Τα «Κατά Μάρκον» με την ρεμπέτικη λειτουργία του Τ.Χρυσικάκου στην Καπναποθήκη της ΦΕΞ την Παρασκευή 03/02
Ο διαπρεπής σκηνοθέτης και ηθοποιός μιλά στο ‘’Ε’’ για την παράσταση, για την αγάπη του για το ρεμπέτικο τραγούδι και δηλώνει χαρούμενος που βλέπει νέους να το αγαπούν!
Ο γνωστός και πολύ αγαπητός ηθοποιός και σκηνοθέτης, Τάκης Χρυσικάκος έρχεται στην πόλη μας την Παρασκευή 3/4 με μία ξεχωριστή θεατρική παράσταση, τα «Κατά Μάρκον». Μέσα από μία ρεμπέτικη λειτουργία προβάλλει ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που γέννησαν την παράδοση του Ρεμπέτικου και προσδιόρισαν το ύφος και το ήθος του.
Στο πλαίσιο μίας ενδιαφέρουσας συνέντευξης στο ‘’Ε’’ ο Τ.Χρυσικάκος, ένας ακάματος δημιουργός που όπως επισημαίνει κι ο ίδιος «δεν τα παρατά ποτέ», μιλά για τα πρώτα βήματά του, για την σχέση του με την ρεμπέτικη παράδοση με ιδιαίτερη μνεία σε πρόσωπα που στάθηκαν πηγή έμπνευσης για τον ίδιο.
‘’Ε’’: Σπουδάσατε στο Θέατρο Τέχνης Καρόλου Κουν. Μιλήστε μας για την εμπειρία σας, για τις γνώσεις που αποκομίσατε.
Τ.ΧΡ.: Άλλαξε όλη μου η ζωή. Ήμουν στην ουσία ένα παιδί από την Κοκκινιά με ελάχιστες γνώσεις, με γονείς ευγενικούς και καλούς, λαϊκούς ανθρώπους. Μόλις μπήκα στο Θέατρο Τέχνης και γνώρισα τον Κουν και τους άλλους δασκάλους μου εκεί, αμέσως «άλλαξα» ολόκληρη σελίδα. Το Θέατρο Τέχνης εκείνη την περίοδο πήγαινε στα μεγάλα φεστιβάλ. Είδα να συμβαίνουν μαγικά πράγματα, πράγματα που τελικά με καθόρισαν. Άλλαξε η ζωή μου. Γενικά νομίζω τους ανθρώπους που γνωρίζουμε ή θα μας πιάσουν και θα μας πάνε προς τα πάνω ή θα μας πιάσουν ας πούμε από το… μπατζάκι και θα μας τραβήξουν προς τα κάτω. Ο επόμενος σταθμός ήταν το Λαϊκό Πειραματικό Θέατρο του Λεωνίδα Τριβιζά, το Προσκήνιο του Αλέξη Σολωμού. Η αρχή της πορείας μου καθορίστηκε ουσιαστικά από το Θέατρο Τέχνης.
‘’Ε’’: Ποια είναι η σχέση σας με την τηλεόραση; Τι εικόνα έχει σήμερα για εσάς; Θα συζητούσατε μία τηλεοπτική δουλειά;
Τ.ΧΡ.: Δεν είμαι καθόλου αρνητικός. Θα επέλεγα τηλεόραση, αρκεί μονάχα να είχα μία δουλειά που με καλύπτει. Δεν αφορίζω την τηλεόραση. Υπάρχουν δουλειές που είναι πιο πρόχειρες κι άλλες πάλι σημαντικές. Στην δεύτερη κατηγορία ναι, θα ήθελα να είμαι. Το φουλ συμμετοχών το δικό μου ήταν δεκαετία ’80 με ’90.Όλες οι σειρές τότε ήταν παρμένες μέσα από λογοτεχνία, μέσα από σπουδαία βιβλία. Αυτόματα αυτό πρόσδιδε ποιότητα στο έργο, κάτι που επιτυγχανόταν και μέσα από σπουδαίους σκηνοθέτες φυσικά. Διαπίστωσα πως εισχωρώντας η ιδιωτική τηλεόραση άλλαξε το τοπίο και είναι λογικό. Άλλωστε είναι επιχειρήσεις και κοιτούν πώς θα επιβιώσουν. Το καταλαβαίνω. Εκεί απομακρύνθηκα.
‘’Ε’’: Τι θα χαρακτηρίζατε ως την μεγαλύτερη επιτυχία σας μέχρι σήμερα ως ηθοποιός και σκηνοθέτης;
Τ.ΧΡ.: Εγώ ποτέ δεν στέκομαι σε αυτά που έχουν γίνει ονομαστικά. Όπως ανέφερα και προηγουμένως, στέκομαι στην πηγή, από πού δηλαδή ξεκίνησαν όλα αυτά και με καθόρισαν. Από εκεί και πέρα θεωρώ πως όλη μου η πορεία είναι σημαντική για εμένα. Δεν μπορώ να ξεχωρίσω τη μία δουλειά από την άλλη. Ακόμη και αν κάποιες στιγμές βγήκα έξω από τον δρόμο μου αυτό ήταν αναγκαίο, χρήσιμο, έμαθα μέσα από τα λάθη μου.
‘’Ε’’: Θα ξεχωρίζατε κάποιο από τα έργα που πήρατε μέρος; Ως περιεχόμενο ή ως εμπειρία.
Τ.ΧΡ.: Όλη η πορεία είναι σημαντική, πώς μπορώ εγώ να ξεχωρίσω κάτι; Η παγίδα του ηθοποιού είναι, όταν έρχεται σε επαφή με τόσο μεγάλο κείμενα, όπως είναι οι αρχαίοι τραγικοί και ο Αριστοφάνης, ο Σαίξπηρ, αυτό να γίνεται για την ματαιοδοξία και τον εγωκεντρισμό. Αντίθετα, πρέπει να φροντίζουμε η γνώση να μένει σε εμάς. Δηλαδή, η επαφή με αυτά τα κείμενα γίνεται για να μάθουμε. Στην σκηνή ο ηθοποιός αποκαλύπτει τα υλικά που κουβαλά. Η γνώση είναι η ποιότητά του. Για εμένα αυτό είναι που μετρά.
‘’Ε’’: Πώς βιώσατε εσείς την περίοδο του εγκλεισμού λόγω κορωνοϊού; Ήταν νεκρή ή εποικοδομητική; Θεωρείτε ότι συνδέεται με την πληθώρα επιλογών θεατρικών παραγωγών τη φετινή χρονιά στις σκηνές της πρωτεύουσας;
Τ.ΧΡ.: Εγώ είχα μία συνεργασία εκείνη την εποχή με το Κρατικό Θέατρο Βορείου Ελλάδος. Με κάλεσαν να σκηνοθετήσω και να παίξω την Βαβυλωνία του Βυζάντιου. Στην τέταρτη παράσταση στην οποία είχαμε την τιμή να υποδεχτούμε και την Πρόεδρο της Δημοκρατίας μας περίμενε κάτι δυσάρεστο, την επόμενη μέρα κηρύχθηκε το lockdown. Εγώ ήμουν στην Θεσσαλονίκη. Ωστόσο, κόλλησα covid και είχα βαριά υποτροπή λόγω προβλήματος με το ανοσοποιητικό. Νοσηλεύτηκα σχεδόν για επτά εβδομάδες στο ΑΧΕΠΑ, αλλά με πίστη και θάρρος κατάφερα και το ξεπέρασα σε συνδυασμό με καθημερινή άσκηση. Τον επόμενο χρόνο κάναμε κανονικά τις παραστάσεις. Θεωρώ πως ήταν χρήσιμη περίοδος. Γενικά, εμένα μου αρέσει να περνώ στιγμές μόνος μου, γιατί έχω τη δυνατότητα να κάνω απολογισμό, να βάλω σε μία τάξη τα πράγματα. Δοκιμάστηκαν οι σχέσεις, δημιουργήθηκε μία μεγάλη «ρωγμή» στην κοινωνία, οι άνθρωποι δεν είχαν μάθει να ζουν μόνοι τους. Ήταν μία δοκιμασία που μας έμαθε πράγματα.
‘’Ε’’: Ας περάσουμε τώρα στην θεατρική παράσταση Το «Κατά Μάρκον». Διαβάζοντας κανείς την υπόθεση διαπιστώνει πως ενώ είναι μονόλογος, η υπόθεση επικεντρώνεται σε δύο παράλληλες ιστορίες δύο κορυφαίων ρεμπετών, Βαμβακάρη και Γενίτσαρη και φτάνει την Παρασκευή 3/2 και στην πόλη μας στην Καπναποθήκη ΦΕΞ. Πείτε μας λίγα λόγια.
Τ.ΧΡ.: Εδώ θα σταθώ στην συνεργασία που έχω αρκετά χρόνια με τον σπουδαίο Λάμπρο Λιάβα, τον καθηγητή της μουσικής στο Πανεπιστήμιο της Αθήνας, ένας γνώστης γενικά της μουσικής και ειδικά της ελληνικής μουσικής. Θεωρώ ότι η εκπομπή του «Το Αλάτι της Γης» είναι θησαυροφυλάκιο. Μαζεύει, δηλαδή, τους πολύτιμους λίθους της ελληνικής μουσικής μέσα από τα ταξίδια του σε ολόκληρη την Ελλάδα, μέσα από την πηγή τους, την παράδοση. Μαζί κάναμε το έργο. Στην αρχή έχουμε μία αναφορά, η οποία ακούγεται ηχογραφημένη από την Αγγέλα Παπάζογλου. Γίνεται μία αναφορά από τον Βαγγέλη Παπάζογλου, περνάμε στον Βαμβακάρη, στην πρώτη περίοδο που μας αφηγείται την ζωή του, έπειτα στο κομμάτι Γενίτσαρη. Πρέπει να τονίσω πως αυτές οι αλλαγές γίνονται με εμένα επί σκηνής, δηλαδή, αλλάζω τα ρούχα από την μέση και πάνω, γιατί θέλω να φαίνονται αυτά στον κόσμο, η σκηνική μαγεία, άλλωστε είναι πολύ σημαντική για εμένα και θέλω ο κόσμος να την προσλαμβάνει. Υπάρχει η επόμενη γενιά του Μάρκου που είναι ο Γενίτσαρης και μας αφηγείται μία πιο σκοτεινή πλευρά της εποχής. Περνάμε στον Μάρκο γέρο πια, στην τελευταία περίοδο της ζωής του. Βλέπουμε τον πατριάρχη του ρεμπέτικου που σχεδόν ζητιανεύει, πηγαίνει στα κέντρα με τον Στέλιο τον γιό του και τους διώχνουν. Αυτός ο «ογκόλιθος» ο τεράστιος έφυγε τόσο πικραμένος…Στόχος αυτής της παράστασης είναι να τιμήσουμε τον Λάμπρο Λιάβα, διότι με παρέμβασή του το ’17 κατάφερε να περάσει το ρεμπέτικο τραγούδι στην άυλη πολιτιστική κληρονομιά της Unesco, να περάσει στην ιστορία.
‘’Ε’’: Η παράσταση ερευνά και προβάλλει τις ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες που γέννησαν την παράδοση του Ρεμπέτικου. Τι σημαίνει το Ρεμπέτικο για εσάς;
Τ.ΧΡ.:Η όλη ιστορία δεν είναι για εμένα κάτι άγνωστο. Εγώ γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Κοκκινιά, στους δρόμους που περπάτησαν αυτοί οι ρεμπέτες. Μου αποτυπώθηκε στον νου αυτή η εικόνα. Οι δρόμοι αυτοί ήταν γνωστοί.
‘’Ε’’: Πώς βιώνετε εσείς την ιστορία; Ποια συναισθήματα σας «ξυπνούν» οι δραματοποιημένες αφηγήσεις του έργου;
Τ.ΧΡ.: Συγκινούμε πάρα πολύ για τους ανθρώπους που τους έζησα και για την εποχή, γιατί αναβιώνουν όλα μέσα μου. Ο κόσμος γελά και συγκινείται βαθύτατα συνάμα, τραγουδούν τα τραγούδια που ακούγονται από τον αξιόλογο μουσικό, Νίκο Μπλουμπή. Αυτό που με εκπλήσσει είναι ότι βλέπω νέα παιδιά να έρχονται, είναι τεράστια η χαρά μου.
‘’Ε’’: Παρατηρούμε πως το τελευταίο διάστημα έχετε μία «κλίση» στους μονολόγους. Τι σημαίνει για εσάς η επιλογή αυτή; Είναι κάτι που γίνεται συνειδητά;
Τ.ΧΡ.: Ναι, φυσικά. Το πρώτο ήταν «Το Αμάρτημα της Μητρός μου», φάνταζε αδύνατο στην αρχή να παρουσιαστεί επί σκηνής. Η δεύτερη δουλειά μου ήταν με τον Παπαδιαμάντη που παίχτηκε κατά διαστήματα επτά χρόνια, Στη συνέχεια, διαπίστωσα ότι αυτό το είδος θεάτρου, δηλαδή η αφήγηση είναι ό,τι πιο μοντέρνο υπάρχει, διότι δίνει τη δυνατότητα στον θεατή να «ταξιδέψει», Αξιοσημείωτο είναι πως δεν βλέπουμε επί σκηνής τα πρόσωπα και τους χώρους. Ο θεατής ξεκινά να «πλάθει» εικόνες.
‘’Ε’’: Ποιες είναι οι δυσκολίες στην επεξεργασία ενός απαιτητικού κειμένου που απαιτεί «λεπτό» χειρισμό( π.χ. ένα κείμενο του Χατζιδάκι);
Τ.ΧΡ.:Η σκηνοθεσία γίνεται πάνω στο κείμενο. Πρώτα την παράσταση την βλέπεις μέσα από το κείμενο. Η δυσκολία είναι όταν πάρω ένα βιβλίο ή κείμενο τι θα επιλέξω να μείνει τελικά. Όταν ξεκαθαρίσει αυτό, μετά είναι μονόδρομος και θέλει δουλειά…Όλα παίρνουν τον δρόμο τους! Η πρώτη ύλη είναι το σημαντικό.
‘’Ε’’: Κλείνοντας αυτή την όμορφη συνέντευξη θα ήθελα ασφαλώς να σας ρωτήσω για τα μελλοντικά σας σχέδια. Πού θα σας δούμε;
Τ.ΧΡ.: Τα σχέδιά μου αυτή την στιγμή είναι τα «Κατά Μάρκον». Κάνουμε όσες περισσότερες παραστάσεις μπορούμε σε όλη την Ελλάδα. Από τον Μάρτιο θα αρχίσει συγχρόνως να παίζεται και στην Αθήνα. Επίσης, σε πολλά φεστιβάλ της χώρας θα παιχτεί και το καλοκαίρι κι έπειτα θα φροντίσουμε να πάει και στο εξωτερικό. Το τι θα γεννηθεί μετά, είναι κάτι που θα το δούμε…Άλλωστε, έμαθα από τον δάσκαλό μου, Κάρολο Κουν κάθε φορά να εστιάζω σε ένα πράγμα, μια αρχή που εφαρμόζω στα «Κατά Μάρκον».
‘’Ε’’: Πολλές ευχαριστίες! Ευχόμαστε καλή δύναμη και πολλές επιτυχίες!
Χρύσα Κιατίπη
chkiatipi@empros.gr
Πληροφορίες για την παράσταση
-Ημέρα και τοποθεσία: Παρασκευή 3 Φεβρουαρίου στις 21:00, στην Καπναποθήκη ΦΕΞ
-Σκηνοθεσία: Τάκης Χρυσικάκος
-Ιστορική-μουσικολογική έρευνα, κείμενα και μουσική επιμέλεια :Λάμπρος Λιάβας
-Προβολές της παράστασης: (ευγενική παραχώρηση) από πίνακες του Χρήστου Μποκόρου
-Προπώληση: Βιβλιοπωλείο Πυργελή Τ. 2541072363, Καπναποθήκη ΦΕΞ, & viva.gr
-Τιμές εισιτηρίων: 15 ευρώ γενική είσοδος και 13 ευρώ μειωμένο.