“Liverpool 6/2/61
Αγαπητέ μου Πατέρα
Σας χαιρετώ.
Έχω λάβει το γράμμα σας, 24/1, από αρκετές ημέρες, επίσης και της μαμμάς από 12/1 και σήμερα της 31/1. Χάρηκα που είσθε όλοι καλά καθώς και εγώ υγιαίνω. Σήμερα σας έστειλα μέσω τραπέζης 40 λίρες, ελπίζω ότι θα τις λάβετε σύντομα. Προ ολίγης ώρας εδήλωσα παραίτησιν για να φύγω στο Portsaid. Ελπίζω ότι θα είναι εύκολο και δεν θα έχω δυσκολίες. Εν τω μεταξύ μια και δεν έχετε αρχίσει τίποτε κάντε κάθε δυνατή προσπάθεια οικονομίας. Επροφασίσθηκα λόγους προσωπικούς και σας το γράφω για να ξέρετε και εσείς. Υπολογίζω να είμεθα στο πορτσαΐδ περί τις 17/2 και μετά θα δω πότε στην Ελλάδα. Εν τω μεταξύ σε μερικές μέρες θα τηλεφωνήσω στην Ελένη μεταξύ 12-14 του μηνός. Σήμερα το βράδυ φεύγουμε. Δεν έχω τίποτε άλλο. Σας χαιρετώ όλους. Χαιρετισμούς σε όλους φιλιά στον Νίκο και καλός πολίτης.
Σας φιλώ
Άρης”
Εκείνο, και αυτό, το «μάθε, παιδί μου, γράμματα», παραμένει οδηγός, είτε μας αρέσει, είτε δεν μας αρέσει. Αλλά, ακόμη και όταν δεν μας αρέσει, δε μπορούμε να ξεφύγουμε από την αλήθεια, ότι τα γράμματα είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τον προσωπικό και συλλογικό χρόνο μέσα στο βίο όλων μας. Ίσως και για τον λόγο τούτο η τριβή μας ξεκινά από τα μικράτα, όπως όμορφα ακουγόταν από τους παππούδες, τις γιαγιάδες, τους δασκάλους μας.
Αφού, λοιπόν, τα γράμματα συνδέονται με το χρόνο μας, χαρακτηρίζουν την ποιότητα, και την ποιότητα της ποσότητας του περιβάλλοντός μας, άρα τον όγκο στα όσα μας περιτριγυρίζουν, και στα οποία αναφερόμαστε όταν συζητάμε για προκοπή. Τώρα, τί σημαίνει προοδεύω και προκόπτω, είναι ζήτημα μεγάλο, καθημερινά στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων.
Συχνά σκέφτομαι ότι οι καλοί γονείς, και οι καλοί δάσκαλοι, επέμειναν, με διάθεση ασκητικής, να μαθαίνουμε, για να μπορέσουμε και καλοί κ’αγαθοί πολίτες να είμαστε, και ικανοί το χρήμα να διαχειριζόμαστε, και τις συνθήκες ασφαλείας με ευγένεια να διασφαλίζουμε, με κυριώτερη και πολυτιμώτερη αυτή της Εστίας, παράδοση πίστης καλής, ισχυρής από την αρχαιότητα.
Μια λέξη γραμμάτων, η πρώτη, ή από τις πρώτες, που έρχεται στο νου, όταν ανοίγουμε το διάλογο, είναι ο σεβασμός. Αναντίρρητα, και αδιαμφισβήτητα, η καλλιέργεια της διάθεσης, και της συμπεριφοράς, και η αρτιότητα της αντίληψης για τη σημασία του, σχετίζονται με την εστία, το χώρο, με άλλα λόγια, φιλοξενίας της ζωής από την αρχή, που, για να παραμένει ζείδωρος, έχει ανάγκη τη δική μας φροντίδα και αγάπη.
Σίγουρα με μεγάλη αγάπη, στις παλιές οικογένειες όλο και κάποιος θυσίαζε προσωπικές επιθυμίες για να εξασφαλίζεται, και να διατηρείται, η Εστία, η οποία, από τη γένεσή της, είναι δεσμευμένη στην αλήθεια. Εάν τα μέλη της προσβάλουν το συμβόλαιο, τα γράμματά της χάνουν τη σειρά τους, η τάξη διασαλεύεται, και το οικοδόμημα αδυνατίζει.
Διαβάζοντας τα γράμματα του θείου Άρη, αδελφού της μαμμάς Μαρίας και της θείας Ελένης, παιδιών του παππού Δήμου και της γιαγιάς Άννας, ταξιδευτή των Ωκεανών με τα ποντοπόρα πλοία του Ελληνικού Εμπορικού Ναυτικού, είναι αδύνατο να μην τα συνδέσω με τον μπαμπά Στέφανο, παιδί του παππού Δημήτρη και της γιαγιάς Βασιλείας – αιωνία η μνήμη όλων – και το ιστορικό, από το 1961, της Εστίας μας στο όμορφο, παράλιο χωρίο της Βούλας.
Τα γράμματα, λοιπόν, αυτά, με τη στενή σχέση τους με το χρόνο, με τον τόπο, με το πρόσωπο, στηρίζουν, και τη βεβαιώνουν έως και σήμερα, τη σιγουριά ότι η Εστία και θεμελιώνεται, και οικοδομείται, και κρατά, μόνο με σεβασμό, αλήθεια, και πολύ μεγάλη αγάπη.
Των Τριών Ιεραρχών, 2025
Βασιλεία Στ. Κατσάνη