Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ Η Ιστορία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και οι Ομοιότητες με τη Σμύρνη

Η Ιστορία του Ναγκόρνο-Καραμπάχ και οι Ομοιότητες με τη Σμύρνη

0

Ιάσων-Νικόλαος Ροδόπουλος

 Η περιοχή του σημερινού Ναγκόρνο-Καραμπάχ κατοικείται από Αρμένιους, τουλάχιστον από τον 4ο αιώνα π.Χ., αν όχι νωρίτερα, όταν και αποτελούσε κομμάτι του Βασιλείου της Αρμενίας. Το τελευταίο διήρκεσε οκτώ αιώνες, μέχρι τα τέλη του 4ου αιώνα μ.Χ., όταν και μοιράστηκε ανάμεσα σε δύο αυτοκρατορίες, την Ανατολική Ρωμαϊκή (βυζαντινή) και την περσική Αυτοκρατορία των Σασσανιδών. Οι επαρχίες των Αρτσάχ και Ουτίκ (οι οποίες σήμερα βρίσκονται στο Καραμπάχ), παρόλο που περιήλθανστους Πέρσες, συνέχισαν να κυριαρχούνται από το αρμενικό στοιχείο, με το πρώτο (χριστιανικό) σχολείο να ιδρύεται στη Μονή του Αμαράς τον 5ο αιώνα, χάρη στις πρωτοβουλίες του Αγίου Μεσρώπ Μαστότς, ο οποίος μάλιστα δημιούργησε και το αρμενικό αλφάβητο (προ Βυζαντίου, τα «αρμενικά» αποτελούνταν από έναν συνδυασμό ντόπιων προφορικών διαλέκτων, ενώ στο γραπτό λόγο χρησιμοποιούνταν είτε τα ελληνικά, είτε τα αραμαϊκά).

Τον 7ο αιώνα, ύστερα από την πτώση των Σασσανιδών και την κατάκτηση του σημερινού Καραμπάχ από τους Άραβες, δημιουργήθηκε εκεί, κατόπιν εξέγερσης των ντόπιων Αρμενίων χριστιανών αρχόντων, ένα αυτόνομο αρμενικό βασίλειο, με έδρα το Αρτσάχ, το οποίο είχε την ονομασία Χάχεν (από την αρμενική λέξη «Χαχ» που σημαίνει «Σταυρός»). Το βασίλειο αυτό, το οποίο πράγματι έφερε το χριστιανικό σταυρό στη σημαία του, αποτέλεσε ανεξάρτητη κρατική οντότητα έως και το 13οαιώνα, όταν ο Καύκασος κατακτήθηκε διαδοχικά από τους Τατάρους, τους Μογγόλους και εν συνεχεία από τουρκικά φύλα. Τότε ήταν που η εν λόγω περιοχή ονομάστηκε «Καραμπάχ» (από την τουρκική λέξη «καρά»=«μαύρος» και την περσική «μπαχ»=«κήπος»).

Στις αρχές του 16ου αιώνα, το Καραμπάχ περιήλθε ξανά υπό των έλεγχο των Περσών (που στο μεταξύ είχαν ασπαστεί το Ισλάμ) και της Αυτοκρατορίας των Σαφαβιδών. Ωστόσο, οι ντόπιοι χριστιανοί άρχοντες, οι οποίοι πήραν τον τίτλο «Μελίκ», διατήρησαν την αυτονομία των εδαφών τους, ενώ κατάφεραν να αποκρούσουν – με αντάλλαγμα από το περσικό κράτος εδαφικά και διοικητικά προνόμια, ακόμη και επί περιοχών με μουσουλμανικό πληθυσμό – την εισβολή των Οθωμανών περί το 1720. Όμως οι ανακατατάξεις των συνόρων της περιοχής που ακολούθησαν, και που οφείλονταν σε μια σειρά από ρωσοπερσικούς πολέμους, οι οποίοι είχαν ξεκινήσει από τα μέσα του 17ου αιώνα, οδήγησε τις επόμενες δεκαετίες την περιοχή του Καραμπάχ να περιέλθει στον έλεγχο των Ρώσων, των Οθωμανών, να επιστραφεί στους Πέρσες το 1733 και να καταλήξει εν τέλει ξανά στους Ρώσους το 1813. Όλους αυτούς τους αιώνες, η πλειοψηφία των κατοίκων του Καραμπάχ εξακολούθησε να αποτελείται από Αρμένιους.

Στον 20ό αιώνα πλέον, ύστερα από τις ρωσικές επαναστάσεις του 1917, και ενώ είχε ήδη πραγματοποιηθεί η γενοκτονία των Αρμενίων από τους Νεότουρκους, δημιουργήθηκε ένα βραχύβιο ανεξάρτητο κράτος τον Απρίλιο του 1918, το οποίο περιλάμβανε όλες τις χώρες του Καυκάσου· το κράτος αυτό διαλύθηκε μόλις έναν μήνα αργότερα και τότε ξεκίνησαν οι πρώτες εχθροπραξίες ανάμεσα σε Αρμενία και Αζερμπαϊτζάν για τον έλεγχο του Καραμπάχ. Η αδυναμία της Κοινωνίας των Εθνών να επιλύσει το ζήτημα οδήγησε τους Αρμένιους του Καραμπάχ να δηλώσουν ανεξαρτησία και να ιδρύσουν δικό τους κοινοβούλιο τον Ιούλιο του 1918. Σε αντίδραση, οθωμανικά στρατεύματα εισέβαλλαν στο Καραμπάχ, όμως μετά την ήττα των Κεντρικών Δυνάμεων στον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο και τη διάλυση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, το Καραμπάχ κατελήφθη από τους Βρετανούς, οι οποίοι παρέδωσαν τον έλεγχό του στο Αζερμπαϊτζάν, το οποίο είχε συσταθεί ως ανεξάρτητο κράτος το 1918.

Τόσο όμως το Αζερμπαϊτζάν (μαζί με το Καραμπάχ) το 1920, όσο και η Αρμενία, μαζί με τη Γεωργία το 1921, κατελήφθησαν και προσαρτήθηκαν από τη Σοβιετική Ένωση, συνεπώς και οι τρεις χώρες μετατράπηκαν σε λαϊκές δημοκρατίες της νεαρής σοσιαλιστικής συνομοσπονδίας. Οι Μπολσεβίκοι, με απόφαση του μετέπειτα ηγέτη της ΕΣΣΔ Ιωσήφ Στάλιν, αποφάσισαν ότι το Καραμπάχ (πάντα κατοικημένο από αρμένικο πληθυσμό, ο οποίος, στη διάρκεια του ρωσικού εμφυλίου, είχε καταγγείλει στο Κρεμλίνο πολλαπλές απόπειρες εθνοκάθαρσης εκ μέρους των Αζέρων) θα παραμείνει κομμάτι του Αζερμπαϊτζάν, παραχωρώντας όμως στην περιοχή διοικητική αυτονομία, εντός του πλαισίου οικοδόμησης του σοβιετικού σοσιαλισμού. Το καθεστώς αυτό διατηρήθηκε σταθερό τις επόμενες δεκαετίες και, με αυτόν τον τρόπο, μέχρι τη διαφαινόμενη πτώση του «υπαρκτού σοσιαλισμού» στην ανατολική Ευρώπη, στα τέλη της δεκαετίας του 1980, δεν θα υπάρξουν ξανά εντάσεις στην περιοχή.

Το 1987,οι κάτοικοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ («ναγκόρνο»=«ορεινός»στα ρώσικα) ξεκίνησαν να διεκδικούν εκ νέου ανεξαρτησία από το Αζερμπαϊτζάν. Ή ένταση κλιμακώθηκε όταν τόσο η Αρμενία, όσο και το Αζερμπαϊτζάν κήρυξαν την ανεξαρτησία τους από την ΕΣΣΔ το 1991 και αμέσως ξεκίνησε πόλεμος ανάμεσα στον αζερικό στρατό και τις αποσχιστικές δυνάμεις στην επαρχία του Καραμπάχ, παράλληλα με το μακελειό στη Γιουγκοσλαβία. Οι μεν Αζέροι έλαβαν την υποστήριξη των Μουτζαχεντίν (οι οποίοι είχαν νικήσει τους Σοβιετικούς στο Αφγανιστάν χάρη στη βοήθεια των Η.Π.Α.), των Τσετσένων, αλλά και των ακροδεξιών Τούρκων εθνικιστών «Γκρίζων Λύκων»· οι δε αυτονομιστές είχαν ασφαλώς την άμεση βοήθεια της Αρμενίας αλλά και την έμμεση υποστήριξη της Ρωσίας. Μετά από χιλιάδες νεκρών αμάχων και αγνοουμένων και από τις δυο πλευρές, οι εχθροπραξίες σταμάτησαν το 1994, με την Αρμενία να αποκτά υπό την κατοχή της κάποια εδάφη του Αζερμπαϊτζάν, συμπεριλαμβανομένου του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Παρά την παύση των εχθροπραξιών, η ένταση συνεχίστηκε. Το 2005, η Κοινοβουλευτική Συνέλευση του Συμβουλίου της Ευρώπης (PACE), η Ευρωπαϊκή Ένωση το 2010,και εκ νέου το Συμβούλιο της Ευρώπης το 2016, απαίτησαν από την Αρμενία να αποσύρει τα στρατεύματά της. Έτσι, τον Απρίλιο της ίδιας χρονιάς, το Αζερμπαϊτζάν, ενθαρρυμένο από τη στάση της Ευρώπης, πραγματοποίησε επίθεση κατά των αρμενικών στρατευμάτων, με αποτέλεσμα την ανάκτηση μικρού μέρος των εδαφών του, ενώ το Σεπτέμβριο του 2020, ξέσπασε και ο Δεύτερος Πόλεμος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ.

Με τον αμερικανικό στρατό να διατηρεί άριστες σχέσεις με τον αζερικό από τις αρχές της δεκαετίας του 2000, τη Ρωσία να παρέχει στρατιωτικό εξοπλισμό και στις δύο πλευρές μέχρι τουλάχιστον τα μέσα της δεκαετίας του 2010 (παρόλο που επίσημα στηρίζει την Αρμενία και τους αυτονομιστές) και την Τουρκία να στηρίζει ανοιχτά το Αζερμπαϊτζάν στις εχθροπραξίες (καθώς η «εκκαθάριση» του Καραμπάχ θα ανοίξει το δρόμο για εμπορική έξοδο της Τουρκίας στην Κασπία Θάλασσα μέσω των «αδερφών Αζέρων», όπως τους χαρακτήρισε ο Πρόεδρος Ερντογάν) ο πόλεμος έληξε ενάμιση μήνα αργότερα, με την επιστροφή όλων των περιοχών που ελέγχονταν από την Αρμενία από το 1994 στο Αζερμπαϊτζάν, εκτός από το μεγαλύτερο μέρος του Ναγκόρνο-Καραμπάχ, το οποίο, τύποις τουλάχιστον, διατήρησε την αυτονομία του για λίγο ακόμη.

Εντέλει, πριν από λίγες ημέρες, και ενώ το Αζερμπαϊτζάν πραγματοποιούσε ήδη πολύμηνο αποκλεισμό ανθρωπιστικής βοήθειας από τον Ερυθρό Σταυρό και τη Ρωσία προς το Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ο αζερικός στρατός εισέβαλλε στην περιοχή και την κατέλαβε, με τον αρμενικό πληθυσμό των 120.000 κατοίκων να επιχειρεί, φοβούμενος ότι θα υποστεί γενοκτονία, να διαφύγει προς την Αρμενία, και τις αυτονομιστικές αρχές του Ναγκόρνο-Καραμπάχ να δηλώνουν ότι οι – μη αναγνωρισμένοι διεθνώς –κρατικοί θεσμοί του αρμενικού θύλακα θα πάψουν να υπάρχουν από το 2024.

Η υπόθεση του Ναγκόρνο-Καραμπάχ παρουσιάζει αρκετές ομοιότητες με την ιστορία της περιοχής της Σμύρνης στη Μικρά Ασία. Πρώτη ομοιότητα, η παρουσία και πολιτιστική κυριαρχία ενός αρχαίου πολιτισμού, του αρμενικού, από τον 4ο αιώνα π.Χ. στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ και του ελληνικού από τον 11ο αιώνα π.Χ. στην Ιωνία. Δεύτερη, το γεγονός ότι και οι δύο περιοχές αποτελούσαν, τους τελευταίους αιώνες, έναν θύλακα ορθοδόξων χριστιανών εντός μιας μουσουλμανικής αυτοκρατορίας ή χώρας. Τρίτη, ενώ το Ναγκόρνο-Καραμπάχ βρισκόταν, βάσει μιας εύθραυστης (όπως απεδείχθη) συμφωνίας μετά τον πόλεμο των ετών 1991-94, ντε φάκτο στη σφαίρα επιρροής (αν όχι εδαφικής κυριαρχίας) της Αρμενίας, ντε γιούρε – και σύμφωνα και με τον Ο.Η.Ε. – συνέχισε να ανήκει στο Αζερμπαϊτζάν. Ακριβώς δηλαδή όπως και η Σμύρνη, βάσει μιας άλλης εύθραυστης και μη επικυρωμένης συμφωνίας (των Σεβρών, το 1920), διοικείτο μεν προσωρινά από την Ελλάδα, αλλά επίσημα συνέχιζε να αποτελεί τουρκικό έδαφος! Τέλος, η εισβολή του αζερικού στρατού στην περιοχή δημιουργεί ένα μεγάλο (για τον αριθμό του αρμενικού πληθυσμού) κύμα προσφύγων προς την μητέρα Αρμενία, όπως ενάμιση εκατομμύριο από τους παππούδες και τις γιαγιάδες μας, επιζώντες της φωτιάς και του θανάτου στη Μικρασία, κατέφυγαν στη μητέρα Ελλάδα, φέρνοντας μαζί τον πολιτισμό της ιωνικής πατρίδας. Έτσι, όπως η Σμύρνη ερήμωσε από Έλληνες το 1922 ύστερα από τρεις χιλιετίες, το Ναγκόρνο-Καραμπάχ θα ερημώσει από Αρμένιους το 2023, ύστερα από δυόμισι χιλιετίες.

Εύλογα γεννιούνται πολλά ερωτηματικά για το μέλλον αυτών των ανθρώπων. Ελπίζουμε ότι οι Αρμένιοι του Ναγκόρνο-Καραμπάχ δεν θα έχουν την τύχη των σφαγιασθέντων Μικρασιατών – και η αλήθεια είναι ότι το Αζερμπαϊτζάν δεν έχει δείξει, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, πρόθεση για κάτι τέτοιο. Όμως, 120.000 άνθρωποι είναι αδύνατον να απορροφηθούν, εν μια νυκτί κιόλας, από το αρμενικό κράτος, ούτε είναι σίγουρο ότι, σε ανθρώπινο επίπεδο, οι ομοεθνείς τους θα τους υποδεχθούν φιλικά, αν κρίνουμε από το ρατσισμό που βίωσαν οι Μικρασιάτες από τους ντόπιους Ελλαδίτες. Οι άνθρωποι αυτοί, λοιπόν, αναγκαστικά, θα επιχειρήσουν να καταφύγουν στην Ευρώπη. Πρόκειται για το τρίτο μεγαλύτερο κύμα προσφύγων που θα έχει δει η γηραιά ήπειρος την τελευταία δεκαετία, μετά τη μαζική έξοδο από την κόλαση στη Συρία το 2015 και στην Ουκρανία το 2022. Είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση έτοιμη για κάτι τέτοιο; Οι λεγόμενες «μεγάλες δυνάμεις» του κόσμου, οι οποίες αναμείχθηκαν άμεσα ή έμμεσα στην κρίση, είναι έτοιμες να αναλάβουν τις ευθύνες τους; Η ελληνική κυβέρνηση τι στάση θα κρατήσει; Τα ερωτήματα αυτά θα μας απαντηθούν τις επόμενες ημέρες.

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση της Παρασκευής: «Δύο κείμενα για την ιστορία της αραβο-ισραηλινής σύγκρουσης και τον αγώνα του Παλαιστινιακού λαού» του Perry Anderson

Πρόκειται για ένα σημαντικό τεκμήριο στον διάλογο για την ιστορία της ισραηλινό-παλαιστινι…