Αρχική ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ Προς νέες εκλογές;

Προς νέες εκλογές;

0
kalpi_mellon-empros

Το μετεκλογικό τοπίο παραμένει θολό μετά τα αποτελέσματα της Κυριακής. Αν εξαιρέσει κανείς την πριμοδότηση του ΣΥΡΙΖΑ – που ήταν όντως θεαματική – και προέρχεται βασικά σε μεγάλο μέρος από την δεξαμενή των ψηφοφόρων του ΠΑΣΟΚ, την περίπου αναμενόμενη διαφυγή των ψήφων από την ΝΔ στους Ανεξάρτητους Έλληνες και του ΛΑΟΣ στην Χρυσή Αυγή, το γεγονός ότι το πρώτο κόμμα αναδεικνύεται όχι η ΝΔ αλλά οι ψήφοι στα μικρότερα κόμματα και η αποχή, καταδεικνύει πως η μνημονιακή πολιτική απέτυχε παταγωδώς σε όλα τα επίπεδα.
Η είσοδος, από την άλλη, των νεοναζιστών στο Ελληνικό Κοινοβούλιο, ένα φαινόμενο που σωστά αναδεικνύουν σημειολογικά τα γερμανικά ΜΜΕ με τον τίτλο «πως είναι δυνατόν στη χώρα που επέδραμαν οι Ναζί, να υπάρχουν νοσταλγοί τους σε ποσοστό 7%;», αναμένεται να προκαλέσει σεισμό στα πολιτικά πράγματα της χώρας, αφού κατέστη δυνατό να προκύψει μια νέα ακροδεξιά οργάνωση με 22 βουλευτές, αυτή τη φορά εξόχως ακραία και επικίνδυνη για τις ατομικές ελευθερίες. Σε αυτό το φαινόμενο θα εστιάσω μέρος από το σημερινό μου άρθρο.
Πέρασαν λοιπόν πολλές δεκαετίες, ιδιαίτερα σκληρές για την χώρα, και το σύστημα που εξέθρεψε τον νεοπλουτισμό σε όλα τα επίπεδα από την χούντα και μετά  (χωρίς αυτό να σημαίνει ότι επί χούντας – που πολλοί πλέον ξεχνούν με την άνοδο του νεοφασισμού – δεν συνέβησαν σημεία και τέρατα), οδήγησε στην ραγδαία αύξηση των ποσοστών της ακροδεξιάς που πάντα εμφανίζεται σε περιπτώσεις κλυδωνισμού της κοινοβουλευτικής αστικής Δημοκρατίας, εκμεταλλευόμενη δεόντως τα κενά στην άσκηση της πολιτικής αλλά και την απουσία σοβαρού δημοκρατικού λόγου. Πέρασαν τόσα πολλά χρόνια για να φτάσει η πολιτική για το μεταναστευτικό – προεξάρχοντος του απίθανου Χρυσοχοΐδη – να στρώσει το χαλί στους νοσταλγούς του Χίτλερ που πλέον παρελαύνουν με χαρακτηριστική άνεση στα έδρανα του Κοινοβουλίου.
Χωρίς να θέλω να μειώσω την πριμοδότηση του ΣΥΡΙΖΑ, που δημιουργεί νέα δεδομένα στην πολιτική, δεν μπορώ παρά να μην εκφράσω την βαθύτατη μου ανησυχία για την στροφή ενός πολύ μεγάλου κομματιού της ελληνικής κοινωνίας προς τον εθνικισμό, τον όψιμο πατριωτισμό και τον νεοφασισμό, με ότι αυτό συνεπάγεται  για τις εξελίξεις στα πολιτικά πράγματα. Αυτού του είδους η ραγδαία αύξηση αλλάζει τα δεδομένα και τους συσχετισμούς. Η δύναμη του ΣΥΡΙΖΑ, από την άλλη, κινδυνεύει να παραμείνει στο περιθώριο από την στιγμή που δεν πιάνει τόπο η πρότασή του περί κυβερνώσας Αριστεράς.
Πιθανολογώ λοιπόν ότι μάλλον απ΄ ότι φαίνεται ως τώρα πάμε για νέες εκλογές, αν δεν προκύψει κάτι εντυπωσιακά μεγάλο που θα ανατρέψει τα ως τώρα δεδομένα. Όσο και αν ο Αντώνης Σαμαράς προσπαθεί να αναπροσαρμόζει τον αντιμνημονιακό χαρακτήρα στην πρότασή του για κυβέρνηση εθνικής συνεργασίας, προκειμένου να δελεάσει τον Καμμένο και την ΔΗΜΑΡ, η προσπάθειά του αναμένεται να πέσει στο κενό καθώς υπάρχουν συγκεκριμένες δεσμεύσεις των εν λόγω κομμάτων προς τους ψηφοφόρους τους. Η οριακή πλειοψηφία ΠΑΣΟΚ και ΝΔ δεν επιτυγχάνεται, αλλά ακόμη και αν αυτό γινόταν η θητεία της κυβέρνησης αυτής θα ήταν μετρημένη στα δάχτυλα του ενός χεριού.
Ας επιστρέψω όμως στο φαινόμενο της Χρυσής Αυγής. Είχα προειδοποιήσει στο τελευταίο μου άρθρο ότι ο ήχος της μπότας είναι ηχηρός. Είχα επισημάνει πως οι ομάδες αυτές εκμεταλλεύονται τα ολισθήματα των κομμάτων του Κοινοβουλίου, ποντάροντας στην απελπισία των ανθρώπων, ειδικότερα στις φτωχογειτονιές.  Το 7% που κατέγραψε προέρχεται από την χουλιγκανοποίηση και το ρατσιστικό μένος ενός διόλου ευκαταφρόνητου ποσοστού των Ελλήνων πολιτών ή στην διάχυτη και καλά προετοιμασμένη αίσθηση σε μεγάλο τμήμα του ελληνικού πληθυσμού ότι πρέπει να φύγουν οι ξένοι « για να καθαρίσει ο τόπος». Η ψήφος στην Χρυσή Αυγή ήταν ψήφος που δόθηκε με κριτήρια φανατικής ελληνοπρέπειας και ακραιφνούς υπερπατριωτισμού που φρόντισαν άλλα κόμματα να προϊδεάσουν, μηδέ του ΠΑΣΟΚ εξαιρουμένου.
Δεν υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία ότι πέρα από την επικοινωνιακή νίκη του ΣΥΡΙΖΑ, ο επόμενος νικητής των εκλογών ήταν η ακροδεξιά. Εκεί θα πρέπει, κατά την γνώμη μου να επικεντρώσουν το ενδιαφέρον τους οι κάθε λογής εμπειρογνώμονες και όχι στο κατά πόσο θα υπάρξει ή όχι κυβέρνηση τις επόμενες ημέρες. Γιατί κυβέρνηση – και δη οικουμενική – μάλλον θα υπάρξει, καθώς οι πληροφορίες μου λένε  πως τα κομματικά επιτελεία προετοιμάζονται πυρετωδώς για αυτό το ενδεχόμενο.  Το μπαλάκι το έριξε ήδη ο Ευάγγελος Βενιζέλος, σε μια προσπάθειά του την ύστατη στιγμή να πει πως χωρίς ΠΑΣΟΚ η προαναφερόμενη κυβέρνηση δεν είναι εφικτή.
Η ΝΔ, λοιπόν, βρίσκεται σε σαφώς δυσχερέστερη θέση καθώς ούτε αυτοδυναμία έχει, ούτε της βγαίνει κατάλληλη συνεργασία εκ δεξιών. Και με δεδομένο ότι δεν θα ήθελε  σε καμία περίπτωση να στιγματιστεί από πιθανότητα συνεργασίας με την ακροδεξιά ούτε να παρακαλέσει αυτόν που αποκαλεί τον αρχηγό της «δοσίλογο», το παιχνίδι μετατοπίζεται στις επόμενη εκλογική αναμέτρηση, με δεδομένο ότι οι προσπάθειες του ΣΥΡΙΖΑ για κυβερνώσα Αριστερά θα αποβούν το πιθανότερο άκαρπες, γιατί όχι μόνο δεν βγαίνουν οι έδρες αθροιστικά, άλλα έχουν στερέψει και οι «αποστασίες». Με λίγα λόγια, φίλες και φίλοι, αν όπως ξαναείπα δεν προκύψει κάτι το συγκλονιστικό, μάλλον οδεύουμε προς νέα εκλογική αναμέτρηση.
Θα πρέπει όλοι να σκεφθούν τα αποτελέσματα των εκλογών αυτών. Θα πρέπει να σταθμίσουν τα υπέρ και τα κατά της ετυμηγορίας του ελληνικού λαού. Αλλά πάνω απ΄όλα θα πρέπει να ζυγιάσουν τις αντιδράσεις από τους ευρωπαίους εταίρους όχι μόνο στην τραγική πριμοδότηση της ακροδεξιάς  αλλά στα αναμενόμενα εκβιαστικά μηνύματα για την καταβολή ή μη της δανειακής δόσης. Εν ολίγοις, τα πράγματα περιπλέκονται σοβαρά και τίποτε δεν παραπέμπει σε πολιτική σταθερότητα. Με δεδομένο μάλιστα ότι έχουμε και ένα ποσοστό της Αριστεράς που μάλλον δεν μπορεί να αξιοποιηθεί κατάλληλα.
Οι πληροφορίες όμως καταφθάνουν η μία μετά την άλλη. Όλες συγκλίνουν στο εύθραυστο του πολιτικού συστήματος. Και αποκαλύπτουν ότι πέρα από τα μεγάλα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ και της ακροδεξιάς, τον αναμενόμενο καταποντισμό του ΠΑΣΟΚ και την αδύναμη πρωτοπορία της ΝΔ, το πρώτο κόμμα ήταν η αποχή μαζί με τους ψήφους προς τα άλλα μικρότερα κόμματα. Σημαίνει κάτι αυτό; Απαντώ: πολλά. Αυτά, που  αν δεν τα αντιληφθούν έγκαιρα και τα αποκρυπτογραφήσουν οι κομματικοί εμπειρογνώμονες, το παιχνίδι της αστικής Δημοκρατίας μπαίνει σε σοβαρές περιπέτειες.  

Φίλιππος Ζάχαρης
(phil.zaharis@gmail.com)

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Φίλιππος Ζάχαρης
Περισσότερα άρθρα από ΣΥΝΕΡΓΑΤΕΣ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

«Συμπαραστάτης του Αθλητή και της Αθλήτριας : η αναγκαία πρωτοβουλία της Πολιτείας για την ενίσχυση της συνταγματικής εγγύησης του Αθλητισμού»

Ι.          α. Την 11.06.1975 με την δημοσίευση του Συντάγματος της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατί…