Η παραλιακή ζώνη του νομού μας αλλά και ολόκληρης της Θράκης, ήταν κατά τους αρχαίους χρόνους διάσημη για την οινοπαραγωγή της. Λέγεται μάλιστα ότι οι κάτοικοι αυτής της περιοχής ήταν αυτοί που έμαθαν και στον υπόλοιπο κόσμο, ενστικτωδώς βέβαια, την διατροφική αλλά και αισθητική αξία του κρασιού ως απαραίτητη προσθήκη στο καθημερινό τραπέζι. Δυστυχώς η παράδοση που δημιουργήθηκε στα αρχαία Άβδηρα και στους άλλους οικισμούς της περιοχής εκείνη την περίοδο και που έδωσε ιδιαίτερες και μοναδικές ποικιλίες αμπελιών και κρασιού, διακόπηκε και μάλιστα για μεγάλο χρονικό διάστημα, στο πέρασμα των χρόνων.
Την αναβίωση της οινοποιίας στην ίδια αυτή περιοχή προσπαθούν εδώ και μερικά χρόνια να πετύχουν κάποιοι τοπικοί παραγωγοί της Ξάνθης, στις περιοχές των Αβδήρων, της Μάνδρας και όχι μόνο. Οι ίδιοι χαρακτηρίστηκαν ως «τρελοί» γιατί σε μία περίοδο που ο καπνός, το βαμβάκι και τα δημητριακά κυριαρχούσαν στον ξανθιώτικο κάμπο ως καλλιέργειες, εκείνοι προσπαθούσαν ν’ αναβιώσουν την αμπελοκαλλιέργεια και την οινοποιία, δύο εξαιρετικά δύστροπες και δύσκολες διαδικασίες παραγωγής. Ποια είναι όμως η εξέλιξη αυτής τους της προσπάθειας; Ποια είναι η θέση που κατέχει σήμερα το ξανθιώτικο κρασί στην ντόπια, στην ελληνική αλλά και την ξένη αγορά; Ποια μπορεί να είναι η θέση του στο μέλλον;
Στα ερωτήματα αυτά καλέσαμε ν’ απαντήσουν τρεις γνωστοί παραγωγοί κρασιού της περιοχής μας, ως ενδεικτικοί εκπρόσωποι αυτού που λέμε ξανθιώτικο κρασί. Ο λόγος για τους κυρίους Ναπολέοντα Σγουρίδη, Γιώργο Βουρβουκέλη και Μάκη Αδαμίδη, οι οποίοι, άλλοι λιγότερο και άλλοι περισσότερο καιρό τώρα, στηρίζουν αυτή την προσπάθεια αναβίωσης των τοπικών μας ποικιλιών, με πολύ κόπο και προσπάθεια.
«Ο Έλληνας έχει γενικώς την τάση να δοκιμάζει καινούρια κρασιά» εκτιμά ο κ. Γ. Βουρβουκέλης και συνεχίζει: «Αυτό βοήθησε στην επίτευξη μιας σημαντικής αναγνωρισιμότητας των τοπικών κρασιών στην τοπική αγορά. Κύριος λόγος βέβαια του ότι καταλαμβάνουμε ένα σημαντικό μερίδιο της τοπικής αγοράς είναι και ο σχετικός τοπικισμός της μικρής, αριθμητικά, ξανθιώτικης κοινωνίας η οποία φαίνεται να προτιμά τα τοπικά κρασιά σε γιορτινές και ξεχωριστές στιγμές της, όπως επίσης και όταν φιλοξενεί επισκέπτες της. Από την άλλη στην καθημερινή τους διασκέδαση, οι ξανθιώτες δεν διστάζουν να δοκιμάζουν και άλλα κρασιά, κάτι που είναι επίσης απολύτως υγιές και λογικό, δεδομένου ότι για πάρα πολύ καιρό η περιοχή δεν ήταν οινοπαραγωγή και ο κόσμος είναι καλό να έρχεται σε επαφή με νέες γεύσεις». Όσον αφορά τις εξαγωγικές δυνατότητες των ξανθιώτικων κρασιών σε ξένες αγορές, ο κ. Βουρβουκέλης έχει να σημειώσει τόσο θετικά σημεία, όσο και αρνητικά: «στα θετικά συγκαταλέγεται το ίδιο το κρασί που παράγεται εδώ, το πλούσιο άρωμά του και οι λεπτές, ευγενισμένες αισθήσεις του (σώμα, γεύση κρασιού κλπ.) που μπορούν εύκολα ν’ ανταγωνιστούν τα «βαριά» ευρωπαϊκά κρασιά στις δύσκολες αγορές του εξωτερικού. Από την άλλη όμως τα διάφορα γραφειοκρατικά και νομοθετικά «τερτίπια» κάνουν συνήθως και πάλι το «θαύμα» τους, κάνοντας την εξαγωγή των ξανθιώτικων αλλά και κατ’ επέκταση των ελληνικών κρασιών στο εξωτερικό, μία πολύ περίπλοκη υπόθεση…».
Πιο συγκρατημένος εμφανίζεται από την μεριά του ο κ. Μ. Αδαμίδης, ο οποίος συμφωνεί με τον κ. Βουρβουκέλη τόσο στην ύπαρξη κάποιας σημαντικής προτίμησης από μέρους των ξανθιωτών, όσο και για τους λόγους τοπικισμού που αυτή υπάρχει. Γενικότερα όμως παρατηρεί πως «είμαστε νέοι, σχετικά, στον χώρο της οινοπαραγωγής, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Υπήρχε βέβαια μία αρχαία παράδοση στον τόπο μας στην οινοποιία, την οποία προσπαθούμε ν’ αναβιώσουμε, όμως η μακροχρόνια διακοπή της είναι περισσότερο από εμφανής στις προσπάθειές μας αυτές. Πρέπει να παραδεχτούμε βέβαια πως γίνονται προσπάθειες προώθησης των ξανθιώτικων κρασιών τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Όμως ιδίως για το εξωτερικό τα πράγματα είναι πάρα πολύ δύσκολα για τους ντόπιους παραγωγούς και απαιτείται μεγαλύτερη, συντονισμένη και μακροχρόνια προσπάθεια για να μπορέσει να έχει αποτελέσματα η όποια προσπάθεια προβολής και προώθησής τους. Μία ολοκληρωμένη και σωστή προβολή μάλιστα, ιδίως στο εξωτερικό, προϋποθέτει (αν όχι απαιτεί…) την συνεργασία και φορέων που μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά και αποτελεσματικά, όπως η Νομαρχία και το τοπικό Επιμελητήριο».
Τέλος, εξισορροπώντας τις δύο προαναφερθείσες απόψεις, τοποθετείται και ο κ. Ν. Σγουρίδης, μην αποφεύγοντας και την σχετική ερώτηση, αναφορικά με το πόσο τον επηρέασε η μακροχρόνια παρουσία του πατέρα του στα πολιτικά πράγματα του τόπου μας: «Όσον αφορά την παρουσία του πατέρα μου στην πολιτική θα πρέπει να πω ότι ενώ σε κάποια σημεία υπήρξε θετική συνισταμένη στις προσπάθειές μου στον χώρο της οινοποιίας, άλλες τόσες υπήρξε αρνητική. Αναφορικά τώρα με το παρόν και το μέλλον των ξανθιώτικων κρασιών θα πρέπει να παρατηρήσουμε κατ’ αρχήν ότι είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με το παρόν αλλά και το μέλλον όλων των υπόλοιπων ελληνικών κρασιών. Η παρούσα κατάσταση μάλλον δεν είναι η καλύτερη δυνατή και σίγουρα δεν είναι η επιθυμητή. Δεν παραγνωρίζω βέβαια τις προσπάθειες που καταβάλλουν τοπικοί φορείς όπως είναι, ανάμεσα σε άλλους, η Νομαρχία και οι υπηρεσίες της, καθώς και το τοπικό Επιμελητήριο, οι οποίες είναι σημαντικές. Όμως δεν συμμερίζομαι την γνώμη ότι έχουμε καταφέρει ακόμη να κυριαρχήσουμε στην τοπική αγορά, ενώ και η εικόνα που παρουσιάζουμε στο εξωτερικό δεν είναι ενιαία αλλά κατακερματισμένη, με δυσανάλογα μεγάλο αριθμό ειδών κρασιού, χωρίς την ανάλογη υποδομή και καλή σχέση ποιότητας τιμής να μπορούν να στηρίξουν αυτή την πολυδιάσπαση. Αυτό έχει σαν αποτέλεσμα το ελληνικό και κατά συνέπεια και το ξανθιώτικο κρασί να παρουσιάζει μία όχι και τόσο καλή εικόνα στο εξωτερικό, με μία δυσανάλογα μεγάλη γκάμα κρασιών που περισσότερο μπερδεύει τον ξένο καταναλωτή, παρά δίνει ένα σαφές στίγμα που να χαρακτηρίζει το ελληνικό κρασί. Όμως αυτή ακριβώς η κατάσταση πολυμορφίας, σε συνδυασμό με το ότι πρόκειται ουσιαστικά για μία προσπάθεια που ακόμη και για τους παλιότερους των παραγωγών δεν διαρκεί περισσότερο από μία δεκαετία, είναι που δίνει επίσης ελπίδες για καλύτερη και μεγαλύτερη εκμετάλλευση των δυνατοτήτων των ξανθιώτικών κρασιών στο μέλλον, φτάνει αυτή η προσπάθεια να γίνει έξυπνα, με αυστηρά κριτήρια και με έμφαση στις ντόπιες ποικιλίες».
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να πούμε ότι η συγκεκριμένη προσπάθεια αναβίωσης της αρχαίας τέχνης της οινοποιίας στον τόπο μα&#
-
«Κίνημα Δημοκρατίας» – Αυτό είναι το νέο κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη
Με σφοδρή επίθεση προς τους πρώην συντρόφους στο ΣΥΡΙΖΑ τα αποκαλυπτήρια του νέου πολιτικο… -
Πρόσωπα & Γεγονότα, Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024
«Τα αντιβιοτικά δεν είναι παυσίπονα» Το θέμα είναι σοβαρό διότι αποδεδειγμένα υπάρχουν πολ… -
Κορίνα Αθανασιάδου: Από την Ξάνθη στον κόσμο του Sustainable Design στη Ν. Υόρκη
Η interior architect τιμάται από το New York School of Interior Design ως μία από τις πιο …
Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
-
«Κίνημα Δημοκρατίας» – Αυτό είναι το νέο κόμμα του Στέφανου Κασσελάκη
Με σφοδρή επίθεση προς τους πρώην συντρόφους στο ΣΥΡΙΖΑ τα αποκαλυπτήρια του νέου πολιτικο… -
Πρόσωπα & Γεγονότα, Σάββατο 23 Νοεμβρίου 2024
«Τα αντιβιοτικά δεν είναι παυσίπονα» Το θέμα είναι σοβαρό διότι αποδεδειγμένα υπάρχουν πολ… -
Οσομπούκο με κρεμμυδάκια στο φούρνο
-4 φέτες κότσι μοσχαρίσιο (οσομπούκο) 1½ κιλό περίπου -500γρ. κρεμμυδάκια για στιφάδο -3 σ…
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Αρχείο Αρθρογραφίας 2009
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.
Μπορεί επίσης να σας αρέσει
Χωρίς πρόβλεψη για Ιατρείο Διακοπής Καπνίσματος το Γ.Ν.Ξ.
Με την αφορμή της …