Συζήτηση για τη βία και τους αποκλεισμούς στο 1ο Festival of Queer Approaches με τον αν. καθηγητή Δημήτρη Παπανικολάου και την ποιήτρια Γλυκερία Μπασδέκη
Το ζητούμενο της ισότητας αντί της ανοχής και η σύνδεση τραυμάτων και διεκδικήσεων στην οικογένεια και την κοινωνία έδωσαν το έναυσμα για μια ενδιαφέρουσα και διαχρονικά επίκαιρη συζήτηση
Η «αιμορραγία» ιστορίας και η δίψα για ιστορία, ως συνθήκες αποκλεισμού η μία, αλλά σύνδεσης με μέτωπο την κοινή διεκδίκηση και συνέχεια η άλλη, αποτέλεσαν τους κεντρικούς άξονες μιας πολύ ενδιαφέρουσας συζήτησης που διεξήχθη στο μπαλκόνι του χώρου Τέχνης και Σκέψης «Οικία Χατζιδάκι» το βράδυ της Κυριακής στο πλαίσιο του 1ου Festival of Queer Approaches. Ομιλητές ήταν ο Δημήτρης Παπανικολάου, Αναπληρωτής καθηγητής Νεοελληνικών Σπουδών και εταίρος του κολεγίου St. Cross στο πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και η ποιήτρια Γλυκερία Μπασδέκη, οι οποίοι ανέδειξαν πτυχές των αποκλεισμών, αλλά και την αναδιαπραγμάτευση που εξελίχθηκε στα τελευταία 10-15 χρόνια της κρίσης, στη μικρή (γενεαλογική) οικογένεια μέχρι την ευρύτερη κοινωνία.
Τους παρευρισκόμενους καλωσόρισαν εκ των διοργανωτών, η Δέσποινα Τσακίρη και ο Θοδωρής Τσιτσώνης, επισημαίνοντας ότι το φεστιβάλ που πραγματοποιείται μέχρι και τις 17/10 στην πόλη αποτέλεσε μία πρωτοβουλία που ξεκίνησε το 2019, αλλά κατάφερε να γίνει πράξη μόλις φέτος.
Ο Δημήτρης Παπαοικονόμου, παίρνοντας αφορμή από το βιβλίο του “Κάτι τρέχει με την οικογένεια”, εξήγησε ότι αυτό προέκυψε από το ερευνητικό ενδιαφέρον για τα πολιτισμικά κείμενα που μιλούσαν για τη ελληνική οικογένεια, τα οποία περιείχαν ένταση, βία, πρόβλημα, ή ένα «βραχυκύκλωμα», όπως το ονομάζει και που πολύ απέχει από την «αγία ελληνική οικογένεια» που αποτελούσε (ή αποτελεί κιόλας) συχνά συνθήκη αδιαμφισβήτητη στο δημόσιο λόγο. Μέσα από μυθιστορήματα, ποιήματα, αλλά και ταινίες, όπως ο «Κυνόδοντας» του Λάνθιμου, το «Σπιρτόκουτο» του Γιάννη Οικονομίδη και τη «Στρέλλα» του Πάνου Κούτρα, ο συγγραφέας σχολιάζει την οικογενειακή αφήγηση και τη συνδέει με το έθνος, αλλά και με το τραύμα, φωτίζοντας ουσιαστικά όσα δε λέμε για την έμφυλη βία, τους αποκλεισμούς, την ομοφοβία και την τρανσφοβία στο δημόσιο λόγο.
«Δεν τελειώνει κάτι με μια διεκδίκηση. Η αναγνώριση των δεσμών των ομόφυλων ζευγαριών που θεσμοθετήθηκε δεν είναι το τέλος. Το bullying, η έμφυλη βία αποτελούν την κορυφή ενός παγόβουνου κι έτσι παρουσιάζονται στο βιβλίο. Η queer πολιτική είναι ότι ανά πάσα στιγμή κερδίζεις ένα δικαίωμα, να σκέφτεσαι ποιοι χάνουν, ποιοι έχουν ακόμη δρόμο για να κερδίσουν», σημείωσε ο κ. Παπαοικονόμου στο πλαίσιο της εκδήλωσης και συνέχισε «στο όνομα μιας ηθικής καθημερινότητας, έχουμε συνηθίσει οι τρανς ιστορίες, οι γκέι, οι φυλετικές, ακόμη και οι ιστορίες μετανάστευσης ή ενδοοικογενειακής βίας, να παρουσιάζονται ως περιθωριακές. «Αιμορραγώ ιστορία», όπως το αναφέρω στο βιβλίο, σημαίνει ουρλιάζω για να ακουστώ, φωτίζω τα θύματα, αναδεικνύω τη βία που ασκείται σε καιρό ειρήνης, δείχνω μέρος του τραύματος τους».
Εξηγώντας το παραπάνω, ο ίδιος σημείωσε ότι τα θύματα από τις μορφές βίας και οι αποκλεισμοί παρουσιάζονται ως μορφή πληγής στην ιστορική αφήγηση. «Παρουσιάζονται ως ασύνδετες πληγές, κι έτσι συνηθίζουμε να βλέπουμε ένα αιώνιο παράπονο αλλά όχι τις φωνές τους για την καταπίεση», ανέφερε, υπογραμμίζοντας ότι αυτό που άλλαξε τα τελευταία χρόνια είναι ότι άλλαξε το αίτημα: «όλα αυτά τα σώματα ενώθηκαν. Διψούν μαζί για ιστορία. Διεκδικούν δημόσιο χώρο. Διακόπτω και παρεμβαίνω. Λέω την ιστορία μου όχι ως εξομολόγηση αλλά ως διεκδίκηση. Αυτό συνέβη και στην περίπτωση των γυναικοκτονιών. Δε ζητάμε μόνο να ακουστούν, αλλά να συνδεθούν για να δούμε πού και πώς υπάρχει αυτή η βία».
Ο συγγραφέας ανέδειξε τέλος τη σημασία του τοπικού, το οποίο «μπορεί να εμπνέεται από ένα παλαιότερο κίνημα που απαντάει με ένα δικό του τρόπο. Τότε είναι η δυναμική του, το ότι συνδέθηκε. Όσοι θα ήθελαν να τις υποτιμήσουν λένε ότι δεν έχουν συνέχεια. Εμείς λέμε να μοιραστούμε τη δίψα για ιστορία».
Ο Γλυκερία Μπασδέκη, ξεκίνησε την τοποθέτησή της αναφερόμενη στον Δημήτρη Παπαοικονόμου και χαρακτηρίζοντάς το ως ένα «πολιτικό συγγραφέα», αφού « ο πολιτισμός είναι πολιτική». Η ίδια αναφέρθηκε στο αίτημα της διαταραχής αρχείου, ως ένα επείγον ζητούμενο και τόνισε: «τελείωσε η ανοχή να γράφεται η ιστορία μόνο από τους νικητές. Αυτή είναι ιστορία αποκλεισμών. Της εκκλησίας, των οικονομολόγων, της οικογένειας». Ακόμη, περιέγραψε με γλαφυρό, σκληρό, αλλά και καθαρό τρόπο περιστατικά αποκλεισμού, αναδεικνύοντας ότι τα θύματα της κακοποίησε ζούνε στο περιθώριο και τη σιωπή και δεν μιλούν, υιοθετώντας ένα αίσθημα κοινής ενοχής.
Η ίδια επέμεινε ιδιαίτερα στο αίτημα της σύνδεσης των αποκλεισμών, και τόνισε πόσο κρίσιμο είναι σε κάθε συζήτηση για το δημόσιο χώρο, να βλέπεις τι αποκλείεται. «Όσοι ζουν με αποκλεισμούς, τα παιδιά ΛΟΑΤΚΙ αποτελούν μια ζωή συγκλονιστικής επιβίωσης. Δεν είναι οι μόνοι αλλά είναι σίγουρα και αυτοί. Αυτό σημαίνει ότι αισθάνεσαι μόνος όχι μόνο γιατί δεν ταιριάζεις με το σύστημα, αλλά γιατί κάθε αντίστοιχο ιστορικό στίγμα έχει σβηστεί, δεν έχεις προγόνους», τόνισε η ίδια.
Κατέληξε δε λέγοντας: «όταν η δολοφονία του Ζακ αποκτήσει τοπόσημο σε μια ταμπέλα οδού, όταν τα φορέματα της Δήμητρας της Λέσβου εκτεθούν σε μόνιμη συλλογή στο Μουσείο Μπενάκη, όταν η Μπέττυ Βακαλίδου κληθεί στο δυναμικό του Εθνικού θεάτρου, όταν τα έργα της Γρηγορίας Βρυττία κομήσουν τον Προεδρικό Μέγαρο, όταν τα ποιήματα του Λεύκιου διδάσκονται στα σχολεία, τότε θα μπορούμε να μιλάμε για μια κοινωνία ισότητας και όχι ανοχής».