Αρχική ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ Μειωμένη η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα

Μειωμένη η αγοραστική δύναμη στην Ελλάδα

0

Οι πολίτες «βάζουν χέρι» στις αποταμιεύσεις τους για να αγοράσουν βασικά είδη


Τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 30% ακριβώς από τον Μάιο του 2021 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2023


Προβληματισμένοι οι Έλληνες όταν πρόκειται να περάσουν τις πόρτες των σούπερ μάρκετ έστω και για βασικά είδη καθώς τα νοικοκυριά αντιμετωπίζουν σοβαρότατα προβλήματα με την ακρίβεια που έχει εγκατασταθεί στα τρόφιμα και την ενέργεια, ενώ ο ρυθμός μεταβολής των τιμών στα τρόφιμα παραμένει πολύ ψηλά στο 8,9% και 3,5% στο γενικό σύνολο έναντι του μέσου όρου της Ευρωπαϊκής Ένωσης που βρίσκεται στο 2,9%.

Πρέπει να σημειώσουμε ότι ο δείκτης του πληθωρισμού, σύμφωνα με στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, έχει αυξηθεί συνολικά κατά 16%, κάτι που σημαίνει ότι οι ανατιμήσεις εκτείνονται σε όλο το φάσμα της δραστηριότητας. Ειδικότερα, τα επίσημα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ δείχνουν ότι οι τιμές των τροφίμων αυξήθηκαν κατά 30% ακριβώς από τον Μάιο του 2021 μέχρι και τον Νοέμβριο του 2023, δείγμα της κατάστασης που επικρατεί στη χώρα.

Γι’ αυτό και οι πολίτες αναγκάζονται «να βάζουν χέρι στα έτοιμα» προκειμένου να ανταποκριθούν στοιχειωδώς στις υποχρεώσεις που προκύπτουν.

Δεν φτάνει ο μισθός των Ελλήνων έως το τέλος του μήνα

Μόνο τυχαίο δεν είναι ότι τα στοιχεία της Τραπέζης της Ελλάδος δείχνουν μείωση των καταθέσεων το δίμηνο Οκτώβριος-Νοέμβριος 2023 κατά 3 δισ. ευρώ και πλέον για νοικοκυριά και επιχειρήσεις.

Χαρακτηριστικά είναι τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, τα οποία έδειξαν ότι ο μέσος Γερμανός κατάφερε να αποταμιεύσει 19,91%, σε αντίθεση με τον μέσο Έλληνα, που όχι μόνο δεν αποταμίευσε, αλλά το -4% υποδηλώνει πως ξόδεψε πέραν του μισθού.

Σε κάθε 100 ευρώ εισοδήματος ο μέσος Ευρωπαίος ξόδεψε 87,30 ευρώ, ο Γερμανός 81,09 ευρώ, ο Ολλανδός 81,56 ευρώ και ο κάτοικος του πριγκιπάτου του Λουξεμβούργου 81,86 ευρώ. Στον αντίποδα, ο μέσος Πολωνός ξόδεψε 100,08 ευρώ και ο μέσος Έλληνας 104 ευρώ, δηλαδή κάθε μήνα που περνά είτε ξοδεύουν από τα έτοιμα είτε δανείζονται.

Ειδικότερα, σύμφωνα με τη Eurostat, το 2022 οι άνθρωποι στην Ε.Ε. εξοικονόμησαν κατά μέσο όρο το 12,7% του διαθέσιμου εισοδήματός τους. Το ποσοστό ήταν σημαντικά χαμηλότερο από το 2021 (16,4%) και πιο κοντά στις τιμές πριν από την πανδημία Covid-19. Δώδεκα μέλη της Ε.Ε. κατέγραψαν ποσοστά αποταμίευσης κάτω του 10,0% το 2022 και δύο, η Πολωνία και η Ελλάδα, είχαν αρνητικά ποσοστά -0,8% και -4,0% αντίστοιχα.

Σύμφωνα με τη Eurostat, «αυτό δείχνει ότι τα νοικοκυριά ξόδευαν περισσότερα από το ακαθάριστο διαθέσιμο εισόδημά τους και επομένως είτε χρησιμοποιούσαν συσσωρευμένες αποταμιεύσεις από προηγούμενες περιόδους είτε δανείζονταν για να χρηματοδοτήσουν τις δαπάνες τους».

Μειώνουν τις δαπάνες τους τα νοικοκυριά

Αποτέλεσμα των παραπάνω είναι και η συνεπακόλουθη περικοπή στις δαπάνες βασικών προϊόντων. Την αρνητική επίδραση του πληθωρισμού στην αγορά προϊόντων και υπηρεσιών δείχνει πρόσφατα μια πανελλήνια έρευνα καταναλωτικών τάσεων, διαψεύδοντας το αφήγημα της κυβέρνησης ότι τα χειρότερα με τον πληθωρισμό βρίσκονται πίσω μας.

Η μελέτη του Συνδέσμου Επιχειρήσεων & Λιανικής Πωλήσεως Ελλάδος (ΣΕΛΠΕ) δείχνει μικρή επιδείνωση στο καταναλωτικό κλίμα, με χαμηλές προσδοκίες για τους καταναλωτές το επόμενο εξάμηνο. Τα αποτελέσματα καταγράφουν ένα καταναλωτικό κοινό πιεσμένο και σε μεταβατικό στάδιο, με βασική ανησυχία τις πληθωριστικές πιέσεις σε προϊόντα στην αγορά της λιανικής στην Ελλάδα. Ειδικότερα:

– 1 στους 2 καταναλωτές θα μειώσει τις δαπάνες για αγορά προϊόντων το επόμενο εξάμηνο.

– Οι πληρωμές λογαριασμών και οι αγορές προϊόντων αποτελούν πλέον τις δύο μεγαλύτερες δαπάνες ως ποσοστό του μηνιαίου εισοδήματος.

Ο δείκτης καταναλωτικού κλίματος λιανικής τον Δεκέμβριο του 2023 διαμορφώθηκε στο -52, πολύ χαμηλότερα σε σχέση με τον μήνα βάσης, τον Οκτώβριο του 2019, μειωμένος σε σχέση με τη μέτρηση του Ιουνίου του 2023 κατά 3 μονάδες. Η συγκεκριμένη εξέλιξη έχει να κάνει τόσο με τις μέχρι σήμερα χαμηλές προσδοκίες των καταναλωτών για το προσεχές διάστημα όσο και με την επιβαρυμένη οικονομική κατάσταση των καταναλωτών, η οποία αναμένεται να συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της φετινής χρονιάς.

«Οι εξελίξεις αυτές έχουν να κάνουν με τις πληθωριστικές πιέσεις, αγαθών και υπηρεσιών όπως θα φανεί και σε λοιπούς δείκτες», σημειώνει ο ΣΕΠΕ. Συγκεκριμένα, όπως αποτυπώνεται και στις επί μέρους ερωτήσεις, παρά την αισθητή βελτίωση στα ποσοστά, οι καταναλωτές θεωρούν ότι ακόμη δεν είναι μία ικανοποιητική περίοδος για να κάνουν μεγάλες αγορές για το σπίτι, τόσο οι ίδιοι, όσο και γενικά.

Αντίστοιχα οι προσδοκίες για τις δαπάνες είναι πτωτικές, αλλά σχετίζονται κυρίως με δαπάνες εκτός λιανικών αγορών. Το 49% εκτιμά ότι το πρώτο εξάμηνο 2024 οι δαπάνες για λογαριασμούς κοινής ωφέλειας θα είναι αυξημένες. Επίσης, το 43% εκτιμά ότι οι δαπάνες για αγορές προϊόντων το πρώτο εξάμηνο 2024 θα είναι μειωμένες, ενώ μόλις το 20% ότι θα είναι αυξημένες. Λίγο καλύτερη είναι η εικόνα για τις υπηρεσίες (εισιτήρια, εστίαση) για τις οποίες εκτιμάται μείωση από το 28% των καταναλωτών αύξηση από 18%.

Αυξητική είναι η μέτρηση σε σχέση με τη φορολογία για την οποία το 60% εκτιμά ότι θα μείνει αμετάβλητη, το 12% ότι θα παρουσιάσει μείωση και το 28% αύξηση. Πρακτικά τα στοιχεία δείχνουν ότι οι καταναλωτές αναμένουν μείωση των δαπανών για να καλύψουν τις βασικές τους ανάγκες και μικρή αύξηση για δαπάνες διασκέδασης και ανησυχία για τις λοιπές δαπάνες παγίων εξόδων.

Σύμφωνα με τους ερωτηθέντες, οι δαπάνες για λογαριασμούς αποτελούν μαζί με τις αγορές προϊόντων την μεγαλύτερη δαπάνη τους ως ποσοστό του εισοδήματος τους. Συγκεκριμένα, οι δαπάνες αγορών αποτελούν 30% των δαπανών, ενώ οι δαπάνες λογαριασμών 29%. Σε σχέση με τις υπόλοιπες κατηγορίες δαπανών, καταγράφεται μια ελαφρώς αυξητική τάση, όμως οι δαπάνες για λογαριασμούς, ενοίκια και φόρους αντιπροσωπεύουν πλέον τα 2/3 του συνολικού οικογενειακού εισοδήματος.

Σημειώνεται, ότι για ακόμα μία μέτρηση το ποσοστό δαπανών εκτιμάται από τους ίδιους τους καταναλωτές ότι υπερβαίνει το διαθέσιμο εισόδημα τους κατά περίπου 20%. Η μέτρηση αυτή αποδίδεται σε ένα γενικότερο φαινόμενο των τελευταίων ετών δαπάνης άνω των εισοδημάτων, αλλά και μειωμένης δήλωσης εισοδημάτων.


Παύλος Μαραγκός
pmaragkos@empros.gr

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Παύλος Μαραγκός
Περισσότερα άρθρα από ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

«Διατηρώ»: Για τις αρχές του 2025 έχει μετατεθεί η έναρξη του προγράμματος

Μειώθηκε ο προϋπολογισμός του προγράμματος για τα διατηρητέα κτήρια Στις αρχές του 2025 αν…