Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ ΙΣΤΟΡΙΚΑ Μνήμες και μαρτυρίες από τον μεγάλο Διωγμό της Σμύρνης

Μνήμες και μαρτυρίες από τον μεγάλο Διωγμό της Σμύρνης

0

Η παρακαταθήκη της Αναστασίας Μπερμπέρογλου: «Η ζωή της μαμάς μου»

 

Γιατί η λησμονιά είναι ο πραγματικός θάνατος

 

 

Μνήμες από τα πιο σκοτεινά χρόνια του Ελληνισμού της Μικρασίας ξεπροβάλλουν σαν παλιές φωτογραφίες κιτρινισμένες από τον χρόνο αλλά και τα δάκρυα για μια ζωή χαμένη εκεί στις χαμένες πατρίδες, αυτών που βίωσαν την ορφάνια και την προσφυγιά. Μνήμες από τις πιο συνταρακτικές στιγμές που καθόρισαν την μετέπειτα ζωή των ξεριζωμένων μπαίνουν νομοτελειακά στο κάδρο της ζωής των απογόνων τους σε μια κορυφαία πράξη αντίδρασης στην λησμονιά. Γιατί η λησμονιά είναι ο πραγματικός θάνατος. Αυτή η ανάγκη ώθησε ασυνείδητα ίσως την Αναστασία Μπερμπέρογλου να αφηγείται αλλά και να σημειώνει στιγμές από την ζωή της μαμάς της, της Ανθής και μαζί και της οικογένειάς της αλλά και κατ’ επέκταση όλων των Μικρασιατών, όμοιες με εκείνες των Ποντίων αλλά και Ανατολικοθρακιωτών. Γιατί  η ωμή βία και η απανθρωπιά έχουν πάντα το ίδιο πρόσωπο.

Η Αναστασία και ο Ιωακείμ Μπερμπέρογλου

Η παρακαταθήκη της Αναστασίας Μπερμπέρογλου: «Η ζωή της μαμάς μου»

Η Αναστασία Παπουτσόγλου – Μπερμπέρογλου ήταν κόρη της Ανθής Τούντα Παπουτσόγλου και του Σταύρου Παπουτσόγλου. Η ίδια γεννήθηκε το 1930 στην Ξάνθη καθώς ήταν το μικρότερο από τα πέντε συνολικά παιδιά τους. Παντρεύτηκε τον Ιωακείμ Μπερμπέρογλου στα 25 της και απέκτησε δύο παιδιά την Ευθαλία και τον Γεώργιο. Η Αναστασία φρόντισε τους γονείς της Ανθή και Σταύρο που πέθαναν την δεκαετία του ΄60 και είχε την ευκαιρία να ακούει τις αφηγήσεις της μάνας της για εκείνα τα χρόνια. Η Αναστασία Μπερμπέρογλου έφυγε από την ζωή το 2012. Πρόλαβε όμως να αφήσει την παρακαταθήκη της στις νεότερες γενιές. Έτσι ο εγγονός της Σταύρος Μπερμπέρογλου επιμελήθηκε την έκδοση του χειρόγραφου έντυπου της γιαγιάς του αφιερώνοντάς το στην Μνήμη της και στα 100 χρόνια από την Μικρασιατική καταστροφή. Η αφήγηση είναι απλή όπως μιλάει η γιαγιά για πράγματα παλιά που της φέρνουν θλίψη και νοσταλγία και υγραίνουν κάθε τόσο τα μάτια της. Έχει το στοιχείο της αμεσότητας του λόγου αλλά και κυρίως της αυθεντικότητας και εκείνου του αέρα μια άλλης εποχής που άφησε βαθιές πληγές που φέρουν ακόμη κι οι απόγονοι.

Τα χρόνια της Σμύρνης και η ορφάνια

Η ζωή της μαμάς μου, αυτοβιογραφία

Η Ανθή Παπουτσόγλου αφηγείται στην κόρης της Αναστασία για τα χρόνια της Σμύρνης: «Αχ! Κοριτσάκι μου, μάθε ότι είχα κι εγώ αδελφή και αδελφό , τον αδελφό μου τον έλεγαν Βασίλη, Τούντα το επίθετο μας και την αδελφή μου Φωτεινή, μέναμε στην Σμύρνη κοντά στον Άγιο Διονύσιο. Είχαμε πάρα πολύ ωραίο σπίτι. Θυμάμαι που έχει σκάλες εσωτερικές  και επάνω ήταν ή κρεβατοκάμαρα της μαμάς μας και του μπαμπά. Το κάθε παιδί είχε το δωμάτιο τους και είχαμε μια κρεβατοκάμαρα για τους ξένους, στα τουρκικά «μουσαφίρ οντασού» Εκεί θυμάμαι τον Σταύρο τον πατέρα σου που όταν ερχόταν από το χωριό την Λύγδα , στην Σμύρνη ερχόταν σπίτι και κοιμότανε στο δωμάτιο των ξένων».

Ο Σταύρος Παπουτσόγλου ήταν έμπορος κρεάτων και συνεργάζονταν με τον πατέρα της Ανθής. Τον έπεισε μάλιστα να μετακομίσει με την οικογένειά τους στην Λύγδα. Εκεί πέθανε η μητέρα της Ανθής και η Ανθή στα 12 της χρόνια παντρεύτηκε τον Σταύρο μετά τον άδικο και κατά λάθος θάνατο του πατέρα της και παρά τις αντιρρήσεις του θείου της καθώς έμεινε ορφανή.

Μια μάνα με τέσσερα παιδιά στο δρόμο του ξεριζωμού

Ο διωγμός την βρήκε με τέσσερα παιδιά. Αφηγείται η Ανθή: «Άκουσα το χτύπημα της πόρτα τα μεσάνυχτα μέσα στον ύπνο μου. Ξυπνήσαμε εγώ και ο μπαμπάς σου. Ήταν ο εξάδελφός σου ο Μιχάλης Πυργελής ο μπαμπάς της Πανδώρα που τότε ήταν παλικαράκι Του λέει  «Μ’ έστειλε η μαμά μου, δηλαδή η αδελφή του μπαμπά σου η θεία Στέλλα . Μόλις είχε ανοίξει  η πόρτα και έβλεπες τον κόσμο να τρέχει  πανικόβλητος. Άλλοι με κάρα άλλοι με βοϊδάμαξα και όπως μπορούσε ο καθένας. Χωρίς να χάσουν χρόνο μπαίνουν μαζί με τον Μιχάλη στον στάβλο που είχαν τα ζώα και του λέει. Πάρε αυτό το άλογο  Οι τρεις τους πήραν τα τέσσερα παιδιά και έβαλα σ’ ένα δισάκι από εδώ το ένα και το άλλο από εκεί κι ενώ από τα άλλα τα πιο μεγάλα το ένα μπροστά το άλλο πίσω. Κι εγώ παιδί μου με τον μικρό Ανέστο στην αγκαλιά από πίσω τους. Ο μπαμπάς σου πρόσταξε: «Πηγαίνετε εσείς και εγώ θα σας προλάβω.. Όπως τρέχαμε δίχως να ξέρουμε που πάμε είχα το μικρότερο παιδί τον Ανέστο στην αγκαλιά μου βλέπω ένα Τούρκο να με κοιτάει στο πρόσωπο και να με ρωτάει αν είναι δικό μου το παιδί είναι «δικό μου είναι» απάντησα τρομαγμένη…όλα δικά μου είναι: «Τόσο μικρή παντρεύτηκε και έχει τόσα παιδιά, με ρώτησε. Ποιος ξέρει τι σκέφτηκε. «άντε πάρε τα παιδιά σου και φύγε, σου χαρίζω την ζωή σου αλλά κι εσύ θα μου χαρίσεις τα σκουλαρίκια που φοράς. Το ένα το έβγαλα,  το άλλο δεν μπόρεσα ΄Έλα άστα αυτά μου είπε και μου το τράβηξε με δύναμη. Βγήκε αφού σκίστηκε το αυτί μου…».

Η σκηνή από τη μετάβαση στο πλοίο με τα παιδιά της :«Τα σκαλοπάτια ήταν σχοινένια ήταν είκοσι. Στα δέκα σκαλοπάτια ακριβώς οι Τούρκοι κουνούσαν τη σχοινένια σκάλα κι αυτή κουνιόταν δεξιά αριστερά. Αχ παιδί μου να ήξερες πόσος κόσμος έπεφτε στην θάλασσα , γριούλες , παιδιά και να βλέπεις τους τούρκους να χαμογελούν ενώ ο κόσμος πνιγόταν. Το είδα με τα μάτια μου αυτό. Οι Τούρκοι έβγαζαν ανθρώπους από τη θάλασσα και εγώ με το φτωχό μου το μυαλό νόμιζα ότι τους έβγαζαν για να τους σώσουν. Όχι τους άνοιγαν τα στόματά τους να δουν αν είχαν χρυσά δόντια και τα έβγαζα με τανάλια κοίταζαν τις τσέπες του αν είχα δαχτυλίδια ότι έβρισκα το έπαιρνα  και τους ξαναπετούσαν στην θάλασσα. Τόσο πολύ τρόμαξα. Ακόμα είναι μπροστά μου».

Η Ανθή βγήκε στην Πάτρα εκεί πέθανε ο μικρός της γιος. Μετά πήγε στην Αθήνα όπου βρέθηκε με την αδελφή της Φωτεινή και τον αδελφό της. Εκεί τους βρήκε και ο άντρας της Σταύρος και έσμιξε η οικογένεια. Λίγο καιρό μετά μετακόμισαν στην Ξάνθη στον οικισμό της Χρύσας.

«Το όνειρό τους ήταν γυρίσουν πίσω στην πατρίδα …δεν αξιώθηκαν…»

Στον επίλογο περιγράφει η Αναστασία Μπερμπέρογλου: «Το όνειρό τους ήταν να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα, να πάνε στα σπίτια τους και στα κτήματα τους . Δυστυχώς πέθαναν με το όνειρο. Αν με αξιώσει ο Θεός θέλω να πάω με τα παιδιά μου να κάνω την επιθυμία των γονέων μου. Όπως αξιώθηκαν και πήγαν τα ανίψια μου …Είναι πολλά ακόμα που θέλω να γράψω, αλλά θα σας κουράσω , γι’ αυτό τελειώνω εδώ».

Μαριάννα Ξανθοπούλου

mxanthopoulou@empros.gr

 

 

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από ΙΣΤΟΡΙΚΑ
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση του Σαββάτου: «Αίμος – Διαδρομές στα Βαλκάνια» του Θοδωρή Νικολάου

Τι είναι τα Βαλκάνια, όμως ; Φυλές, θρησκείες, εθνότητες, συνήθειες και ήθη παράγουν ένα γ…