμο να μη βλέπεις την τιμή της βενζίνης.

Μιαούλης: Όχι. Καλύτερα στο βενζινάδικο. Όταν έχει συννεφιά περνάω καλά. Κλαίω και ύστερα μου συμπαραστέκεται η βροχή. Η μόνη που με καταλαβαίνει.

Νιόνιος: Ναύαρχέ μου, δε μου λες και δύο σωστές κουβέντες να πω στη Φιλική Εταιρεία;

Μιαούλης: Απεφασίσθη τάχα πλέον ο κοινός αφανισμός μας; Ω, της αθλιότητός μας! Αλίμονον εις το έθνος μας!

Ο πατριώτης
Ανδρέας Μιαούλης
Νιόνιος: Ναύαρχέ μου, δεν υπάρχει σωτηρία;

Σ.Σ. Ο διάλογος αυτός που έλαβε χώρα στη νησίδα των οδών Λευκίππου και Δημοκρίτου εκεί που βρίσκεται ανάποδα τοποθετημένη η προτομή του Ανδρέα Μιαούλη διεκόπη ξαφνικά. Άρχισε να βρέχει…

Σε λίγο καιρό οι Έλληνες θα τιμούσαν το ’21.

 

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αφιερώματα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση του Σαββάτου: «Αίμος – Διαδρομές στα Βαλκάνια» του Θοδωρή Νικολάου

Τι είναι τα Βαλκάνια, όμως ; Φυλές, θρησκείες, εθνότητες, συνήθειες και ήθη παράγουν ένα γ…