«Σύσσωμος ο κόσμος της εργασίας από όλους του εργασιακούς χώρους και όλους τους κλάδους συμμετέχει στην απεργία, γιατί τα εργασιακά δικαιώματα μας δέχονται τη σφοδρότερη επίθεση των τελευταίων ετών», η εναρκτήρια παράγραφος της ομιλίας του προέδρου εργατικού κέντρου Ξάνθης κ. Παπαβασιλείου, που εκφωνήθηκε στην αίθουσα του εργατικού κέντρου στις 11 το πρωί της Τετάρτης , ημέρας πανελλαδικής πανεργατικής απεργίας που κήρυξε ΓΣΕΕ και ΑΔΕΔΥ, εν όψει κατάθεσης του προϋπολογισμού. Και παρότι τα μηνύματα συμμετοχής πανελλαδικά κάνουν λόγο για «γενικό «λουκέτο» σε ολόκληρη τη χώρα» και τα αποτελέσματα από το εργατικό κέντρο Ξάνθης, μιλούν για 70% συμμετοχής στην απεργία σε εργοστάσια, ενώ ενδεικτικά στις δημόσιες υπηρεσίες όπως στη νομαρχία Ξάνθης το ποσοστό ήταν 9,75%, η ανταπόκριση των εργαζομένων στο κάλεσμα του εργατικού κέντρου Ξάνθης ήταν… μάλλον απογοητευτική. Παρευρίσκονταν συνδικαλιστές πρόεδροι σωματείων, καθώς και ο κ. Πετράκης από την ΑΔΕΔΥ. Ο πρόεδρος του Εργατικού κέντρου Ξάνθης κ. Παπαβασιλείου έδωσε το μήνυμα της απεργίας: «Δεν θα επιτρέψουμε να κυριαρχήσουν οι αντεργατικές πολιτικές που προκαλούν και εξεγείρουν. Θα αντιπαρατεθούμε με ανυποχώρητους αγώνες , πρωτόγνωρους σε ένταση, σε διάρκεια, σε μαζικότητα. ΌΛΟΙ ΜΑΖΙ ΜΠΟΡΟΥΜΕ», στους λιγοστούς …αγωνιστές εξεδόθη ένα ψήφισμα αλλά αναβλήθηκε η προγραμματισμένη πορεία λόγω έλλειψης… πορευομένων.
Στο διά ταύτα: Σιγά οι εργαζόμενοι κοιμούνται…
Είναι απορίας άξιον πως σε μια εποχή περιστολής των εργασιακών δικαιωμάτων με άλλοθι την ανταγωνιστικότητα, μια εποχή …ανασφάλειας στο ασφαλιστικό, στις συντάξεις, μια εποχή με ανεργία (18% στον νομό σύμφωνα με αποτελέσματα του Ε.Κ.Ξ.), με απώλεια 2000 θέσεων εργασίας στον νομό(αποτελέσματα Ε.Κ.Ξ.), σε μια εποχή όπου η μερική απασχόληση τείνει να αντικαταστήσει την εργασία και οσονούπω αναμένεται νέα φουρνιά εκ Βουλγαρίας φτηνών εργατικών χεριών, οι εργαζόμενοι όχι μόνο δεν πλαισιώνουν το συνδικαλιστικό τους φορέα που παρεμπιπτόντως πρέπει και ο ίδιος να αναλάβει τις ευθύνες του, αλλά φαίνεται να δέχονται με μια μοιρολατρία και χωρίς καμιά διάθεση αγωνιστικότητας αυτά που αποφασίζονται γι’ αυτούς. Φαίνεται ότι διακατέχονται από ένα ωχαδερφισμό που όμως αποτελεί και ένδειξη ανοχής ή απογοήτευσης.
Προς …αφύπνισιν ακολουθεί το ψήφισμα της απεργιακή συγκέντρωσης της 13ης Δεκεμβρίου με το διεκδικητικό πλαίσιο.
Απαιτούμε:
1)Πραγματικές αυξήσεις μισθών, ημερομισθίων, συντάξεων που να εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Κατώτατη σύνταξη στα 20 ημερομίσθια του βασικού μισθού του ανειδίκευτου εργάτη. Πάταξη της ακρίβειας και της αισχροκέρδειας στην αγορά.
2)Ακύρωση των αντεργατικών νόμων 3385/2005 και 3429/2005 που
καταργούν τα συνταγματικά κατοχυρωμένα δικαιώματα των ελεύθερων διαπραγματεύσεων και των Συλλογικών συμβάσεων
3)Δίκαιη φορολογική πολιτική που δεν θα επιβαρύνει μονόπλευρα και
άδικα τους εργαζόμενους – μισθωτούς και πάταξη της παραοικονομίας
και της φοροδιαφυγής, θέλουμε τιμαριθμοποίηση της φορολογικής
κλίμακας, αύξηση του αφορολόγητου ποσού στα 15.000 ευρώ, ισονομία και
ισοπολιτεία με τη φορολόγηση ΟΛΩΝ των νομικών προσώπων και
φορέων, που με τα περιουσιακά τους στοιχεία αποκομίζουν τεράστια
κέρδη. Τα κέρδη των τραπεζών και των επιχειρήσεων είναι προκλητικά,
για αυτό πρέπει να φορολογηθούν δραστικά.
4)Αύξηση του επιδόματος ανεργίας στο 80% του βασικού μισθού
του ανειδίκευτου εργάτη και διεύρυνση του χρόνου χορήγησης του
5)Λέμε όχι στην ιδιωτικοποίηση των ΔΕΚΟ (ΟΤΕ, Ολ. Αεροπορίας,
Τραπεζών) και στην ραγδαία εξάπλωση των ιδιωτικοποιήσεων σε
ευαίσθητους τομείς όπως Παιδεία, Υγεία κτλ. Πρέπει επιτέλους να
σταματήσει η εκποίηση των κερδοφόρων δραστηριοτήτων του
Δημοσίου.
6) Απαιτούμε την άμεση τακτοποίηση όλων των συμβασιούχων
που επί 20ετία καλύπτουν πάγιες και διαρκείς ανάγκες και την καταβολή
των δεδουλευμένων τους
7) Άμεση υπογραφή Συλλογικής Σύμβασης Εργασίας για τον κλάδο
των εργαζομένων στα Συμβολαιογραφεία και λέμε όχι στη μισθολογική
απορύθμιση και την κατάργηση των εργασιακών σχέσεων
8)Καταγγέλλουμε και διαμαρτυρόμαστε που τα κοινωνικά προβλήματα
διώκονται. Απαιτούμε την αύξηση των δαπανών για την Παιδεία
στο 5% και την Υγεία στο 6% του ΑΕΠ, για την ουσιαστική
αναβάθμισή τους.