Σε όλο τον ελεύθερο κόσμο οι εκλογές είναι μια πολύ σοβαρή υπόθεση, από τις οποίες εξαρτάται, αλλά και διασφαλίζεται η διακυβέρνηση της χώρας. Στη Γαλλία για παράδειγμα προβλέπεται η επαναληπτική εκλογή σε περίπτωση που ένα κόμμα ή συνασπισμός κομμάτων δεν εξασφαλίσει το 50% των εκλογέων. Στην Αγγλία η εκλογή κυβέρνησης είναι εξασφαλισμένη με το εκλογικό σύστημα, χωρίς να μιλάει κανείς για τον «επάρατο» δικομματισμό μεταξύ των «Εργατικών» και των «Συντηρητικών». Αλλά και στις περιπτώσεις που προβλέπονται συμμαχικές κυβερνήσεις, υπάρχει τέτοια παράδοση συνεργασιών, που θεωρείται αδιανόητο να μην είναι δυνατόν να υπάρξει μια προγραμματική συμφωνία επί της οποίας να στηριχθεί μια σταθερή και αξιόπιστη Κυβέρνηση, χωρίς μικρότητες του τύπου δε συνεργάζομαι με τον έναν ή με τον άλλον, ή ανοησίες του τύπου ούτε «νεκρός» με αυτόν ή με εκείνον.
Στη χώρα μας οι εκλογές είναι κάτι σαν ένα μεγάλο πανηγύρι, γύρω από το οποίο στήνεται ο χορός των κομμάτων με λάφυρο το κράτος, που φροντίζουν να είναι αρκετά διογκωμένο και μάλιστα το μεγάλο μέγεθός του θεωρείται απόδειξη «αριστεροσύνης». Δεν είναι τυχαίο ότι σήμερα ο ΣΥΡΙΖΑ προβάλλει σαν το σημαντικότερο τμήμα του προγράμματός του το πάγωμα των ιδιωτικοποιήσεων και την επιστροφή στις κρατικοποιήσεις.
Στη χώρα μας οι εκλογές, με μοναδική στον κόσμο «ευρεσιτεχνία» , δεν έχουν ούτε σταθερό εκλογικό σύστημα, ούτε σταθερή θητεία. Ο κάθε Πρωθυπουργός που εξασφαλίζει μια ισχυρή πλειοψηφία αλλάζει κατά τα συμφέροντά του το εκλογικό σύστημα, ενώ διαλύει τη Βουλή και προκηρύσσει εκλογές, αδιαφορώντας για το συμφέρον της χώρας. Υπήρξαν στο παρελθόν περιπτώσεις εκλογικών συστημάτων που έδιναν στη νίκη σε κόμμα που είχε τη μειοψηφία στο εκλογικό σώμα, διότι στις εκλογικές περιφέρειες όπου το κόμμα πλειοψηφούσε ίσχυε το πλειοψηφικό και όπου μειοψηφούσε, η απλή αναλογική .
Μεταπολεμικά η τετραετία εξαντλήθηκε σε δύο μόνο περιπτώσεις. Την περίοδο 1985-1989 και την περίοδο 2000-2004. Στις υπόλοιπες παραβίαζαν το Σύνταγμα, ακόμη και με τη συνενοχή του Προέδρου της Δημοκρατίας, εφευρίσκοντας διάφορες αστείες δικαιολογίες περί «εκτάκτων εθνικών θεμάτων».
Το αποτέλεσμα αυτής της πρόωρης προσφυγής στις κάλπες, με βάση τη συγκυρία που ευνοούσε το κυβερνών κόμμα, ήταν να εισέρχεται η χώρα σε μια προεκλογική περίοδο αλλά ελληνικά, κατά την οποία η δημόσια διοίκηση δεν λειτουργούσε , αναμένοντας τη νέα Κυβέρνηση για να πάρει τις κατευθύνσεις, που σε πολλές περιπτώσεις ανάτρεπαν τις παλιές, με συνέπεια τη σπατάλη ή την απώλεια πόρων από την Ευρωπαϊκή ένωση.
Τα γράφω αυτά για να τονίσω την απέραντη ανευθυνότητα των κομμάτων που επεδίωξαν αυτές τις διπλές εκλογές και που είναι πολύ πιθανόν να τριτώσουν.
Η κύρια ευθύνη βέβαια βαρύνει τον Αντώνη Σαμαρά για τον περιορισμό της θητείας της Κυβέρνησης Παπαδήμου, τον οποίο δεν επέτρεψε να ολοκληρώσει το σημαντικό έργο του, για να διεκδικήσει την πρωθυπουργία. Βέβαια αυτό το πλήρωσε πολύ ακριβά με την κατάρρευση των ποσοστών του και την διάσπαση του κόμματός του.
Το πλήρωσε όμως και η χώρα με την ακυβερνησία και με το πάγωμα των διαδικασιών χρηματοδότησης της οικονομίας μας, που είναι πάντα εκτεθειμένη σε ένα σοβαρό ατύχημα, ακόμη και στον «ξαφνικό θάνατο».
Ο άλλος υπεύθυνος για της επαναληπτικές εκλογές της 17 Ιουνίου είναι ο Αλέξης Τσίπρας, ο οποίος αρνήθηκε τη συμμετοχή σε κυβέρνηση συνεργασίας και δήλωσε καθαρά: «Πάμε πάλι για εκλογές, ώστε να αυξήσουμε τις έδρες μας»… Το πανηγύρι λοιπόν συνεχίζεται και η χώρα «πυρί μειχθήτω»
Γιάννης Λασκαράκης
Εκδότης Εφημερίδας Γνώμης Αλεξανδρούπολης