Η χώρα των συνθέσεων και των αντιθέσεων της Β. Αφρικής αποτελεί έναν ιδανικό και οικονομικό τουριστικό προορισμό
Ένα οδοιπορικό από την έρημο του Νότου ως τη Μεσόγειο με εικόνες, πληροφορίες και… μυστικά για γνωριμία και κατάλληλη προετοιμασία!
Όσες τουριστικές πληροφορίες κι όσα αφιερώματα κι αν διαβάσει κανείς δεν μπορεί να αντιληφθεί το πλέγμα των εναλλασσόμενων αντιθέσεων που αντικρίζει κανείς στην Τυνησία, όπως και το πόσο αρμονικά δεμένες είναι μεταξύ τους, συνθέτοντας ένα μωσαϊκό με τη μαγεία τριών ηπείρων, της αφρικανικής ερήμου, της αραβικής κουλτούρας και της ευρωπαϊκής προσέγγισης με δίοδο τη θάλασσα της Μεσογείου.
Ένα ταξίδι-οδοιπορικό επτά ημερών στη χώρα αυτή, διοργανωμένο από τον Οργανισμό Τουρισμού της Τυνησίας και την καθοδήγηση του διευθυντή του γραφείου στην πρεσβεία της Ελλάδας Μοχάμεντ Μπασάρ, μια «ανάσα» πριν την έναρξη της τουριστικής περιόδου, είναι δύσκολο να το αρνηθείς. Όσο προετοιμασμένος κι αν είναι κανείς για ένα τέτοιο ταξίδι, η εμπειρία θα τον ξεπεράσει. Η έρημος γοητεύει, οι οάσεις αναδύουν τη ζωντάνια και την «ευλογία» του τόπου, οι αρχέγονοι «ψίθυροι» από τον αρχαιολογικό πλούτο προκαλούν ρίγη μακραίωνης ιστορίας, οι υπερπολυτελείς ξενοδοχειακές εγκαταστάσεις συναρπάζουν, η κουζίνα «μυρίζει» Ανατολή δεμένη με τη Μεσόγειο, η πρωτεύουσα Τύνιδα αποδεικνύει γιατί δίκαια χαρακτηρίζεται «Παρίσι της Βόρειας Αφρικής» και οι Τυνήσιοι σ’ όλα τα πλάτη και μήκη της χώρας αποτελούν την πραγματική δικαίωση για την επιλογή της Τυνησίας ως ενός ιδανικού προορισμού για τουρισμό με τη φιλικότητα και το χαμόγελο που τους διακρίνει. Γι’ αυτό άλλωστε, η Τυνησία, η χώρα απ’ όπου ξεκίνησε η Αραβική Άνοιξη τον Ιανουάριο του 2011, πέρασε πιο ανώδυνα στον εκδημοκρατισμό και αποτελεί τον πλέον ασφαλή προορισμό της Μέσης Ανατολής. Η Τυνησία δεν έχει να προσφέρει μόνο το πλούσιο παρελθόν της, που άφησε μια πολύτιμη κληρονομιά, αλλά και ένα εξίσου ενδιαφέρον παρόν, αφού τώρα γράφονται οι σελίδες της σύγχρονης ιστορίας με το πέρασμα στον εκδημοκρατισμό και την έναρξη μιας νέας εποχής για τη χώρα.
Ένα ταξίδι επτά ημερών με πορεία από το Νότο προς τη Μεσόγειο μπορεί να τα έχει όλα, γεμίζοντας τα μάτια και το νου, τόσες διαφορετικές εικόνες όσα τα φοινικόδεντρα των τυνησιακών οάσεων, ή τα κατάρτια των ιστιοφόρων του Port El Kantaoui και τα υφάσματα, κελεμπίες και μαντήλια των εκατοντάδων αγορών της χώρας.
Tozeur: πρώτος σταθμός στην καρδιά των οάσεων
Η πτήση από την Αθήνα για την Τύνιδα δε διαρκεί πάνω από δύο ώρες. Για να φτάσει κανείς στο Νότο, μια καλή επιλογή είναι να ξεκινήσει από την Tozeur, τη «χώρα των φοινικόδεντρων», με εσωτερική πτήση που πραγματοποιείται από τις τυνησιακές αερογραμμές με τη μορφή δρομολογίου λεωφορείου, αφού υπάρχει και… ενδιάμεση στάση.
Η Tozeur είναι η πρώην υποχρεωτική στάση για τα καραβάνια που διέσχιζαν τη Βόρεια Αφρική μέσω των οάσεων, φορτωμένα με καρυκεύματα, σωρούς ξύλων και έσφυζε από ζωή. 500.000 φοινοκοχουρμαδιές ποτίζονται από 200 πηγές, προσφέροντας στους Τυνήσιους μία ξεχωριστή ποικιλία χουρμά που ονομάζεται «βασιλικός», ακριβώς για τη λεπτή αλλά γεμάτη γεύση του και την ημιδιαφανή σάρκα που αφήνει να φανεί η σκιά του κουκουτσιού. Η εμπειρία της τυνησιακής ερήμου μπορεί να περιλαμβάνει σαφάρι με 4Χ4 σε αμμόλοφους με την υφή πούδρας και «ακροβατισμούς» από έμπειρους ντόπιους οδηγούς, καθώς και το μοναδικό θέαμα της λίμνης Chott El-Jerid, η οποία σ΄ ένα μεγάλο μέρος της είναι ξηρή, αλλά τα αλατισμένα κρύσταλλα δίνουν την αίσθηση μιας απέραντης λιμνοθάλασσας με συναρπαστικούς αντικατοπτρισμούς κάτω από τον καυτό τυνησιακό ήλιο. Η πρόσβαση στην έρημο είναι εύκολα προσβάσιμη από τις πόλεις Douz και Nefta. Η Douz, γνωστή ως «πύλη της ερήμου», προσφέρει μία πλήρη εμπειρία της ερήμου με διαδρομές με καμήλες, ίππευση περήφανων αραβικών αλόγων, ακόμα και πτήσεις με ηλεκτροκίνητα ανεμόπτερα πάνω από την έρημο και τις εκτάσεις καλλιεργημένων φοινικόδεντρων. Από την περιήγηση δε λείπει βέβαια, ο σταθμός στο σκηνικό της ταινίας «ο πόλεμος των άστρων», ένα τουριστικό αξιοθέατο που αποτελεί ευκαιρία για μια πρώτη γνωριμία με τους ντόπιους πραματευτές, αλλά και με τα εντυπωσιακά «ρόδα της ερήμου», τα οποία αποτελούν πετρώματα που δημιουργούν μοναδικούς σχηματισμούς σε μορφή τριαντάφυλλου σε κάθε μέγεθος που μπορεί να βάλει ο νους. Το τοπίο αλλάζει στην πορεία προς την οροσειρά του Άτλαντα, όπου η πληθώρα των φοινικόδεντρων βρίσκεται σε απόλυτη χρωματική αρμονία με τους βράχους. Αυτή η απίθανη συνένωση κάνει τις Chebika, Tamerza και Mides, τις πιο ορεινές οάσεις του τυνησιακού νότου. Ο επισκέπτης μπορεί να περιπλανηθεί, να ακολουθήσει τη ροή μικρών ποταμιών, να συναντήσει καταρράκτες και να εξερευνήσει εγκαταλελειμμένους οικισμούς βεδουίνων, χτισμένων με τρόπο που να φαίνονται σαν φυσικό κομμάτι των κοκκινωπών λόφων.
Εξίσου, εντυπωσιακή είναι και η γνωριμία με τους τρωγλοδύτες και τις κατοικίες τους, που μοιάζουν με σπηλιές από πηλό, τις οποίες κληροδότησε η παλιά βερβερίνικη παράδοση. Έτσι είναι χτισμένα τα χωριά της Μatmata, με τα 700 περίπου σπίτια τρωγλοδυτών που είναι κατοικίες μέσα και κάτω από τη γη, με δωμάτια σκαμμένα στο βράχο, απλωμένα από κρατήρες που δίνουν την αίσθηση σεληνιακού τοπίου, μιας απόλυτης αρμονίας με το περιβάλλον ικανής να προστατέψει τις οικογένειες των τρωγλοδυτών που ζούσαν λιτά και φτωχικά, ενώ σήμερα ο πληθυσμός τους μειώνεται συνεχώς.
Διασχίζοντας τις επαρχίες με προορισμό τη Μεσόγειο
Αφήνοντας πίσω την έρημο το τοπίο γίνεται πιο γνώριμο. Απέραντες εκτάσεις με στοιχισμένα ελαιόδεντρα οδηγούν στο δεύτερο σταθμό του οδοιπορικού, την πόλη Σφαξ, τη δεύτερη μεγαλύτερη πόλη της Τυνησίας. Από εκεί, μπορεί κανείς να εξορμήσει στο ρωμαϊκό αμφιθέατρο Ελ Τζεμ, το τρίτο σε μέγεθος κολοσσαίο στον κόσμο, που αποτέλεσε και το σκηνικό για την ταινία «ο Μονομάχος», την οσκαρική παραγωγή με τον Ράσελ Κρόου. Ακόμη αξίζει μια βόλτα στη πόλη Σους, την τρίτη σε μέγεθος πόλη της χώρας, που είναι ένα παλιό εμπορικό λιμάνι που ιδρύθηκε τον 9ο αι. π.Χ. από Φοίνικες εμπόρους και διαθέτει ένα μεγάλο φρούριο που περικλείει την παλιά πόλη, τη Μεδίνα, όπως λένε οι τυνήσιοι για όλους τους παλιούς οικισμούς που χτίζονται με χαρακτηριστικοί τεχνοτροπία και σήμερα πλημμυρίζουν από πραματευτάδες και κάθε λογής σουβενίρ, από δερμάτινες τσάντες, υφάσματα, κελεμπίες και κάπες Tuareg μέχρι μπακίρια, βερβερίνικα ασήμια, κρεμαστά και σκουλαρίκια, αρώματα και τη σκόνη «κολ», που χρησιμοποιείται για το περίφημο μακιγιάζ ματιών των κατοίκων της ερήμου και βοηθά να καθαρίζουν τα μάτια από την άμμο.
Cap Bon: ο σταθμός της χαλάρωσης
Επόμενη στάση του ταξιδιού, στον κόλπο Cap Bon, βρίσκεται η Hammamet, το μεγαλύτερο τουριστικό θέρετρο της Τυνησίας και δημοφιλής προορισμός για ευρωπαίους, αλλά και άραβες τουρίστες. Εδώ η πολυτέλεια παίρνει άλλες διαστάσεις στα μεγαλοπρεπή ξενοδοχεία που προσφέρουν κάθε είδους ανέσεις και δραστηριότητες, από βραδινά show έως σπα, μασάζ και θαλασσοθεραπεία σε τιμές πολύ προσιτές για τα ελληνικά δεδομένα. Στη Hammamet βρίσκεται ένα σύγχρονο εμπορικό κέντρο με πλήθος δραστηριοτήτων για μικρούς και μεγάλους, ενώ σε μικρή απόσταση απλώνεται η πασίγνωστη μαρίνα Port El Kantaoui που προσφέρεται για νωχελικές βόλτες δίπλα στα εκατοντάδες, ιστιοφόρα, φρέσκο ψάρι ακόμη και διαδρομή με υποβρύχιο.
Αρχαιολογικοί θησαυροί στην Τυνησία
Η ιστορία ξυπνά και «ψιθυρίζει» περιδιαβαίνοντας τους δρόμους της αρχαίας Καρχηδόνας, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πρωτεύουσα την Τύνιδα στα βόρεια της χώρας. Η Καρχηδόνα που ιδρύθηκε το 814 πΧ από τη βασίλισσα Διδώ Ελίσα, δραπετεύοντας από την πατρίδα της Τύρο, όταν ο αδερφός της Πυγμαλίων σκότωσε το σύζυγό της, υπήρξε μια ιστορική ναυτική δύναμη στη δυτική Μεσόγειο που μετά από 3 πολέμους με τη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία για την επέκτασή της κάηκε ολοκληρωτικά το 146 πΧ. Η Unesco την έχει χαρακτηρίσει Μνημείο Πολιτιστικής Κληρονομιάς. Λίγα χιλιόμετρα παραδίπλα βρίσκονται οι θέρμες του Αντωνίνου, που χτίστηκαν το 2ο αι. μΧ, όπου εντοπίζει κανείς χώρους άθλησης, φροντίδας, παλαίστρες και απολαμβάνει τη μοναδική θέα του τοπίου.
Ιστορικό θησαυρό της Τυνησίας αποτελεί και το μουσείο Bardo στην πρωτεύουσα, που περιλαμβάνει τη μεγαλύτερη συλλογή ρωμαϊκών ψηφιδωτών στον κόσμο. Εντύπωση προκαλεί η προτίμηση των καλλιτεχνών στην ελληνική μυθολογία και την καθημερινή ζωή των κατοίκων.
Τύνιδα: η πρωτεύουσα με τα χίλια και δύο… αρώματα
Η Τύνιδα είναι ένα συναρπαστικό μίγμα αρχαίας και σύγχρονης ιστορίας και ένα απίθανο πάντρεμα του παλιού με το νέο, της δύσης με την ανατολή, της γαλλικής αρχιτεκτονικής με την αραβική παράδοση, με ευδιάκριτο και το οθωμανικό «άρωμα». Μπαχάρια, τσάγια και κολόνιες από φυσικά συστατικά, μπλέκονται με τη μυρωδιά της θάλασσας και τις λιχουδιές που ετοιμάζονται στα εστιατόρια.
Ακόμη και η Medina, είναι ένα μνημείο και ταυτόχρονα μια δραστήρια πόλη. Η ρυμοτομία της έχει προσαρμοστεί στις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν: σπίτια χτισμένα κολλητά το ένα δίπλα στο άλλο, δημιουργούν ένα λαβύρινθο από στενά σοκάκια που προστατεύουν από τον καυτό μεσογειακό ήλιο. Παράλληλα, αποτέλεσε και ένα προστατευμένο στρατηγείο για τους Άραβες τον 7ο αι. Μέσα στην περίφημη αγορά (souk) τα παζάρια γίνονται… μέχρι τελικής πτώσεως και είναι αδύνατο να φύγει κάποιος χωρίς να αγοράσει μετά από άφθονη συζήτηση με τους μικροπωλητές. Είναι ενδιαφέρον πόσο εύκολα οι πραματευτάδες μαντεύουν την εθνικότητα των τουριστών, καθώς και το λεξιλόγιο που γνωρίζουν σχεδόν σε κάθε ξένη γλώσσα για να προσεγγίζουν τους επισκέπτες Στο κέντρο της Medina βρίσκεται επίσης το τζαμί και τα διοικητικά κτίρια. Η περιοχή προσφέρεται για άφθονη εξερεύνηση, αφού στα διάφορα σοκάκια βρίσκονται «κρυμμένα» μοναδικά εστιατόρια και καφέ με πανοραμική θέα.
Απολαυστική είναι κάθε ώρα της ημέρας η βόλτα στη λεωφόρο Bourguiba που περιστοιχίζεται από κτίρια γαλλικής αποικιακής αρχιτεκτονικής και δυο σειρές δέντρων που «ντύνονται» με υφάσματα στα χρώματα που ουράνιου τόξου για το φεστιβάλ της άνοιξης που πραγματοποιείται στις αρχές του Απριλίου. Στον κεντρικότερο δρόμο της Τύνιδας βρίσκεται και ένας καθεδρικός ναός, ενώ ακριβώς από πίσω λειτουργεί η ελληνική ορθόδοξη εκκλησία του Αγίου Γεωργίου.
Από μια ολοκληρωμένη εξερεύνηση αυτής της μικρής αλλά ποικιλόμορφης χώρας δεν πρέπει να λείψει η επίσκεψη στο Sidi Bu Said, έναν οικισμό χτισμένο με την τυπική ανδαλουσιανή αρχιτεκτονική που ιδρύθηκε τον 16ο αι. από μουσουλμάνους πρόσφυγες που άφησαν τη Ν. Ισπανία. Τα κατάλευκα σπίτια με τα μπλε παραθυρόφυλλα δίνουν την αίσθηση κυκλαδίτικου νησιού, ενώ στα στενά σοκάκια «πνιγμένα» στους ιβίσκους και τις βουκαμβίλιες ανακαλύπτει ο επισκέπτης τα διάσημα μαυριτανικά καφενεία, για ολόφρεσκους χυμούς, καφέ και σίσα (ναργιλέ), απολαμβάνοντας τη θέα στον καταγάλανο κόλπο της Τύνιδας.
Ένα ταξίδι στην Τυνησία περιλαμβάνει ποικίλες εξερευνήσεις και πολλαπλές εμπειρίες. Στο μεταίχμιο της γαλλικής κουλτούρας με την αραβική παράδοση, κάθε μέρα αυτού του ταξιδιού έχει να δώσει κάτι διαφορετικό. Η ντόπια γαστρονομία είναι άλλη μία ξεχωριστή εμπειρία με πικάντικες λιχουδιές, άφθονο κους κους με σαφράν, ολόφρεσκα ψάρια και νοστιμότατο αρνί, εκλεκτά κρασιά και λαχταριστά επιδόρπια με συνθέσεις από χουρμάδες και ξηρούς καρπούς.
Οι άνθρωποι της Τυνησίας από το Βορρά ως το Νότο είναι χαμογελαστοί, καλοπροαίρετοι και πρόθυμοι να βοηθήσουν, με μεγαλύτερη ευκολία η επικοινωνία γίνεται σε γαλλικά ή αραβικά.
Μπορεί τα δεδομένα να άλλαξαν πρόσφατα στη χώρα με την αραβική Άνοιξη και την ανατροπή του μονάρχη Μπεν’ Άλι, ωστόσο είναι σαφές ότι γίνεται μία φιλότιμη και αναπόφευκτα επίπονη προσπάθεια για τον εκδημοκρατισμό της χώρας και την έναρξη μιας νέας εποχής στη χώρα.
Το ταξίδι με τη σωστή οργάνωση μπορεί να είναι οικονομικό, ενώ η ζωή γενικά στην Τυνησία είναι φτηνότερη από την Ελλάδα.
Ο πιο ξένοιαστος και φιλόξενος προορισμός της Βόρειας Αφρικής μπορεί να είναι και ο πιο ενδιαφέρον.
Ελληνική αποστολή δημοσιογράφων στην Τυνησία
Η πρέσβης της Τυνησίας στην Ελλάδα κ. Semia Zouari Gorgi παραβρέθηκε σε γεύμα με τα μέλη της αποστολής και συνομίλησε για την κατάσταση στην χώρα και την προσπάθεια που καταβάλλεται στην πορεία για τις εκλογές που θα πραγματοποιηθούν το 2013.
Και μέσα από την εφημερίδα μας ένα μεγάλο ευχαριστώ για την πρόσκληση και τη ζεστή φιλοξενία.
Ελένη Διαφωνίδου