Άνθρωποι που έφτιαξαν ιστορία

0

Ελένη Διαφωνίδου
elenidfn@yahoo.com
 
Έφυγε πλήρης ημερών σε ηλικία 91 ετών ο πατέρας τουδημοσιογράφου Τάσου Κοντογιαννίδη, ο Κώστας Κοντογιαννίδης, ο οποίοςείχεγεννηθεί στην Αργυρούπολη του Πόντου το 1920, αλλά ήρθε στην Ελλάδαμετά τουςδιωγμούς, ορφανός αφού είχαν σκοτώσει τη μάνα του οι Τούρκοι καιεγκαταστάθηκεστα ορεινά της Ξάνθης.
Μαζί του ο Κώστας Κοντογιαννίδης, που έζησε ως λοχίας τονεμφύλιο πόλεμο, πήρε και μία ανθρώπινη ιστορία πολέμου, αυτή τηςστιγμής πουσυνάντησε τη μάνα του Φλωράκη και της έδειξε το δρόμο για τους δικούςτης. Μιαιστορία που κατέγραψε ο γιος του μέσω του Τύπου (στην εφημερίδαrealnews), 60χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου.
Ο γιος του που κατέγραψε τη μαρτυρία του πατέρα του, θέλησενα παρουσιάσει με αυτό το περιστατικό μία ανθρώπινη ιστορία εν μέσω τωνπολεμικών γεγονότων, που μαζί με χιλιάδες άλλες συνθέτουν το παζλ τηςάλληςπλευράς του πολέμου, αυτής που δε μετρούσε νίκες και ήττες, αλλά  μετριόταν με αλληλεγγύηκαι ψυχικό ηρωισμό.
Ο ίδιος ο Τάσος Κοντογιαννίδης για τον εμφύλιο πόλεμο έχειγράψει: «από τότε που τελείωσε ο εμφύλιος πόλεμος το πελώριο ΓΙΑΤΙ πουπροβάλλει γι’ αυτό το τραγικό για το έθνος αιματοκύλισμα εξακολουθεί ναμένειαναπάντητο. Δεν ήταν μόνο λάθος αλλά και κατάρα. Εξήντα χρόνια μετά,δεν θαεπαναλάβουμε ποιος έφταιγε, ποιος σκότωσε και ποιος εγκλημάτησε. Έχουνόλακαταγραφεί από την Ιστορία και μόνο μερικοί ιδεολογικά άρρωστοισκαλίζουν,γιατί προφανώς τους αρέσει η οσμή των πτωμάτων…».
Θέλοντας να φωτίσει μια άλλη πτυχή του πολέμου, καταγράφει τηνιστορία που όταν ήταν μικρός του διηγιόταν ο πατέρας του, ο οποίοςπολέμησε απότην αρχή μέχρι το τέλος στον Εμφύλιο. Την ιστορία διηγείται στις 30Αυγούστου2009 και περιγράφει τον πατέρα του Κώστα Κοντογιαννίδη, γνωστό με τοπροσωνύμιο«ο Παπάγος» στην περιοχή των Κομνηνών Ξάνθης, ως έναν άνθρωπο που ωςλοχίας του513 Τάγματος Πεζικού, το 1949,  ήταναπότους στρατευμένους εκείνους που άκουσε να πέφτουν οι τελευταίες σφαίρεςκαιοβίδες στην ελληνοαλβανική μεθόριο, που σήμαναν ουσιαστικά το τέλος τουεμφυλίουπολέμου.
Την αφήγηση του πατέρα του ο Τάσος Κοντογιαννίδης είχεκαταγράψει σε κάμερα και την έδειξε στο Χαρίλαο Φλωράκη όταν το 2002έτυχε νατον συναντήσει, προκαλώντας τη βαθύτατη συγκίνησή του και, με μάτιαπλημμυρισμένα από δάκρυα ζήτησε από το συγγραφέα να «του τον φιλήσει».
Διηγούμενος την ιστορία του πατέρα του μεταφέρει τα λόγιατου: ««Από τον Άγιο Γερμανό, κοντά στην Πρέσπα, έβαζαν οι αντάρτες μετουςόλμους. Οι οβίδες έπεφταν βροχηδόν. Τρέχαμε σαν τρελοί να κρυφτούμε.Μέσα στονπανικό μου μπήκα σε έναν λάκκο που άνοιξε μία οβίδα. Σκέφτηκα εκείνη τηστιγμήότι στο ίδιο μέρος αποκλείεται να ξαναπέσει δεύτερη. Σώθηκα, αλλά δίπλαμουσκοτώθηκε ένας στρατιώτης με το μουλάρι που ήταν φορτωμένο με τονασύρματο…Όταν στα μάτησε ο βομβαρδισμός σηκώθηκα, έκανα τον σταυρό μου κι έτρεξαστονστρατιώτη. Τον είδα διαμελισμένο και σοκαρίστηκα…».
Το υπόλοιπο της ιστορίας διηγείται ο Τάσος Κοντογιαννίδης:
 «Οι αντάρτες μετά τοκλείσιμο των γιουγκοσλαβικών συνόρων από τον Τίτο, κυνηγημένοι από τονστρατό πουεφάρμοζε την «Επιχείρηση Πυρσός 3», εγκατέλειψαν το ελληνικό έδαφος καιμπήκανστην Αλβανία. Εκεί ουσιαστικά τελείωσε ο εμφύλιος πόλεμος και συνέβηέναγεγονός που μένει χαραγμένο βαθιά στη μνήμη του Κ. Κοντόγιαννίδη. «ΑπότοΚερασοχώρι, κυνηγημένοι οι αντάρτες από τον στρατό, έμπαιναν στηνΑλβανία μαζίμε άλλους που τους ακολουθούσαν. Φτάσαμε κι εμείς εκεί, χωρίς ναπεράσουμε τααλβανικά σύνορα. Τότε στο κοντινό δασάκι, μέσα οπό τις φυλλωσιές άκουσαμιαγυναικεία φωνή. Πήγα -ως λοχίας επικεφαλής της διμοιρίας- και βρήκα μιαγριούλαγύρω στα 60 με 65, ταλαιπωρημένη, γεμάτη ψείρες, νηστική καιδιψασμένη…”Δεν μπορώ” μου είπε. “Μη με σκοτώσεις!..”. Την καθησύχασα.”Μη φοβάσαι, δεν θα σε πειράξει κανείς”, της είπα και τη ρωτούσα ποιαείναι και τι θέλει.  Στηναρχή δεν μουαπαντούσε. Όταν τη ρώτησα αν θέλει νερό, κούνησε το κεφάλι της. Τηςέδωσα τοπαγούρι μου και ήπιε… “Οι άλλοι έφυγαν, εμένα δεν άντεξαν τα πόδιαμου…, είπε”. Τη ρώτησα “ποια είσαι;”. “Είμαι η μάνα τουΓιώτη”, απάντησε. “Ποιανού Γιώτη” ξαναρώτησα. “Ο γιος μουείναι καπετάνιος στον Δημοκρατικό Στρατό, τον λέν’ Χαρίλαο Φλωράκη…Πρέπεινα’ ναι πέρα” και μου’ δειξε προς την Αλβανία… Γύρισε, με κοίταξε μ’έναικετευτικό βλέμμα και με ρώτησε: “Τι θα με κάνετε;”. Την κοίταξακαλά, ήταν σε άθλια κατάσταση. “Πού θέλεις να πας”, της είπα.”Από εδώ ή από εκεί;”. “Εκεί που πάν’ κι οι δικοί μου”,είπε. Της έπιασα το χέρι και τη βοήθησα να σηκωθεί. Στο πρόσωπο τηςείδα τημάνα που έχασα μικρός στον Πόντο… Την κατέβασα στο μονοπάτι και της   είπα: “Από εδώφύγανε οι δικοί σου,τράβα αυτό το μονοπάτι και θα τους βρεις. Πήγαινε στην ευχή τηςΠαναγίας”,είπα. Με κοίταξε στα μάτια επίμονα, κούνησε το κεφάλι, μου ‘πιασε τοχέρι καιείπε “ευχαριστώ, παιδί μου, να έχεις την ευχή μου” και έφυγε…».
Κάποιος στρατιώτης συζητούσε με άλλους συναδέλφους του τοπεριστατικό με τη γριούλα και το άκουσε ο επικεφαλής ανθυπολοχαγός οοποίοςέβγαλε στην αναφορά τον πατέρα μου για να απολογηθεί. Ο πατέρας μουπλησίαζετότε τα 29, με δύο παιδιά, ήταν γεμάτος θυμό, καθώς περίμενε νααπολυθεί με τηλήξη του πολέμου. Πολέμησε στην Εθνική Αντίσταση, δεινοπάθησε ωςντουρτουβάκιστα κάτεργα στη Βουλγαρία και στρατιώτης κατόπιν 40 μήνεςμπαρουτοκαπνισμένοςδεν μπορούσε να ανεχθεί παρατηρήσεις από έναν νεότερο του και με όχιτόσομεγάλες προσφορές στην πατρίδα. Πήγε στην αναφορά και γεμάτος θυμόυπερασπίστηκε την πράξη του: «Πολεμάμε άνδρες και όχι γριούλες», είπεστοναντισυνταγματάρχη διοικητή του.«Στο πρόσωπο της είδα τη μάνα μου που οιΤούρκοιτη σκότωσαν μπροστά στα μάτια μου γιατί δεν ήθελε να καταδώσει τονάνδρα τηςπου ήθελαν να τον πάρουν στα “τάγματα εργασίας”, από τα οποία δεν θαγύριζε ποτέ. Έκανα αυτό που μου έλεγε η συνείδηση μου…». Ο διοικητήςτονσυνεχάρη. «Η πράξη σου είναι πράξη ανθρωπιάς», του είπε.
Η κηδεία του Κώστα Κοντογιαννίδη πραγματοποιήθηκε τη Δευτέρα19 Ιουλίου στα Κομνηνά.

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αρχείο Αρθρογραφίας 2010
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Έβαλε νερό στο κρασί της η διοίκηση

Αίσιο τέλος είχαν 8 μηνών κινητοποιήσεις με 50 στάσεις εργασίας και 24ωρες απεργίες του σω…