Από τα γραπτά του προσωκρατικού φιλοσόφου Εμπεδοκλή ως αυτά του σύγχρονου κοινωνιολόγου Kemper αλλά και από πλήθος ψυχολογικών και ανθρωπολογικών μελετών προκύπτει ότι η ανθρώπινη αλληλεπίδραση, παρ’ όλη την πολυπλοκότητά της, κινείται ανάμεσα σε δύο πόλους: στη «φιλότητα» (φιλία, αγάπη, στοργή, συμπάθεια) που περιλαμβάνει όλες τις δυνάμεις που ενώνουν τους ανθρώπους και στο «νείκος» (φιλονικία, διαμάχη, λογομαχία ) που αφορά τις δυνάμεις που τους χωρίζουν. Οι δύο αυτές πτυχές αποτελούν θεμελιώδεις επεξηγηματικές παραμέτρους της ανθρώπινης αλληλεπίδρασης.
Τι είναι αυτό, όμως, που στις «δικές μας» σύγχρονες δυτικές κοινωνίες εντείνει το θυμό, το φόβο, την περιφρόνηση και την αηδία, δηλαδή όλα εκείνα τα συναισθήματα που πάνω τους χτίζεται η βίαιη αλληλεπίδραση μεταξύ των ανθρώπων;
Θυμώνει όποιος διαψεύδεται και όποιος δυσφορεί, όποιος βρίσκεται συνεχώς μπροστά σε εμπόδια αλλά και όποιος αναμετριέται με τους άλλους για να διατηρήσει ο ίδιος τον έλεγχο και την εξουσία. Όποιος παγιδεύτηκε σε καταναλωτικά όνειρα και υποσχέσεις, αυτός που έμεινε άνεργος παρά τις καλές του σπουδές, όποιος πάσχισε για υψηλούς στόχους που δεν επιτεύχθηκαν ποτέ. Δυσφορεί αυτός που οι συνθήκες της καθημερινότητάς του, απλές ή σύνθετες, τον φέρνουν διαρκώς αντιμέτωπο με προβλήματα δυσεπίλυτα. Θυμώνει εύκολα όποιος αποφασίζει να ακολουθήσει τις σύγχρονες επιταγές για «ανταγωνιστικότητα», διεκδικητικότητα και ατομική επιτυχία ή τις κοινωνικές προσταγές να απαρνιέται «ό,τι δεν του αξίζει».
Ο φόβος έρχεται ως απάντηση σε ενδεχόμενη συμβολική ή πραγματική βλάβη. Φοβάται όποιος απειλείται ψυχικά ή σωματικά, όποιος βρίσκεται μπροστά σε μια επερχόμενη απώλεια. Οι σύγχρονες δυτικές κοινωνίες, υποβοηθούμενες και από τα ΜΜΕ, βιώνονται ως κοινωνίες γενικευμένης απειλής. Οποιαδήποτε στιγμή, οπουδήποτε, κάτι μπορεί να ξεσπάσει ξαφνικά που θα φέρει την καταστροφή σε τοπικό ή παγκόσμιο επίπεδο, σε κλίμακα ατομική ή συνολική. Τα επακόλουθά τους έχουν γίνει με οδυνηρό τρόπο εμφανή στη μικρή μας χώρα τα τελευταία χρόνια.
Ένα αδιάψευστο εύρημα στις επιστήμες της ψυχικής υγείας είναι πως όποιος κακοποιεί έχει προηγουμένως κακοποιηθεί ο ίδιος. Είναι λοιπόν σχεδόν αφελές, να αναρωτιόμαστε γιατί έχει αυξηθεί η βία στις ανθρώπινες συναναστροφές ή γιατί οι άνθρωποι γίνονται μεταξύ τους ολοένα και πιο εχθρικοί. Ζούμε σε έναν κόσμο που όλο και περισσότερο μας κακοποιεί και μας φοβίζει. Σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογική πρόοδος ισοδυναμεί με περιβαλλοντική καταστροφή και όπου η κυρίαρχη αξία είναι η ατομική εξέλιξη. Σε έναν κόσμο που υπόσχεται σχεδόν τα πάντα αλλά εκπληρώνει ελάχιστα και όπου όταν ο ένας στόχος καλύπτεται ένας άλλος παίρνει τη θέση του.
Ζούμε σε μια χώρα όπου βασικοί θεσμοί όπως η Παιδεία, η κοινωνική πρόνοια ή η υγεία είναι πηγές δυσφορίας. Όπου επί μεγάλο χρονικό διάστημα οι πολιτικοί φρόντισαν για το δικό τους συμφέρον και όχι για το συμφέρον της Ελλάδας, δηλαδή εξαπάτησαν αυτούς που ορκίσθηκαν ότι θα υπηρετήσουν. Αλλά ακόμη και σήμερα αυτό που επιζητούν αλλά και διακηρύσσουν είναι να ξεχαστούν όσα έγιναν, να ξεχαστεί ουσιαστικά η Εθνική τους προδοσία γιατί πως αλλιώς να ονομάσεις τις παραλήψεις, τις καταχρήσεις, τις απιστίες που οδήγησαν στην κατάντια της χώρας μας. Παρατηρούμε όμως ότι στο κράτος που οδηγεί την διαδικασία της «διάσωσής μας» , τη Γερμανία, σε πολύ πρόσφατη έρευνα το 40% των νέων της θεωρεί ότι ο Χίτλερ αγωνίστηκε για τα ανθρώπινα δικαιώματα, το 50% θεωρεί το τότε ναζιστικό καθεστώς δημοκρατικό. Πως μπορούμε άραγε να έχουμε σχέση εμπιστοσύνης με τους δανειστές μας; Με ποιους θα διαπραγματευτούμε στο μέλλον; Δεν υπάρχει ελπίδα;
Φυσικά και υπάρχει, και η λύση μπορεί να έλθει από μέσα , από εμάς, από τον καθένα μας. Αν μειώσουμε τις απαιτήσεις από τους άλλους, ασχοληθούμε με τον εσωτερικό μας κόσμο και τον κάνουμε πιο απλό, πιο ολιγαρκή και με λιγότερες απαιτήσεις από τους άλλους. Η ευτυχία μας είναι κρυμμένη μέσα μας, στο μυαλό και την ψυχή μας και είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να ορθοποδήσουμε ως άτομα και κατά συνέπεια και ως Έθνος.
Ο σχολιαστής.