Η προσπάθεια της ελληνικής Πολιτείας να απευθυνθεί ολοκληρωμένα στις ιδιαιτερότητες των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες αλλά και οι δυσκολίες που αντιμετωπίζουν παιδιά και έφηβοι με δυσλεξία, αποτέλεσαν τα αντικείμενα ημερίδας που πραγματοποιήθηκε στην Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Δήμου Ξάνθης, την Κυριακή 25 Ιανουαρίου 2009, στις 11 το πρωί. Την ημερίδα, που συνδιοργάνωσαν το Κέντρο Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης (ΚΕ.Δ.Δ.Υ.) νομού Ξάνθης, η Ένωση Γονέων Παιδιών με Μαθησιακές Δυσκολίες (Ε.Γ.Π.Μ.Δ.) νομού Ξάνθης καθώς και ο Σύλλογος Γονέων και Κηδεμόνων 1ου Λυκείου, παρακολούθησαν πολλοί συμπολίτες μας, στην πλειοψηφία τους μέλη της εκπαιδευτικής κοινότητας του νομού μας.
Εισηγητές της ημερίδας είχε προγραμματιστεί να είναι οι κυρίες Πολυχρονοπούλου Σταυρούλα και Λιβανίου Ελένη, καθηγήτρια ειδικής αγωγής και ψυχολογίας του Παν. Αθηνών και διδάκτωρ εκπαιδευτικής ψυχολογίας του Παν. Nottigham καθώς και πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρείας Δυσλεξίας, αντίστοιχα, καθώς και ο κ. Παπαϊωάννου Χαράλαμπος, προϊστάμενος της Διεύθυνσης Ειδικής Αγωγής του ΥΠ.Ε.Π.Θ. Δυστυχώς, τελικά τόσο η κα Πολυχρονοπούλου, όσο και ο κ. Παπαϊωάννου δεν μπόρεσαν να παραβρεθούν στην ημερίδα για λόγους ασθενείας και εμποδίων από τις αγροτικές κινητοποιήσεις αντίστοιχα. Την εισήγηση του κ. Ππαϊωάννου ανέλαβε να παρουσιάσει ο κ. Κομλίκης Δημήτριος, προϊστάμενος του ΚΕ.Δ.Δ.Υ. Ξάνθης.
Οι ομιλίες των εισηγητών επικεντρώθηκαν από την μία στο νέο νόμο 3699/2008, ο οποίος κωδικοποιεί την στάση της Πολιτείας απέναντι στην ειδική αγωγή και εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες (ΦΕΚ 199/τ.Α’/2-10-2008) και από την άλλη στις μαθησιακές δυσκολίες αλλά και τις συναισθηματικές ανάγκες των δυσλεκτικών παιδιών και εφήβων.
Αναφορικά με το νόμο 3699/2008 θα πρέπει να σημειωθεί ότι, όπως υποστηρίχθηκε από τους ομιλητές, αποτελεί την πιο ολοκληρωμένη προσπάθεια αντιμετώπισης του ζητήματος της ειδικής αγωγής και εκπαίδευσης από την Πολιτεία, πραγματοποιώντας μία σημαντική αναδιοργάνωση στον τρόπο αλλά και τους φορείς που την παρέχουν. Πιο συγκεκριμένα, προβλέπεται η αντικατάσταση των Κ.Δ.Α.Υ. από τα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης, Διάγνωσης και Υποστήριξης Ειδικών Εκπαιδευτικών Αναγκών (ΚΕ.Δ.Δ.Υ.), που ιδρύονται σύμφωνα με τον προαναφερθέντα νόμο και που προορίζονται ν’ αποτελέσουν αποκεντρωμένες δημόσιες υπηρεσίες, υπαγόμενες στον κατά τόπους Περιφερειακό Διευθυντή Εκπαίδευσης. Σκοπός των Κέντρων είναι η προσφορά υπηρεσιών διάγνωσης, αξιολόγησης και υποστήριξης των μαθητών που έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες, καθώς και υποστήριξης, πληροφόρησης και ευαισθητοποίησης των εκπαιδευτικών, των γονέων και της κοινωνίας γενικότερα πάνω στα παραπάνω ζητήματα. Η πρόβλεψη του νομοθέτη, όπως αυτή παρουσιάστηκε στην ημερίδα, είναι τα Κέντρα αυτά να παρέχουν τις υπηρεσίες τους σε άτομα που η ηλικία τους αρχίζει από τα τέσσερα και φτάνει μέχρι τα είκοσι δύο έτη, τα οποία φοιτούν σε κάποια σχολική μονάδα της πρωτοβάθμιας ή της δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης, τα οποία έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Ως τέτοια θεωρούνται τα άτομα τα οποία έχουν σημαντική δυσκολία μάθησης και προσαρμογής εξαιτίας σωματικών, διανοητικών, ψυχολογικών, συναισθηματικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων. Σημαντικό είναι να σημειωθεί επίσης ότι σε αυτή την κατηγορία δεν περιλαμβάνονται άτομα τα οποία μητρική τους γλώσσα δεν είναι η ελληνική και εξ’ αιτίας αυτού εμφανίζουν μειωμένη σχολική επίδοση. Τα νεοϊδρυθέντα Κέντρα Διαφοροδιάγνωσης συμπεριλαμβάνουν στις βασικές αρμοδιότητές τους
• την ανίχνευση και διαπίστωση των εκπαιδευτικών δυσκολιών στο σύνολο των παιδιών σχολικής και προσχολικής ηλικίας,
• την εισήγηση και κατάρτιση ειδικών προγραμμάτων ψυχοπαιδαγωγικής και διδακτικής υποστήριξης, σε συνεργασία με τους εκπαιδευτικούς, καθώς και την εφαρμογή διάφορων υποστηρικτών μέτρων για άτομα με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στα σχολεία, στις έδρες τους ή στο σπίτι,
• η επιμέλεια για την κατάταξη, εγγραφή και φοίτηση των μαθητών που το έχουν ανάγκη, στην κατάλληλη εκπαιδευτική μονάδα με την παράλληλη και απαιτούμενη παρακολούθηση και αξιολόγηση της εκπαιδευτικής τους πορείας,
• η παροχή ενημέρωσης και συμβουλευτικής υποστήριξης στο εκπαιδευτικό προσωπικό,
• ο καθορισμός των εκπαιδευτικών βοηθημάτων και των τεχνικών οργάνων που είναι απαραίτητα στο σχολείο ή στο σπίτι καθώς και η υποβολή προτάσεων για την καλύτερη πρόσβαση και παραμονή των μαθητών στους χώρους εκπαίδευσης,
• η εισήγηση για την αντικατάσταση των γραπτών δοκιμασιών με προφορικές ή απλούστερης μορφής δοκιμασίες στις εξετάσεις της πρωτοβάθμιας και δευτεροβάθμιας εκπαίδευσης,
• η προτάσεις για την εφαρμογή προγραμμάτων πρώιμης εκπαιδευτικής παρέμβασης,
• η σύνταξη ετήσιας έκθεσης πεπραγμένων τόσο προς το ΥΠ.Ε.Π.Θ. όσο και προς το Παιδαγωγικό Ινστιτούτο, με την οποία θα πραγματοποιείται η ετήσια αξιολόγησή τους,
• η σύνταξη εκθέσεων και προτάσεων για ενδεχόμενες κτιριακές και υλικοτεχνικές παρεμβάσεις προς τον Οργανισμό Σχολικών Κτιρίων και τους Ο.Τ.Α.
• η σύνταξη εξατομικευμένων εκθέσεων και προτάσεων για όλους τους μαθητές αναφορικά με σύγχρονες εκπαιδευτικές προσεγγίσεις και βοηθήματα, προϊόντα ή υπηρεσίες που μπορούν να υποστηρίξουν κάθε μαθητή με αναπηρία ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην διαδικασία συνεκπαίδευσης με τους μαθητές του γενικότερου εκπαιδευτικού πλαισίου.
Μία πολύ σημαντική διάκριση έγινε επίσης στο θέμα των δυσλεκτικών παιδιών και εφήβων. Δεδομένου ότι στην χώρα μας πάνω από εκατό χιλιάδες οικογένειες έχουν παιδιά με μαθησιακές δυσκολίες, η σωστή ενημέρωση για το θέμα είναι ουσιώδης. Σημειώθηκε ότι υπάρχουν τρεις τύποι μαθησιακών δυσκολιών:
1. Η δυσκολία στην ανάγνωση
2. Η δυσκολία στα μαθηματικά
3. Η δυσκολία στον γραπτό λόγο
Όμως αυτές οι δυσκολίες δεν παρουσιάζονται στον ίδιο βαθμό σε κάθε παιδί. Είναι επίσης πιθανό να συνυπάρχουν συναισθηματικές διαταραχές με την διαταραχή της ελλειμματικής προσοχής – υπερκινητικότητας ή με παραπτωματική συμπεριφορά. Αυτό που πάντως τονίστηκε είναι το γεγονός ότι οι μαθησιακές δυσκολίες δεν οφείλονται σε κάποιου είδους νοητική υστέρηση, χαμηλή νοημοσύνη, ασθένεια, δυσλειτουργία ή αναπτυξιακή ανωριμότητα ή διαταραχή. Εφόσον υπάρξει έγκαιρη διάγνωση, αρχίσει αμέσως υποστηρικτική αγωγή με συμμετοχή και της οικογένειας, γίνει κατανοητή η ιδιαιτερότητά τους από την εκπαιδευτική κοινότητα και δοθο