α. Η Πατρίδα πέρασε πρόσφατα την Μεγάλη Εβδομάδα, την Εβδομάδα των Παθών της, από την Κυριακή 05.07.2015 έως την Κυριακή 12.07.2015. Από την απίστευτη λαϊκή νίκη στο Δημοψήφισμα του 62% κατά της ταπείνωσης στην απίστευτη ταπείνωση της ήττας και στην υπογραφή της “Συμφωνίας” για το “νομοτελειακό” τρίτο και ολοκληρωτικά καταστροφικό Μνημόνιο. Από τα “ωσαννά, ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος [Πρωθυπουργός]!” την Κυριακή [των Βαΐων, του “βαϊοκλαδίσματος”, της μέθης και των πανηγυρισμών] στην Σταύρωση, μα όχι και στην Ανάσταση, αλλά μάλλον στην Εκτέλεση, αν όχι στην… αυτοχειρία!
Στον αγιασμένο από το αίμα των προγόνων μας τόπο μας έπρεπε να περιμένουμε αυτήν ακριβώς την εκβιαστική πολιτική συμπεριφορά και τακτική των “εταίρων” μας : νομίζαμε ότι είναι “εταίροι”, αλλά μάς φέρθηκαν σαν “εταίρες”…
β. Τον Νοέμβριο 1922 ο Πρέσβυς της Μεγάλης Βρετανίας στην Αθήνα, Sir Francis Lindley, επιμόνως απαιτούσε κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον Αρχηγό της Επαναστάσεως, Συνταγματάρχη Νικόλαο Πλαστήρα. Αμέσως μετά την Καταστροφή στην Μικρασιατική Ελλάδα (Σεπτέμβριος 1922) το στρατιωτικό κίνημα των Πλαστήρα – Γονατά είχε επικρατήσει, είχε σφιχταγκαλιασθεί από όλο τον Λαό και είχε εξελιχθεί σε Επανάσταση.
Η γενική κατάσταση ήταν τραγική: ακόμα κάπνιζαν τα άταφα ερείπια της Σμύρνης, ακόμα τα απλωμένα χέρια των προσφύγων υψώνονταν για ένα καρβέλι ψωμί, ακόμα μαθαίναμε όλοι τι σημαίνει Καταστροφή, Ξεριζωμός και Προσφυγιά. Ο Πρέσβυς φοβούμενος πολύ, μήπως στην Χώρα μας είχε ανατείλει ένας μη ελέγξιμος “Κεμάλ”, κινήθηκε, για να κάνει αυτό, που πάντα έκαναν οι προκάτοχοί του με ή χωρίς τις κανονιοφόρους τους.
Έπρεπε να “νουθετήσει” τον “χωριάτη” με την βαριά θεσσαλική προφορά, τον λιπόσαρκο και ασθενή από την φυματίωση και την “καλοπέραση” ένεκα τα αναρίθμητα πολεμικά τραύματα “Μαύρο Καβαλάρη”, τον άγαμο, που υιοθέτησε τέσσερα ορφανά κορίτσια από την Μικρά Ασία, για να τα σώσει από τον χαλασμό και να τα αναθρέψει ως δικά του παιδιά, τον άνθρωπο, που, όταν πέθανε τον Ιούλιο του 1953 στην οικία του, η περιουσία του ήταν τα ελάχιστα χρήματα της πενιχρής στρατιωτικής σύνταξής του, επειδή είχε αρνηθεί να εισπράττει (και) τον μισθό του Πρωθυπουργού της Χώρας, θέση, που κατείχε μέχρι λίγους μήνες προ της τελευτής του, ενώ η μόνιμη κλίνη του ήταν το στρατιωτικό ντιβάνι εκστρατείας, που ποτέ δεν αποχωρίσθηκε.
Όταν η συνάντηση έλαβε τελικώς χώρα, ο αποικιοκράτης Πρέσβυς επανέλαβε με υποκρισία το ενδιαφέρον για τον Ελληνικό Λαό, ενώ η πρόθεσή του ιταμά ήταν να υπαγορεύσει τους όρους του στον Πλαστήρα και μάλιστα, για να γίνει πλήρως κατανοητός από τον Αρχηγό, δεν δίστασε να προχωρήσει ένα ακόμα βήμα παραπάνω, όπως διασώζει ο αείμνηστος Σέφης Αναστασάκος στο έργο ζωής του, το τρίτομο “Ο Πλαστήρας και η εποχή του” (Εκδόσεις Επικαιρότητα) (Τόμος Β’ σελ. 257 επ.): “{Lindley} (…) Οφείλω να σας πληροφορήσω πως στην τελευταία αυτή περίπτωση [σ.σ.: την άσκηση των δικαιωμάτων του Ελληνικού Λαού] έχω την εντολή από την Κυβέρνησή μου να εγκαταλείψω αμέσως την Αθήνα, που θα σημάνει διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με την Χώρα σας. Ελπίζω να θελήσετε και εσείς να αναγνωρίσετε πως τέτοιο πράγμα δεν θα είναι συμφέρον για την Ελλάδα. (…)”.
Σε εκείνο το σημείο ο Αρχηγός δεν του χαρίσθηκε. “Την συμπάθειά σας και το ενδιαφέρον σας τα είδαμε, όταν ήμαστε απομονωμένοι και εγκατειλημμένοι στην Μικρά Ασία, μ’ όλο που είμαστε Σύμμαχοι και μ’ όλο που δεν διστάσαμε να διακυβεύσουμε όλη την ύπαρξή μας πολεμώντας δίπλα σας εναντίον της βίας και της αδικίας. Τα είδαμε ύστερα, όταν οι Μονάδες του Πολεμικού Ναυτικού σας παρακολουθούσαν σαν θέαμα τις σφαγές των Ελλήνων στην Σμύρνη. Και τα είδαμε ακόμα στους όρους, που μας επιβάλατε για την υπογραφή της Ανακωχής με τον Κεμάλ. Μας φθάνει αυτό το ενδιαφέρον σας. Δεν μάς χρειάζεται άλλο.”.
Και ο Αρχηγός προς τον υπερόπτη και έκπληκτο Πρέσβυ γενναία συνέχισε: “Η Ελλάς στάθηκε πάντα τίμια και πιστή σύμμαχος στους Συμμάχους της. Και όμως είδε να εγκαταλείπεται από όλους. Αγωνίσθηκε με ενθουσιασμό και αυτοθυσία δίπλα των στους κοινούς αγώνες. Και για ανταμοιβή της είδε τα δίκαιά της να στραγγαλίζονται. Δίχως πικρία και δίχως παράπονο συνέχισε μόνη της τον αγώνα για την προστασία των πληθυσμών της. Και είδε τους πληθυσμούς της αυτούς να σφάζονται και να ξεριζώνονται από την γη τους και είδε την χώρα της να ακρωτηριάζεται και να παραδίδεται στους εχθρούς της από τους ίδιους αυτούς τους Συμμάχους της. Δεν φοβάται πια περισσότερα, γιατί δεν υπάρχει τίποτε περισσότερο να πάθει. Τώρα εμπιστεύθηκε την υπόστασή της στην ίδια της τη ζωτικότητα και μόνον και στις ίδιες δυνάμεις της και αγωνίζεται, για να ζήσει. Αν οι Δυνάμεις της Δύσης δεν θα της επιτρέψουν ούτε και αυτό, τότε θα αγωνισθεί τον έσχατον αγώνα, ως που να πέσει όλη γκρεμίδια, και θα στήσουμε στο Ακρωτήριο Μαλέα μία πινακίδα, πάνω στην οποία θα γράψουμε πως εδώ υπήρχε άλλοτε ένας πολιτισμός, τον οποίο κατέστρεψαν οι Δυτικές Δυνάμεις με πρωταγωνίστρια την Αγγλία. Αυτά σάς παρακαλώ να διαβιβάσετε στην Κυβέρνησή σας. Δεν έχουμε τίποτε άλλο να πούμε. (…)”.
Η πολιτική της Μεγάλης Βρετανίας δεν άλλαξε, δεν απομονώθηκε η Χώρα μας, αλλά αντίθετα ελάχιστους μήνες (Μάιος 1923) είχε αναδιοργανωθεί και ήταν στρατιωτικώς έτοιμη ξανά να καταλάβει και να διατηρήσει οριστικά την Κωνσταντινούπολη και την Ανατολική Θράκη, επιχείρηση, που είχε εγκρίνει ο Εθνικός Διαπραγματευτής, Ελευθέριος Βενιζέλος, αλλά που δεν εκτελέσθηκε (πολύ κακώς, όπως ο ίδιος ο απόλυτα ρεαλιστής Εθνάρχης συνομολογούσε αβίαστα έκτοτε…), ενώ υπέγραψε με όση αξιοπρέπεια και κυρίαρχη ισότητα ήταν δυνατόν να της αναγνωρισθεί ως κατεστραμμένου και τυπικώς ηττηθέντος Κράτους στα ακραία δεδομένα του άστατου μεσοπολεμικού κόσμου την έντιμη Συνθήκη της Λωζάννης τον Ιούλιο 1923.
γ. Τώρα και σε αυτό το σημείο πρέπει να γράψουμε ότι πάσα ομοιότης με την σημερινή πολιτική πραγματικότητα είναι συμπτωματική, ότι οι ξένοι πάντα είναι ίδιοι, ότι σαν νέες Θάτσερ πρέπει να αναστενάξουμε βαρειά και να ψελλίσουμε το “ΤΙΝΑ” [“There Is No Alternative“] κτλ : συγγνώμη, όχι δεν θα το γράψουμε! Η Ιστορία δεν επαναλαμβάνεται μεν, αλλά οι δύο περιστάσεις είναι ίδιες, η Χώρα έχει και πάλι προδοθεί από τους Συμμάχους της, όλοι μάς εκβιάζουν ότι οι συνέπειες της μη Συμφωνίας με τους “Θεσμούς” θα είναι αντίστοιχες με της Μικρασιατικής Καταστροφής, τα τελεσίγραφα προς την Ελληνική Κυβέρνηση είναι καθημερινά. Όμως οι συμπεριφορές κάνουν την διαφορά: άλλες είναι και θα είναι αιώνιο όνειδος και θα σβησθούν ακόμα και από τις “μαύρες” σελίδες της Ιστορίας, άλλες κάνουν τον Αρχηγό μέσα σε στιγμές Ηγέτη και καθιστούν Ελληνες, σαν τον Νικόλαο Πλαστήρα, άξιους της Πατρίδας. Τόσο απλά. Κάτι ξέρει και ο Αθάνατος Νερός στο Ακρωτήρι Χανίων.
Και όποιος κατάλαβε, κατάλαβε.