Αρχική ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΣ Αφιερώματα Λίγα λόγια για τον πατέρα μου

Λίγα λόγια για τον πατέρα μου

1

Μερικά πράγματα χρειάζονται χρόνο. Και εγώ χρειαζόμουν τον αναγκαίο χρόνο για να μπορέσω να γράψω αυτό το κείμενο.

Από την εποχή που ξεκίνησα δειλά να γράφω και να δημοσιεύω τα κείμενά μου, το πρώτο πρόσωπο, του οποίου την γνώμη πάντα αναζητούσα, ήταν ο πατέρας μου, ο Κρυωνάς Σεργκενλίδης. Και μάλιστα, όταν δεν συμφωνούσε με κάτι που είχα γράψει, πολύ διακριτικά μου έλεγε: «είμαι σίγουρος πως θα το ξανασκεφτείς». Και είχε δίκιο. Διότι με έβαζε σε μια διαδικασία αναθεώρησης και επαναπροσέγγισης.

Ο πατέρας μου ήταν εξαιρετικός συνομιλητής. Μάλιστα είχε δύο βασικά χαρακτηριστικά: το ένα ήταν να ακούει προσεκτικά τους άλλους, το άλλο ήταν πως μπορούσε να αποφύγει όλες τις θεωρητικές και πολλές φορές ανούσιες πλευρές ενός ζητήματος και να εστιάσει στην ουσία και στην πρακτική διάσταση. Για την ακρίβεια ήταν ικανός να κάνει εκείνη την ουσιώδη βουτιά στο κέντρο ενός προβλήματος, να αγγίξει την ουσία του και να το αναδείξει με τρόπο που δεν ήταν δυνατόν να φέρεις αντίρρηση. Επίσης μπορούσε να κατανοήσει την ψυχολογική διάθεση και κατάσταση που είχε ο συνομιλητής του, και να προσαρμόσει την δική του αντίδραση ανάλογα, είχε δηλαδή ενσυναίσθηση. Μάλιστα πολλές φορές του έλεγα πως πίστευα ότι αδικήθηκε και πως θα μπορούσε να γίνει ένας σπουδαίος δικηγόρος. Ίσως τελικά να έχασε η δικηγορία, αλλά μάλλον κέρδισε η εκπαίδευση και η ζωγραφική.

Ο πατέρας μου αγαπούσε την εκπαίδευση. Του άρεσε να κάνει μάθημα, όπως του άρεσε να έχει και διοικητικά καθήκοντα. Αν και μερικές φορές, όταν ήμουν πολύ μικρός, με έπαιρνε μαζί του στην τάξη, δυστυχώς δεν έχω την χαρά της ανάμνησης της διδασκαλίας του. Όταν όμως ακούω τους μαθητές του, πολλοί από αυτούς σχεδόν συνομήλικοί του, να μου μιλάνε με τόσα θερμά λόγια για αυτόν, τότε ενισχύεται μέσα μου η εντύπωση πως ήταν καλός δάσκαλος.

Ο πατέρας μου αγαπούσε την ζωγραφική. Λάτρευε όλους τους μεγάλους ζωγράφους και σχεδόν όλες τις τάσεις και τα ρεύματα με εξαίρεση την επιφύλαξη που είχε για την μοντέρνα ζωγραφική. Μάλιστα του άρεσε η ζωγραφική και ως γνωστικό αντικείμενο, οπότε διάβαζε συνεχώς βιβλία, ενημερωνόταν για τους ζωγράφους και τις σχολές, ενώ έδινε συχνά ομιλίες και διαλέξεις για τα θέματα αυτά. Πίστευε πως στη ζωγραφική δεν υπάρχει κατά κανόνα η αίσθηση του ωραίου, ενώ θεωρούσε πως ζωγράφος είναι αυτός που μπορεί να αποδώσει με τρόπο συγκεκριμένο καταρχήν αυτό που έβλεπε. «Ζωγράφος που δεν μπορεί να ζωγραφίσει αυτό που βλέπει, δεν είναι ζωγράφος» έλεγε. Πέραν τούτου, είχε ξεκαθαρίσει μέσα του το ζήτημα της ποιοτικής και εμπορικής διάστασης στην ζωγραφική. «Ένας ποιοτικός ζωγράφος το πιο πιθανό είναι να είναι και εμπορικός, δηλαδή να πουλήσει. Επίσης, σίγουρα ο μη ποιοτικός ζωγράφος δεν θα πουλήσει» έλεγε.

Η αγάπη του τόσο για την ζωγραφική, όσο και για την εκπαίδευση, τον ώθησαν και στην απόφαση να δημιουργήσει την σχολή ζωγραφικής, για ενήλικους και παιδιά, στην οποία και αφοσιώθηκε ολόψυχα.

Ο πατέρας μου αγάπησε την Ξάνθη. Αν και ήταν Κομοτηναίος, αγάπησε την Ξάνθη και τους ανθρώπους της. Συνεργάτης άμισθος του Δήμου Ξάνθης στα καλλιτεχνικά και πολιτιστικά ζητήματα, υπήρξε ένα από τα πέντε πρόσωπα που διοργάνωσαν για πρώτη φορά τις Γιορτές Παλιάς Πόλης, ενώ πρωτοστάτησε στη δημιουργία και συντήρηση της Δημοτικής Πινακοθήκης, ως επιμελητής αυτής, προσπαθώντας να προβάλει το έργο των τοπικών δημιουργών και όχι μόνο.

Ο πατέρας μου ήταν από τους ανθρώπους «που έπιαναν τα χέρια του». Αγαπούσε τις κατασκευές, του άρεσε να φτιάχνει και να επιδιορθώνει πράγματα, του άρεσε να ασχολείται με το ξύλο ως υλικό και έφτιαχνε έπιπλα, τα οποία ήταν όμορφα και πρακτικά.

Ο πατέρας μου πίστευε στη συνεχή βελτίωση του ανθρώπου, ενώ αγαπούσε την γνώση και την μόρφωση. Ο ίδιος, υιός καροποιού, αποφάσισε να σπουδάσει στη Σχολή Ηλεκτρολόγων Υπομηχανικών Θεσσαλονίκης. Εκείνο το διάστημα άρχισε να έρχεται σε επαφή και με τους ζωγράφους της πόλης. Εκεί γνώρισε την μητέρα μου, εκεί έκανε φιλίες, τις οποίες και διατήρησε σε όλη του τη ζωή.

Ο πατέρας μου είχε αυξημένη την αίσθηση της δικαιοσύνης. Νομίζω ότι πάντοτε προσπαθούσε να δικαιολογήσει όλους και όλα, χωρίς όμως να εκφεύγει της νοητής εκείνης γραμμής που διαχωρίζει το δίκαιο από την κατάχρηση του δικαίου.

Ο πατέρας μου ήταν ένας πατέρας που νοιαζόταν. Από μικρός θυμάμαι ότι ήταν συνέχεια δίπλα μας, δίνοντάς μας απλόχερα υποστήριξη και ενθάρρυνση. Βέβαια είχε και την τύχη να έχει δίπλα του την μητέρα μου, την οποία και υπεραγαπούσε, ενώ αυτή τον στήριζε σε όλα του τα βήματα.

Πόσο εύκολο είναι να γράψεις λίγα λόγια για τον γονέα σου, όταν αυτός πλέον δεν είναι στη ζωή; Τι μένει τελικά από τη ζωή ενός ανθρώπου; Σίγουρα το έργο που έχει αφήσει στον τομέα που δραστηριοποιήθηκε. Ωστόσο το πιο σημαντικό είναι η ζεστή και γλυκιά ανάμνηση της παρουσίας του, καθώς και ο καλός λόγος που σου λένε όσοι τον γνώρισαν και συνεργάστηκαν μαζί του. Νομίζω ότι ο πατέρας μου άγγιξε τις καρδιές όσων τον γνώρισαν και τον αγάπησαν. Νομίζω ότι ήταν ένας άνθρωπος που ανταπέδιδε σε πολλαπλάσιο βαθμό την αγάπη που λάμβανε. Νομίζω ότι ενδιαφερόταν για τον καθένα, μαθητή, συνάδελφο ή δημιουργό χωρίς ποτέ να δείξει προκατάληψη ή αδιαφορία.

Για εμάς, ως οικογένεια, η απουσία του πατέρα μας είναι ένα γεγονός που καλούμαστε καθημερινά να διαχειριστούμε. Σε όλους μας λείπει. Μας λείπει το χαμόγελό του, η ηρεμία που σου έδινε ότι όλα θα πάνε καλά, οι λύσεις που προσέφερε. Εμένα ακόμα περισσότερο μου λείπουν όλα εκείνα τα καθημερινά, οι συνήθειες που από παιδί ακόμα έκαναν κάθε μέρα ξεχωριστή: το ότι κάθε φορά που επέστρεφε στο σπίτι πατούσε την χαρακτηριστική κόρνα του αυτοκινήτου για να καταλάβουμε ότι έρχεται, το ότι έσπρωχνε την γλώσσα του πίσω από το μάγουλό του καλώντας τον να τον φιλήσουμε, το ότι έκανε εκπληκτικά κοκτέιλ, το ότι δεν μπορούσε να δει έναν αγώνα από το άγχος του προτιμώντας να ζωγραφίζει, και πολλά άλλα, μικροπράγματα ίσως για τους περισσότερους, αλλά σημαντικά για εμάς, καθώς αποτελούν όλα εκείνα τα οποία τον έκαναν να είναι αυτό που ήταν για εμάς: ο μπαμπάς μας.

Νίκος Σεργκενλίδης

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από Νίκος Σεργκενλίδης
Περισσότερα άρθρα από Αφιερώματα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Βιβλιοπρόταση του Σαββάτου: «Αίμος – Διαδρομές στα Βαλκάνια» του Θοδωρή Νικολάου

Τι είναι τα Βαλκάνια, όμως ; Φυλές, θρησκείες, εθνότητες, συνήθειες και ήθη παράγουν ένα γ…