Αρχική ΚΟΙΝΩΝΙΑ Επίκαιρα Η δεκαετία που μας άλλαξε

Η δεκαετία που μας άλλαξε

0

Δέκα χρόνια στη φυλακή είναι μία αιωνιότητα. Δέκα χρόνια στην κανονική ζωή είναι μία ανάσα που συχνά αναρωτιέσαι πότε την πήρες και πότε την άφησες. Ωστόσο δέκα χρόνια είναι και μία περίοδος κατά την οποία μπορούν να αλλάξουν πολλά. Οχι μόνο ο κόσμος, αλλά και οι άνθρωποι. Αν υποκύψουμε, λοιπόν, στη μαθηματική αυθαιρεσία και δεχτούμε ότι η δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα φεύγει τώρα, γυρνώντας το κεφάλι προς τα πίσω, στο 2010, δεν θα δούμε μόνο έναν κόσμο πολύ διαφορετικό από το σημερινό. Θα δούμε και τους περισσότερους από σας χωρίς smartphone στο χέρι και λογαριασμό στα social media. Η παγκόσμια κοινωνία άλλαξε μέσα στη δεκαετία επειδή απέκτησε smartphone και δικτυώθηκε. Άλλαξαν οι άνθρωποι, οι κώδικες, ακόμα και η λειτουργία του δημοκρατικού πολιτεύματος. Για αυτό και ήταν μία δεκαετία πιο συναρπαστική από όσο την περιμέναμε.

Αν σας λέγαμε στην αρχή της ότι ο Τραμπ θα γίνει πρόεδρος των ΗΠΑ και ο Μπόρις Τζόνσον πρωθυπουργός της Βρετανίας, θα βάζατε τα γέλια. Και αν τότε κάποιος σας έλεγε ότι θα βλέπατε στην Ελλάδα κυβέρνηση της Αριστεράς, θα παίζατε όλα σας τα λεφτά στο αντίθετο. Αλλά, μεταξύ μας, στο πρώτο φως αυτής της δεκαετίας, ούτε που μπορούσαμε να φανταστούμε τι θα δούμε να συμβαίνει στην Ελλάδα. Για μας στην Ελλάδα δεν ήταν, απλώς, μία δύσκολη δεκαετία. Ήταν μία παρένθεση που θα θέλαμε να αφαιρέσουμε από τον ιστορικό χρόνο. Θα είναι, ασφαλώς, μία συναρπαστική δεκαετία για τον ιστορικό του μέλλοντος. Θα γίνει αντικείμενο μελέτης, σημείο ιστορικής αναφοράς, κομβικό σημείο και τομή στην πορεία της χώρας. Για εμάς που τη ζήσαμε ήταν πληγή, αλλά και άσκηση αυτογνωσίας.

Σηματοδότησε την αλλαγή δέρματος από όλους μας, απεκδυθήκαμε με οδυνηρό τρόπο την εθνική μας ανεμελιά. Διέλυσε μύθους και κλισέ, απάντησε σε υποθέσεις που εκκρεμούσαν για δεκαετίες. Και μας κληροδότησε το δικαίωμα ή την ψευδαίσθηση της επανεκκίνησης, της νέας αρχής. Αν η δεκαετία είναι ένα ποτάμι, διασχίζοντας το από το 2010 ως το 2020, διαλέξαμε δέκα πέτρες που ξεχωρίζουν πάνω από το αφρισμένο νερό. Πατήσαμε πάνω τους και καταγράψαμε τα δέκα πράγματα που πρέπει να κρατήσουμε στην ελληνική δεύτερη δεκαετία του 21ου αιώνα.

Καστελόριζο: Στις 23 Απριλίου 2010, ανήμερα της ονομαστικής του εορτής, ο Πρωθυπουργός Γιώργος Παπανδρέου, έχοντας ως φόντο το λιμάνι του Καστελόριζου, ανακοίνωσε την είσοδο της χώρας στο μηχανισμό στήριξης που δημιούργησαν οι εταίροι και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Αν η κρίση έχει ημερομηνία έναρξης, η συγκεκριμένη μέρα ικανοποιεί τις απαιτήσεις του συμβολισμού. «Καλό κουράγιο» ευχήθηκε ο αρμόδιος, τότε, Επίτροπος Ολι Ρεν. Χρειάστηκε. Δεν ήταν μόνο η βίαιη πτώση του βιοτικού επιπέδου, η έκρηξη της ανεργίας και το brain drain. Ηταν και η απώλεια της εθνικής ανεξαρτησίας που εκχωρήθηκε στους δανειστές της χώρας. Για πρώτη φορά οι ζώσες γενιές των Ελλήνων έζησαν σε ένα καθεστώς διακυβέρνησης όπου ο πρώτος και ο τελευταίος λόγος για τα οικονομικά και εν γένει τη λειτουργία της χώρας, δεν ανήκε στην εθνική κυβέρνηση. Η είσοδος στην εποχή της κρίσης οδήγησε στην εκδήλωση των ψυχολογικών αντανακλαστικών του πένθους: άρνηση, οργή, διαπραγμάτευση, κατάθλιψη και στο τέλος αποδοχή. Η κρίση επιβεβαίωσε τη ροπή μας προς τον διχασμό, αλλά μας υποχρέωσε και σε μερικές δύσκολες ασκήσεις αυτογνωσίας. Βιώσαμε το ακραίο, φτάσαμε δύο βήματα από την απόλυτη καταστροφή. Από την άλλη, το Σύνταγμα και οι θεσμοί άντεξαν. Από την κρίση δεν βγήκαμε, ασφαλώς, πιο δυνατοί. Βγαίνουμε πιο σοφοί. Η γνώση, όμως, είναι δύναμη.

Πρώτη Φορά Αριστερά: Αν η δεκαετία είχε πρόσωπο, θα ήταν, ασφαλώς, του Αλέξη Τσίπρα. Και μία ενδιαφέρουσα υπόθεση είναι αν θα κατάφερνε να μπει στο Μαξίμου οποιοσδήποτε και αν ήταν στη θέση του, καθώς το κύμα της οργής οδήγησε το σκάφος της Αριστεράς στην εξουσία. Μόνο που οι υποθέσεις έχουν μικρή αξία μπροστά στα γεγονότα. Ο Τσίπρας σχημάτισε την πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην ιστορία της χώρας (του «βουνού» δεν πιάνεται…), έστω με τη συμμετοχή του Πάνου Καμμένου. Και απάντησε στο ερώτημα για το πώς θα ήταν τα πράγματα αν τα έπαιρνε στα χέρια της η Αριστερά. «Αυταπάτες», ιδεοληψίες, ερασιτεχνισμοί και κοινή ανοησία έφεραν τη χώρα με το ένα πόδι εκτός Ευρωπαϊκής Ένωσης. Και στην συνέχεια όλοι αυτοί, οι άδολοι, οι εναλλακτικοί, οι αριστεροί, μετατράπηκαν στα πιο πιστά delivery boys των δανειστών, διαθέτοντας άφθονο «σανό» προς κατανάλωση από το εγχώριο ακροατήριο. Η Πρώτη Φορά δεν πέτυχε. Αν θα υπάρξει Δεύτερη, δεν πρέπει να είναι και Αριστερά.

Φασίστες :Ποιος έκανε τη Χρυσή Αυγή τρίτο κοινοβουλευτικό κόμμα; Η κρίση, είναι η προφανής απάντηση. Υπάρχει και άλλη: μισό εκατομμύριο συμπατριωτών μας που ήξεραν πολύ καλά τι ψήφιζαν, έχοντας δει τη φωτογραφία του Παύλου Φύσσα να ψυχορραγεί από τις μαχαιριές του Ρουπακιά. Και υπήρξαν στιγμές που, πράγματι, μέσα στο πιο βαθύ σκοτάδι της κρίσης, έφτανες να πιστεύεις ότι δεν αποκλείεται αυτοί οι άνθρωποι κάποια στιγμή να πάρουν τη χώρα στα χέρια τους ή, έστω, ένα κομμάτι εξουσίας. Η Χρυσή Αυγή ήταν το εξάνθημα της ασθένειας, το σύμπτωμα του αυτοάνοσου, το έμεσμα που έβγαλε η ζάλη. Μπορεί ως κόμμα και ως πρόσωπα να τελείωσαν. Όμως μέσα στην κοινωνία υπάρχει ακόμα ο βάκιλος του φασισμού. Πάντα θα υπάρχει και θα περιμένει τις κατάλληλες συνθήκες για να εκδηλωθεί.

Το Μάτι : Η εθνική τραγωδία στο Μάτι μας θύμισε ότι, πολύ συχνά, για να ζήσεις σε αυτή τη χώρα χρειάζεσαι πάνω από όλα τύχη. Και, πράγματι, καταλάβαμε ότι είναι θέμα τύχης που η χώρα δεν είναι σπαρμένη και από άλλες, αντίστοιχες, «μαύρες τρύπες». Το Μάτι μας έδειξε επίσης ότι ο κρατικός μηχανισμός δεν μπορεί να πάει πιο πέρα από τα όρια του συμβατικού. Λειτουργεί με φιλότιμο, τύχη και ένα τεράστιο έλλειμμα συντονισμού και επαγγελματισμού. Οι νεκροί στο Μάτι δεν είναι θύματα μόνο της ανεπάρκειας του. Είναι και θύματα της εθνικής μας ανεμελιάς. Το απύθμενο θράσος των κυβερνώντων, με τη σκηνοθετημένη σύσκεψη υπό τον Τσίπρα και την αποποίηση κάθε ευθύνης, υπενθυμίζει ότι συχνά ο μηχανισμός είναι αντανάκλαση της ηγεσίας του.

Πρόσφυγες και μετανάστες :Ο διαχωρισμός έχει μικρή σημασία. Από τη στιγμή που δεν λειτουργούν σε μεγάλο βαθμό οι επαναπροωθήσεις, όποιος πατάει το πόδι του στην Ελλάδα, μετατρέπεται και σε έναν εν δυνάμει μόνιμο κάτοικο της. Και πάλι, κοιτάζοντας προς το παρελθόν, μόνο υποθέσεις μπορούμε να κάνουμε. Θα ήταν τα πράγματα διαφορετικά αν στην αρχή των μεγάλων ροών, τα σύνορα έκλειναν με αποφασιστικότητα; Ηταν η Ειδομένη αναπόφευκτη ή μία πιο αποτελεσματική πολιτική θα λειτουργούσε αποτρεπτικά; Οι κυβερνήσεις δεν είπαν την αλήθεια στον λαό. Παρουσίασαν την προσφυγική κρίση ως κάτι παροδικό. Δεν ήταν έτσι. Και το πρόβλημα γίνεται μεγαλύτερο όσο δεν αποφασίζουμε, ως λαός, ότι κάποιοι από αυτούς τους ανθρώπους θα μείνουν για πάντα εδώ, θα αφήσουν τα κόκαλα τους δίπλα στα δικά μας.

Like:  Ο Πάνος Καμμένος συγκυβέρνησε τη χώρα επειδή είχε έναν δραστήριο λογαριασμό στο Facebook μέσω του οποίου δημιούργησε πολιτικό κόμμα. Τη δεκαετία που φεύγει γνωρίσαμε τα social media, αλλά ακόμα δεν έχουμε αντιληφθεί το μέγεθος και όλες τις συνέπειες αυτής της αλλαγής. Μάθαμε τα τρολς και τα fake news. Και αισθανθήκαμε ότι συμμετέχουμε όλοι σε ένα περιβάλλον αγοράς, κατά τον αρχαιοελληνικό όρο. Πόσο επηρέασε όλο αυτό την πολιτική και κοινωνική μας συμπεριφορά; Πολύ. Οι πολίτες, ειδικά στην Ελλάδα, απέρριψαν τα συστημικά κανάλια ενημέρωσης και άρχισαν να αντλούν ερείσματα πολιτικής συμπεριφοράς από τα social media. Αφέθηκαν, σε μεγάλο βαθμό, στο δόλο των τρολς, σε θεωρίες συνωμοσίας και σε κοινά ψεύδη. Και οδηγήθηκαν, συντονισμένα, στις πλατείες ως «Αγανακτισμένοι». Στην ουσία άλλαξε η φύση του πολιτεύματος. Και ακόμα δεν ξέρουμε αν σήμερα οι πολίτες είναι πιο ενημερωμένοι, σε σχέση με το 2010, ή, απλώς, πιο παραπλανημένοι.

 Η κρίση των media: Το «μαύρο» στην ΕΡΤ. Το κλείσιμο της «Ελευθεροτυπίας» και του Mega. Η κατάρρευση του ΔΟΛ. Ως γεγονότα δεν θα χωρούσαν ούτε μέσα σε αστείο στην αρχή της δεκαετίας. Συνέβησαν. Η κρίση δεν έφερε μόνο την οικονομική καχεξία στον πληθωρικό κλάδο των ελληνικών media. Γέννησε και ένα δυσθεώρητο κύμα αμφισβήτησης εναντίον τους. Κατέρρευσαν ακόμα και τα προσχήματα. Η κυβέρνηση Σαμαρά έκλεισε την ΕΡΤ -το αδιανόητο. Και η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ διευκόλυνε, όσο μπορούσε, την κατάρρευση του ΔΟΛ και του Mega, ενώ η «Ελευθεροτυπία» έκλεισε όταν έκλεισαν οι τραπεζικές κάνουλες. Ωστόσο η αγορά των media δεν διδάχθηκε από τις συνέπειες του υπερπληθωρισμού των μέσων. Συνεχίζει «ακμαία» και πληθωρική, με μισθούς που, πολλοί από τους εργαζόμενους, δεν θα είχαν καταδεχτεί να πάρουν το 2010. Στην Ελλάδα, άλλωστε, η μπίζνα των media υπάρχει για να υποστηρίζει άλλες δουλειές.

Ο τουρισμός του Airbnb: Στην αρχή της κρίσης η Ελλάδα ήταν πολύ φθηνή. Ακολούθησε η Αραβική Άνοιξη και εκδηλώθηκαν προβλήματα στην Τουρκία. Στους ελληνικούς ουρανούς εμφανίστηκαν αεροπορικές εταιρείες χαμηλού κόστους. Και κάπως έτσι, η Ελλάδα έγινε μόδα, με ποτάμια τουριστών να εκβάλλουν στο Αιγαίο. Ταυτόχρονα το Airbnb έγινε καταφυγή για τους ιδιοκτήτες διαμερισμάτων που αναζητούσαν ένα καλό έσοδο και συνάμα ένα βάλσαμο για τον ΕΝΦΙΑ. Και είναι λες και ολόκληρες γειτονιές στο κέντρο της Αθήνας να εποικίστηκαν από επισκέπτες του τριημέρου. Ο τουρισμός είναι ίσως η μόνη ελληνική βιομηχανία που μέτρησε κέρδη και επενδύσεις στην περίοδο της κρίσης. Κατά μία εκδοχή, όπου υπάρχουν τουρίστες, δεν πάτησε η κρίση. Νησιά όπως η Μύκονος και η Σαντορίνη, ουσιαστικά αποκόπηκαν από το σώμα της χώρας.

Giannis – Ο Ελληνας:  Το ξέρουμε όλοι. Αν ο Γιάννης Αντεντοκούνμπο δεν γινόταν ντραφτ στο ΝΒΑ, η μοναδική περίπτωση να δει το Μαξίμου θα ήταν μέσα από τον Εθνικό Κήπο, πιθανότατα κυνηγημένος επειδή πωλούσε παρανόμως CD. Τον Ιούλιο του 2013 ο Γιάννης μπήκε στο Μαξίμου για να παραλάβει το ελληνικό διαβατήριο από τον Αντώνη Σαμαρά. Γεννήθηκε και μεγάλωσε στην Ελλάδα. Όμως πήρε την υπηκοότητα ουσιαστικά «κατ’ εξαίρεση». Ολο αυτό έχει μέσα του μία λεπτή ειρωνεία. Εγινε, περίπου, εθνικός ήρωας και έρεισμα υπερηφάνειας από έναν λαό που δύσκολα θα ψήφιζε για βουλευτή κάποιον διαφορετικού χρώματος. Και κάπως έτσι, με την ευγένεια του προσώπου και τις θαυμαστές επιδόσεις του, ξέπλυνε, ελαφρώς, κομμάτια της ντροπής μας. Και έδειξε σε όλους από πού μπορούμε να βρούμε και άλλους, ωραίους ως Ελληνες. Ακόμα και τα άσχημα αποτελέσματα με την εθνική ομάδα, διδακτικά είναι. Δείχνουν το τι μπορεί να σου κάνει η Ελλάδα, ακόμα και αν είσαι ο καλύτερος στον κόσμο.

Λάνθιμος:  Ο Γιώργος Λάνθιμος ήταν ήδη γνωστός στην αυγή της δεκαετίας. Είχε ήδη εγκαταλείψει τα διαφημιστικά και κέρδισε μία υποψηφιότητα για Οσκαρ με τον «Κυνόδοντα». Λίγα χρόνια μετά έκανε τον «Αστακό», μετακόμισε στη Βρετανία και ουσιαστικά έπαψε να αποτελεί κομμάτι του ελληνικού καλλιτεχνικού σύμπαντος. Εγινε μία διεθνής κινηματογραφική προσωπικότητα με ελληνικό διαβατήριο. Aυτά που θα κάνει από εδώ και πέρα μας αφορούν κυρίως για λόγους συμβολισμού, άντε και εθνικής υπερηφάνειας με ξένες σημαίες. Ο Λάνθιμος δεν κάνει, φυσικά, ελληνικό κινηματογράφο. Δεν εκφράζει το εγχώριο σινεμά αν και δεν ξέρουμε κάποιον που να το εκφράζει στα αλήθεια. Μας θύμισε, όμως, ότι η Ελλάδα παραμένει μία καλή πλατφόρμα για να πάρεις φόρα και να απογειωθείς με τα όνειρά σου.

Κώστας Γιαννακίδης
protagon

Περισσότερα Σχετικά Άρθρα
Περισσότερα άρθρα από ΕΜΠΡΟΣ
Περισσότερα άρθρα από Επίκαιρα
Τα σχόλια είναι απενεργοποιημένα.

Μπορεί επίσης να σας αρέσει

Τα Σχολεία Δεύτερης Ευκαιρίας είναι λιγότερο ίσα από τα υπόλοιπα

Οι μαθητές των Σχολείων Δεύτερης Ευκαιρίας εξαιρούνται από την δωρεάν μεταφορά τους προς κ…