Πόσο μειώνεται η δόση
Η προχθεσινή απόφαση της Κριστίν Λαγκάρντ να μειώσει μόλις κατά 0,25% το επιτόκιο των πράξεων κύριας αναχρηματοδότησης στο 3% είναι ένα ακόμη λιθαράκι στην πορεία αποκλιμάκωσης που διαγράφει το euribor, προεξοφλώντας με τη σειρά του το πλαίσιο της νομισματικής πολιτικής της ΕΚΤ.
Η κίνηση αυτή που αυτοβούλως υποστήριξαν οι τράπεζες ήρθε σε μια δύσκολη περίοδο για την οικονομία, με το κόστος χρηματοδότησης να είναι ανοδικό για κάθε σκοπό δανείου, για επιχειρήσεις και για νοικοκυριά. Το πάγωμα στα επιτόκια των στεγαστικών δανείων, στα κυμαινόμενου επιτοκίου δάνεια, ενεργοποιήθηκε τον Μάιο του 2023 για όλα τα δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου, συνεπών αποκλειστικά δανειοληπτών, με ημερομηνία αναφοράς τον Μάρτιο του 2023. Ήταν ένα μέτρο προστασίας με το οποίο ο τραπεζικός τομέας της χώρας απορρόφησε μέρος του κόστους της ανόδου των επιτοκίων, ως συμβολή και στήριξη για όλους όσοι είχαν επιδείξει συνεπή και ενήμερη συμπεριφορά στις πληρωμές των δόσεων.
Σε πρώτη φάση, αυτό το πέπλο προστασίας θα έληγε τον Μάιο του 2025, εκτός κι αν οι συνθήκες διαφοροποιούνταν, όπως και έγινε, σε κάποια στιγμή αυτής της διαδρομής. Μετά και την τελευταία μείωση και εν όψει των νέων μειώσεων στις αρχές του 2025, ειδικά με το ενδεχόμενο μιας μεγαλύτερης μείωσης κατά 50%, οι συνθήκες ωθούν τους δανειολήπτες να πετάξουν αυτό το πέπλο στον αέρα. Ήδη οι δόσεις των στεγαστικών τους δανείων θα είναι στο εξής χαμηλότερες από το επίπεδο της προστασίας που προβλεπόταν, από τη στιγμή που το κυμαινόμενο επιτόκιο που βασίζεται στο διατραπεζικό euribor θα κινείται πιο χαμηλά.
Η αποκλιμάκωση επιτοκίων από την ΕΚΤ εννοείται ότι δεν επηρεάζει τα σταθερά επιτόκια, παρά μόνο τα κυμαινόμενα. Όμως από την άλλη πλευρά αποτελεί τάση που ενσωματώνεται και σε προγράμματα μη μεταβλητών επιτοκίων. Αυτό σημαίνει ότι τα νέα προγράμματα σταθερούς διάρκειας, που ενδεχομένως θα λανσάρουν ή θα ανακοινώσουν οι τράπεζες, θα έχουν καλύτερη τιμολόγηση από τα σταθερά που ήταν ενός έτους πριν. Μέσα στο τρέχον έτος το euribor μειώθηκε πάνω από 100 μονάδες βάσης, όταν από το υψηλό του 4% έφτασε στο 2,9%, αποδεικνύοντας με τον πιο εύληπτο τρόπο πώς οι αγορές προεξοφλούν τις νομισματικές αποφάσεις πριν καν αυτές εκδοθούν.
Για παράδειγμα, δανειολήπτης στεγαστικού δανείου με κυμαινόμενο επιτόκιο (2,9% euribor συν spread 1,50%), δηλαδή με συνολικό τελικό επιτόκιο 4,40%, αν είχε ακόμη ένα υπόλοιπο δανείου να αποπληρώσει ύψους 60.000 ευρώ για άλλα 15 έτη, θα δει μετά τη νέα μείωση τη δόση του να μειώνεται από τα 455,94 ευρώ στα 448,34 ευρώ.
Σε αντίστοιχη περίπτωση, αν το άληκτο κεφάλαιο είναι ακόμη πιο λίγο, π.χ. 45.000 ευρώ, με ίδιους όρους σε διάρκεια εξόφλησης και επιτοκίου, αντί για δόση 341, 95 ευρώ που θα πλήρωνε για 4,40% για 15 έτη, μετά το μείον 0,25% θα πληρώσει 336,25 ευρώ με επιτόκιο 4,15%.
Όσο πιο μεγάλο είναι το υπόλοιπο του δανείου, τόσο πιο αισθητή είναι η διαφορά ακόμη και για το οριακό 0,25%. Για παράδειγμα, αν το δάνειο που μένει να εξοφληθεί είναι 120.000 ευρώ, με επιτόκιο 4,40% η δόση είναι 911,87 ευρώ και μετά τη μείωση πέφτει στα 896,67 ευρώ, για ίδια ακριβώς διάρκεια δεκαπενταετίας.