Αρχική ΚΟΙΝΩΝΙΑ Επίκαιρα Συνέντευξη με τον Παναγιώτη Ιωακειμίδη

Συνέντευξη με τον Παναγιώτη Ιωακειμίδη

0

« Η εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας θα έχει θετικές επιπτώσεις  για την ανάπτυξη των δύο χωρών και ιδιαίτερα  για τη Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου».

Του Γιάννη Λασκαράκη

Ο Παναγιώτης Ιωακειμίδης είναι  ομότιμος καθηγητής ,  πρώην πρεσβευτής – σύμβουλος του ΥΠΕΞ και μέλος της συμβουλευτικής επιτροπής του ΕΛΙΑΜΕΠ. Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Θεμέλιο» το νέο του βιβλίο με τίτλο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης». Με την ευκαιρία αυτή, αλλά και γνωρίζοντας τον μετριοπαθή λόγο του και  την εμπειρία του από την συμμετοχή σε  κρίσιμες φάσεις τις εξωτερικής μας πολιτικής, ζητήσαμε και μας παραχώρησε μια  πολύ ενδιαφέρουσα συνέντευξη για το Κυπριακό, για το παρασκήνιο της καταψήφισης του σχεδίου Ανάν, για την συμφωνία του Ελσίνκι και το μοιραίο λάθος της εγκατάλειψής της, για τις διερευνητικές συνομιλίες και τις προοπτικές των ελληνοτουρκικών σχέσεων.

Εν όψει της πενταμερούς για το Κυπριακό ποιες είναι οι εκτιμήσεις σας για την επίτευξη συμφωνίας ;

Η σύγκληση της άτυπης πολυμερούς διάσκεψης για το Κυπριακό (οι δύο Κοινότητες συν οι τρεις εγγυτήτριες δυνάμεις – Ελλάδα, Η.Β., Τουρκία) τοποθετείται τώρα εντός του Απριλίου. Συγκαλείται από τον Γεν. Γραμματέα του ΟΗΕ Αν. Γκουτέρες προκειμένου να ιχνηλατήσει τις προθέσεις της κάθε πευράς για την επίτευξη λύσης. Οι προοπτικές όμως για κάτι τέτοιο δεν διαγράφονται ευοίωνες. Οι θέσεις των δύο πλευρών, Ελληνοκυπρίων και Τουρκοκυπρίων αποκλίνουν τώρα ριζικά. Η Τουρκοκυπριακή ηγεσία (Ερσίν Τατάρ) και η Άγκυρα υυποστηρίζουν τώρα τη λύση των δύο κρατών, δηλαδή ουσιαστικά τη διχοτόμηση του νησιού. Ενώ η Ελληνοκυπριακή ηγεσία παραμένει υπέρ της λύσης της διζωνικής, δικοινοτικής ομοσπονδίας (ΔΔΟ) όπως άλλωστε υποστηρίζεται από τα σχετικά ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και τις θέσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Πάντως, η Ελληνοκυπριακή πλευρά θα πρέπει να αποδεχθεί πλήρως το “πλαίσιο  Γκουτέρες” καθώς και κυρίως την πολιτική ισότητα για τη λύση και αυτό μπορεί να συμβάλει ώστε να επανέλθουν Άγκυρα και Τουρκοκύπριοι στη λογική της ΔΔΟ. Δυστυχώς δύο ευκαιρίες που είχαμε στο παρελθόν για λύση ΔΔΟ, το 2004 με το σχέδιο Αννάν και το 2017 στο Κραν Μοντανά, τις εγκαταλείψαμε.

Τι περιελάβανε η συμφωνία του Ελσίνκι , ποια οφέλη προσέφερε και γιατί εγκαταλείφθηκε στη συνέχεια;

Το τελικό πακέτο ρυθμίσεων που υιοθέτησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο του Ελσίνκι (10-11 Δεκεμβρίου 1999) για Τουρκία, Κύπρο και Ελληνοτουρκικά περιελάμβανε τα ακόλουθα τρία στοιχεία (όπως καταγράφονται στο κείμενο των Συμπερασμάτων):

  1. Διασυνοριακές διαφορές:

“ Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τονίζει την αρχή της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών σύμφωνα με τον Χάρτη των Ηνωμένων Εθνών και παροτρύνει τα υποψήφια κράτη να καταβάλουν κάθε προσπάθεια για την επίλυση κάθε εκκρεμούς συνοριακής διαφοράς και άλλων συναφών θεμάτων. Άλλως, θα πρέπει να φέρουν τη διαφορά ενώπιον του Διεθνούς Δικαστηρίου εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος. Το αργότερο στα τέλη του 2004, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο    θα επανεξετάσει την κατάσταση ως προς κάθε εκκρεμή διαφορά, ιδίως όσον αφορά τις επιπτώσεις στην ενταξιακή διαδικασία με στόχο να προαγάγει την επίλυσή της μέσω του Διεθνούς Δικαστηρίου.”

  1. Ένταξη Κύπρου:

“ Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο τονίζει ότι η επίλυση του πολιτικού προβλήματος θα διευκολύνει την προσχώρηση της Κύπρου στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Εάν μέχρι την ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων προσχώρησης δεν έχει επιτευχθεί λύση, η απόφαση του Συμβουλίου όσον αφορά την προσχώρηση θα ληφθεί χωρίς η ανωτέρω να αποτελέσει  προϋπόθεση. Εν προκειμένω, το Συμβούλιο θα λάβει υπόψη όλα τα σχετικά στοιχεία.”

  1. Υποψηφιότητα Τουρκίας:

“  Το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο εκφράζει την ικανοποίησή του για τις πρόσφατες θετικές εξελίξεις στην Τουρκία, όπως επισημαίνει η Επιτροπή στην έκθεση προόδου της, καθώς και για την πρόθεση της Τουρκίας να συνεχίσει τις μεταρρυθμίσεις της προκειμένου να συμμορφωθεί προς τα κριτήρια της Κοπεγχάγης. Η Τουρκία είναι υποψήφιο κράτος που προορίζεται να προσχωρήσει στην Ένωση με βάση τα ίδια κριτήρια τα οποία ισχύουν για τα λοιπά υποψήφια κράτη.”

Η εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας θα έχει θετικές επιπτώσεις για την ανάπτυξη και των δύο χωρών, τονίζει

Το Συμβούλιο έθεσε ως χρονικό  όριο το τέλος του 2004 για την επίλυση των διαφορών ή την  παραπομπή τους στο ΔΔ. Δημιουργήθηκε έτσι μια τεράστια και μοναδική  ευκαιρία για την επίλυση των Ελληνοτουρκικών διαφορών με τη συμμετοχή και ευθύνη της ΕΕ στη  διαδικασία. Κάτι παρεμφερές δεν είχε προϋπάρξει.   Πρώτον η Κύπρος εντάχθηκε στην ΕΕ την 1η Μαΐου 2004 χωρίς όντως  την επίλυση του προβλήματος. Χωρίς το “Ελσίνκι” δεν θα είχε ενταχθεί. Εδώ  θα πρέπει να σημειωθεί ότι όταν οι Ευρωπαίοι συμφώνησαν στη “μη επίλυση” εννοούσαν με ευθύνη της Τουρκικής πλευράς και όχι πρωτίστως της Ελληνοκυπριακής (με την καταψήφιση του “σχεδίου Αννάν” τον Απρίλιο του 2004, λίγες μέρες πρίν από την ένταξη).  Δεύτερον, ξεκίνησε ο ελληνοτουρκικός διερευνητικός  διάλογος/  συνομιλίες  για τη διερεύνηση των δυνατοτήτων  επίλυσης  των διαφορών (2002). Οι συνομιλίες αποσκοπούσαν – τουλάχιστον όσον αφορά την Ελλάδα – στη διαπίστωση των πραγματικών προθέσεων της Τουρκίας σχετικά με το καθεστώς του Αιγαίου”.  Αλλά, ενώ οι διερευνητικές σημείωσαν πρόοδο και μάλλον θα κατέληγαν σε συμφωνία, η κυβέρνηση της Ν.Δ. που ήλθε στην εξουσία το Μάρτιο 2004 εγκατέλειψε και το πακέτο συγκλίσεων των διερευνητικών και το πακέτο του Ελσίνκι. Έτσι χάθηκε μια μεγάλη ευκαιρία για την επίλυση των Ελληνοτουρκικών διαφορών το 2004.

Συμμετείχατε στις διαπραγματεύσεις για τη συμφωνία του Ελσίνκι και για την ένταξη της Κύπρου στην ΕΕ.  Τι συνέβη και δεν επετεύχθη η ψήφιση του σχεδίου Ανάν από την πλευρά των ελληνοκυπρίων , ενώ επ’ αυτού  υπήρξε μια άτυπη, έστω,  συμφωνία ΕΕ και κυπριακής ηγεσίας;

Η καταψήφιση  του σχεδίου Αννάν τον Απρίλιο 2004 από την Ελληνοκυπριακή κοινότητα οφείλεται σε πολλούς λόγους. Πρώτα απ’ όλα γιατί η Ελληνοκυπριακή ηγεσία δεν εξήγησε στην κοινή γνώμη “τι σημαίνει και τι συνεπάγεται μια ομοσπονδία” όπως αυτή που προέβλεπε το σχέδιο. Δεύτερον, γιατί ο τότε πρόεδρος της Κύπρου, Τάσος Παπαδόπουλος, ενώ είχε διαβεβαιώσει τους ηγέτες της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τη λύση πριν την ένταξη, την τελευταία στιγμή τάχθηκε εναντίον του σχεδίου με την μνημειώδη φράση “δεν παρέλαβα κράτος για να παραδώσω κοινότητα”!  Και δυστυχώς αρνητική στάση υιοθέτησε και το ΑΚΕΛ.  Το αποτέλεσμα υπήρξε η απόρριψη του σχεδίου Αννάν.

Εν όψει των διερευνητικών συνομιλιών ποιες θεωρείτε ότι είναι οι προοπτικές; Θα υπάρξει  συμφωνία για το θέμα της οριοθέτησης της ΑΟΖ  και της υφαλοκρηπίδας;

Οι προοπτικές των διερευνητικών επαφών/ διαλόγου είναι δύσκολες αλλά όχι και αδύνατον να φέρουν αποτελέσματα. . Λέγεται και γράφεται βεβαίως κατά κόρον ότι οι εξήντα (60) πρώτοι γύροι δεν απέδωσαν τίποτα. Άρα και ο νέος γύρος είναι καταδικασμένος να μην αποδώσει. Τεράστιο λάθος. Οι διερευνητικές απέδωσαν ιδιαίτερα στην πρώτη φάση των 22 γύρων (2002-2004). Είχαν τότε καταγράψει σημαντικές συγκλίσεις που οδηγούσαν σε συμφωνία στο κύριο θέμα των συζητήσεων, δηλ. στο εύρος των χωρικών υδάτων. Οριστική συμφωνία τελικά δεν επιτεύχθηκε καθώς, όπως αναφέραμε ήδη,  η κυβέρνηση που ήλθε στην εξουσία το Μάρτιο 2004 (ΝΔ) αποφάσισε να εγκαταλείψει το πακέτο συγκλίσεων.  Συγκλίσεις επίσης καταγράφτηκαν και στην περίοδο 2010-2016. Επομένως τίποτα δεν προδικάζει την έκβαση του νέου γύρου διερευνητικών επαφών. Μπορεί και πρέπει να πετύχουν. Και το πρώτο θέμα-κλειδί πάνω στο οποίο πρέπει να πετύχουν είναι το εύρος των χωρικών υδάτων για να ακολουθήσει η οριοθέτηση υφαλοκρηπίδας και ΑΟΖ.

      Υπάρχουν άλλα διμερή θέματα τα οποία θα μπορούσαν να τεθούν στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων; Γιατί το αρνείται η ελληνική πλευρά;

Οι διερευνητικές επαφές είναι μια άτυπη διαδικασία. Δεν είναι τυπική διαπραγμάτευση η οποία καταλήγει συνήθως σε συμφωνία. Αποβλέπουν στο να ιχνηλατήσουν προθέσεις, όρια, δυνατότητες, συγκλίσεις. Να δημιουργήσουν το κατάλληλο κλίμα είτε για συμφωνία μέσω διαπραγμάτευσης ή προσφυγής στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης εάν η συμφωνία δεν είναι εφικτή. Επομένως μπορούν να συζητήσουν και ευρύτερα θέματα όπως άλλωστε έγινε και στο παρελθόν. Χρειάζεται ευελιξία. Και εμπιστοσύνη στους εκπροσώπους μας να προστατεύσουν αποτελεσματικά τα ελληνικά συμφέροντα και θέσεις.

      Ποιες θεωρείτε ότι είναι οι προοπτικές για μια προσέγγιση Τουρκίας και Ε.Ε, και υπό ποια μορφή θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί;

Ελλάδα και Τουρκία είναι “αιχμάλωτες της γεωγραφίας”.  Η μία είναι δίπλα στην άλλη, όμορες χώρες. Επομένως δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να έχουν τελικά φιλικές σχέσεις μεταξύ τους προς όφελος και των δύο λαών. Με την υπέρβαση των προβλημάτων στο Αιγαίο και Αν. Μεσόγειο με λύσεις θετικού αθροίσματος μπορεί να επέλθει σταδιακά η βαθύτερη προσέγγιση και η φιλία όπως και στο παρελθόν (περίοδος Ελ. Βενιζέλου, κ.α.).  Άλλωστε δημοσκοπήσεις και στις δύο χώρες καταγράφουν την επιθυμία και των δύο λαών σε υψηλή πλειοψηφία για την ανάπτυξη φιλικών σχέσεων.  Ως μέρος αυτής της διαδικασίας είναι προφανές ότι η ηγεσία της Τουρκίας θα πρέπει να εγκαταλείψει ορισμένες ακραίες τοποθετήσεις. Ενώ η Ελλάδα θα μπορούσε να υποστηρίξει πολύ πιο ενεργά την επαναπροσέγγιση της Τουρκίας με την Ευρώπη μέσω μιας ειδικής σχέσης, καθώς για το ορατό μέλλον δεν υπάρχει η προοπτική της πλήρους ένταξης.

      Υπάρχει η πεποίθηση στη κοινή γνώμη ότι η Ελλάδα έχει δίκαιο σε όλα τα θέματα των διαφορών μας με την Τουρκία. Υπάρχουν και τα δίκαια και τα συμφέροντα της άλλης πλευράς; Πόσο επηρεάζει αυτή  η πεποίθηση την σύγκλιση και τους απαραίτητους συμβιβασμούς μεταξύ των δύο μερών;

Πρόσφατα κυκλοφόρησε από τις εκδόσεις «Θεμέλιο» το νέο του βιβλίο με τίτλο «Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης».

Είναι προφανές ότι η Ελλάδα έχει σε μια σειρά από θέματα σε σχέση με την Τουρκία δίκαια και ισχυρά επιχειρήματα σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο, τη σύμβαση για το Δίκαιο της Θάλασσας, κλπ.  Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι σε κάποια άλλα η Τουρκία δεν έχει επίσης θεμιτά συμφέροντα και δίκαια επιχειρήματα. Καμιά πλευρά επομένως δεν έχει το απόλυτο δίκιο με το μέρος της. Υπάρχει βέβαια ένα θεμελιακό ερώτημα:  Τι ακριβώς θέλει η Τουρκία στο Αιγαίο και την Αν. Μεσόγειο; Στο υπ’ αριθμό 1 και τόσο βασανιστικό αυτό ερώτημα,  ουδείς μπορεί να απαντήσει με απόλυτη βεβαιότητα. Μπορεί να επιδιώκει ορισμένους στόχους που κρίνονται θεμιτοί και δυνητικά ικανοί να απαντηθούν. Μπορεί όμως “να το πηγαίνει πολύ πιο πέρα”, ειδικά για το Αιγαίο. Να εποφθαλμιά ελληνική κυριαρχία, ενδεχομένως να θέλει να κόψει το Αιγαίο στη μέση, να ανατρέψει το καθεστώς της Συνθήκης της Λωζάνης (1923) και των Παρισίων (1947). Αυτές όμως είναι  εκτιμήσεις, υποψίες,  υποθέσεις (που ενισχύονται μεν από την εξωφρενική θεωρία των γκρίζων ζωνών αλλά πάντως υποθέσεις) που η ελληνική πλευρά θα πρέπει πάντοτε να έχει στο μυαλό της. Η ελληνική κυριαρχία είναι αδιαπραγμάτευτη.  Αλλά δεν μπορείς να προχωρήσεις σε μια διαδικασία επίλυσης των προβλημάτων και εξομάλυνσης των σχέσεων εκκινώντας από υποψίες, εκτιμήσεις, υποθέσεις. Θα ξεκινήσεις από τα σημεία εκείνα που εμφανίζονται ως δυνητικά διαπραγμάτευσης (π.χ. θαλάσσιες ζώνες). Ειδικότερα η Τουρκία φαίνεται να επιδιώκει δύο κυρίως στόχους:  (α) να αποτρέψει τη μετατροπή του Αιγαίου σε ελληνική λίμνη και (β) να μην αποκλεισθεί από την Αν. Μεσόγειο. Πρόκειται για δύο στόχους που στο μέτρο που αφορούν την Ελλάδα μπορούν να απαντηθούν με τρόπο που να διαλύουν τις σχετικές υποψίες.

      Η στρατηγική της Ελλάδας για τη δημιουργία αξόνων συνεργασίας  με χώρες που θεωρούνται μη φιλικές προς της Τουρκία , θεωρείτε ότι συμβάλλει στην δημιουργία ενός μετώπου ανταγωνιστικού της «Νεοοθωμανικής»  στρατηγικής του Ερντογάν; Ποια θα ήταν η εναλλακτική επιλογή;

 Στο νέο μου βιβλίο με τίτλο “Επιτεύγματα και Στρατηγικά Λάθη της Εξωτερικής Πολιτικής της Μεταπολίτευσης” (εκδόσεις Θεμέλιο) έχω αναλύσει γιατί κατά την άποψή μου η δημιουργία αξόνων/ συμπράξεων στην Αν. Μεσόγειο με τον τρόπο που γίνονται αποτελεί λάθος. Δεν επιλύουν το πρόβλημα σταθερότητας και ασφάλειας στην περιοχή. Μάλλον το αντίθετο. Η Τουρκία καλώς ή κακώς ερμηνεύει ή διαβάζει αυτές τις συμπράξεις ως προσπάθεια αποκλεισμού της από την Αν. Μεσόγειο. Και αντιδρά με επιθετικότητα και παράνομες ενέργειες (υπογραφή Τουρκο-Λυβικού Μνημονίου, κ.α.).  Αυτό που είναι σημαντικό να αναγνωρισθεί είναι ότι η Τουρκία για ευνόητους λόγους δεν μπορεί να αποκλεισθεί από τα τεκταινόμενα της Αν. Μεσογείου. Είναι Μεσογειακή χώρα. Θα πρέπει να συμμετάσχει με την προϋπόθεση βέβαια ότι σέβεται το διεθνές δίκαιο. Επομένως αυτό που χρειάζεται είναι ένα ευρύτερο περιφερειακό πλαίσιο στο οποίο θα συμμετέχουν όλες οι χώρες της Αν. Μεσογείου χωρίς αποκλεισμούς.

           Η Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου είναι όμηροι των εκάστοτε ελληνοτουρκικών σχέσεων. Ποια θα μπορούσε να είναι η αναπτυξιακή τους προοπτική σε μια ενδεχόμενη ειρηνική διευθέτηση των διαφορών και εξομάλυνσης των σχέσεων Ελλάδας-Τουρκίας;

Η εξομάλυνση των σχέσεων Ελλάδας – Τουρκίας θα έχει θετικές επιπτώσεις για την ανάπτυξη και των δύο χωρών.  Ιδιαίτερα όμως για τις όμορες περιοχές, τη Θράκη και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου. Σε τομείς όπως τουρισμός, μεταφορές, εκπαίδευση, δίκτυα, ανταλλαγές, κ.α., μπορούν να υπάρξουν συνέργειες και κοινά σχέδια που θα είναι ιδιαίτερα επωφελή για τις εν λόγω περιοχές.

 

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Επίκαιρα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Επανέρχονται τα απευθείας σιδηροδρομικά δρομολόγια στη γραμμή Αλεξανδρούπολη-Ορμένιο

Ανακοινώθηκε από τον υφυπουργό Υποδομών και Μεταφορών Β. Οικονόμου κατά την περιοδεία του …