Σε εκδήλωση στο «Π» παρουσιάστηκε το βιβλίο «Ορατή αλλά αόρατη» με την παρουσία της συγγραφέα
Η ίδια εξήγησε τον τρόπο που προσεγγίζει τη συγγραφή, την κλίση της από πολύ μικρή, τις σκέψεις, τα όνειρα και τα αινίγματα που τη συνεπαίρνουν και την προκαλούν να τα αποτυπώσει στο λόγο
Το τρίτο βιβλίο της τριλογίας της, με τον τίτλο: «Ορατή σαν αόρατη» παρουσίασε η συγγραφέας Ζυράννα Ζατέλη στην Καπναποθήκη «Π» το απόγευμα της Δευτέρας σε μια εκδήλωση που διοργάνωσαν το βιβλιοπωλείο ΔΥΟ, το τμήμα Φιλαναγνωσίας του ΙΘΤΠ και οι εκδόσεις Καστανιώτη.
Για το βιβλίο και τη συγγραφέα μίλησε αρχικά ο Γιώργος Ξανθοπουλίδης, πρόεδρος του ΠΑΚΕΘΡΑ, ο οποίος ευχαρίστησε διοργανωτές και παρευρισκόμενους και στη συνέχεια παρουσίασε τη συγγραφέα και το έργο της.
Με ζεστά λόγια για τη συγγραφέα, αλλά και με μία διεισδυτική ματιά στο συγγραφικό της έργο μίλησε η φιλόλογος Ελένη Μπουγιουκλή-Σαμουρίδου, η οποία υπήρξε στο Σοχό Θεσσαλονίκης συμμαθήτρια με τη Ζυράννα Ζατέλη και ήταν η αφορμή για τη βιβλιοπαρουσίαση που πραγματοποιήθηκε στην Ξάνθη.
«Ήταν ένα κορίτσι σιωπηλό, ‘χαμένο στον κόσμο του’ στα παιδικά μας χρόνια», είπε η ίδια για τη συγγραφέα, τονίζοντας ότι: «τα έγραφε όλα σε χαρτί, ακόμη και περίεργες λέξεις. Τώρα πια είμαι σίγουρη ότι από τότε έπλεκε τις ιστορίες».
Ακόμη, η κ. Μπουγιουκλή-Σαμουρίδου αναφέρθηκε στο συγγραφικό χάρισμα της Ζυράννας Ζατέλη, λέγοντας ότι «κεντάει» με τις λέξεις, ενώ αναφορά έκανε και στα υπαρξιακά και οικολογικά ζητήματα που προσεγγίζει στο τελευταίο της βιβλίο η συγγραφέας, τον τρόπο που αλληλεπιδρά με τα στοιχεία της φύσης και πώς επικοινωνεί τα νοήματα με τους αναγνώστες της.
Ζ. Ζατέλη: «Αν κάτι δε το γράψω θεωρώ ότι δεν έγινε, είναι περίεργο αλλά έτσι νιώθω εγώ»
Με λόγο συνειρμικό, αλλά μεστό η ίδια η συγγραφέας, εκδήλωσε τη χαρά της για την παρουσία της στην Ξάνθη, ενώ αναφέρθηκε και στα παιδικά της χρόνια με την κ. Μπουγιουκλή-Σαμουρίδου.
Για το βιβλίο της σημείωσε ότι πρόκειται για «την τελευταία πράξη του ‘δράματος’», όχι με τη δραματική έννοια, αλλά για το αποτέλεσμα «ενός μόχθου που εμπεριείχε πολλές χαρές, που βάσταξε πάνω από 20 χρόνια, αφού οι πρώτες εκδοχές ξεκίνησαν το ‘96».
Όπως πρόσθεσε: θεωρώ ότι η γραφή είναι η πάλη με το ανείπωτο, η ανάγκη να εκφράσουμε πράγματα ίσως που δε λέγονται, την ίδια τη ζωή, την ίδια τη μοίρα του ανθρώπου, την ίδια την ύπαρξη». Εξήγησε ότι από μικρή ό,τι τη συγκινούσε το έγραφε: «Ό,τι συγκινούσε τα σώψυχά μου το έγραφα, ακόμη και με την παιδική ματιά που είχα τότε. Θυμάμαι ότι από μικρή με συγκινούσε ο ήχος της καμπάνας στις κηδείες, αυτό που έχουν οι μικροί τόποι, στον τρόπο που βιώνουν το πένθος». Ακόμη πρόσθεσε ότι τη συνεπαίρνει η σύνδεση με τη φύση, τα ζώα και τις ιδιότητές τους, καθώς και οι περιγραφές των ονείρων. Όπως επεσήμανε: «ο αναγνώστης θα βρει στο βιβλίο μου πράγματα, εικόνες και καταστάσεις από όνειρα που έχω δει». Διευκρινίζοντας δε, τη στάση της προς τη συγγραφή σημείωσε: «αν κάτι δε το γράψω θεωρώ ότι δεν έγινε, είναι περίεργο αλλά έτσι νιώθω εγώ».
Τέλος, σχετικά με το βιβλίο «ορατή αλλά αόρατη» εξήγησε: «σε αυτό το βιβλίο προσπάθησα να συμπεριλάβω την ίδια τη διαδικασία της γραφής, την ατέρμονη προσπάθεια της επινόησης. Αυτό που πλησιάζει το έμφυτο, την ψυχή, το θάνατο, την ύπαρξη του ανθρώπου, του ζώου, της φύσης. Αυτό που ένας φιλόσοφος το λέει με τον τρόπο του. Ψάχνω στις παρυφές να βρω και να αποτυπώσω αυτό που δε μπορώ να το ονομάσω».
Η συγγραφέας στη συνέχεια διάβασε αποσπάσματα από το βιβλίο και υπέγραψε αντίτυπα των αναγνωστών.
Ελένη Διαφωνίδου