Αφιέρωμα στον φίλο Βασίλη Βασιλειάδη
Πρώτο μέρος
Πριν από λίγα χρόνια ο καλός παλιός μαθητής και φίλος Βασίλης Βασιλειάδης μου χάρισε το βιβλίο του Νίκου Νικολαΐδη «Επιλεγμένα Διηγήματα» που επιμελήθηκε, στις εκδόσεις Αρμίδα, Λευκωσία 2011 (σελ. 270). Διάβασα τότε με ενδιαφέρον τα διηγήματα. Στις μέρες μας, όμως, καθώς ασχολούμαι με τη νεοελληνική διηγηματογραφία, έκρινα χρήσιμο να ξαναδώ το βιβλίο, προκειμένου να γράψω κάτι για τον εν πολλοίς άγνωστο Νίκο Νικολαΐδη τον Κύπριο, αφιερώνοντάς το στον Β. Βασιλειάδη.
Ξεκινώ αναφέροντας πολύ λίγα λόγια για τον ξάνθιο Επιμελητή του έργου.
Ο Βασίλης Βασιλειάδης, διδάκτωρ του Τμήματος Φιλολογίας του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, εργάζεται ως ερευνητής στο Τμήμα Γλώσσας και Λογοτεχνίας του Κέντρου Ελληνικής Γλώσσας. Έχει δημοσιεύσει άρθρα σχετικά με θέματα της νεοελληνικής κριτικής, ποίησης και πεζογραφίας. Στο πλαίσιο της επιστημονικής του έρευνας στο Κ.Ε.Γ. ασχολείται με θέματα λογοτεχνικής μετάφρασης, νεοελληνικής κριτικής, και διδασκαλίας της λογοτεχνίας. Έχει διδάξει Νεοελληνική Φιλολογία στα Τμήματα Φιλολογίας του Δ. Π. Θ. και του Α.Π.Θ. Δίδαξε επίσης Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας στο Ελληνικό Ανοικτό Πανεπιστήμιο. Να σημειώσω ότι με τη δική του πρωτοβουλία και φροντίδα ψηφιοποιήθηκε όλο το σώμα του περιοδικού «Θρακικά Χρονικά».
Στο κείμενό μας θα αναφέρουμε τα βασικά εργοβιογραφικά στοιχεία για τον Νίκο Νικολαΐδη καθώς και προσεγγίσεις στο λογοτεχνικό έργο του, στη συνέχεια θα αναφερθούμε στα «Επιλεγμένα Διηγήματα» και θα κλείσουμε παραθέτοντας αποσπάσματα από έργα του. Ελπίζω να φωτίσω την ενδιαφέρουσα προσωπικότητά του, μη παραλείποντας την απλή έστω αναφορά στη ζωγραφική του ενασχόληση.
Ο Νίκος Νικολαΐδης γεννήθηκε το 1884 στη Λευκωσία. Έμεινε ορφανός σε ηλικία έξι χρονών. Οι δύσκολες οικονομικές συνθήκες που επικρατούσαν, τον ανάγκασαν να εγκαταλείψει το σχολείο στην Δ ́ τάξη του δημοτικού για να εργαστεί. Είναι περισσότερο γνωστός και καταξιωμένος ως λογοτέχνης και υπάρχουν πολύ λίγα στοιχεία για το ζωγραφικό του έργο. Παρόλο που αρκετοί βιογράφοι υποστηρίζουν ότι η ζωγραφική αποτέλεσε το βιοποριστικό του επάγγελμα, ο Νικολαΐδης για να μπορέσει να αφοσιωθεί στο λογοτεχνικό του έργο, είχε μια σχέση αγάπης με τη ζωγραφική. Εργάστηκε αρχικά ως βιβλιοδέτης και μετά έμαθε την τέχνη της αγιογραφίας από τον αγιογράφο Θεοχαρίδη. Γύρω στα 1904, στην Πιτσιλιά, όπου βρισκόταν μαζί με τον δάσκαλό του για την αγιογράφηση εκκλησιών, γνώρισε τον Χριστόδουλο Κάνθο, πατέρα του καλλιτέχνη Τηλέμαχου Κάνθου, με τον οποίο τους ένωσε η κοινή αγάπη για τη ζωγραφική. Το 1907 μετέβη στην Αθήνα για να σπουδάσει στη Σχολή Καλών Τεχνών, αλλά δεν έγινε δεκτός διότι δεν είχε απολυτήριο. Το 1909 έκανε μία δεύτερη αποτυχημένη προσπάθεια να σπουδάσει τέχνη στην Ιταλία. Μετά από αρκετά ταξίδια – Ευρώπη, Περσία, Μέση Ανατολή – έζησε την υπόλοιπη ζωή του μεταξύ Κύπρου και Αιγύπτου. Πέθανε στο Κοινοτικό Νοσοκομείο Καΐρου το 1956.
Έγραψε συνολικά 25 διηγήματα, μυθιστορήματα, αλλά και ποιήματα και θεατρικά σενάρια. Ο Γιώργος Σεφέρης τον γνωρίζει το 1942 και αναφέρει στο ημερολόγιό του: «Ο Νικολαΐδης σήμερα στο τραπέζι. Λογοτέχνης, ζωγράφος, χαράκτης, τυπογράφος, βιβλιοδέτης, μουσικός, σκηνογράφος, αρχιτέκτων, ζαχαροπλάστης – δεν είναι καμιά έκφραση του ανθρώπου που να μην έχει καταπιαστεί». Οι μελετητές του έργου του σημειώνουν ότι το συχνά δηκτικό-ειρωνικό του ύφος τον κατέταξε μεταξύ των δημιουργών που ασχολούνται με τα βαθύτερα εσωτερικά ζητήματα, τη διερεύνηση της ανθρώπινης ψυχής, τις υπαρξιακές γωνίες και τα συναισθήματα απόγνωσης που βιώνουν οι κατατρεγμένοι και οι περιθωριακοί της κοινωνίας.
Μια επιλογή από το πλούσιο έργο του:
Ι. Ποίηση • Οι ανθρώπινες και οι άνθινες ζωές · Βιβλίο πρώτο · Πεζά τραγούδια και μικρές πρόζες. Κύπρος, 1920 (και έκδοση β΄ συμπληρωμένη, Κάιρο, 1938). • Ο χρυσός μύθος · Πεζά τραγούδια, μικρές πρόζες, μικροί διάλογοι. Κάιρο, 1938. • Το βιβλίο του μοναχού. Κάιρο, 1951.
ΙΙ. Πεζογραφία • Διηγήματα. Σειρά Α΄. Κύπρος, 1921. • Το στραβόξυλο [Μικρές αγωνίες]. Κύπρος, 1922. • Ο Σκέλεθρας · Διηγήματα. Σειρά Β΄. Αλεξάνδρεια, 1914. • Η καλή συντρόφισσα · Διηγήματα. Σειρά Γ΄. Κύπρος, 1929. • Πέρ’ απ’ το καλό και το κακό· Ανιστορώ ιστορία. Κύπρος, 1940. • Τα τρία καρφιά. Κάιρο, 1948.
ΙΙΙ. Θέατρο • Το γαλάζιο λουλούδι · Λυρικό παραμυθόδραμα έμμετρο σε τρεις πράξεις και μια ενδιάμεση σκηνή. Κύπρος, 1919.
Ο Βασίλης Καλαμαράς σε κείμενό του σημειώνει: «΄Ολοι οι ήρωές του είναι κατατρεγμένοι και καταδιωκόμενοι, προσωπικότητες στα όρια του ονείρου που αναπλάθει την πραγματικότητα με πρόσημο τη φρίκη. Ο λόγος του αναρχούμενος, κοφτός, οι διάλογοί του ασήμαντοι, οι οποίοι όμως εκ της ασημαντότητός τους εγκαλούν να μιλήσει το ΄Ολον αποκαλυπτικά». Και σε άλλο σημείο παρατηρεί:
«Η σχέση Νικολαΐδη – Τσίρκα δεν είναι δύσκολο να γίνει κατανοητή, αφού ο μετ’ εμφάσεως Κύπριος έζησε μεγάλα χρονικά διαστήματα στην Αίγυπτο, και από το 1923 μόνιμα στο Κάιρο, όπου και πέθανε στις 24 Φεβρουαρίου 1956. Δηλώνει στη διαθήκη του – με τον όρο ότι δεν θα εισέπραττε ποτέ πνευματικά δικαιώματα από την έκδοση των έργων του!-, απευθυνόμενος στον πνευματικό κληρονόμο του Τσίρκα: «Ο όρος μου αυτός – διευκρίνιζε – είναι συνέπεια της αρχής μου να μην αποκομίσω ποτέ οφέλη από την τέχνη μου, και γι’ αυτό δεν επιθυμώ κανείς, ακόμα και τα πιο προσφιλή μου πρόσωπα, να χρησιμοποιήσουν τις εκδόσεις των έργων μου για υλικά οφέλη». Αυτός «ο αρχάγγελος του ύφους και του ήθους της λογοτεχνίας μας» -πάλι κατά τον Στρατή Τσίρκα- χαρακτηρίστηκε λογοτεχνικά από τον Τάκη Κ. Παπατσώνη -μία άλλη μεγάλη μορφή των γραμμάτων μας- «ο ελληνικός Ντίκενς».
Να σημειώσω ότι στις Ιστορίες Λογοτεχνίας ή δεν αναφέρεται καθόλου ο Ν. Νικολαΐδης ή η αναφορά είναι πολύ σύντομη. Γι’ αυτό το λόγο σημείωσα στον τίτλο του άρθρου τούτου «αδικημένος». Επικαλούμαι δύο Ιστορίες, στις οποίες γίνεται αναφορά στο έργο του.
Ο Λίνος Πολίτης (Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, ΜΙΕΤ, 1978, σελ. 260) παρατηρεί: “Ιδιότυπος στο γράψιμό του […] μας έχει δώσει μια σειρά διηγήματα και μερικά μυθιστορήματα πολύ επηρεασμένα από τον αισθητισμό της εποχής. Υπάρχει ακόμη κάτι το απροσάρμοστο στους ανθρώπινους χαρακτήρες που περιγράφει, κάποια παρέκκλιση από το κανονικό […] Οι περισσότεροι άλλωστε είναι δοσμένοι από τον συγγραφέα με αρκετή ασάφεια. Ίσως για τους λόγους αυτούς το έργο του έμεινε χωρίς ανταπόκριση (κάτι που η ευνοϊκή γι’ αυτόν κριτική το χαρακτήρισε αδικία)».
Ο Γιάνης Κορδάτος (Ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, Επικαιρότητα, 1983, τ. Β΄, 623 – 4) σημειώνει: «Επηρεασμένος από τα ιδεολογικά ρεύματα του μεσοπολέμου, μπόρεσε να δώσει βαθύτερο ανθρώπινο περιεχόμενο στην τέχνη του. Ένιωσε τον πόνο των καταπιεζομένων και έτσι το έργο του αντικαθρεφτίζει την ταξική πάλη. Η τεχνική του διαποτίστηκε από βαθύ αίσθημα προς τους απόκληρους της ζωής και η μούσα του τάχτηκε στην υπηρεσία τους». Αναφέρεται στα πεζογραφήματά του, στο δράμα του «Γαλάζιο πουλί» και παραθέτει το ποίημά του «Εις φίλον ποιητήν» που δείχνει το ιδεολογικό του πιστεύω.
Το βιβλίο «Επιλεγμένα Διηγήματα» του Νίκου Νικολαΐδη που έγινε αφορμή τούτου του κειμένου περιλαμβάνει 13 διηγήματα από τα 25 που έγραψε ο συγγραφέας. Στο οπισθόφυλλο διαβάζουμε:
«Η διηγηματογραφία του Νικολαΐδη ανταποκρίθηκε επάξια στη λεπτότητα της τέχνης της μικρογραφίας και πέτυχε να ισορροπήσει στο αντιθετικό δίπολο που προσδιορίζει το διήγημα: τον παράδοξο συσχετισμό της στενής φόρμας και της εσωτερικής εμβάθυνσης. Ο συγγραφέας συνδυάζει τη λεπτή ψυχογράφηση των προσώπων με την αυστηρή λιτότητα στη γλώσσα, διαμορφώνοντας το προσωπικό του ύφος, ένα πυκνό δίκτυο υπαινιγμών, συμβόλων, αφηγηματικής οικονομίας, αμφισημιών και αποσιωπήσεων, ενδοσκόπησης των ηρώων, ισχυρής και προσχεδιασμένης δομής, χτισμένης με προσεκτική επιλογή καθεμιάς λέξης.
[…] Ο συνδυασμός της εμβάθυνσης και του υπαινικτικού λειτουργήματος που ανέμεναν οι δημοτικιστές από τη μικρή φόρμα του διηγήματος γνώρισε στη διηγηματογραφία του Νικολαΐδη στιγμές πλήρους ανταπόκρισης. «Να βρει ο ζουγράφος την πινελιά σωστή» ζητούσε ο Ψυχάρης από έναν άξιο και ικανό διηγηματογράφο στις αρχές του 20ου αιώνα. Και αυτή η μεταφορά λειτουργούσε στον Νικολαΐδη, εν μέρει και κυριολεκτικά: ναι, ο ζωγράφος και λογοτέχνης ήξερε να βάζει τη σωστή πινελιά».Ο τόμος περιέχει: Εισαγωγή του Β. Βασιλειάδη (σελ. 9 – 55) – Τα διηγήματα: – Οι υπηρέτες – Η κούκλα – Στριμμένη ψυχή – Μεταθάνατο – Η παραμονή του Σωτήρος – Το ξένο σκυλί – Ο Σκέλεθρας – Ο Αδέξιος – Το μυστικό – Σκρόφα – Τα κορόιδα – Σα σκυλί – Ο Γυριστής – Γλωσσάρι (σελ. 229 – 230) – Η κριτική για τον διηγηματογράφο Ν. Νικολαΐδη (σελ. 231 – 249) και Χρονολόγιο Ν. Νικολαΐδη (σελ. 250 – 270).
Με εξαντλητικό αλλά συνοπτικό και σαφή λόγο ο επιμελητής αναφέρεται στο διηγηματικό έργο του Ν. Νικολαΐδη. Ιδιαίτερα σημειώνω την αναφορά στην πρόσληψη του έργου του, το κεφάλαιο για την «επιμελημένα ανορθόδοξη γραφή και στίξη» του συγγραφέα, καθώς και τα γραμματολογικά και άλλα στοιχεία των επιλεγμένων διηγημάτων. Σημαντικότατα τα δύο τελευταία μέρη του έργου (με παράθεση αποσπασμάτων κριτικών της περιόδου 1921 – 1956 και το άκρως κατατοπιστικό χρονολόγιο).
Διαβάζοντας τα δεκατρία διηγήματα της επιλογής του Β. Βασιλειάδη, που το μέγεθός τους κυμαίνεται από πέντε ως τριανταπέντε σελίδες, ενώ τα περισσότερα έχουν περίπου δέκα σελίδες, σχηματίζεις μια σαφή εικόνα για τη ζουμερή του γραφή, ενώ βλέπεις μερικά κυρίαρχα θέματα, όπως ζωή και θάνατος, υπηρέτες και κύριοι, επιθυμία / έρωτας και παιδεμός / πάλη. Θα έλεγα ότι στη θεματολογία του επικρατεί η διαλεκτική των αντιθέτων, ο αέναος πόλεμος φανερός και κρυφός.
Είναι άδικο, βέβαια, να καταπιαστώ με ένα διήγημα, άδικο για τα υπόλοιπα δώδεκα. Θα το τολμήσω όμως, γιατί είναι από τα νεότερα. Πρόκειται για το διήγημα «Ο Γυριστής», που γράφτηκε το 1921 και δημοσιεύθηκε το 1928. Με την τεχνολογική εξέλιξη και τη γενίκευση της ηλεκτροκίνησης καθίσταται πλέον περιττός κάποιος εργαζόμενος σε εφημερίδα για είκοσι χρόνια, καθώς και σε άλλες εργασίες. Όπως σημειώνει ο επιμελητής «Με τόνο έμμεσα αλλά και ευδιάκριτα καταγγελτικό, το διήγημα, ένα από τα «κοινωνιστικά» διηγήματα του Ν. Νικολαΐδη, θίγει ζητήματα ανεργίας, εκμετάλλευσης του εργατικού δυναμικού, υποβιβασμού της ανθρώπινης αξίας του εργάτη, αντιμετώπισής του ως είδος αναλώσιμο».
Θανάσης Μουσόπουλος
Φιλόλογος-συγγραφέας-ποιητής