Με πολύ ενδιαφέρον παρακολουθώ την πορεία λογοτεχνών από τον Νέο Κόσμο, γιατί συμμετέχουν σε μια κοινωνία καινούρια, που δεν κουβαλά όλα τα βάρη του παλιού κόσμου – κυρίως εννοώ της Ευρώπης. Σε πρόσφατα αρκετά κείμενά μου μίλησα για τον Έντγκαρ Άλλαν Πόου (19 Ιανουαρίου 1809 – 7 Οκτωβρίου 1849), του οποίου το λογοτεχνικό έργο είχε σημαντική επίδραση στην παγκόσμια λογοτεχνία, αποτελώντας θεμέλιο λίθο για την εξέλιξη σύγχρονων λογοτεχνικών ειδών, όπως η αστυνομική λογοτεχνία ή οι ιστορίες τρόμου και φαντασίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζουν λογοτέχνες που συνδέονται με την Ευρώπη, όπως ο περίφημος και αγαπητός μου Τσαρλς Μπουκόβσκι (1920 – 1994) που γεννήθηκε στη γερμανική πόλη Άντερναχ. H μητέρα του ήταν Γερμανίδα και ο πατέρας του ένας Πολωνο-Αμερικάνος στρατιώτης, ο οποίος ήταν μέλος της στρατιωτικής δύναμης που είχε παραμείνει στη Γερμανία μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο. Η οικογένεια μετανάστευσε στο Λος Άντζελες όταν ο Τσαρλς ήταν μόλις δύο ετών, ένα μέρος που τον επηρέασε πάρα πολύ στα γραπτά του.
Έφερα στο μυαλό μου τους δύο αυτούς δημιουργούς διαβάζοντας πρόσφατα για τον θάνατο στις 9 Ιανουαρίου 2023 του ποιητή Τσαρλς Σίμικ. Τον Πόου τον θυμήθηκα για το ύφος του έργου του, ενώ τον Μπουκόφσκι για τις ευρωπαϊκές ρίζες του και για τα δημιουργήματά του.
Στο διαδίκτυο, με την ευκαιρία του θανάτου του Simic βρήκα πολλά κείμενα, και πρόσφατα και παλιότερα, που αναφέρονται στο πλούσιο έργο του. Να σημειώσω ότι ο σέρβος Τσαρλς σε κάποια δημοσιεύματα ονομάζεται Ντούσαν, ενώ το επώνυμό του διαβάζεται Σίμιτς ή Σίμικ – επιλέγω το Σίμικ.
Ο Τσαρλς γεννήθηκε το 1938 στο Βελιγράδι, κατέληξε με την οικογένειά του μετανάστης στην Αμερική (όπου ήδη βρισκόταν από χρόνια ο πατέρας του, κυνηγημένος από τους Ναζί) όταν ήταν ήδη δεκαπέντε ετών και δεν μιλούσε λέξη σχεδόν αγγλικά. Η παιδική και η εφηβική ηλικία του σημαδεύτηκαν από την εμπειρία του Β΄ Παγκόσμιου Πολέμου, τα παιδικά βιώματά του από εκείνη την εποχή συχνά ανακαλούσε σε πολλά από τα ποιήματά του.
Άρχισε να γράφει στα αγγλικά σε ηλικία 21 ετών. Είχε γράψει και εκδώσει πάνω από εξήντα βιβλία, από τα οποία τα είκοσι είναι ποιητικές συλλογές. Το 1990 του απονεμήθηκε το βραβείο Pulitzer για το βιβλίο του “The World Doesn’t End”. Επίσης, το 2007 του απονεμήθηκε το βραβείο Wallace Stevens ενώ ήταν ο 15ος Δαφνοστεφής Ποιητής (Poet Laureate) των ΗΠΑ. Ήταν τακτικός συνεργάτης της επιθεώρησης “New York Review of Books” και του περιοδικού “Der Spiegel”.
To 1964 παντρεύτηκε τη σχεδιάστρια μόδας Ιλέιν Ντάμπιν (Helene Dubin), με την οποία απέκτησε δύο παιδιά, και το 1971 έγινε Αμερικανός πολίτης. Από το 1973 μέχρι τη συνταξιοδότησή του δίδαξε αγγλική γλώσσα στο Πανεπιστήμιο του New Hampshire, όπου συνέχισε ως ομότιμος καθηγητής αμερικανικής λογοτεχνίας και δημιουργικής γραφής σχεδόν μέχρι τον θάνατό του.
Στη νεκρολογία του, οι New York Times έγραψαν ότι «το έργο του συνδυάζει μια μελαγχολική ιδέα του παλιού κόσμου με μια αισθησιακή αλλά και πνευματώδη αντίληψη της σύγχρονης ζωής».
Όσον αφορά την ποίησή του, σημειώνεται – σε διάφορα δημοσιεύματα – ότι το μυθικό, η ειρωνεία και η πρόκληση αφθονούν, αντλώντας υλικό από την ιστορία, το υποσυνείδητο και τη μνήμη, και οδηγώντας εντέλει σε μια παραβολική αναδιαμόρφωση της πραγματικότητας. Έγραψε πάμπολλα σύντομα, κυρίως, αλλά ιδιαίτερα πυκνά σε νόημα ποιήματα. Σε αυτά, η μελαγχολική στάση συνδυάζεται με αισθησιακή και πνευματώδη διάθεση, με χαρακτηριστικό το ειρωνικό χιούμορ και τις ευρηματικές μεταφορές.
Όπως είπε το 2013 σε συνέντευξή του στο περιοδικό Granta, «απ’ όσα έχουν ειπωθεί για την ποίηση, το αξίωμα ότι το λιγότερο προσφέρει περισσότερα μου έκανε τη μεγαλύτερη και πιο διαρκή εντύπωση». Για την ποιητική γραφή είχε σχολιάσει ότι «οι λέξεις κάνουν έρωτα στη σελίδα σαν μύγες μες στην καλοκαιρινή ζέστη και ο ποιητής είναι απλώς ο ξαφνιασμένος θεατής». Έτσι, τα ποιήματά του, φτιαγμένα με καθημερινές λέξεις και αντικείμενα, μιλούν για τα μεγάλα ζητήματα του ανθρώπου, προσφέροντας μια ματιά στο ατέρμονο.
Oι New York Times, εξάλλου, σε αφιερωματικό κείμενό τους παρατηρούν πως τα ποιήματά του μπορεί να είναι «γεμάτα από καθημερινά αντικείμενα, τείνουν όμως να αφήνουν την εντύπωση ότι ο ποιητής έχει κεντρίσει μια τρύπα στην καθημερινή ζωή, αποκαλύπτοντας μια αχτίδα του αιώνιου».
Όπως γράφει η ποιήτρια Μέριαν Μουρ “Η ποίηση του Σίμικ επικεντρώνεται στον ανθρωπομορφισμό και σε ερμηνείες της σχέσης ανάμεσα στο άψυχο και το έμψυχο, ανάμεσα στα αντικείμενα και τα ζώα, ανάμεσα στο αόρατο και το ορατό”.
Ο Στρατής Χαβιαράς παρατηρεί εύστοχα “Όπως η ζωή έτσι και η τέχνη του Σίμικ γεφυρώνει την Ευρώπη με την Αμερική, μεταφυτεύοντας εκεί μια αίσθηση της ιστορίας τόσο άμεση όσο και προσιτή, μια ποίηση αρχέγονη, θα έλεγε κανείς, αλλά μια ποίηση κοινωνικά άγρυπνη, όπου το παράδοξο και συχνά σκοτεινό συγκρούονται με το ειρωνικό και το ανάλαφρο”
Ολοκληρώνοντας τη σύντομη προσέγγισή μας, θα δώσουμε τον λόγο στον ίδιο τον ποιητή, που εξομολογείται σε συνέντευξή του:
«Περιμένουν να ακούσουν κάτι ηρωικό, ενώ εγώ εξηγώ ότι άρχισα να γράφω ποιήματα όπως κάθε νέος, που θέλει να εντυπωσιάσει τα κορίτσια. Και έτσι απαντώ γιατί γράφω στα αγγλικά και όχι στη μητρική μου γλώσσα, καθώς θα ήταν δύσκολο να γοητευθούν Αμερικανίδες χωρίς να ξέρουν σερβικά. Τα ποιήματα που γράφω θυμίζουν παρτίδες σκάκι, που μου είχε μάθει συνταξιούχος καθηγητής αστρονομίας όταν ήμουν έξι ετών στο Βελιγράδι, στον πόλεμο. Η ποίηση αποτελεί άμυνα του ατόμου εναντίον κάθε γενίκευσης που θέλει να περιορίσει την πραγματικότητα σε ένα μοναδικό εννοιολογικό σύστημα. Ένα όμορφο ποίημα είναι ένα μυστικό που μοιράζονται δύο άτομα που δεν έχουν ποτέ συναντηθεί. Νομίζω πως καμία ιστορία αγάπης δεν μπορεί να συγκριθεί με αυτό».
Όταν τον ρωτούν για τον ρόλο της ποίησης, διαλέγει προσεκτικά τα λόγια του. Επικαλείται αυτό που του είχε πει ένας μαθητής που είχε γνωρίσει στο Ελ Πάσο, στο Τέξας, το 1972:
«Η ποίηση θυμίζει στους ανθρώπους την ανθρώπινη φύση τους».
ΜΙΚΡΟ ΠΟΙΗΤΙΚΟ ΑΝΘΟΛΟΓΙΟ ΤΣΑΡΛΣ ΣΙΜΙΚ
Από τα ποιήματα που βρήκαμε μεταφρασμένα στη γλώσσα μας σε διάφορες δημοσιεύσεις θα επιχειρήσουμε ένα μικρό ενδεικτικό δειγματολόγιο.
Θα ξεκινήσουμε τον περίπατό μας με ενθυμήσεις της παιδικής ηλικίας από την πατρίδα:
Ένα βιβλίο γεμάτο εικόνες
[…] Οι σελίδες ακούγονταν σαν φτερά. / «Η ψυχή είναι ένα πουλί», μου είχε πει εκείνος κάποτε. / Στο γεμάτο εικόνες βιβλίο μου / Η μάχη μαινόταν: δόρατα και ξίφη / Σχημάτιζαν ένα χειμωνιάτικο δάσος / Με την καρδιά μου να καρφώνεται και να ματώνει στα κλαδιά. / Σε αυτόν ακριβώς τον δρόμο στο Βελιγράδι / Η μητέρα σου σε μετέφερε /Από τα καπνισμένα ερείπια ενός κτηρίου / Και σε ακούμπησε σε αυτό το πεζοδρόμιο / Σαν κούκλα φασκιωμένη σε καμένα κουρέλια,Όπου τώρα στάθηκες χρόνια αργότερα / Μιλώντας σε ένα άστεγο σκυλί, / Μισοκρυμμένο πίσω από ένα αυτοκίνητο,
Τα μάτια του ξεχειλίζοντας ελπίδα / Καθώς λίγο προχώρησε, έτοιμο για τα χειρότερα.
Η ΤΑΙΝΙΑ
Τα παιδικά μου χρόνια, βουβός κινηματογράφος απ’ τα /παλιά. / Ω, τα χειμωνιάτικα βράδια / Που μ’ έπαιρνε η μητέρα απ’ το χέρι / Και μπαίναμε στη σκοτεινή αίθουσα
Όπου είχε ήδη ξεκινήσει μια ταινία / Σαν τ’ όνειρο κάποιου άλλου / στο οποίο έτυχε να βρεθούμε –
[…] Ήταν επί Κατοχής, ξέχασα να πω. / Περπατούσαμε αργά γυρνώντας στο σπίτι / Ντυμένοι ζεστά γιατί έκανε κρύο, /Με τα μάτια στο έδαφος / Μέσα στους επικίνδυνους, κακοφωτισμένους δρόμους.Η ποίηση του Σίμικ περικλείει περιγραφές, συναισθήματα και συναιρέσεις του δημιουργού με τη φύση και τον άνθρωπο. Χαρακτηριστικά δείγματα:
ΡΟΜΑΝΤΙΚΟ ΤΟΠΙΟ
[…] Ο ουρανός του ηλιοβασιλέματος για μια σύντομη στιγμή /Ακτινοβόλος με κάποια υπέρτατη ενόραση, / Κι ύστερα τελειώνει. Τραγικό θέατρο : / Αίμα και θρήνος για τα οποίαΑκόμη και τα πουλιά έπαψαν να κελαηδούν.
ΤΟ ΣΩΜΑ
Αυτή η τελευταία ήπειρος / Που μένει ακόμα να ανακαλυφθεί. / Το χέρι μου ονειρεύεται, κατασκευάζει / Το πλοίο του. Για πλήρωμα παίρνει / Ένα πακέτο κόκαλα, για τροφή / Ένα μπουκάλι μπύρας γεμάτο αίμα.
Φόβος
Ο φόβος περνά από άνθρωπο σε άνθρωπο / Μη γνωρίζοντας,
Καθώς ένα φύλλο περνά το τρέμουλο / Σε άλλο. / Ξαφνικά ολόκληρο το δέντρο τρέμει / Και δεν υπάρχει κανένα σημάδι του ανέμου.
Επιμένω στα πράγματα που συγκινούν τον ποιητή – λες και κλείνονται σ’ ένα βιβλίο:
ΤΑ ΠΑΠΟΥΤΣΙΑ ΜΟΥ
[…] Σε τι μου χρησιμεύουν τα βιβλία / όταν μέσα ένας μπορώ να διαβάσω / το ευαγγέλιο ένας ζωής μου στη γη, / και ακόμα παραπέρα, τα πράγματα που θα ’ρθουν; / Θέλω να διαλαλήσω τη θρησκεία / που έχω επινοήσει για την τέλεια ταπεινότητά σας / και την καινούρια εκκλησία που χτίζω / με εσάς Αγία Τράπεζα. / Ασκητικά και μητρικά υπομένετε ένας: / όμοια με τα βόδια, ένας αγίους, ένας καταδικασμένους, / με τη σιωπηλή υπομονή ένας σχηματίζετε / τη μόνη αληθινή όψη του εαυτού μουΙΣΤΟΡΙΕΣ
Αφού κάθε πράγμα γράφει τη δική του ιστορία / Όσο ταπεινό κι αν είναι, / Ο κόσμος είναι ένα τεράστιο βιβλίο / Ανοιχτό σε διαφορετική σελίδα / Ανάλογα με την ώρα ένας μέρας, /Οπότε, αν θέλεις, μπορείς να διαβάσεις / Την ιστορία μιας ακτίνας του ήλιου / Που μέσα στη σιωπή του απογεύματος / Βρήκε ένα κουμπί χαμένο εδώ και καιρό / Κάτω απ’ τη γωνιακή καρέκλα, / Ήταν ένα μαύρο, μικροσκοπικό / Απ’ το πίσω μέρος του μαύρου φορέματός ένας / Που σου ζήτησε κάποτε να κουμπώσεις, / Ενώ εσύ φιλούσες τον λαιμό
Και χάιδευες το στήθος ένας.
Κλείνοντας θα θαυμάσουμε πώς «βλέπει» τον ποιητή και το ποίημα:
Πώς να ψαλμωδείτε
- Ο Ποιητής
Κάποιος άγρυπνος όταν άλλοι κοιμούνται,
Που κοιμάται όταν άλλοι έχουν ξυπνήσει.
Ένας αναλφάβητος που υπογράφει τα πάντα με ένα Χ.
Κάποιος που ενώ θα τον κρεμάσουν λέει ένα αστείο.
- Το Ποίημα
Είναι ένα κομμάτι κρέας
Που κουβαλά ένας διαρρήκτης
Για να αποσπάσει την προσοχή του σκύλου.
Ο ποιητής είναι πλοίο; είναι κατάρτι; είναι θάλασσα;
Και η απάντηση του Τσαρλς Σίμικ:
«Η επαφή μου βρίσκεται στο ψηλότερο κατάρτι.
Ζητά στις τέσσερις το πρωί
Ένα φανάρι για να φωτιστεί
Στο χείλος του κόσμου».
Καλό ταξίδι, ποιητή!