Ο αραβόσιτος, που δεν είναι αραβικός, ξετρελαίνει μικρούς και μεγάλους, τόσο βραστός, όσο και ψητός στα κάρβουνα
Σε πολλά σημεία της Ξάνθης μπορεί να βρει κάποιος φρέσκα ωμά καλαμπόκια ή φρεσκοψημένα
Η κάθε εποχή έχει τους δικούς της ‘’αγγελιοφόρους’’, που σημαίνουν την έλευσή της. Είτε πρόκειται για άνθη και φυτά (παπαρούνες, αμυγδαλιές κ.ά.), είτε για ζώα-επισκέπτες (κούκους, πελαργούς, χελιδόνια), είτε και για τροφές που χαρακτηρίζονται εποχιακές. Ο σύγχρονος τρόπος ζωής έχει αλλάξει λίγο τα δεδομένα, ασφαλώς, και πλέον βρίσκουμε σχεδόν τα πάντα όλο τον χρόνο. Είναι άλλη όμως η αίσθηση και η προσμονή όταν τρώμε φράουλες και κεράσια στην εποχή τους, ντομάτες και αγγουράκια που μυρίζουν καλοκαίρι. Ένα από αυτά τα τρόφιμα, που έχουμε συνδέσει με μια συγκεκριμένη εποχή, είναι και το καλαμπόκι. Μικροί ακούγαμε στις γειτονιές τους πλανόδιους πωλητές να φωνάζουν μέσα στην κάψα του καλοκαιριού: «Βρασμένες κουκουνάρες, εντόπιες κουκουνάρες!» και βγαίναμε στους δρόμους να εξασφαλίσουμε την ζεστή αλατισμένη λιχουδιά, που περιστρέφαμε λαίμαργα στο στόμα μας.
Καλαμπόκι ή αραβόσιτος
Το καλαμπόκι ή αραβόσιτος ή αραποσίτι (σίταρος ή σιταροπούλα στην Κύπρο) έχει την επιστημονική ονομασία Zea mays. Η ελληνική επιστημονική ονομασία του φυτού είναι Αραβόσιτος ο κοινός ή Ζέα η μαΰς. Κατάγεται από την αμερικανική ήπειρο, όπου ήδη πριν από 5.500 χρόνια το καλλιεργούσαν οι Ίνκας, οι Μάγια και οι Αζτέκοι. Η Ελληνική ονομασία του, «αραβόσιτος», σημαίνει «ο σίτος (σιτάρι) των Αράβων» και εισήχθη στην Ελλάδα το 1600 από την Βόρεια Αφρική. Η ετυμολογία της λέξης ‘’καλαμπόκι’’ παραμένει ακόμα αβέβαιη. Είναι άξιο λόγου, ότι στην Κρήτη, παρότι καλλιεργούνται στην Ευρώπη 400 χρόνια, αποκαλούν ακόμη τα φρέσκα καλαμπόκια ‘’ξενικά’’, σε αντιδιαστολή με τα ντόπια σιτηρά. Το αλεύρι του, υποδεέστερο από εκείνο των άλλων σιτηρών, έχει σχετιστεί στη χώρα μας με την ‘’μπομπότα’’ της κατοχής, με όλες τις συνέπειες αυτού του συσχετισμού. Χαρακτηριστικό, παλιότερο τραγούδι του Γιώργου Χατζηνάσιου: «Κάτω από τη μπότα του κατακτητή, τρώγαμε μπομπότα ήταν κατοχή». Παρότι το καλαμπόκι είναι βασική πηγή διατροφής σε πολλές χώρες, η θρεπτική του αξία είναι μικρότερη από τα άλλα σιτηρά.
Τα φρέσκα καλαμπόκια
Σε πολλούς πάγκους και καροτσάκια σε διάφορα σημεία της πόλης θα δει κανείς καλαμπόκια τυλιγμένα μέσα στα φύλλα τους, ακριβώς όπως κόβονται από το φυτό. Είναι πολλοί αυτοί που αρέσκονται να βράζουν καλαμπόκια ή, αν είναι πιο μερακλήδες, να τα ψήνουν και στα κάρβουνα. Μην σας τρομάζει ο εξωτερικός ‘’οπλισμός’’ τους, καθώς τα φύλλα αφαιρούνται πολύ εύκολα. Όσοι δεν έχουν έρθει ξανά ‘’αντιμέτωποι’’ με φρέσκα καλαμπόκια, θα αντικρίσουν με έκπληξη στο εσωτερικό του φυλλώματος κάποια «γένια» ή «μουστάκια» ή «μαλλιά», που λέγεται ότι έχουν… θαυματουργές ιδιότητες. Ηλικιωμένες που γνωρίζουν από βότανα, μας είπαν ότι τα αποξήραιναν παλιότερα και έφτιαχναν αφεψήματα μαλακτικά και θεραπευτικά διαφόρων ουρολογικών και εντερικών παθήσεων. Κάτι αντίστοιχο διαβάζουμε και στις «Πρακτικές συνταγές για ιατρικές παθήσεις» του Μοναχού Αγαπίου του Κρητός στα 1899. Αναφέρει στο βιβλίο του: «Δυσκοιλιότητα: Βράζετε μουστάκια κουκουνάρας (καλαμποκιού) και πίνετε το νερό».
Πλανόδιοι πωλητές στην Ξάνθη
Στο κέντρο της Ξάνθης εύκολα θα συναντήσει κανείς πλανόδιους πωλητές καλαμποκιού, που έχουν κάνει την εμφάνισή τους εδώ και μερικές εβδομάδες. Συναντήσαμε τον Μπαρί, στην οδό Ηρώων, ο οποίος είναι από τον συνοικισμό Ρέμβης (Πούρναλικ). Τις πρωινές ώρες πουλάει φρέσκα καλαμπόκια, 12 κομμάτια έναντι 5 ευρώ, ενώ το βράδυ ανάβει τα κάρβουνα και τις πουλάει, ψημένες πλέον, στην γειτονιά του. Όπως λέει, το μεροκάματο βγαίνει, αλλά τα πράγματα είναι πολύ πιο δύσκολα απ’ ότι παλιότερα. Τα καλαμπόκια τα προμηθεύεται από ντόπιους παραγωγούς, γι’ αυτό είναι και καλής ποιότητας. Συνονόματος και συντοπίτης, ο Μπαρί που έχει τον πάγκο του στην στροφή της 40 Εκκλησιών, έξω από την Δημοτική Αγορά. Στον χώρο όπου βρίσκονται και άλλοι υπαίθριοι πωλητές με φυτά και σπόρους, ο Μπαρί πουλάει φρέσκα καλαμπόκια για 0,50 λεπτά το τεμάχιο κάτω από τον αδυσώπητο ήλιο του μεσημεριού, με μόνη προστασία την ομπρέλα του. «Η κίνηση έχει πέσει. Πέρυσι η κουνιάδα μου πουλούσε περίπου 500 κομμάτια τη μέρα, τώρα δεν πουλάμε τόσα. Με 10 λεπτά κέρδος που βγάζουμε, είναι ίσα-ίσα για το μεροκάματο», μας λέει, καθώς κάνει αέρα με την χαρτονένια πινακίδα της τιμής.
Το χειμώνα σαλεπτζής, το καλοκαίρι… καλαμποκάς
Στον πεζόδρομο της Δαγκλή συναντήσαμε ένα παλιό μας γνώριμο, από την… χειμερινή περίοδο. Ο Ιχμέτ, ο γνωστός σαλεπτζής της πόλης με την λευκή του ποδιά και το ζεστό του ρόφημα, το καλοκαίρι μεταμορφώνεται. «Το σαλέπι είναι για τα κρύα, τώρα πουλάμε καλαμπόκια με την γυναίκα μου», μας λέει καθώς καθαρίζει με το μαχαίρι τα κοτσάνια από τις τελευταίες κουκουνάρες που του έμειναν για σήμερα. Το πακέτο της τιμής κι εδώ το ίδιο: 12 καλαμπόκια, 5 ευρώ. «Ξεκινήσαμε με 8, πήγαμε στα 10 καλαμπόκια, τώρα δίνουμε 12. Όταν βγουν και τα όψιμα από την Ξάνθη θα πουλάμε ίσως πιο φτηνά», μας εξηγεί, καθώς τα δικά του καλαμπόκια προέρχονται από παραγωγούς της Κομοτηνής. Τα πρωινά στον πάγκο βρίσκεται η σύζυγος, ενώ ο ίδιος περιφέρεται με το καροτσάκι και πουλάει καλαμπόκια στους σταθερούς του πελάτες. «Έχω σταθερή πελατεία χειμώνα και καλοκαίρι, δόξα τω Θεώ», λέει και χαμογελάει με καμάρι, σαν συνεπής επαγγελματίας, που βλέπει τους κόπους του να έχουν αντίκρισμα.
Βρασμένες και ψητές για τους… τεμπέληδες
Όσοι δεν θέλετε να μπείτε στην διαδικασία να κουβαλάτε τα καλαμπόκια στο σπίτι, να τα καθαρίζετε (με αρκετά σκουπίδια από τα φύλλα, είναι η αλήθεια), να τα βράζετε ή ακόμη και να τα ψήνετε στα κάρβουνα, υπάρχει λύση. Εξίσου πολλοί είναι οι πάγκοι, κυρίως από την Κεντρική Πλατεία προς το Πολυτεχνείο, που προσφέρουν ζεστά, φρεσκοψημένα στα κάρβουνα ή βρασμένα καλαμπόκια, για όλα τα γούστα. Όποιο τρόπο και να προτιμήσετε, πάντως, δοκιμάστε τα και γευτείτε μαζί ένα κομμάτι καλοκαιριού.