Η εκδήλωση προς τιμήν του Κώστα Σημίτη στο Ίδρυμα Μείζονος Ελληνισμού αποτελεί οφειλόμενη τιμή προς εκείνον που ως πρωθυπουργός σφράγισε το πέρασμα της Ελλάδας από τον 20ο στον 21ο αιώνα.
Αξίζει ωστόσο να θυμηθούμε πως εάν κάτι ανάλογο επιχειρούνταν δέκα χρόνια πριν, η αστυνομία θα έπρεπε να περικυκλώσει το κτήριο για να κρατήσει τους “αγανακτισμένους” σε απόσταση ασφαλείας. Μού είχε κάνει εντύπωση κατά τα χρόνια της βαθιάς οικονομικής και κοινωνικής κρίσης: οι θερμοκέφαλοι του “αντιμνημονιακού αγώνα”, ο συρφετός των άκρων, έπνεε μένεα όχι κυρίως εναντίον του Κώστα Καραμανλή ή του Γιώργου Παπανδρέου αλλά κατά του Κώστα Σημίτη. Ο Σημίτης ήταν για εκείνους το πιο κόκκινο πανί. Σαδομαζοχιστικά επέχαιραν για την αποτυχία των προταγμάτων που εκείνος είχε εκφράσει. Του εκσυγχρονισμού, του εξευρωπαϊσμού, της ισχυρής Ελλάδας των πολιτών…
Ελπίζω να υπάρξουν γραφίδες που -δίχως να αμφισβητούν το βαθύ ίχνος που έχει αφήσει ο Κώστας Σημίτης – να αποτιμήσουν νηφάλια, ισορροπημένα τον βίο και την πολιτεία του. Να εγκύψουν στα ιστορικά επιτεύγματα αλλά και στις παταγώδεις αστοχίες του. Να ερευνήσουν, το πιο ενδιαφέρον, τις γκρίζες ζώνες της θητείας του.
Ποια χαρακτηρίζω ιστορικά επιτεύγματα;
α) Την ολοκλήρωση των μεγάλων έργων, τα οποία άλλαξαν από την πρώτη κιόλας μέρα που παραδόθηκαν την καθημερινότητά μας. Του μετρό της Αθήνας, της Αττικής Οδού, του αεροδρομίου “Ελευθέριος Βενιζέλος”, της γέφυρας Ρίο-Αντίρριο. Για να κάνω μια εύκολη πλην βάσιμη -πιστεύω- σύγκριση, η εποχή του Χαρίλαου Τρικούπη προσφέρει υπεράφθονη ύλη προς μελέτην στους επιστήμονες. Για όλους τους Έλληνες εντούτοις, εδώ και πέντε γενιές, Χαρίλαος Τρικούπης σημαίνει βασικά σιδηρόδρομος, διάνοιξη του ισθμού της Κορίνθου, μεταμόρφωση της πρωτεύουσας με την ανέγερση εμβληματικών κτηρίων, του Ζαππείου, του Αρχαιολογικού Μουσείου, της νεοκλασσικής τριλογίας στην οδό Πανεπιστημίου.
β) Την ένταξη της Ελλάδας στην ΟΝΕ και της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το δεύτερο κυρίως συνιστούσε αληθινό θρίαμβο, δοθέντος πως η επίλυση του κυπριακού δεν ετέθη τελικά ως απαραίτητη προϋπόθεση. Αρκέστηκαν οι αποφασίζοντες στην προσδοκία ότι οι Ελληνοκύπριοι θα ενέκριναν το “Σχέδιο Ανάν” – πού να ήξεραν πόσο θα συγκινούσε η φράση του Τάσσου Παπαδόπουλου, “παρέλαβα κράτος, δεν θα παραδόσω κοινότητα”; Η Κύπρος οφείλει στον Σημίτη, στον Θεόδωρο Πάγκαλο, ιδίως δε στον αδικοχαμένο Γιάννο Κρανιδιώτη…
Η Ελλάδα στην ΟΝΕ στάθηκε όντως το επιστέγασμα μιας πορείας δεκαετιών που ξεκίνησε από τη σύνδεσή μας με την ΕΟΚ το 1961, με ενδιάμεσο λαμπρό σταθμό την ένταξή μας ως δέκατου μέλους το 1981. Γέννησε εντούτοις μια μοιραία παρεξήγηση. Ότι εφόσον η χώρα μας είχε πλέον το ίδιο νόμισμα με τη Γερμανία, η εθνική οικονομία μας δεν είχε να φοβάται τίποτα, πόσω δε μάλλον τη χρεοκοπία. Και μια έωλη στην ουσία της κατηγορία. Πως είχαμε μπει με μαγειρεμένα, φτιαχτά στοιχεία. Και αν ισχύει ακόμα, το ίδιο είχαν πράξει και άλλες, πολύ ισχυρότερες χώρες της Ευρώπης.
γ) Τη μοναδική ήττα της εκκλησίας από την πολιτεία. Του άκρατου λαϊκισμού, ακριβέστερα, από τον νηφάλιο ορθολογισμό. Σε αγαστή σύμπνοια ο σοσιαλδημοκράτης Κώστας Σημίτης με τον δεξιό Κωστή Στεφανόπουλο απέκρουσαν τον αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο που μενόμενος απαιτούσε δημοψήφισμα για την αναγραφή του θρησκεύματος στις αστυνομικές ταυτότητες. Επρόκειτο για μια ιστορική στιγμή στην οποίαν θα ανατρέξουμε -φοβάμαι- συχνά στο προσεχές μέλλον, όταν το ευρωπαϊκό φιλελεύθερο κεκτημένο μας θα απειλείται από τον φανατισμό του παπά και του ιμάμη.
Ποιες ονομάζω παταγώδεις αστοχίες;
α) Τη διαφθορά που απέναντι της ο Σημίτης έκανε τα στραβά μάτια. Δεν αναφέρομαι αποκλειστικά στον Άκη Τσοχατζόπουλο -ο δυστυχής εκείνος υπήρξε η κορυφή μάλλον του παγόβουνου. Ήταν σχεδόν εξωφρενικό ένας άνθρωπος με την αδαμάντινη εντιμότητα του Κώστα Σημίτη να ανέχεται κάθε λογής λαμόγια στο ευρύτερο κυβερνητικό και κομματικό περιβάλλον, τα οποία έδιναν κάκιστο παράδειγμα στην κοινωνία. Ο ίδιος πίστευε, εικάζεται, ότι εκείνο ήταν το τίμημα που έπρεπε να πληρώσει ώστε να τον αφήσουν να πετύχει απερίσπαστος τους μεγάλους του στόχους. Αποδείχθηκε η αχίλλειος πτέρνα του.
β) Το πισωγύρισμα, η παραίτησή του από την ασφαλιστική μεταρρύθμιση Γιαννίτση. Εάν τα είχε τότε καταφέρει, ίσως και να μην φαλίριζε η χώρα το 2010. Προφανώς όμως οι οργανωμένες συντεχνίες ήταν δυσκολότεροι αντίπαλοι από τον μακαριστό Χριστόδουλο…
γ) Η μεταβίβαση της εξουσίας, με τον τρόπο που έγινε, στον Γιώργο Παπανδρέου. Είχαν περάσει, το 2004, ανεπιστρεπτί οι καιροί που οι ηγέτες έδιναν δακτυλίδια διαδοχής. Πιθανότατα ο ΓΑΠ θα κέρδιζε τότε οποιονδήποτε εσωκομματικό του αντίπαλο. Η απευθείας όμως ανάθεση έβλαψε και τον ίδιον και τη δημοκρατία.
Ποιες θεωρώ γκρίζες ζώνες;
Τα Ίμια και τον Οτσαλάν. Τα Ίμια ήταν μια τεράστια μπανανόφλουδα, μια εν πολλοίς προκατασκευασμένη σύγκρουση από κέντρα θερμοκέφαλων και αφρόνων, ένθεν και ένθεν του Αιγαίου. Το ότι απεφεύχθη ένας πόλεμος, που ασχέτως έκβασης θα μας γύριζε δεκαετίες πίσω, κρίνεται ως πολύ θετικό. Το ότι αναγκαστήκαμε σε τακτικό ελιγμό, κυρίως δε ότι χάσαμε τρεις άνδρες των ενόπλων δυνάμεων, θα μας πληγώνει πάντοτε.
Παρόμοιοι άφρονες ανάγκασαν την ελληνική κυβέρνηση να χειριστεί την καυτή πατάτα Αμπντουλάχ Οτσαλάν. Δεν μας βαραίνει, πιστεύω, καμία ενοχή για την κατάληξή του στο νησί των σκύλων.
Δεν θα ξεχάσω ποτέ τον Μίκη Θεοδωράκη να βγαίνει εκείνη τη νύχτα με τις πυζάμες στην τηλεόραση και να τείνει χείρα βοηθείας προς τον Σημίτη και να υπερασπίζεται γενναία την τιμή της Ελλάδας έναντι όσων τη συκοφαντούσαν. Ξεδιπλώθηκε ωστόσο περίτρανα τότε η κωμικοτραγική ανεπάρκεια των μυστικών μας υπηρεσιών.
Τι υπήρξε εν κατακλείδι ο Κώστας Σημίτης καθ’όλη τη διάρκεια του δημόσιου βίου του; Ένας επίμονος κηπουρός. Ένας άνθρωπος με παιδικές μνήμες από την Εθνική Αντίσταση, με νεανική ένταξη στον «Όμιλο Αλέξανδρος Παπαναστασίου», με ριψοκίνδυνη δράση εναντίον της χούντας. Με αξιοθαύμαστη αντοχή κατά την παντοδυναμία του Ανδρέα Παπανδρέου, με τόλμη αλλά και εντυπωσιακή τύχη όταν διεκδίκησε την αρχηγία του Πασόκ και την πρωθυπουργία.
Κάποιος που απείχε παρασάγγας από τον τύπο του ηγέτη που είχαν συνηθίσει οι Έλληνες – δεν ήταν ιδιοσυγκρασιακός ούτε καλά-καλά «ανθρώπινος» με την έννοια που δίνει στη λέξη η φτηνή δημοσιογραφία. Κυβέρνησε ωστόσο περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον κατά τη Μεταπολίτευση και άφησε έργο και παρακαταθήκη για την οποία δικαιούται να νοιώθει υπερήφανος.
Καλή απολογία θα έχει ο Κώστας Σημίτης, όταν κάποτε έρθει η ώρα, επί του φοβερού βήματος.
Χρήστος Χωμενίδης