Επιτόκια – φωτιά στα δάνεια και ψίχουλα στις καταθέσεις επιβάλλουν στους πελάτες τους οι ελληνικές τράπεζες, που απολαμβάνουν τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους στην ευρωζώνη. Αυτό προκύπτει από έκθεση-κόλαφο για τα εγχώρια χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, την οποία έδωσε στη δημοσιότητα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Οι ελληνικές τράπεζες χρεώνουν τα ακριβότερα επιτόκια χορηγήσεων στους δανειολήπτες, με σημαντική διαφορά σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης. Ταυτόχρονα καρπώνονται τα υψηλότερα περιθώρια κέρδους στα δάνεια, καθώς η διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια με τα οποία δανείζουν και σ’ αυτά με τα οποία δανείζονται οι ίδιες στη διατραπεζική αγορά είναι διπλάσια σε σχέση με τον μέσο όρο της ευρωζώνης.
Τα ευρήματα της ΕΚΤ επιβεβαιώνονται και από τα υπερκέρδη που ανακοινώνουν σταθερά οι ελληνικές τράπεζες τα τελευταία χρόνια. Μόνο το πρώτο εξάμηνο του 2006, τα καθαρά κέρδη των εισηγμένων στο χρηματιστήριο ελληνικών τραπεζών ανήλθαν σε 1,84 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 67,7% σε σχέση με πέρυσι, ενώ τα έσοδα από τόκους ξεπέρασαν τα 3,85 δισ. ευρώ και αυξήθηκαν κατά 15,21% σε σχέση με το πρώτο εξάμηνο του 2005. Τα ακριβότερα δάνεια
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΚΤ, το μέσο επιτόκιο που χρέωναν οι ελληνικές τράπεζες στους δανειολήπτες για την περίοδο Ιανουαρίου 2003 – Μαΐου 2006 ανερχόταν οε 6,39% για το σύνολο των υφιστάμενων δανείων. Πρόκειται για τα ακριβότερα επιτόκια σε όλη τη ζώνη του ευρώ, ενώ ο μέσος όρος για τις 12 χώρες-μέλη ήταν 5%. Τα χαμηλότερα επιτόκια (3,72%) πλήρωναν οι κάτοικοι του Λουξεμβούργου. Ακριβές στα δάνεια, φθηνές όμως στις καταθέσεις είναι οι ελληνικές τράπεζες, καθώς για το ίδιο διάστημα έδιναν μέσο επιτόκιο 1,27% για το σύνολο των καταθέσεων. Πρόκειται για το τρίτο χαμηλότερο επιτόκιο ανάμεσα στις 12 χώρες της ζώνης του ευρώ, ενώ απέχει σημαντικά από τον μέσο όρο 1,73% για τις χώρες της ευρωζώνης. Μάλιστα, όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΚΤ, η «ψαλίδα» των επιτοκίων χορηγήσεων και καταθέσεων είναι πάνω από 5 μονάδες και συγκεκριμένα 5.12% Από τις υψηλότερες στην ευρωζώνη και οι τιμές ακινήτων
Υψηλότερες από τον μέσο ρυθμό στην ευρωζώνη ήταν οι αυξήσεις τιμών των ακινήτων στην Ελλάδα την περίοδο 1999 – 2005. Η έκθεση της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας δείχνει ότι τη συγκεκριμένη περίοδο οι αυξήσεις στην Ελλάδα «έτρεχαν» με μέσο ετήσιο ρυθμό 9,1%, έναντι 6,4% του μέσου ευρωπαϊκού. Υπήρχαν φυσικά και χώρες με μεγαλύτερες ετήσιες αυξήσεις από ό.τι η Ελλάδα, όπως η Ολλανδία (9,4%), η Γαλλία (10,5%), το Λουξεμβούργο (11%), η Ιρλανδία (13,5%), ενώ «πρωταθλήτρια» στις ανατιμήσεις αναδεικνύεται η κτηματαγορά της Ισπανίας με 15,2%. Επιτόκια – φωτιά σε στεγαστικά και καταναλωτικά
ΔΙΠΛΑΣΙΟ από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι το περιθώριο κέρδους στις χορηγήσεις για τις ελληνικές τράπεζες, οι οποίες κατακτούν ακόμα μια θλιβερή για τους δανειολήπτες πρωτιά. Συγκεκριμένα, η διαφορά ανάμεσα στα επιτόκια με τα οποία δανείζουν τους πελάτες τους τα ελληνικά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα και το κόστος με το οποίο «αγοράζουν» το χρήμα στη διατραπεζική αγορά είναι 3,65%. ενώ ο μέσος όρος για τις χώρες της ευρωζώνης είναι 1,68%. Τα χαμηλότερα περιθώρια κέρδους – 1,14% – έχουν οι τράπεζες της Ολλανδίας, ενώ δεύτερες πιο ακριβές μετά τις ελληνικές είναι οι τράπεζες της Πορτογαλίας, με περιθώριο κέρδους 2.76%.
Επιτόκια – φωτιά πληρώνουν οι Έλληνες δανειολήπτες τόσο στα στεγαστικά όσο και στα καταναλωτικά δάνεια. Ενδεικτικό είναι πως το μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο (ή σταθερό διάρκειας έως ενός έτους) στην Ελλάδα για την περίοδο Ιανουαρίου 2003 – Μαΐου 2006 ήταν 4,25% έναντι μέσου όρου 3 59% για τις χώρες της ευρωζώνης. Σε αυτή την κατηγορία οι Έλληνες δανειολήπτες πληρώνουν τα δεύτερα ακριβότερα επιτόκια, μετά τους Γερμανούς, με μέσο όρο επιτοκίων 4.56%. Αργυρό στα σταθερά
«Αργυρό μετάλλιο» στην ακρίβεια των επιτοκίων στεγαστικής πίστης παίρνουν οι ελληνικές τράπεζες και στα σταθερά διάρκειας έως 5 ετών. Εκεί, το μέσο επιτόκιο είναι 5,39% έναντι μέσου όρου 4.05% για τις χώρες της ευρωζώνης. Στην πρώτη θέση
βρίσκεται η Πορτογαλία με μέσο επιτόκιο 6,49%. Στην τρίτη θέση ανάμεσα στις 12 χώρες
του ευρώ κατατάσσονται οι ελληνικές τράπεζες στην κατηγορία των στεγαστικών δανείων
με σταθερή διάρκεια 5 έως 10 ετών. Το μέσο επιτόκιο σιην Ελλάδα είναι 6.08% έναντι
4,59% για την ευρωζώνη, ενώ «πρωταθλητές» είναι οι Πορτογάλοι, με μέσο επιτόκιο
9,50%.
Και στα καταναλωτικά
Στη δεύτερη θέση της ακρίβειας βρίσκονται οι ελληνικές τράπεζες και στα επιτόκια των
καταναλωτικών δανείων. Συγκεκριμένα, τα καταναλωτικά δάνεια στην Ελλάδα
επιβαρύνονται με μέσο κυμαινόμενο επιτόκιο 9.33% έναντι 6,83% του μέσου όρου της
ευρωζώνης. Στην πρώτη θέση της κατάταξης βρίσκονται οι ιταλικές τράπεζες, οι οποίες
επιβαρύνουν τους πελάτες τους με μέσο επιτόκιο 10,67%. ενώ στον αντίποδα το
χαμηλότερο επιτόκιο, μόλις 3,72%, χρεώνουν οι τράπεζες του Λουξεμβούργου.
Παρά τη σύγκλιση…
«Πρωταθλήτριες» των ακριβών χρεώσεων αναδεικνύονται για ακόμα μια φορά οι
ελληνικές τράπεζες και στα επιτόκια υπερανάληψης από τραπεζικό λογαριασμό. Το μέσο
κόστος στη χώρα μας, σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΚΤ, είναι 13,78% έναντι μέσου όρου
9,85% ενώ τα χαμηλότερα επιτόκια – 5.63% – πληρώνουν για ακόμα μια φορά οι κάτοικοι
του Λουξεμβούργου.
Όπως αναφέρει στην έκθεση της η ΕΚΤ, παρ’ όλο που τα τελευταία χρόνια έχει σημειωθεί
σημαντική σύγκλιση στη ζώνη του ευρώ. τα επιτόκια με παρόμοια χαρακτηριστικά
εξακολουθούν να παρουσιάζουν αξιοσημείωτες διαφορές από χώρα σε χώρα.
Επιμέλεια: Μαριάννα Ξανθοπούλου