Τονίζουν ότι οι αλλαγές δεν πρέπει να επέλθουν δύο μήνες αφότου ξεκίνησε η σχολική χρονιά
Επισημαίνουν τα προβλήματα που προκαλούνται στο σχολείο, κυρίως λόγω της φοίτησης στο σχολείο μεγάλου αριθμού παιδιών με αναπηρία και ειδικές γνωστικές ανάγκες
Μετά τη διαμαρτυρία του συλλόγου Γονέων και Κηδεμόνων του 1ου Γυμνασίου, τις αντιρρήσεις τους αναφορικά με την εγκύκλιο επανεξέτασης εγκρίσεων τμημάτων από τη Σύμβουλο Παιδαγωγικής Ευθύνης, κοινοποιεί ο σύλλογος Διδασκόντων του 7ου Γυμνασίου Ξάνθης.
Όπως σημειώνουν οι 27 καθηγητές μέσης εκπαίδευσης του σχολείου, που υπογράφουν τη σχετική ανακοίνωση, η απόφαση κατάργησης τμημάτων έρχεται δύο μήνες μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, και αυτό δημιουργεί μια σειρά από προβλήματα « Με το ξεκίνημα κάθε σχολικού έτους, επιδιώκουμε ως εκπαιδευτικοί να ανιχνεύσουμε τους χαρακτήρες και τις ιδιαιτερότητες των μαθητών μας και να δημιουργήσουμε ένα κλίμα εμπιστοσύνης, κατανόησης, αλληλοσεβασμού και αμοιβαίας συμπάθειας. Ταυτόχρονα αξιολογούμε το δυναμικό του κάθε τμήματος και αφιερώνουμε ανάλογα το απαιτούμενο χρονικό διάστημα σε επαναλήψεις κι επισημάνσεις, ώστε να καλυφθούν κενά ή ελλείψεις από προηγούμενες χρονιές. Έτσι δημιουργείται το υπόβαθρο για να χτιστεί η νέα γνώση», σημειώνουν οι διδάσκοντες, προσθέτοντας: «ειδικότερα για τα σχολεία, όπως και το δικό μας, όπου φοιτά ένας μεγάλος αριθμός παιδιών με αναπηρία και ειδικές γνωστικές ανάγκες, ο ρόλος του εκπαιδευτικού γίνεται πιο σύνθετος και πιο απαιτητικός. Ο νόμος ορίζει τη δυνατότητα στα σχολεία, μείωσης του αριθμού των μαθητών ανά τμήμα. Η τελευταία διευκρινιστική απόφαση του νόμου αυτού όμως, μας υποχρεώνει να καταργήσουμε ένα τμήμα και να ανακατανείμουμε τους μαθητές, δυο μήνες μετά την έναρξη της σχολικής χρονιάς, με ότι αυτό συνεπάγεται. Έτσι, τη στιγμή που έχουμε καταφέρει την ένταξη των μαθητών μας με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές ανάγκες σε συγκεκριμένα τμήματα και ενώ έχει εδραιωθεί μια σχέση και ομαλή πορεία των παιδιών αυτών με τους διδάσκοντες, αλλά και με τους συμμαθητές τους, καλούνται να αλλάξουν περιβάλλον αρχίζοντας εκ νέου την δύσκολη γι αυτά προσπάθεια προσαρμογής τους. Αλλά και οι υπόλοιποι μαθητές αποσυντονίζονται, χάνοντας το ρυθμό τους αλλά και τις σχέσεις που είχαν οικοδομήσει. Όλη η μέχρι τώρα μαθησιακή πορεία ανατρέπεται. Διαφορετικοί διδάσκοντες σε όλα σχεδόν τα μαθήματα, καλούνται να επαναπρογραμματίσουν τη διδασκαλία τους με νέους μαθητές, ξεκινώντας ουσιαστικά απ’ την αρχή». Ακόμη, επισημαίνουν ότι: «οι συνέπειες αφορούν σαφέστατα και τις εργασιακές συνθήκες των ίδιων των εκπαιδευτικών, καθώς πολλοί συνάδελφοι είτε οργανικά ανήκοντες στο σχολείο είτε που έχουν τοποθετηθεί για την τρέχουσα σχολική χρονιά στο σχολείο μας, μένουν μετέωροι, με ελλιπές ωράριο, που για να το καλύψουν οφείλουν να διακτινίζονται σε 4 και σε 5 σχολεία καλύπτοντας τρύπες και κενά. Το έργο μας δεν είναι εύκολο και δεν γίνεται να αντιμετωπιζόμαστε εμείς και οι μαθητές ως αριθμοί και δείκτες».
Για τους λόγους αυτούς οι διδάσκοντες του 7ου Γυμνασίου ζητούν: «1. Την ακύρωση της τελευταίας απόφασης κατάργησης του τμήματος στη Β’ τάξη του σχολείου μας, ώστε να συνεχίσει η ομαλή λειτουργία του, 2. Την αποσαφήνιση του υπάρχοντος νόμου που αφορά στους μαθητές με αναπηρία και ειδικές μαθησιακές ανάγκες, ώστε να μην επιδέχεται πολλαπλές ερμηνείες, 3. Τον καθορισμό νομικού πλαισίου για την Ειδική Αγωγή στη Β’θμια εκπαίδευση» και σχολιάζουν καταληκτικά: «η εκπαίδευση ατόμων με αναπηρία και ειδικές ανάγκες αποτελεί την πιο ευαίσθητη παράμετρο του εκπαιδευτικού μας συστήματος και έτσι πρέπει να αντιμετωπίζεται».