Δύο από τους 3 Ιεράρχες γράφουν για το ωραίο, την αξία της παιδείας και την ευεργετική επιρροή της μουσικής
Του Θανάση Μουσόπουλου
Φιλόλογου – συγγραφέα – ποιητή
Οι καλές τέχνες στο Βυζάντιο καθορίζονται από τα γενικότερα δεδομένα της περιόδου. Η κάθε τέχνη έχει αυτονομία και τα δικά της χαρακτηριστικά, όλες όμως οι τέχνες και ο πολιτισμός γενικότερα παρουσιάζουν κάποια κοινά στοιχεία. Κυρίαρχο στοιχείο αναμφίβολα είναι η θρησκεία, ο Χριστιανισμός, όπως διαμορφώθηκε στην ανατολική πλευρά της ρωμαϊκής αυτοκρατορίας. Οι Πατέρες της Εκκλησίας, ιδίως κατά τον 4ο αιώνα, διατυπώνουν θέσεις για το ωραίο και την τέχνη, την παιδεία και τον πολιτισμό γενικότερα.
Ο Γρηγόριος ο Ναζιανζηνός γράφει:
«Η παιδεία είναι το πρώτο από τα αγαθά που έχουμε· και όχι μόνο η χριστιανική μας παιδεία, που είναι η εκλεκτότερη και επιδιώκει τη σωτηρία και το κάλλος των θείων πραγμάτων, τα οποία μόνο με το νου συλλαμβάνονται· αλλά και η εξωχριστιανική παιδεία, την οποία πολλοί χριστιανοί, έχοντας σχηματίσει λανθασμένη αντίληψη γι’ αυτήν, την περιφρονούν, επειδή, λέγουν, κρύβει δόλιους σκοπούς, είναι επικίνδυνη και απομακρύνει από τον Θεό(…) Από αυτά που μας προσφέρει η εξωχριστιανική παιδεία παραδεχθήκαμε ό,τι είναι χρήσιμο στην έρευνα και στις θεωρητικές αναζητήσεις, ενώ αποκρούσαμε καθετί που οδηγεί στην ειδωλολατρία, στην πλάνη και στο βάθος της καταστροφής».
Στην ίδια κατεύθυνση ο Μ. Βασίλειος παρατηρεί:
«Να μελετούμε τα έργα των ποιητών, των πεζογράφων και των ρητόρων, και να συναναστρεφόμαστε με όλους τους ανθρώπους, απ’ όπου πρόκειται να υπάρξει κάποια ωφέλεια για τη φροντίδα της ψυχής(…) Αν πρόκειται να διατηρήσουμε ανεξίτηλη τη δόξα του καλού για πάντα, πρέπει να προετοιμαστούμε πρώτα με τη μελέτη των έργων της εξωχριστιανικής παιδείας, και κατόπιν να ακούσουμε τις ιερές και μυστικές αλήθειες του Ευαγγελίου».
Πολλά κείμενα των Πατέρων της Εκκλησίας περιγράφουν το ωραίο στη φύση, το οποίο θαυμάζουν, γιατί είναι θείο δημιούργημα. Αλλά και για τα έργα τέχνης εκφράζουν θαυμασμό, αν αυτά οδηγούν στο καλό του ανθρώπου και της ψυχής του.
Γράφει ο Μ. Βασίλειος:
«Καθαρισμός όμως ψυχής, για να σας μιλήσω γενικά και όπως πρέπει, είναι η περιφρόνηση των ηδονών που προέρχονται από τις αισθήσεις· να μην τρέφουμε δηλαδή τα μάτια μας με τις απρεπείς επιδείξεις των θαυματοποιών, ούτε να κατακλύζουμε τις ψυχές μας με ανήθικη μελωδία μέσω των αυτιών μας. Γιατί από το είδος αυτό της μουσικής γεννιούνται συνήθως και υπάρχουν μέσα στην ψυχή πάθη, τα οποία την υποδουλώνουν και την ταπεινώνουν. Αλλά πρέπει να επιδιώκουμε την άλλη μουσική, την ανώτερη, που οδηγεί και στο καλύτερο».
Πολύ συχνά οι πατέρες του 4ου αιώνα επικαλούνται παραδείγματα από την Παλαιά Διαθήκη αλλά και από την αρχαία ελληνική γραμματεία, την ‘’θύραθεν παιδεία’’. Ο Μ. Βασίλειος, λοιπόν, μετά το προηγούμενο απόσπασμα για τη μουσική γράφει:
«Τη μουσική αυτή χρησιμοποιώντας και ο Δαυίδ, ο ποιητής των ιερών ψαλμών, ελευθέρωνε τον Βασιλιά Σαούλ από την βαριά ψυχική κατάθλιψη. Λέγεται επίσης ότι και ο Πυθαγόρας, όταν κάποτε συνάντησε χορευτές μεθυσμένους, που τραγουδούσαν κάνοντας ασχήμιες στους δρόμους, παρακάλεσε εκείνον που έπαιζε τον αυλό και ήταν αρχηγός αυτής της οργιαστικής πομπής, να αλλάξει αρμονία και να τους παίξει με τον αυλό το δωρικό μέλος· τότε εκείνοι τόσο ορθοφρόνησαν με τη μελωδία αυτή, ώστε, αφού πέταξαν τα στεφάνια, γύρισαν πάλι με ντροπή στα σπίτια τους. Άλλοι όμως με τον ήχο του αυλού γίνονται έξαλλοι από μανιώδη ενθουσιασμό και πέφτουν σε βακχική μανία. Τόσο μεγάλη λοιπόν είναι η διαφορά στον άνθρωπο, όταν γεμίζει την ψυχή του με καλή ή με κακή μελωδία».
(οι μεταφράσεις των κειμένων είναι του Ευάγγελου Θεοδώρου από το βιβλίο του «Ανθολόγιο Πατερικών Κειμένων», ΟΕΔΒ, 1977)