Για το «τέρας του φασισμού και τις μορφές του» μίλησε σε εκδήλωση της ΕΛΜΕ και του ΔΣΞ ο πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου Κ. Παπαϊωάννου
Το σχολείο πρέπει να αποτελέσει μία «κιβωτό μνήμης» για την επανασύνδεση εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων με όλα τα μεγάλα γεγονότα και ιδεώδη της ιστορίας, επεσήμανε ο ομιλητής
Για το «τέρας του φασισμού και τις μορφές του», με φόντο την άνοδο της ακροδεξιάς στην Ευρώπη και επίκεντρο το ρόλο της εκπαίδευσης και του σχολείου, μίλησε σε εκδήλωση της ΕΛΜΕ και του Διδασκαλικού Συλλόγου ως κεντρικός εισηγητής ο Κωστής Παπαϊωάννου, πρόεδρος της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου, ανήμερα της 51ης μαύρης επετείου της επιβολή της δικτατορίας στη χώρα μας.
Ο ίδιος τοποθετήθηκε επί του ρόλου και της δράσης της Χρυσής Αυγής, δίνοντας έμφαση στη δίκη και τα αποτελέσματα που ήδη παράγει, ενώ ως εκπαιδευτικός-φιλόλογος ανέλυσε την ανάγκη της δημιουργίας νέων καναλιών σύνδεσης με κομβικά γεγονότα και ιδεώδη της ιστορίας στο σχολείο, ώστε η εκπαίδευση να αποτελέσει «κιβωτό μνήμης» και επανασύνδεσης εκπαιδευτικών, μαθητών και γονέων με αυτά.
Το διπλό μήνυμα της μαύρης επετείου-Ο φασισμός είναι πάλι εδώ
Λίγο πριν την εκδήλωση ο κ. Παπαϊωάννου μας μίλησε για το στίγμα της ακροδεξιάς στην ελληνική και ευρωπαϊκή κοινωνία και πώς η «μορφή το τέρατος», ο νεοναζισμός εκφράζεται μέσα από το κόμμα της Χρυσής Αυγής. Με αφορμή την 21η Απριλίου, σημείωσε ότι η σημασία της επετείου είναι διπλή, «για να τονίζουμε και να θυμόμαστε αφενός τι έφερε αυτή η δικτατορία στη χώρα, με αποκορύφωμα την τραγωδία της Κύπρου και αφετέρου για να μην ξεχνάμε μια σειρά από πληγές, πολλές από τις οποίες έκαναν πολλά χρόνια να κλείσουν, από παραβιάσεις δικαιωμάτων του ανθρώπου που βασανίστηκαν, καταστράφηκε η ζωή τους, οι κοινωνικές και προσωπικές τους σχέσεις», προσθέτοντας ότι αποτελεί και μία συγκυρία όπου είναι ορατή η προσπάθεια να ξεπλυθεί αυτή η επέτειος. Όπως ανέφερε: «είναι πολύ χαρακτηριστικό το παράδειγμα ότι μία εφημερίδα δίνει σήμερα [σ.σ. ημέρα της επετείου] δώρο ένα CD με τα μουσικά κομμάτια της επταετίας. ακόμη και η χρήση των όρων δείχνει την προσπάθεια να χάσουν οι λέξεις το πραγματικό του νόημα και να αποφορτιστούν πλήρως».
Γιατί δεν προβάλλεται –όσο θα έπρεπε- η δίκη της Χρυσής Αυγής
Ακόμη, ο κ. Παπαϊωάννου επεσήμανε: «βρισκόμαστε σε μία περίοδο που η ακροδεξιά και διεθνώς και στην Ελλάδα, έχει μεγάλη δυναμική, αρκεί να δει κανείς τις πρόσφατες εκλογές στην Ουγγαρία, την Αυστρία, την Ιταλία και πέραν του Ατλαντικού με την προεδρεία του Τραμπ. Υπάρχει ένα κλίμα περιχαράκωσης, ανασφάλειας που τα έθνη κλείνονται και ενώ είχαν χτιστεί γέφυρες συνεργασίας και συνύπαρξης, ορθώνονται πάλι τείχη φόβου και καχυποψίας. Ζώντας σε μία χώρα που έχει βρεθεί στο επίκεντρο πολλαπλών όψεων αυτής της κρίσης που ακόμη συνεχίζεται έχουμε να κάνουμε με την αναβίωση του ακροδεξιού φαινομένου στη χώρα μας. Η πιο ορατή του όψη είναι η Χρυσή Αυγή, ένα νεοναζιστικό μόρφωμα που μένει να αποδειχθεί με τη δικαστική απόφαση αν όντως συνιστά και μία εγκληματική οργάνωση, και θεωρώ ότι είναι πάρα πολύ μεγάλη η σημασία αυτής της δίκης και κακώς δεν προβάλλεται όσο πρέπει από τα ΜΜΕ. Διότι είναι δίκη που έχει ήδη αρχίσει να επιφέρει αποτελέσματα τόσο στο εσωτερικό της ΧΑ όσο και στο ευρύτερο κοινωνικό σύνολο». Ο ίδιος εκτίμησε ότι η δίκη θα ολοκληρωθεί το πρώτο εξάμηνο του 2019 και εξέφρασε τη δυσαρέσκειά του για το γεγονός ότι μία μεγάλη μερίδα των ΜΜΕ δεν ασχολούνται με την εξέλιξη της δίκης, η οποία έχει συγκεντρώσει το ενδιαφέρον διεθνών μέσων, καθώς αποτελεί τη μεγαλύτερη δίκη νεοναζί, μετά το Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Όπως εξήγησε, αυτή η αδιαφορία «αφενός οφείλεται στο αίσθημα κόπωσης, καθώς προφανώς πρόκειται για μία μακρά διαδικασία (μιας και η δίκη είναι ήδη στον τρίτο χρόνο διεξαγωγής» και άρα με όρους αμιγώς δημοσιογραφικού ενδιαφέροντος, τα ΜΜΕ τρέφονται μόνο όταν υπάρχει κάποια ένταση και αφετέρου επειδή αρκετές φορές ο τρέχων κυρίαρχος δημοσιογραφικός λόγος δεν είναι τόσο σαφής ως προς την αντίθεση και αποστασιοποίηση από το λόγο της ακροδεξιάς. Όχι μόνο της ΧΑ, αλλά στο εν γένει ακροδεξιό φαινόμενο που δεν περιορίζεται στη ΧΑ».
Ακροδεξιά δεν είναι μόνο η ΧΑ-Πώς εισβάλλει ο φασισμός στην πολική ζωή
Όπως υπογράμμισε ο πρόεδρος της ΕΕΔΑΠ από το 2010 σε όλες τις μνημονιακές κυβερνήσεις με τον ένα ή τον άλλο τρόπο υπήρχε πάντα μία ακροδεξιά συνιστώσα και σε σχέση με την παρουσία της ακροδεξιάς στην πολιτική σκηνή, αναφέρθηκε και σε εμβληματικά παραδείγματα, όπως η εκλογή σχεδόν με διακομματική στήριξη, ως αντιπροέδρου της Βουλής, του Δημήτρη Καμένου, που, όπως είπε, είναι «εξέχων φορέας αντισημιτικού και ομοφοβικού λόγου», καθώς και η συμμετοχή εκπροσώπων της ΧΑ σε αρκετές από τις διαδικασίες πολιτικού βίου, χωρίς να υπάρχει υποχρέωση για διάλογο. «Δεν έχει ληφθεί μία απόφαση υγειονομικής ζώνης που θα χωρίζει τις δυνάμεις του δημοκρατικού τόξου από τη ΧΑ», όπως σημείωσε. Γι’ αυτό κάλεσε να μην εφησυχάζουμε, καθώς η ΧΑ «στο βαθμό που θέλει εναλλάσσει τον κοινοβουλευτισμό μανδύα της επίφασης της νομιμότητας με τη φορεσιά και τις συμπεριφορές των ταγμάτων εφόδου». Όπως διευκρίνισε: «η ΧΑ ακολουθεί την πρακτική που είναι όλων των οργανώσεων του ακροδεξιού ποινικού περιθωρίου μιας διπλής ρητορικής, δηλαδή θέλει συνεχώς να απευθύνεται σε ένα ευρύτερο ακροατήριο και εκεί απευθύνει ένα λόγο «αντισυστημικό», αλλά ταυτόχρονα μιλάει και δρα με τρόπο που να κλείνει το μάτι στο εσωτερικό της ακροατήριο, ώστε διαρκώς να τους θυμίζει ότι συνεχίζουμε να είμαστε αυτό που ήμασταν». Πάντως, ως προς το ρόλο που η Πολιτεία έχει παίξει στον περιορισμό της ακροδεξιάς και φασιστικής δράσης, ο κ. Παπαϊωάννου, που διετέλεσε και Γ.Γ. για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου στο Υπουργείο Δικαιοσύνης, εξέφρασε την εκτίμηση ότι υπήρξε μεγάλη και μακροχρόνια αμεριμνησία των δικαστικών και αστυνομικών αρχών, καθώς και ότι είναι δύσκολο να αμφισβητηθεί ότι έχουν υπάρξει και υπόγειες διαδρομές και «συνέργεια» σε επιχειρησιακό επίπεδο σε κάποιες περιπτώσεις.
Τα θέματα ταυτότητας που απασχολούν την κοινωνία κορυφώνονται στο χώρο της εκπαίδευσης
Ο κ. Παπαϊωάννου έδωσε ιδιαίτερη βαρύτητα στο ρόλο του σχολείου και της εκπαίδευσης, που μπορεί να αποτελέσει ανάχωμα στην ακροδεξιά και τον ρατσισμό. Όπως είπε, το έργο των εκπαιδευτικών είναι δύσκολο, αλλά και εξαιρετικά προνομιακό και εξήγησε: «το γεγονός πως τα ζητήματα που ανακύπτουν στην εκπαιδευτική διαδικασία και που με κάποιο τρόπο αγγίζουν βαθιά ζητήματα ταυτότητας δεν είναι τυχαίο ότι προκαλούν τέτοιες εντάσεις, όπως το θέμα των αλλοδαπών σημαιοφόρων μαθητών μέχρι τα σχολικά βιβλία ιστορίας ή το μάθημα των θρησκευτικών. Κι αυτό γιατί ζητήματα ταυτότητας προκαλούν συζητήσεις στην ελληνική κοινωνία, αλλά κορυφώνονται στο χώρο της εκπαίδευσης, ακριβώς γιατί εκεί έχουμε όλη τη συνείδηση ότι το διακύβευμα είναι πολύ μεγάλο. Γιατί έχουμε στα χέρια μας οι εκπαιδευτικοί ένα υλικό έμψυχο που είναι υπό διαμόρφωση, εύπλαστο, φέρει μεγάλο φορτίο προκαταλήψεων από το σπίτι, το κοινωνικό σύνολο, αλλά και έχει όλα τα καλά στοιχεία ενός νέου ανθρώπου στον οποίο μπορεί κανείς να αναδείξει αξίες στοιχεία συνεκτικά που δεν προκαλούν μίσος».
Ο ίδιος υπογράμμισε ότι σε αυτό το πλαίσιο ο ρόλος της εκπαίδευσης είναι κομβικός και ο στόχος πρέπει να είναι η εκπαίδευση να «λειτουργεί σαν μία κιβωτός μνήμης, σαν ένας φορέας που θα μας ξανασυνδέσει εκπαιδευτικούς, μαθητές και γονείς με βασικά στοιχεία της ευρωπαϊκής ιστορίας του 20ου αι, με τα μεγάλα εγκλήματα των ολοκληρωτικών καθεστώτων, με τη νεότερη ελληνική ιστορία». Όπως επεσήμανε καταληκτικά: «θα πρέπει το σχολείο να είναι κι αυτό στρατευμένο να ξαναδώσει στη δημοκρατία τους χυμούς της διότι ζούμε σε μία δημοκρατία που κι εμείς οι ίδιοι ξεχνάμε ότι είναι ένα δύσκολο πολίτευμα που τραυματίζεται πάρα πολύ εύκολα. Και αυτή η απαξίωση του δημοκρατικού πολιτεύματος και η αποστασιοποίηση από το δημόσιο διάλογο δείχνει ότι έχουμε πολλή δουλειά μπροστά μας».
Ελένη Διαφωνίδου
ediafonidou@empros.gr