Ο πρόεδρος του Συμβουλίου Ελληνικών Επιχειρήσεων της Βουλγαρίας εξηγεί τι προσελκύει τις ελληνικές επιχειρησεις στη γειτονική χώρα και πώς θα ορθοποδήσει το επιχειρείν στην Ελλάδα
Με 180 μέλη το ΣΕΕΒ διατηρεί ανοιχτά κανάλια συνεργασίας με επιχειρηματικούς φορείς και στις δύο χώρες, υποστηρίζοντας και καθε νέα ελληνική επιχείρηση που δραστηριοποιείται στη Βουλγαρία
Θέμα που «καίει» τις πολιτικές αρχές, αλλά και τις τοπικές κοινωνίες στη Βόρεια Ελλάδα αποτελεί τα τελευταία χρόνια η μαζική φυγή επιχειρήσεων στη Βουλγαρία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για την ελληνική οικονομία. Είναι ενδεικτικό ότι πλέον ο αριθμός των ελληνικών επιχειρήσεων με έδρα στη Βουλγαρία, όπου η φορολογία εταιρειών είναι μόλις 10% έχει αυξηθεί, από 2.000 που ήταν στην αρχή της κρίσης το 2010, σε πάνω από 17.000, σύμφωνα με τα στοιχεία της κυβέρνησης της γειτονικής χώρας τα οποία επικαλείται το Reuters. Αφήνοντας όμως στην άκρη τις επιχειρήσεις –«σφραγίδα» που στήθηκαν στη Βουλγαρία μόνο για να… κόβουν κάποια τιμολόγια ή να πάρουν ένα αυτοκίνητο, ένα μεγάλο τμήμα της υγιους ελληνικής επιχειρηματικής κοινότητας μετακόμισε στη Βουλγαρία. Τα κίνητρα αυτής της διαδεδομένης πια επιλογής, αναζητήσαμε στην «πηγή» της ελληνικής επιχειρηματικότητας στη Βουλγαρία και συγκεκριμένα, στον πρόεδρο του συμβουλίου ελληνικών επιχειρήσεων της Βουλγαρίας κ. Σταμάτη Θεοδωρόπουλο.
Δεν είναι παρά μύθος το χαμηλό μισθοδοτικό κόστος στη Βουλγαρία
Ο κ. Θεοδωρόπουλος, με μεγάλη διαδρομή και πείρα στο βουλγάρικο επιχειρηματικό περιβάλλον, αλλά και με σταθερές αντένες για τα όσα συμβαίνουν στο εθνικό επιχειρείν ότι καταρχάς η Βουλγαρία χαρακτηρίζεται από ένα σταθερό οικονομικό περιβάλλον, σε αντίθεση με την Ελλάδα, όπου «βασιλεύει» η αβεβαιότητα και η πολυπλοκότητα. «Στη Βουλγαρία η φορολογία είναι σταθερή και το οικονομικό περιβάλλον της χώρας είναι το πιο σταθερό στα Βαλκάνια. Από το καλοκαίρι του 1998 η ισοτιμία είναι σταθερή, πρώτα με το γερμανικό φράγκο και μετάμε το ευρώ», σημειώνει ίδιος, υπογραμμίζοντας επίσης ότι η γεωγραφική θέση της βουλγάρικης πρωτεύουσας την καθιστά κέντρο των Βαλκανίων: «είναι 400 χλμ από το Βουκουρέστι, 400 χλμ από το Βελιγράδι, 400 χλμ από τη Θεσσαλονίκη και 5 ώρες από την Τουρκία. Είναι το ιδανικό μέρος για να παράγει κανείς και να εξάγει».
Ο κ. Θεοδωρόπουλος επισημαίνει επίσης ότι τα περί χαμηλών μισθών στη Βουλγαρία δεν είναι παρά μύθος. Όπως εξηγεί «σε θέσεις εξειδίκευσης,ευθύνης, διευθυντικές θέσεις, υποβοηθούντος και του χαμηλού έμμεσου μισθολογικού κόστους, το μισθοδοτικό κόστος είναι σε εξαιρετικά ανταγωνιστικά επίπεδα σε σχέση με την Ελλάδα». Έξω από τη Σόφια οι μισθοί είναι κάπως πιο χαμηλοί, πράγμα που «είναι καλό, αλλά όχι αρκετό για να μεταφερθεί κάποιος στη Βουλγαρία».
Η Ελλάδα χρειάζεται τολμηρές μεταρρυθμίσεις για την ενίσχυση του επιχειρείν
Η επιχειρηματική κοινότητα της Βουλγαρία, που είναι σε θέση να κάνει συγκρίσεις, παρακολουθεί με ενδιαφέρον και αγωνία τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα και όσα αυτά προκαλούν στην ελληνική επιχειρηματικότητα. «Χρειάζονται τολμηρές μεταρρυθμίσεις στην Ελλάδα», σημειώνει ο πρόεδρος του συμβουλίων ελληνικών επιχειρήσεων, προσθέτοντας: «απαιτείται εκσυγχρονισμός της φορολογικής νομοθεσίας και μέτρα για τη διευκόλυνση της δημιουργίας και της ανάπτυξης επιχειρήσεων και βέβαια, όπως είπαμε, σταθερότητα».
Ο ίδιος τονίζει πάντως ότι οι Έλληνες που ζουν και δραστηριοποιούνται στην Βουλγαρία σέβονται απόλυτα τη χώρα που τους φιλοξενεί και πιστεύουν ακράδαντα ότι η αμφίπλευρη ανάπτυξη είναι αυτή που θα ευνοήσει και τις δύο πλευρές, αφού Ελλάδα και Βουλγαρία μοιράζονται κοινούς στόχους και κοινά προβλήματα στην ενωμένη Ευρώπη.
Το ΣΕΕΒ ανοίγει τις πόρτες του στους νέους Έλληνες επιχειρηματίες που εγκαθίστανται στο Νότο
Το συμβούλιο ελληνικών επιχειρήσεων της Βουλγαρίας απαρτίζεται συνολικά από περίπου 180 εταιρίες. Από αυτές οι 110 είναι αμιγώς ελληνικές και οι υπόλοιπες είναι συνδεδεμένες και φίλες της ελληνικής επιχειρηματικότητας, δηλαδή κυρίως προμηθευτές και πελάτες τους. Ιδρύθηκε το 2005 και από τότε έχει φιλοξενήσει στη Σόφια πλήθος εκδηλώσεων με θεσμικούς και πολιτικούς εκπροσώπους. Το αντικείμενο δραστηριότητας των μελών του συμβουλίου ποικίλλει, αφού, όπως επισημαίνει και ο κ. Θεοδωρόπουλος, είναι «ίδιον του έλληνα επιχειρηματία να δραστηριοποιείται σε ένα πολυπληθές φάσμα της ανθρώπινης οικονομικής δραστηριότητας». Έτσι στον φορέα εντάσσονται επιχειρήσεις που ασχολούνται με υπηρεσίες, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, εταιρίες παροχής εκπαιδευτικών υπηρεσίων, βιομηχανία τροφίμων, βαριά βιομηχανία, μεταλλουργία, τσιμεντοβιομηχανία, κατασκευαστικές, τεχνικές και μεταφορικές εταιρίες. Η εκπροσώπηση αφορά κυρίως σε μεγάλες επιχειρήσεις και όχι σε ΜμΕ που εγκαταστάθηκαν τα τελευταία χρόνια στις χώρες του Νότου, κοντά στα σύνορα. «Αυτές τις επιχειρήσεις που είναι κυρίως μικρές σε μέγεθος και ο ιδιοκτήτης είναι τις περισσότερες φορές και ο μάνατζερ, δεν έχουμε βρει τρόπο να τις εντάξουμε στο Συμβούλιο μας, να τους ενημερώσουμε και να τους πείσουμε ότι μπορούν να εκφραστούμε μέσα από την οργάνωσή μας. Ακόμη, πρόθεσή μας είναι να προσεγγίσουμε και τους Έλληνες μάνατζερ, δηλαδή τα στελέχη επιχειρήσεων που έρχονται από την ελληνική επιχειρηματική κοινότητα, αλλά δουλεύουν σε μεγάλες βουλγαρικές ή πολυεθνικές επιχειρήσεις που εδράζονται στη Σόφια», αναφέρει ο κ. Θεοδωρόπουλος, τονίζοντας την πρόθεση του φορέα να στηρίξει και να βοηθήσει κάθε νέα ελληνική επιχείρηση που προτίθεται να αναπτύξει υγιή δραστηριότητα στη Βουλγαρία.
Το συμβούλιο ελληνικών επιχειρήσεων της Βουλγαρίας βρίσκεται σε επαφή και συνεργασία με επιχειρηματικούς φορείς της γείτονος, όπως το εμπορικό επιμελητήριο της Σόφιας, όπως και με αντίστοιχους φορείς από την Ελλάδα, με παράδειγμα τον Σύνδεσμο Βιομηχανιών Βορείου Ελλάδος, με τον οποίο βρίσκεται σε διαρκή επαφή.
Ελένη Διαφωνίδου