Διοργανώθηκε για την Παγκόσμια Ημέρα της Γυναίκας από το Τμήμα Ιστορίας και Πολιτισμού του Λυκείου Ελληνίδων Ξάνθης, με ομιλητή τον Θ. Μουσόπουλο
Ποιήματά της για τη γυναίκα απήγγειλε συνοδευτικά η Δ. Κατάκη
Το Τμήμα Ιστορίας και Πολιτισμού του Λυκείου Ελληνίδων Ξάνθης, στο πλαίσιο του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας της Γυναίκας, πραγματοποίησε εκδήλωση το απόγευμα της Τρίτης 8/3 με θέμα « Η Ελληνίδα του 20ου αιώνα, στην Ειρήνη, στην Προσφυγιά και στον Πόλεμο» στο Λύκειο Ελληνίδων. Κύριος ομιλητής ήταν ο διδάσκων του παραπάνω τμήματος, κ. Θανάσης Μουσόπουλος, ο οποίος ανέλυσε διεξοδικά το θέμα. Συμπληρωματικά, η φιλόλογος, κα Δήμητρα Κατάκη επιμελήθηκε την απαγγελία ποιημάτων της, ένα για τη μητέρα της και το δεύτερο για τη γυναίκα-δημιουργό
Ο κ. Μουσόπουλος, στην ενότητα για την προσφυγιά αναφέρθηκε στην Κατίνα Βέικου Σεραμέτη, που ήταν πρόσφυγας από τους Επιβάτες της Ανατολικής Θράκης και έγραψε πολλά ποιήματα και πεζά για την προσφυγιά. Επίσης, διάβασε αποσπάσματα από λογοτέχνιδες της περιοχής μας, τη Βάσω Τριανταφυλλίδου-Κηπουρού και τη Δήμητρα Πυργελή, που μιλούν για την προσφυγιά.
Στην ενότητα για τον δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο, ο ίδιος σημείωσε ότι η Ελλάδα στιγματίστηκε στη δεκαετία 1940- 1949 από τον αιματηρό δεύτερο πόλεμο και στη συνέχεια από τον εμφύλιο. Η Ελένη Δημητριάδου Εφραιμίδου στα διηγήματα της εξαιρετικής συλλογής «Γκέρα» μιλά για την περίοδο βουλγαρικής κατοχής στην περιοχή μας. Ένα απόσπασμα από το διήγημα «Για μια καραμέλα» (σελ. 77) διαβάσαμε σχετικό.
«Ο εικοστός αιώνας επίσης σημαδεύτηκε από τις τραγικές φάσεις του κυπριακού, που εξακολουθεί να αποτελεί μια ανοιχτή πληγή», σημείωσε ο κ. Μουσόπουλος που διάβασε μία σελίδα από το τελευταίο θαυμάσιο βιβλίο της Ελένης Ανδρέου «Τα Αντικείμενα».
Από τα ποιήματα της Δ. Κατάκη
Αυτοβιογραφικό αλφαβητάρι
Με ρωτάνε κάποτε οι φίλοι: / Γιατί δε γράφεις ποιήματα;
Δεν προκάμω, συντρόφοι, / καθώς ο σοφός ο Χαρίλαος θα έλεγε. / Για «δεν ξαδειάζω», καλoί μου,
καθώς η γιαγιά μου η Λουλούδω θα έκραινε.
Ανθίζουν οι βιολέτες / και πρέπει να τις θωπεύω.
Βλασταίνει η κληματαριά / και πρέπει να την κορφολογήσω.
[…] Φύλλο απλώνω / ηδονές να τυλίξω. / Χώμα σε ρίζες στοιβάζω / βαθιά οι ρίζες να πάνε. / Ψωμί που ψυχές ψυχοπιάνει / με ύδωρ ζυμώνω και δάκρυα.Ωριμάζω τον πόνο βιώνοντας / και ζωή μελετώντας και θάνατο. / Πού καιρός λοιπόν για ποιήματα;
Ύστερα, κι ένα – δυο ποιητάδες λιγότεροι πού το κακό;
Φανταστείτε όμως έναν κόσμο / δίχως βιολέτες και γάτες…